Δόκιμοι και καταξιωμένοι καθώς και νεότεροι συγγραφείς γράφουν για τα νέα τους βιβλία, τα οποία μόλις κυκλοφόρησαν ή αναμένεται να κυκλοφορήσουν προσεχώς.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Ζητήσαμε από είκοσι έναν συγγραφείς –καταξιωμένους αλλά και νεότερους– να μας γράψουν λίγα λόγια για το νέο τους βιβλίο. Να συμπυκνώσουν σε μερικές φράσεις τα θέματα που τους απασχόλησαν, πόσο η πραγματικότητα εισέβαλε στη μυθοπλασία τους αλλά και πώς συνομιλεί το νέο τους βιβλίο με προηγούμενες δουλειές τους.
Γαλανάκη Ρέα: «Παραμύθια που δεν είναι παραμύθια, Εμμανουήλ και Αικατερίνη» (Καστανιώτης) / Μυθιστόρημα
«Γράφω για τους «γνωστούς-άγνωστους» γονείς – έτσι είναι πάντα οι γονείς μας. Οι δικοί μου ήταν γιατροί. Ερευνώ τι τους διαμόρφωσε πριν παντρευτούν, πριν τους γνωρίσω, πριν συγκρουστούμε, πριν συμφιλιωθούμε αργότερα. Ιχνηλατώ εκείνο το μοιραίο φορτίο πολιτισμών, νοοτροπιών και συμπεριφορών που αναγκαστικά μου μεταβίβασαν. Ανασηκώνω την άκρη από το πέπλο των αποσιωπήσεων, των μυστικών, των αμφιβολιών, σκαλίζοντας τα απομεινάρια. Ρωτώ τις ωραίες προπολεμικές φωτογραφίες τους, κι εκείνες μου απαντούν. Θυμάμαι εξιστορήσεις στο καθημερινό οικογενειακό τραπέζι. Αφηγήσεις από παλαιάς κοπής γυναίκες με τη δική τους γλώσσα, ή της μαμάς μου. Μπαίνω μέσα στα σκηνικά που έζησαν: χωριά, Αθήνα, προπολεμική Βιέννη και Μπορντό, Ηράκλειο, κι άλλα. Μικρασιατική εκστρατεία, αποτυχημένο κίνημα των βενιζελικών και φυλάκιση, πόλεμος του σαράντα, αυτά πέφτουν στο μερίδιο του άντρα.
Τέσσερα χρόνια. Στριμμένο, ψυχοφθόρο θέμα. Εικάζω, αμφισβητώ, επινοώ, σαρκάζω, συγχωρώ. Χωρίς τις καραντίνες δεν θα είχε ολοκληρωθεί. Αν μπορεί να ολοκληρωθεί, αφού «οι γονείς» είναι μόνο ένας από τους καθρέφτες μας».
Γαβαλά Μαρία: «Ο μικρός Γκοντάρ» (Πόλις) / Μυθιστόρημα
«Οι φιλοδοξίες και οι προσπάθειες ενός νεαρού Γάλλου κινηματογραφιστή να ξεπεράσει τις προσωπικές του αδυναμίες και τις αντικειμενικές δυσκολίες (λόγω εξωτερικών παραγόντων), προκειμένου να υλοποιήσει τα σχέδιά του τα οποία, συνήθως, στοχεύουν σε σημαδιακά ιστορικά και πολιτικά γεγονότα (είτε τη στιγμή που αυτά συμβαίνουν είτε μέσα από την καταγραφή μαρτυριών και την ανάδειξη ντοκουμέντων). Γενικότερα, είναι ένας στοχασμός πάνω στην αποφασιστικότητα και τον δισταγμό, στην τόλμη και την περίσκεψη, στην αδράνεια και την υπέρβαση ανθρωπίνων ελαττωμάτων-σφαλμάτων, και κακοτυχιών. Από κει και πέρα, το μυθιστόρημα ξανοίγεται και σε άλλους συναφείς ορίζοντες, σε ξεχωριστά κεφάλαια σημασιών, πάντα όμως έχοντας ως γνώμονα το ζήτημα της ανθρώπινης αντοχής, τόσο ψυχικής όσο και σωματικής.
Νομίζω ότι αυτό που επιχειρώ και επιδιώκω, γράφοντας, είναι ένας γερός και αδιάσπαστος συνδυασμός πραγματικότητας και επινόησης. Το ένα γεννά το άλλο, και τότε μόνο ησυχάζω, όταν κρίνω ότι ο δεσμός είναι, δυνητικά, αδιάσπαστος.
