Για το αυτοβιογραφικό αφήγημα της Annie Ernaux «Μια γυναίκα» (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Μεταίχμιο). (Κεντρική εικόνα: Annie Ernaux/ photo Catherine Hélie, Gallimard).
Της Χριστίνας Μουκούλη
Η απώλεια αγαπημένων προσώπων αποτελεί γεγονός ιδιαίτερης βαρύτητας για την πλειονότητα των ανθρώπων. Όμως είναι εντελώς διαφορετικός ο τρόπος με τον οποίο στέκεται ο καθένας απέναντί της, καθώς το αίσθημα της απώλειας εκθέτει τον άνθρωπο σε μια πρωτόγνωρη μοναξιά, η οποία ενεργοποιεί ποικίλες αντιδράσεις. Όταν, πριν από πολλά χρόνια, η συγγραφέας έχασε τον πατέρα της, έγραψε ένα αφήγημα στο οποίο περιέγραφε τη ζωή του, προσπαθώντας να γεφυρώσει το χάσμα που τους χώριζε και να του αποδώσει ό,τι δεν κατάφερε να του αποδώσει όσο εκείνος ήταν εν ζωή. Κάτι αντίστοιχο κάνει και σε αυτό το βιβλίο, το οποίο έγραψε μετά την απώλεια της μητέρας της.
«Πιστεύω ότι γράφω για τη μητέρα μου γιατί είναι η δική μου σειρά να τη φέρω στον κόσμο…Της άρεσε να προσφέρει σε όλους περισσότερα απ’ όσα έπαιρνε. Μήπως και η γραφή δεν είναι μια μορφή προσφοράς;»
Με ένα μικρό σε έκταση αλλά πολύ περιεκτικό κείμενο, η Ερνό ανατρέχει στο παρελθόν της μητέρας της, περιγράφοντας στιγμιότυπα της ζωής της από την παιδική ηλικία μέχρι τον θάνατό της, προσπαθώντας να καταλάβει τι την έκανε αυτή που ήταν: μια αγέρωχη, πρόσχαρη γυναίκα, που δεν φοβόταν τη δουλειά και πάσχιζε για το καλύτερο, με όποιον τρόπο εκείνη θεωρούσε σωστό. Βασισμένη σε διηγήσεις της μητέρας ή άλλων συγγενών, σε παλιές φωτογραφίες και κυρίως σε δικές της αναμνήσεις και βιώματα, μας παραδίδει τα κεφάλαια της ζωής της μητέρας της περιγράφοντάς τα σαν αλλεπάλληλες ταινίες μικρού μήκους από τις οποίες, μετά το μοντάζ, απομένουν μόνο τα πολύ σημαντικά μέρη.
Η συγγραφέας με τη μητέρα της το 1959 μπροστά από το οικογενειακό καφενείο στο Yvetot στη Νορμανδία. (Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο της Αννί Ερνώ / © Collection personnelle d’Annie Ernaux). |
Η ζωή της μητέρας
Η μητέρα ως παιδί, με γονείς εργάτες, οι οποίοι μεγαλώνουν με πολλές δυσκολίες τα έξι παιδιά τους.
Η μητέρα μεγαλώνοντας, περνά μια εφηβεία κάθε άλλο παρά ονειρική. Στα δώδεκα παρατάει το σχολείο, αρχίζει να εργάζεται διαδοχικά σε διάφορα εργοστάσια κι ονειρεύεται να γίνει πωλήτρια.
H Ερνό ανατρέχει στο παρελθόν της μητέρας της, περιγράφοντας στιγμιότυπα της ζωής της από την παιδική ηλικία μέχρι τον θάνατό της, προσπαθώντας να καταλάβει τι την έκανε αυτή που ήταν: μια αγέρωχη, πρόσχαρη γυναίκα, που δεν φοβόταν τη δουλειά και πάσχιζε για το καλύτερο, με όποιον τρόπο εκείνη θεωρούσε σωστό.
Η μητέρα ως ενήλικη, καταφέρνει να κάνει έναν καλό γάμο και προσπαθεί να βρει τη θέση της στον νέο κόσμο που ανοίγεται μπροστά της. Κυρίαρχο μέλημά της να παρέχει στην κόρη της μόρφωση και υλικά αγαθά, για να μη μειονεκτεί εκείνη απέναντι στους συνομηλίκους της. Έρχεται όμως η εφηβεία της κόρης, οι συγκρούσεις με τους γονείς, η αυστηρότητα από τη μεριά της μητέρας και οι απαγορεύσεις της, οι οποίες έχουν σαν αποτέλεσμα να αμφισβητείται η αγάπη και το ενδιαφέρον της.
Η μητέρα που αρχίζει να γερνά. Μετά τον θάνατο του συζύγου μένει μόνη και, αργότερα, λίγο πριν από το τέλος, βρίσκεται σε προχωρημένη άνοια και αδυνατεί να επικοινωνήσει.
