Το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022 θα απονεμηθεί, όπως ανακοίνωσε πριν από λίγο από τη Στοκχόλμη η Σουηδική Ακαδημία, στη Γαλλίδα συγγραφέα Annie Ernaux. Τα βιβλία της Ερνό κυκλοφορούν στη χώρα μας από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση της Ρίτας Κολαΐτη.
Ένα χρόνο μετά τη βράβευση του Τανζανού Αμπντουλραζάκ Γκούρνα για την «αποτύπωση της αναστάτωσης που επικρατεί στη ζωή ενός πρόσφυγα», η Σουηδική Ακαδημία αποφάσισε να βραβεύσει την Γαλλίδα συγγραφέα Annie Ernaux «για το θάρρος και την κλινική οξύνοια με την οποία αποκαλύπτει τις ρίζες, τις αποξενώσεις και τους συλλογικούς περιορισμούς της προσωπικής μνήμης».
Είναι η τρίτη φορά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια που η υψηλότερη λογοτεχνική διάκριση στον κόσμο πηγαίνει σε συγγραφέα από τη Γαλλία, μετά τους Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό (2008) και Πατρίκ Μοντιανό (2014).
Η Ανί Ερνό με δυο λόγια
Η Annie Ernaux (Ανί Ερνό, 1940) είναι μία από τις σημαντικότερες σύγχρονες συγγραφείς της Γαλλίας. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Ρουέν και εργάστηκε ως καθηγήτρια στο Centre National d’ Enseignement par Correspondence. Το 1984 τιμήθηκε με το βραβείο Renaudot για το Ο τόπος και το 2008 με τo βραβεία Marguerite Duras για το βιβλίο της Τα χρόνια. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο Μαργκερίτ Γιουρσενάρ για τη συνολική της συνεισφορά στα γράμματα, ενώ ήταν υποψήφια για το Man Booker International το 2019. Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν τα βιβλία της Ο τόπος (2019), Μια γυναίκα (2020), Τα χρόνια (2021) και Το γεγονός (2022).
Η Ανί Ερνό στη χώρα μας: μια συγγραφέας που έχει ευτυχήσει μεταφραστικά και εκδοτικά
Στη χώρα μας κυκλοφορούν τα πιο σημαντικά βιβλία της Ανί Ερνό σε εξαιρετικές μεταφράσεις από τη Ρίτα Κολαΐτη, καθώς και πολύ καλή τυποτεχνική δουλειά (χαρτί, εξώφυλλα, επιμέλεια) από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Να θυμίσουμε, ωστόσο, ότι η πρώτη που μας σύστησε την Ερνό στη χώρα μας είναι η Χατζηνικολή, αλλά πλέον εκείνες οι μεταφράσεις είναι εξαντλημένες.
Πρόκειται για μια βράβευση με σαφώς φεμινιστικό στίγμα, μια και η Ερνό δεν είναι απλώς μια γυναίκα συγγραφέας, αλλά μια συγγραφέας που έχει διερευνήσει στο έργο της τι σημαίνει και τι σήμαινε να είσαι γυναίκα σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Και βέβαια, είναι μια βράβευση με πολιτικές προεκτάσεις, μια και έρχεται ως «απάντηση» στη μεγάλη οπισθοδρόμηση σε πολλές Πολιτείες των ΗΠΑ σε σχέση με τις αμβλώσεις. Το τελευταίο της βιβλίο που κυκλοφόρησε στη χώρα μας, το Γεγονός, πέριγράφει άλλωστε μια αθέλητη εγκυμοσύνη που λίγο έλλειψε να της κοστίσει τη ζωή και την τραυμάτισε ψυχικά και σωματικά.
Δεν είναι όμως, ούτε και το Γεγονός, ένα βιβλίο που απευθύνεται μονάχα σε γυναίκες: Οπως σημειώνει, συγκεκριμένα, η Εύα Στάμου σε κείμενό της για το βιβίο στην Bookpress.gr:
«Κατά τη γνώμη μου δεν πρόκειται για ένα βιβλίο που απευθύνεται μόνο στις γυναίκες, αλλά αφορά κάθε αναγνώστη που ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ να μεταθέσει την ευθύνη ορισμού της νομιμότητας των αμβλώσεων σε κάθε επιμέρους Πολιτεία, ανοίγει και πάλι μια σειρά ζητημάτων που θεωρούσαμε ότι η νομική επιστήμη είχε επιλύσει, υπονομεύοντας ουσιαστικά το δικαίωμα των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματός τους.
Σε ένα καίριο σημείο της αφήγησης η συγγραφέας σημειώνει:
Μες στον έρωτα και στον οργασμό πίστευα ότι το κορμί μου δεν διέφερε ουσιαστικά από εκείνο ενός άντρα.