Για κάθε νέο βιβλίο που γράφω ισχύει το εξής: επιθυμώ να στρέφει την πλάτη σε καθετί που έχω γράψει προηγουμένως. Και όταν τελειώνει η διαδικασία της γραφής του, διαπιστώνω πως έχουμε να κάνουμε με έναν κατεργάρη (γραφιά) που επιστρέφει συνεχώς στον ίδιο, πάντα, πάγκο του».
Γιώτης Ντίνος: «Club 23,4» (Βακχικόν) / Μυθιστόρημα
«Από παιδί ο Σένον βασανίζεται με έννοιες όπως η ύπαρξη, η ανυπαρξία, το είναι, το τίποτα. Πώς θα ήταν αν δεν ήταν ο κόσμος; Πώς είναι το μη είναι; Φοιτητής πια στο Φυσικό της Αθήνας, στη δεκαετία του ΄80, μαζί με τους φίλους του προτιμούν να μιλάνε για τα θαύματα της φύσης παρά για τα προβλήματα της κοινωνίας. Προτιμήσεις που τους καθιστούν αποσυνάγωγους στις μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές παρέες που σχηματίζονται στη Μεταπολίτευση. Ο Σένον είναι ερωτευμένος με την Αταλάντη από τότε που, μικρό παιδί, είχε πρωτοαντικρίσει την άγουρη ομορφιά της και νιώθει ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου επειδή πιστεύει ότι εκείνη δεν θα έχει την τύχη της Βεατρίκης ή τη μοίρα της Ιουλιέτας να σημαδεύουν τη ζωή του.
Η ζωή του Σένον ακολουθεί μια απροσδιόριστη τεθλασμένη γραμμή που θα τον φέρει να συναντηθεί ξανά, σαράντα χρόνια αργότερα, εν μέσω πανδημίας, με την Αταλάντη. Τότε, κάτω από το αμείλικτο βάρος της ζωής, η Αταλάντη θα σταθεί, για μια τελευταία φορά στο περβάζι του χρόνου, θα κοιτάξει κοροϊδευτικά πίσω της και θα εξαφανιστεί. Ο Σένον θα την αναζητήσει στο παρελθόν και στους παλιούς τους φίλους. Και μαζί με αυτήν και τα ανολοκλήρωτα κεφάλαια της ζωής του.
Ο κόσμος ως πραγματικότητα αλλά και η Φυσική ως επινοημένοι νόμοι του ανθρώπινου νου ορίζουν το μυθοπλαστικό πλαίσιο. Υφίσταται μια υποδόρια σχέση με το πρώτο μου βιβλίο (e-mail, 2000), όπου και εκεί ο ήρωας είναι φοιτητής Φυσικής, αλλά αν υπάρχει μια «υπαρξιακή συνομιλία» αυτή θα πρέπει να αναζητηθεί με την ταινία μου «Μια ζωή», 2019».
Γουναροπούλου Αντωνία: «Οδός Μακεδονομάχων» (Petites Maisons) / Διηγήματα
«Κάποιο βράδυ περπατούσα στον δρόμο μου, που είναι ο δρόμος στον οποίο μεγάλωσα από 4 χρονών. Η οδός Μακεδονομάχων, Νέα Πεντέλη. Άρχισα να παίζω ένα παιχνίδι μνήμης, προσπαθούσα να θυμηθώ ποιο οικόπεδο ή ποια παλιά μονοκατοικία υπήρχε τότε στη θέση κάθε σπιτιού που χτίστηκε στον δρόμο από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μετά. Ένιωσα πως ήθελα να αναστήσω τα πάντα και τους πάντες, και η οδός Μακεδονομάχων της δεκαετίας του ’80 να ζωντανέψει και να μη σωπάσει ποτέ ξανά – το μέσο ήταν βέβαια μόνο ένα, η συγγραφή.
Σύμφωνα και με όλα τα παραπάνω θα έλεγα ότι η πλάστιγγα γέρνει προς την πραγματικότητα –σε βαθμό που να θολώνει το πού σταματά αυτή και πού αρχίζει η επινόηση–, στον αντίποδα του προηγούμενου βιβλίου μου Κυνηγοί και λύκοι, όπου όλα τα διηγήματα είναι αλληγορικά. Και στον αντίποδα των δύο ποιητικών μου συλλογών, όπου η φωνή αρθρωνόταν πίσω από μια κλειστή πόρτα. Εδώ η πόρτα είναι ορθάνοιχτη: στην οδό της παιδικής ηλικίας».