Συναισθήματα
Η συγγραφέας μεταπλάθει σε λέξεις και αποτυπώνει, στο συγκεκριμένο αφήγημα, όλα τα συναισθήματα που τη συνδέουν με τη μητέρα της. Μια παλέτα αντιφατικών κι αντικρουόμενων συναισθημάτων, αυξομειούμενης έντασης και πολλών αποχρώσεων. Η αρχική αγάπη και ο θαυμασμός προς τη μητέρα, στην εφηβεία μετατρέπεται σε θυμό και αμφισβήτηση. Ακολουθεί η απομάκρυνση λόγω σπουδών, εργασίας και γάμου της κόρης, που συνοδεύεται και από συναισθηματική αποστασιοποίηση. Τα αρνητικά συναισθήματα ακολουθούνται από ενοχές που είναι αβάσταχτες μετά την απώλεια της μητέρας. Με το αφήγημα αυτό γίνεται μια προσπάθεια αποδοχής αρχικά του γεγονότος του θανάτου της και στη συνέχεια κατανόησης της συμπεριφοράς και του τρόπου ζωής της. Με γλώσσα απλή, χωρίς τίποτα να περισσεύει, τίποτα να βαραίνει, αφού το ειδικό βάρος των συναισθημάτων που περιγράφει είναι ήδη αρκετό.
Κι αν ποτέ δεν αναφέρεται το όνομα της μητέρας, είναι γιατί δεν χρειάζεται. Στη θέση αυτής της μητέρας βρίσκονται χιλιάδες άλλες μητέρες που λειτούργησαν με τον ίδιο τρόπο. Που ξεκίνησαν από τη φτώχεια και την ανέχεια, κατάφεραν να επιβιώσουν και να προσφέρουν στα παιδιά τους μιαν άλλη ζωή, εκείνη που οι ίδιες επιθυμούσαν αλλά ήξεραν ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να τη ζήσουν. Που δεν αφέθηκαν στη μοίρα τους αλλά αγωνίστηκαν, έκαναν λάθη, μάτωσαν, πόνεσαν οι ίδιες και προκάλεσαν πόνο, όμως πέτυχαν τον στόχο τους: να μη ζήσουν τα παιδιά τους τη ζωή που έζησαν εκείνες.
Η Ανί Ερνό γεννήθηκε στη Γαλλία το 1940. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Ρουέν και εργάστηκε ως καθηγήτρια στο Centre National d’ Enseignement par Correspondence. Έχει γράψει πολλά σύντομα αυτοβιογραφικά αφηγήματα. Το 1984 τιμήθηκε με το βραβείο Renaudot για το Ο τόπος και το 2008 με τo βραβεία Marguerite Duras για το βιβλίο της Τα χρόνια. Τα έργα της διδάσκονται στο γαλλικό σχολείο στο μάθημα της λογοτεχνίας. |
Πολλές φορές κρίνουμε με ευκολία τη συμπεριφορά των ανθρώπων, χωρίς να προσπαθούμε να τους καταλάβουμε και χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη το γεγονός ότι τα δεδομένα και τα ζητούμενα κάθε εποχής είναι εντελώς διαφορετικά. Οι ιδιαίτερες συνθήκες ζωής, η φτώχεια και το ένστικτο της επιβίωσης σμιλεύουν παράξενα τον χαρακτήρα των ανθρώπων. Και συχνά επίσης, οι περίπλοκες οικογενειακές σχέσεις γεννούν αντιφατικά συναισθήματα, τα οποία, ευτυχώς, δεν μπορούν να καταλύσουν την αγάπη που συνοδεύει τους δεσμούς αίματος. Η συγγραφέας μιλάει με ειλικρίνεια για το χάσμα που μας χωρίζει από τους γονείς, ηλικιακό πάντα αλλά ενίοτε και κοινωνικό, για την αγάπη, που περιμένει και απαιτεί τα πάντα, που συχνά αμφισβητείται αλλά πάντα αποδεικνύεται παρούσα, για τον φανερό ή κρυφό ανταγωνισμό, για την απώλεια και τη μνήμη, και για το παρελθόν, με το οποίο είμαστε άρρηκτα δεμένοι και στο οποίο, εν τέλει, οφείλουμε αυτό που είμαστε.
Η μετάφραση της Ρίτας Κολαΐτη αποδίδει την ακρίβεια και τη σαφήνεια του λόγου της συγγραφέα και αναδεικνύει τη ρεαλιστική απόδοση των εσωτερικών της συγκρούσεων.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Μια γυναίκα
ANNIE ERNAUX
Μτφρ. ΡΙΤΑ ΚΟΛΑΪΤΗ
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2021
Σελ. 112, τιμή εκδότη €9,90
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Κανείς δεν ξέρει ότι γράφω για κείνην. Όμως δεν γράφω για κείνην, έχω μάλλον την εντύπωση ότι ζω μαζί της κάπου στο χρόνο, σε κάποιους τόπους, όπου η μητέρα μου ζει ακόμα. Όταν είμαι στο σπίτι, μου τυχαίνει να πέσω πάνω σε αντικείμενα που της ανήκαν, να προχτές, στη δαχτυλήθρα που την έβαζε πάντα στο στραβό –ύστερα από ένα ατύχημα στη σπαγγοποιία– δάχτυλό της. Και, ξάφνου, η πραγματικότητα του θανάτου της με κατακλύζει, επιστρέφω στον πραγματικό χρόνο, σ’ αυτόν όπου εκείνη δεν θα βρεθεί ποτέ πια. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το να “βγει” ένα βιβλίο μπορεί να μη σημαίνει τίποτα πέρα απ’ τον αμετάκλητο θάνατο της μητέρας μου».