Πρόκειται άραγε για τη δήλωση μιας κοπέλας που δεν γνωρίζει καλά τις δυνατότητες και τους περιορισμούς του σώματός της ή μήπως για τη λαχτάρα μιας γυναίκας να απολαμβάνει τον έρωτα ως μια αυτόνομη κι έλλογα ελεύθερη ύπαρξη;»
Η ίδια η Ερνό, σε συνέντευξή της στον Guardian, αποσπάσματα από την οποία φιλοξενήσαμε στην bookpress.gr, δήλωνε για το ίδιο βιβλίο:
«Έγραψα το Γεγονός για να διατηρήσω ζωντανή τη μνήμη της φρικαλεότητας που βίωσαν εκατομμύρια κορίτσια και γυναίκες. Ήθελα, επίσης, να μιλήσω για αυτό που εγώ αποκαλώ ‘’ο τρόμος της πραγματικότητας’’».
Αντίστοιχα, ο Κώστας Κατσουλάρης σημειώνει για τα Χρόνια: «Tα Χρόνια της Ερνό ξεκινούν σαν το νοσταλγικό πανόραμα της μεταπολεμικής Ευρώπης. Εικόνες ασπρόμαυρες, αποσπασματικές, σπαράγματα από οικογενειακά άλμπουμ, από ταινίες, από επίκαιρα και περιοδικά. Μια ελεγεία για τη μνήμη που χάνεται, για τον χρόνο που σβήνει τα πάντα στο πέρασμά του, καθώς ενώνει μικρούς και μεγάλους στους αόρατους ιμάντες του».
Μια ελεγεία για τη μνήμη που χάνεται, για τον χρόνο που σβήνει τα πάντα στο πέρασμά του, καθώς ενώνει μικρούς και μεγάλους στους αόρατους ιμάντες του».
Και καταλήγει: «Τα Χρόνια, το κατά πολλούς πληρέστερο έργο της Ανί Ερνό, κι ένα από τα πιο επιδραστικά βιβλία που γράφτηκαν στα γαλλικά στον 21ο αιώνα, είναι μια Συλλογική Αυτοβιογραφία υψηλής στόχευσης. Παρά τον βαθιά στοχαστικό του χαρακτήρα, είναι ένα αμιγώς λογοτεχνικό έργο, με θαυμάσιες γλωσσικές και εκφραστικές αρετές, που μετέφερε με μαστοριά στη γλώσσα μας η Ρίτα Κολαΐτη. Ο επίλογος του Νίκου Μπακουνάκη είναι ιδιαίτερα καλογραμμένος και κατατοπιστικός και μας βοηθάει να εντάξουμε το έργο της Ερνό στη γαλλική γραμματολογία».
Για το βιβλίο Ο τόπος, η Νίκη Κώτσιου γράφει: «Ο λόγος της συγγραφέως, απογυμνωμένος από διακοσμητικά στοιχεία και απαλλαγμένος από κάθε υποψία λογοτεχνικής εκζητήσης, δεν επιδιώκει τη δημιουργία περίτεχνου ύφους αλλά την ανάδυση μιας αλήθειας. Η εκφραστική λιτότητα και η στεγνή, ανεπιτήδευτη γλώσσα φέρνουν στο φως τα πραγματικά γεγονότα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Στον Τόπο, δεν υπάρχουν επινοημένα μυθοπλαστικά στοιχεία, τα πρόσωπα είναι όλα υπαρκτά και τα γεγονότα ανασύρονται από τη μνήμη για να στοιχειοθετήσουν μια αφήγηση με ντοκουμέντα».
Στον Τόπο, δεν υπάρχουν επινοημένα μυθοπλαστικά στοιχεία, τα πρόσωπα είναι όλα υπαρκτά και τα γεγονότα ανασύρονται από τη μνήμη για να στοιχειοθετήσουν μια αφήγηση με ντοκουμέντα».
Τέλος, για το βιβλίο Μια γυναίκα, η Χριστίνα Μουκούλη διαπιστώνει: «Η συγγραφέας μιλάει με ειλικρίνεια για το χάσμα που μας χωρίζει από τους γονείς, ηλικιακό πάντα αλλά ενίοτε και κοινωνικό, για την αγάπη, που περιμένει και απαιτεί τα πάντα, που συχνά αμφισβητείται αλλά πάντα αποδεικνύεται παρούσα, για τον φανερό ή κρυφό ανταγωνισμό, για την απώλεια και τη μνήμη, και για το παρελθόν, με το οποίο είμαστε άρρηκτα δεμένοι και στο οποίο, εν τέλει, οφείλουμε αυτό που είμαστε».