Γρηγοριάδης Θεόδωρος: «Η νοσταλγία της απώλειας» (Πατάκης) / Διηγήματα
«Η νοσταλγία της απώλειας είναι ο τίτλος του καινούργιου μου βιβλίου, μια συλλογή με τριάντα μία διηγήσεις. Ιστορίες που καλύπτουν χρονικά τις τελευταίες δεκαετίες με κοινά στοιχεία τη μνήμη, την απώλεια, τα πάθη και τις ανθρώπινες εμμονές. Υπάρχει θλίψη, πένθος αλλά και πολύ χιούμορ και αυτοσαρκασμός. Στο επίκεντρο κάθε διήγησης βρίσκονται πάντα οι άνθρωποι που γνώρισα και μου έδωσαν την έμπνευση να αναπλάσω τις ιστορίες τους δοκιμάζοντας τα όρια της βιωματικής γραφής και της αυτομυθοπλασίας.
Οι διηγήσεις κατανέμονται σε τρεις ξεχωριστούς αλλά και αλληλένδετους κύκλους: «Η νοσταλγία της απώλειας», «Η ανάμνηση των παθημάτων», «Περαστικοί στον νέο κόσμο» και έναν επίλογο, «Ο θόρυβος των χρωμάτων», μια ιστορία sci-fi. Διαδραματίζονται σε διαφορετικά μέρη της χώρας και του κόσμου, ενώ για πρώτη φορά περιλαμβάνονται ιστορίες από τη θητεία μου στα γυμνάσια και λύκεια και σε δημόσια βιβλιοθήκη.
Οι διηγήσεις γράφτηκαν στον καιρό της πανδημίας χωρίς όμως να αναφέρονται σ΄ αυτήν. Ενδεχομένως να επηρεάστηκε η θεματολογία και ο τρόπος αφήγησης: να' ναι εξομολογητικές, απροσποίητες κι αποκαλυπτικές».
Γρίβα Άννα: «Η Ελληνίδα σκλάβα» (Μελάνι) / Μυθιστόρημα
«1824. Καταστροφή των Ψαρών. Χιλιάδες Ψαριανοί σύρονται αιχμάλωτοι στα σκλαβοπάζαρα της Σμύρνης και της Ανατολής. Όταν ο Αμερικάνος διπλωμάτης Φίλιπ Κέρτις βρίσκει σε ένα σκλαβοπάζαρο της Σμύρνης τη Γαρυφαλλιά, μια νεαρή Ψαριανή, συγκλονίζεται από το βλέμμα της που εκλιπαρεί για ελευθερία. Αποφασίζει να την ελευθερώσει και να τη μεταφέρει στην πατρίδα του, όπου μια νέα περιπέτεια αρχίζει για το κορίτσι. Μέσα από το βιβλίο ταξιδεύουμε στον ταραγμένο 19ο αι. και παρακολουθούμε τις ιστορικές εξελίξεις στις δύο πλευρές του ωκεανού: από την επαναστατημένη Ελλάδα στην αμερικανική ήπειρο, στην οποία ήδη σιγοβράζει ο επερχόμενος εμφύλιος, και από τους Έλληνες σκλάβους των οθωμανικών ολοκαυτωμάτων στη φρίκη της μαζικής εξόντωσης των μαύρων και Ινδιάνων δούλων.
Το βιβλίο αφορμάται από μια πραγματική ιστορία, για να μιλήσει για όσα δένουν τους ανθρώπους πέρα από γλώσσες και σύνορα. Αν στις Εξόριστες βασίλισσες, το προηγούμενο μυθιστόρημά μου, οι ηρωίδες, ζώντας στον μεταβατικό 5ο αι. μ.Χ., προσπαθούν να ορίζουν τη μοίρα τους συγκρουόμενες με έναν βίαιο κόσμο, στην Ελληνίδα σκλάβα τίθενται και πάλι στο επίκεντρο οι γυναίκες, εκείνες που βίωσαν τη σκλαβιά, αλλά δεν υποτάχθηκαν. Εκείνες που αγωνίστηκαν και έθεσαν τα θεμέλια μιας νέας εποχής».
Δαλακούρα Νάγια: «Το λουλούδι της θάλασσας» (Κλειδάριθμος) / Μυθιστόρημα
«Το νέο βιβλίο μου Το λουλούδι της θάλασσας έχει ως θέμα τις θαλάσσιες εξερευνήσεις του 19ου αιώνα στην Αρκτική. Είναι βασισμένο στην πραγματική ιστορία της έρευνας για την ανεύρεση του Terror και του Erebus, των μυθικών πλοίων της καταραμένης αποστολής του ναυάρχου Φράνκλιν, που χάθηκαν πριν από 175 χρόνια και αποτελούν τραγικό συμβάν στη ναυτική ιστορία της Βρετανίας. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα όπου παρουσιάζονται έντονα η ανθρωπολογία των Ινουίτ, τα βικτωριανά στερεότυπα, η ναυτοσύνη και το πάθος των θαλασσοπόρων (αλλά και των ονειροπόλων) του μακρινού παρελθόντος για νέες γεωγραφικές ανακαλύψεις και ονοματοδοσίες.
Όπως και τα υπόλοιπα βιβλία μου, Το λουλούδι της θάλασσας είναι ένα μυθιστόρημα εποχής, μια μυθοπλασία η οποία ενέχει την αγάπη μου για το ιστορικό παρελθόν, για τη διερεύνηση των σχέσεων των ιθαγενών με τον δυτικό πολιτισμό, αλλά και το τίμημα της εξερεύνησης, το οποίο πλήρωσαν με τη ζωή τους πολλοί γενναίοι θαλασσοπόροι».
Διβάνη Λένα: «Ονειρεύτηκα τη Διδώ» (Πατάκης) / Μυθιστορηματική βιογραφία
«Το καινούριο μου βιβλίο το σχεδίαζα τουλάχιστον 5 χρόνια. Είχα ανάγκη, βλέπετε, μέσα στον ζόφο της κρίσης να ανασάνω λίγο φρέσκο αέρα. Αποφάσισα λοιπόν να ξαναζωντανέψω το ίνδαλμά μου, τη Διδώ Σωτηρίου. Είναι άδικο να τη λησμονούν σιγά σιγά οι παλιότεροι και να την αγνοούν τελείως οι νεότεροι. Δεν υπήρχε άλλη σαν κι αυτή τη γυναίκα-πολεμίστρια που διέσχισε ολόκληρο τον 20ο αιώνα, βρέθηκε στο επίκεντρο κάθε ελληνικού τραύματος (από τη Μικρασιατική καταστροφή μέχρι τη χούντα) και κατάφερε να δρασκελίσει όλα τα ερείπια φορώντας το αιώνιο χαμόγελό της, κόκκινο μπερέ, κολιέ και άρωμα. Άρχισα αμέσως την έρευνα (με αφορμή την οποία εμπνεύστηκα τα Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας) και ευτυχώς γιατί χάθηκαν εντωμεταξύ η Άλκη Ζέη κι ο Νίκος Μπελογιάννης, οι μοναδικοί επιζώντες που την ήξεραν από την καλή και την ανάποδη.
Ελπίζω ότι έγραψα μια εντελώς υβριδική βιογραφία, κάτι μεταξύ του fiction και του non fiction με τον χαρακτηριστικό τίτλο Ονειρεύτηκα τη Διδώ. Γιατί πράγματι την ονειρεύτηκα ολοζώντανη, ακαταπόνητη και γελαστή όπως ήταν πάντα να μου διηγείται με το νι και με το σίγμα τη ζωή της που ήταν αγρίως απίθανη! Περιμένω τώρα τους αναγνώστες να μου πουν αν πλησίασα τον στόχο μου που ήταν να γράψω ένα βιβλίο σαν άνθρωπο, φτυστό η Διδώ!».
Καλλιφατίδης Θοδωρής: «Η άλωση της Τροίας» (Πατάκης) / Μυθιστόρημα
«Μεγάλωσα κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και της Γερμανικής Κατοχής σε ένα χωριό στη Πελοπόννησο. Οι εμπειρίες της πείνας, του μίσους, της ωμότητας, της απάνθρωπης σκληρότητας της εποχής δεν με εγκατέλειψαν ποτέ. «Πηγή όλων των δακρύων είναι ο πόλεμος» λέει ο Όμηρος. Ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε ήταν ακόμα χειρότερος.
Μια νεαρή δασκάλα στο χωριό όταν άρχισαν οι βομβαρδισμοί προς το τέλος του πολέμου έβρισκε καταφύγιο με τους λίγους μαθητές σε μια σπηλιά. Εκεί τους έλεγε την ιστορία του πολέμου της Τροίας. Φυσικά δεν συναγωνίζεται τον Όμηρο. Κάνει τη δική της ιστορία. Δεν την ενδιαφέρουν οι θεοί και τα καμώματά τους, την ενδιαφέρουν οι άνθρωποι, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Έτσι υπάρχουν δύο πόλοι. Η Γερμανική Κατοχή στο χωριό και ο Τρωϊκός πόλεμος.
Η φαντασία και η επινόηση στο βαθμό που υπάρχει στα βιβλία μου είναι στη κάθε φράση».