Η διαθήκη του Άλφρεντ Νόμπελ και η αγάπη του για τη λογοτεχνία
Στο απόσπασμα από τη διαθήκη του Άλφρεντ Νόμπελ, που υπογράφηκε στις 27 Νοεμβρίου 1895, για τη λογοτεχνία, διαβάζουμε: «Το εν λόγω καταπίστευμα θα χωριστεί σε πέντε ίσα μέρη, τα οποία θα κατανεμηθούν ως εξής: /- – -/ ένα μέρος σε εκείνον που θα έχει δημιουργήσει στον χώρο της λογοτεχνίας το εξαιρετικότερο έργο σην κατεύθυνση της προαγωγής ενός ιδεώδους…»
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δοκίμασε μάλιστα, τις δυνάμεις του ως συγγραφέας και άρχισε να γράφει μυθοπλασία.
Κάθε χρόνο, τα μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας αναζητούν εκείνον ή εκείνη που έχει δημιουργήσει το εξαιρετικότερο λογοτεχνικό έργο στην ιδανική κατεύθυνση.
Ο Άλφρεντ Νόμπελ είχε ευρύτερα πολιτιστικά ενδιαφέροντα και αγάπη για τη λογοτεχνία που καλλιεργήθηκε από την πρώιμη νεότητά του. Η βιβλιοθήκη του αποτελούνταν από μια πλούσια και ευρεία επιλογή λογοτεχνίας σε διάφορες γλώσσες. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δοκίμασε μάλιστα, τις δυνάμεις του ως συγγραφέας και άρχισε να γράφει μυθοπλασία. Η λογοτεχνία είναι ο τέταρτος τομέας του βραβείου Νόμπελ που αναφέρεται στη διαθήκη του.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας σε αριθμούς: Άνδρες, γυναίκες, μετά θάνατον, για ένα βιβλίο και άλλες στατιστικές πληροφορίες
Από το 1901 απονεμήθηκαν 114 Νόμπελ Λογοτεχνίας σε 118 συγγραφείς καθώς τέσσερις φορές το βραβείο δόθηκε εξ ημισείας. Η αναλογία ανδρών - γυναικών δείχνει πως υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα για τις γυναίκες συγγραφείς. Μόλις δεκαέξι γυναίκες συγγραφείς έχουν τιμηθεί με το σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο.
Μία φορά το Νόμπελ Λογοτεχνίας έχει απονεμηθεί μετά θάνατον, το 1931 στον Σουηδό ποιητή Έρικ Άξελ Κάρλφελντ (1864-1931), λίγους μήνες μετά τον θάνατό του. Από το 1974, το καταστατικό του Ιδρύματος Νόμπελ ορίζει ότι το βραβείο Νόμπελ δεν μπορεί να απονεμηθεί μεταθανάτια, εκτός εάν επέλθει θάνατος μετά την ανακοίνωση του βραβείου Νόμπελ.
Απονέμεται για το σύνολο του έργου, εκτός από 9 φορές
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας απονέμενεται σε έναν συγγραφέα για το σύνολο του έργου του. Σε εννέα περιπτώσεις όμως, η Επιτροπή βράβευσε συγγραφέα για ένα συγκεκριμένο έργο του. Τελευταία φορά ήταν το 1965 στον Ρώσο Μιχαήλ Σολόχοφ για το μυθιστόρημα Ο ήρεμος Ντον.
Νωρίτερα είχε συμβεί το 1954 στον Έρνεστ Χέμινγουεϊ για το μυθιστόρημά του «Ο γέρος και η θάλασσα», το 1937 στον Γάλλο Ροζέ Μαρτέν ντι Γκαρ για το έργο του «Les Thibault», το 1932 στον Τζον Γκαλσγουόρθι για το μυθιστόρημά του The Fosyte Saga, το 1929 στον Τόμας Μαν για το μυθιστόρημα Οι Μπούντμπροκ, το 1924 με τον Πολωνό Βλάντισλαβ Ρέιμοντ για το έργο του «Οι Χωρικοί», το 1920 στον Νορβηγό Κνουτ Χάμσουν για το μυθιστόρημά του «Η ευλογία της γης», το 1919 στον Ελβετό ποιητή Καρλ Σπίτελερ για το έργο του «Ολύμπια Άνοιξη» και το 1902 στον Γερμανό κλασικιστή Τέοντορ Μόμσεν για το έργο του «Η ιστορία της Ρώμης».