Κανελλόπουλος Δημήτρης: «Στα χρόνια του κόκκινου Κόμη» (Καστανιώτης) / Διηγήματα
«Τα διηγήματά μου με τίτλο Στα χρόνια του κόκκινου Κόμη, είναι μια κατάθεση εμπειρίας και μνήμης ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια. Της ισότητας και της δικαιοσύνης! Γι’ αυτόν αγωνίστηκαν, εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως. Βρέθηκα στη Ρουμανία για σπουδές, χώρα στην οποία εξελίσσονται οι ιστορίες, απροετοίμαστος το φθινόπωρο του 1978. Η έκπληξη των πρώτων στιγμών, έδωσε τη θέση της σε ένα ισχυρό σοκ. Η πίστη μου καταρρέει! Αντί για Ελευθερία και Κοινωνική Δικαιοσύνη, ο ζόφος του ολοκληρωτισμού. Όλα θαρρείς και ήταν προφητείες Τζόρτζ Όργουελ.
Τα διηγήματά μου καταγράφουν το κυνήγι της επιβίωσης μιας πολυεθνικής παρέας φίλων. Παρά το Δελτίο Τροφίμων οι επίσημες αρχές και ο ιδιόμορφος ηγέτης της χώρας, μιλούσαν για μια «πολύπλευρα» αναπτυγμένη κοινωνία. Αντί γι’ αυτό, ένας κόσμος, βασισμένος στις θεωρίες των δύο περασμένων αιώνων ο οποίος κατέρρευσε οριστικά, υποδεικνύοντας ότι καμιά βεβαιότητα δεν μπορεί να οδηγήσει με απόλυτο τρόπο στην κοινωνική ευτυχία.
Η φαντασία μου υφαίνει χαρακτήρες και τα πρόσωπα μέσα σ’ αυτή την ιστορική πραγματικότητα. Η πλάστιγγα σαφώς γέρνει προς αυτήν, και το βιβλίο μου αυτό, παρ’ ότι γλωσσικά διαφέρει από το προηγούμενο, καταγράφει κι αυτό στιγμές από μια άλλη κοινωνία που έφυγε ανεπιστρεπτί».
Κιοσσές Σπύρος: «Τα πρωτοβρόχια: Μικρή ιστορία ενηλικίωσης» (Μεταίχμιο) / Νουβέλα
«Είναι το πρώτο μου έργο στην πεζογραφία. Ως προς την έκτασή του, εντάσσεται στην κατηγορία της νουβέλας. Από άποψη δόμησης, είναι μια ιστορία που ξετυλίγεται σε σύντομες αυτοτελείς αφηγήσεις, που έχουν όμως τον ίδιο κεντρικό ήρωα. Ο Τάσος μεγαλώνει σε μια λαϊκή γειτονιά επαρχιακή πόλης, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές του ’80, μια περίοδο μεταβατική για την ελληνική κοινωνία. Μέσα από την αυτοδιήγηση του ήρωα ζωντανεύει το κλίμα της εποχής, όπως, τουλάχιστον, μπορεί να το αντιληφθεί ο ίδιος, αλλά και το πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων – άλλοτε υποστηρικτικό, σαν δίχτυ ασφαλείας, κι άλλοτε πνιγηρό κι αναπόδραστο, σαν τον ιστό αράχνης. Παράλληλα με τη βασική πλοκή, ο αναγνώστης, μέσα από τις αφηγήσεις της γιαγιάς του ήρωα, συνθέτει κομμάτι κομμάτι μια ιστορία που βαραίνει το παρελθόν της οικογένειας, συνεχίζει όμως να σκιάζει το παρόν των μελών της.
Πραγματικότητα ή επινόηση; Μάλλον, σημειώσατε Χ. Πρόκειται για μια «επινοημένη πραγματικότητα», όπως, εξάλλου, συμβαίνει κάθε φορά που εμπλέκεται η μνήμη και η γλώσσα στις αφηγήσεις ιστοριών δικών μας ή άλλων».
Κονομάρα Λίλα: «Ο μπόγος» (Καστανιώτης) / Μυθιστόρημα
«1911, Μακεδονία. Το σώμα ενός αναίσθητου άντρα εντοπίζεται στα περίχωρα μιας πόλης. Όταν συνέρχεται, ισχυρίζεται πως δεν θυμάται τίποτα. Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που η παρουσία του θα αποδειχθεί καταλυτική τόσο για την πορεία της πόλης όσο και για τη ζωή των κατοίκων της; Πρόσφυγας, τυχοδιώκτης, δολοφόνος; Εμπνευσμένος δημιουργός, ενσάρκωση των ονείρων του καθενός ή ένας πολύ βολικός αποδιοπομπαίος τράγος; Στο πολυφωνικό αυτό μυθιστόρημα, οι προσωπικές αφηγήσεις διαπλέκονται με τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Ελλάδας του περασμένου αιώνα, αλλά και με στοιχεία της λαϊκής παράδοσης και αρχέγονους μύθους που ανοίγουν ρωγμές στο ρεαλιστικό αρχικό πλαίσιο.
Τα όρια ανάμεσα σε παρελθόν, παρόν και μέλλον καταλύονται, οι ήρωες διαβαίνουν αγέραστοι τις εποχές. Πλάι στις δικές τους φωνές έρχονται να προστεθούν και άλλες: η ελιά, το ποτάμι, το φεγγάρι, τα πουλιά, ζωντανοί μα και αγαπημένοι νεκροί, νομάδες, πλανόδιοι και μετανάστες, ο καθένας με τον τρόπο του αφηγείται το δικό του κομμάτι της ιστορίας περιδιαβαίνοντας τις εποχές και ανασυνθέτοντας το άρωμα της καθεμιάς.
Ο συγκερασμός του ρεαλισμού με το στοιχείο του φανταστικού στην προσπάθεια να αποτυπωθούν οι πολλαπλές όψεις και αναγνώσεις της πραγματικότητας αποτελεί κυρίαρχο μοτίβο και σε προηγούμενα βιβλία μου».
Ραπτόπουλος Βαγγέλης: «Ανέγγιχτη» (Κέδρος) / Μυθιστόρημα
«Θέμα του νέου μου μυθιστορήματος Ανέγγιχτη είναι η ερωτική ζωή τού Νίκου Καζαντζάκη μέσα από τα μάτια τής πρώτης του γυναίκας, που τον κατηγορούσε ότι ο γάμος τους ήταν λευκός. Τα ονόματα είναι παραλλαγμένα, το ίδιο και οι τίτλοι των βιβλίων του Καζαντζάκη. Το περιεχόμενό τους, όμως, καθώς κι ένα σωρό άλλα πραγματολογικά στοιχεία, είναι απολύτως αληθινά. Επίσης, έχω ενσωματώσει θραύσματα από έργα του δημιουργού του Ζορμπά σχετικά με το θέμα μου, αντικαθιστώντας τη χαρακτηριστική καζαντζακική ιδιόλεκτο με το δικό μου γλωσσικό εργαλείο: τη σημερινή καθομιλουμένη. Με λίγα λόγια, η Ανέγγιχτη είναι ένα έργο τεκμηριωτικής λογοτεχνίας και, εκ των πραγμάτων, περιέχει τις μικρότερες δόσεις μυθοπλασίας από κάθε άλλο γραπτό μου.
Στο βάθος, πρόκειται για μία ακόμη εξερεύνηση του προσφιλούς μου θέματος, που είναι ο παράδεισος και η κόλαση της λαγνείας. Και, ταυτόχρονα, για μία αναζήτηση όχι του Θεού, όπως το έθετε ο συγγραφέας της Ασκητικής, αλλά της χαμένης σήμερα πια αίσθησης του ιερού. «Ιερό», με την ευρύτερη δυνατή έννοια, όπου χωρούν όλα όσα ατροφούν όταν γίνονται αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής. Από τον έρωτα, τη φιλία, τη δικαιοσύνη και την τέχνη μέχρι τη μητέρα φύση».
Σεμιτέκολου Μαριαλένα: «Ακουαρέλα» (Ίκαρος) / Μυθιστόρημα
«Η Ακουαρέλα, χωρισμένη σε τρία κεφαλαία, ακολουθεί την αφήγηση τριών προσώπων μιας οικογένειας. Του πατέρα, της μητέρας και ενός μικρού. Καθένας τους υφαίνει μια ιστορία φτιαγμένη από εικόνες καθημερινές, του παρόντος, και από μνήμες. Καθεμία ιστορία είναι αυτόνομη και αυτοτελής, ακολουθεί τη δική της ξεχωριστή πορεία και αφήνει το μοναδικό της ίχνος. Ο αναγνώστης, ωστόσο, καλείται να ανακαλύψει τα υπέργεια και τα υπόγεια περάσματα που συνδέουν τις τρεις αφηγήσεις, τους προφανείς και τους άδηλους δεσμούς με τους οποίους οι τρεις φωνές συνδέονται μεταξύ τους. Η ανακάλυψη αυτή θα επιτρέψει ενδεχομένως τη συνάντηση των τριών προσώπων σε έναν κοινό τόπο. Αυτόν, ας πούμε, μιας ακουαρέλας.
Όπως στις Κυριακές, το καλοκαίρι, έτσι και στην Ακουαρέλα, τα θέματα που θίγονται αντλούν από την καθημερινότητα, αλλά με τρόπο προσχηματικό. Η δράση ουσιαστικά λαμβάνει χώρα υποδόρια, εντός εσωστρεφών ηρώων που διανύουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, εσωτερικές διαδρομές, αναζητώντας μια ταυτότητα».