Ο νεότερος και η γηραιότερη
Σε ό,τι αφορά την ηλικιακή ψαλίδα το άνοιγμα είναι πολύ μεγάλο αλλά όχι χαώδες, κάτι που επιβεβαιώνει πως η Σουηδική Ακαδημία αναζητεί ώριμους συγγραφείς που έχουν ήδη καταθέσει μεγάλο κομμάτι του έργου τους. Ο νεότερος ήταν το 1907 ο Ραντγιάρντ Κίπλινγκ (1865-1936), συγγραφέας του Βιβλίου της Ζούγκλας, που τιμήθηκε σε ηλικία 41 ετών και η γηραιότερη η Ντόρις Λέσσινγκ (1919-2013) ακριβώς έναν αιώνα αργότερα, το 2007, στα 88 της χρόνια.
Η διαδικασία: Πώς επιλέγει η επιτροπή της Σουηδικής Ακαδημίας
Πώς φτάνει όμως η επιτροπή της Σουηδικής Ακαδημίας στην τελική της απόφαση; Η διαδικασία είναι μακρά. Ακαδημαϊκοί, μελετητές, συγγραφείς από όλο τον κόσμο που έχουν πρόσκληση από την Ακαδημία υποβάλουν προτάσεις και έτσι δημιουργείται μια αρχική μακρά λίστα διακοσίων είκοσι ονομάτων.
(...) προκύπτει μια αρχική μακρά λίστα διακοσίων είκοσι ονομάτων.
Τα μέλη της Επιτροπής με την βοήθεια και τις υποδείξεις αυτών των εξουσιοδοτημένων συμβούλων τους αρχίζουν να αποκλείουν ονόματα μέχρι να καταλήξουν σε μια εικοσάδα. Μελετούν εξαντλητικά το έργο των είκοσι αυτών συγγραφέων για να καταλήξουν λίγο πριν την τελική επιλογή σε μια μικρή λίστα πέντε συγγραφέων.
(...) αποκλείουν ονόματα μέχρι να καταλήξουν σε μια εικοσάδα.
Η Σουηδική Ακαδημία που από το 1901 απονέμει το Νόμπελ Λογοτεχνίας, είναι ένα ανεξάρτητο πολιτιστικό ίδρυμα, που ιδρύθηκε το 1786 από τον βασιλιά Γουστάυο Γ' με σκοπό να προωθήσει τη σουηδική γλώσσα και τη σουηδική λογοτεχνία. Έχει 18 έδρες που καταλαμβάνονται από Σκανδιναβούς συγγραφείς, κριτικούς και καθηγητές πανεπιστημίου.
Ποιοι το αρνήθηκαν και μια διαδεδομένη παρεξήγηση
Δύο συγγραφείς απέρριψαν τη βράβευσή τους και αρνήθηκαν να παραλαβούν το βραβείο Νόμπελ. Πρόκειται για τον Ρώσο Μπορίς Παστερνάκ το 1958 και τον Γάλλο Ζαν-Πολ Σαρτρ, το 1964.
Ο μυθιστοριογράφος Παστερνάκ, συγγραφέας του δημοφιλούς Δρ Ζιβάγκο, πολίτης τότε της Σοβιετικής Ένωσης, είχε αρχικά αποδεχθεί το βραβείο αλλά αργότερα, υπό το καθεστώς πιέσεων στην ΕΣΣΔ και απειλών ότι θα εξοριζόταν, αρνήθηκε το βραβείο συμμετέχοντας έτσι σε ένα από τα πολλά παράπλευρα επεισόδια του Ψυχρού Πολέμου.
Έξι χρόνια αργότερα, ο υπαρξιστής φιλόσοφος Σαρτρ έμεινε πιστός στην αρχή του να αρνείται όλες τις επίσημες τιμές και αναγνωρίσεις και έτσι αρνήθηκε να αποδεχθεί τη βράβευσή του.
Τέλος, ίσως η πιο διαδεδομένη παρεξήγηση γύρω από το Νόμπελ Λογοτεχνίας να αφορά τον Ουίνστον Τσόρτσιλ (1874-1965). Πολλοί θεωρούν αυτονόητο ότι ο Βρετανός πολιτικός έχει τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης. Αν και προτάθηκε δύο φορές για αυτό, προτάθηκε άλλες 21 για το Νόμπελ Λογοτεχνίας με το οποίο και τιμήθηκε το 1953, ενώ ήταν εν ενεργεία πρωθυπουργός στη δεύτερη θητεία του. Σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής, επελέγη για τη «δεξιοτεχνία του στην ιστορική και βιογραφική περιγραφή καθώς και για τη λαμπρή ρητορεία στην υπεράσπιση των ανώτερων ανθρώπινων αξιών».