Σκαραγκάς Γιάννης: «Μελίνα» (Κριτική) / Νουβέλα
«Το καινούργιο μου βιβλίο επινοεί τη Μελίνα Μερκούρη πέρα και πίσω από τη θρυλική της εικόνα. Επικαλείται βιογραφικές λεπτομέρειες για να πει την ιστορία μιας διαχρονικής γυναίκας αλλά και μιας χώρας, που μοιράζονται ανάμεσα στους μύθους και τις πληγές. Με γοητεύει η επινόηση των πραγματικών ανθρώπων, είναι μια διαδρομή κατανόησης του μυστηρίου τους αλλά και εμβάθυνσης στο κοινό συναισθηματικό μας ριζικό. Το έχω κάνει και με τη νουβέλα της Κυράς της Ρω, που ανέβηκε στο θέατρο με τη Φωτεινή Μπαξεβάνη, του Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ στην Ελβετία, και βεβαίως με όλες τις ιστορικές φυσιογνωμίες που εμφανίζονται στα μυθιστορήματά μου.
Η επινόηση της πραγματικότητας σημαίνει ότι αντιμετωπίζεις την ιστορία όχι ως συμπέρασμα αλλά ως διαρκή ερμηνευτική πιθανότητα – πιστεύεις στο ενδεχόμενο να αλλάξει ο κόσμος, επειδή δεν κουράστηκες να τον ερμηνεύεις. Κάθε ιστορία μου είναι μια βουτιά στα ανθρώπινα ίχνη, στις αισθήσεις, στην απώλειά τους αλλά και στη λυτρωτική τους μνήμη, στα θαυμαστά και αφόρητα του χαρακτήρα μας. Στη δική μου εκδοχή της Μελίνας ήθελα να δώσω ειδικό βάρος στις αναμνήσεις μιας γυναίκας, η οποία με αφορμή την ασθένεια προσπαθεί να συνδέσει από την αρχή τα βασικά δραματικά σημεία της ιστορίας της».
Στεργίου Βίβιαν: «Δέρμα» (Πόλις) / Διηγήματα
«Το Δέρμα είναι αυτοτελείς ιστορίες με χαλαρές συνδέσεις μεταξύ τους. Το θέμα τους είναι η καθημερινότητά μας τώρα. Τίποτα συναρπαστικό δεν συμβαίνει στους ήρωες και τις ηρωίδες, εκτός από την ίδια τη ζωή τους. Τα περισσότερα πρόσωπα είναι νέοι που περιπλανώνται και που δεν ξέρουν πώς να ζήσουν, αλλά μη φανταστείτε τίποτα σκοτεινό. Νομίζω υπάρχουν στιγμές καθαρού φωτός στις μέρες αυτών των μπερδεμένων ανθρώπων. Το πλαίσιο των ιστοριών είναι όλ' αυτά που συμβαίνουν τώρα σ' εμάς: από τη μετανάστευση για δουλειά μέχρι την κατανάλωση ανθρώπων, τοπίων και εικόνων με τη βοήθεια της τεχνολογίας και από τις επιφανειακές σχέσεις που κάνεις στα εικοσικάτι σου μέχρι το βασανιστικό ερώτημα «πού θέλω να ζω;» ή «πώς θέλω να ζω;».
Νομίζω είναι μια άμεση συνέχεια της προηγούμενης συλλογής Μπλε Υγρό (εκδ. Πόλις 2017). Κάποιες θεματικές επανέρχονται εμμονικά (π.χ. η περιπλάνηση σε κάποια μεγάλη πόλη ή το σώμα που αγγίζεται/παχαίνει/θυμάται/φέρει τραύματα κλ.π). Ήθελα να είναι αστείο και διασκεδαστικό και να λέει για το τώρα. Φυσικά, οι αναγνώστες θα κρίνουν εάν η συνταγή πέτυχε».
Τάτση Γεωργία: «Πίσω απ’ τον ήχο του νερού» (Βακχικόν) / Νουβέλα
«Το βιβλίο μου αναφέρεται σε έναν εξηντάχρονο άντρα που επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο για να πουλήσει το εγκαταλειμμένο πατρικό του. Στο ταξίδι της επιστροφής ξαναζεί τα επώδυνα γεγονότα που καθόρισαν τη σχέση με τη μητέρα και τον πατέρα του. Αφηγείται την ιστορία με το αίσθημα του παιδιού που υπήρξε και το βλέμμα του σημερινού άντρα, προσπαθώντας να καταλάβει αν οι μνήμες του είναι αυθεντικές ή παραποιημένες, πραγματικές ή κατασκευασμένες από μεταγενέστερες ερμηνείες των γεγονότων. Η ιστορία είναι επινοημένη, εδράζεται όμως στην πραγματικότητα. Δομείται με μεταποιημένο υλικό αφηγήσεων, ιστοριών, εμπειριών και μνήμης από το κοινωνικό περιβάλλον της δεκαετίας του 1960.
Το καινούργιο βιβλίο μου Πίσω απ’ τον ήχο του νερού, συνομιλεί με τα δύο προηγούμενα (Χορός στα ποτήρια Γαβριηλίδης 2013, Γάμπαρη Αμβρακικού Γαβριηλίδης 2019), δια του τραύματος. Και τα τρία αναφέρονται στο τραύμα, την απώλεια και το πένθος. Στα δύο παλαιότερα, το συλλογικό τραύμα αντανακλάται στο ατομικό καθώς η μεγάλη Ιστορία επιδρά και καθορίζει τη μικρή. Στο καινούργιο, το τραύμα αφορά, αποκλειστικά, τον πυρήνα της οικογένειας και μοιάζει ανεξάρτητο από τις κοινωνικές συνθήκες».
Τέκου Ιφιγένεια: «Ο άντρας με τις κούκλες» (Ψυχογιός) / Μυθιστόρημα
«Το καινούργιο μου βιβλίο διαφέρει από τα προηγούμενα που έχω εκδώσει, καθώς αυτή τη φορά δεν εστιάζω την πλοκή σε κάποιο συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, αλλά στην ψυχολογική και διανοητική κατάσταση ενός ιδιόμορφου δολοφόνου και των θυμάτων του. Αν και η ιστορία θα μπορούσε να διαδραματιστεί σε οποιοδήποτε τόπο και χρόνο, θεώρησα ότι η επιλογή των ελληνόφωνων χωριών της Κάτω Ιταλίας στην περιοχή Γκρέτσια Σαλεντίνα όπως ονομάζεται από το 1966 αλλά και η δύσκολη περίοδος της ανασυγκρότησης για το ιταλικό κράτος μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ταιριαστές με το κλίμα που ήθελα να αποδώσω.
Όσον αφορά το έναυσμα για τη θεματολογική μεταστροφή, αυτό προέκυψε αρχικά από το δοκίμιο Κούκλες του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα κέρινα δημιουργήματα της γνωστής κουκλοποιού Λότε Πρίτσελ και πιο συγκεκριμένα από τη φράση “Μονάχα εσύ, ψυχή της κούκλας, μόνο για σένα δεν γινότανε κανένας να πει πού αλήθεια ήσουν”. Την τελική ώθηση, ωστόσο, μου την έδωσαν οι γιαπωνέζικες κούκλες κοκέσι, οι ξύλινες και πολύχρωμες αυτές κούκλες χωρίς άκρα που θεωρούνταν οι φύλακες των ψυχών των παιδιών κατά την περίοδο Έντο (1603-1868), όταν πολλές γυναίκες κατέφευγαν στη βρεφοκτονία ή την άμβλωση λόγω μεγάλης φτώχειας και λιμού».
Φωσκόλου Ούρσουλα: «Ήσυχα να πας» (Κίχλη) / Νουβέλα
«Το Ήσυχα να πας είναι μια εκτενής νουβέλα, η οποία αντλεί τον τίτλο της από τον στίχο του Ντίλαν Τόμας «Μη στέργεις ήσυχα να πας σε νύχτα ευλογημένη» (μτφρ. Διονύσης Καψάλης). Στο πρώτο μέρος η αφήγηση παρακολουθεί την Ολίβια και τον Θάνο στη νέα τους πατρίδα, τον καταπράσινο πλανήτη Γκλίζε. Στην τεχνολογικά εξελιγμένη αποικία του Έσπερου, όπου η προστασία της φύσης αποτελεί πρωταρχικό στόχο, συμβιώνουν αρμονικά άνθρωποι από τον παλαιό κόσμο, μαζί με προϊστορικά ζώα και ανθρωποειδή. Μέσα στο κλίμα ευφορίας που διακατέχει τους αποίκους, η Ολίβια παραμένει μελαγχολική, ενώ γρήγορα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα μυστήριο, όταν ανακαλύπτει τα μυστικά υπόγεια λουτρά της Γκλίζε στα σύνορα με την απαγορευμένη ζώνη. Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που συναντά όποτε βουτά στον πυθμένα των λουτρών; Το δεύτερο μέρος της νουβέλας διαδραματίζεται στη Γη, όπου ένας διανομέας βρίσκει νεκρό τον ηλικιωμένο παραλήπτη του δέματος που μετέφερε. Εξερευνώντας το σπίτι του, ανακαλύπτει ένα γράμμα που απευθύνεται στον ίδιο, καθώς και ένα ημερολόγιο με αλλόκοτες εγγραφές.
Βουτώντας στα νερά της επιστημονικής φαντασίας, η νουβέλα κρύβει στο κέντρο της την αναζήτηση του εαυτού και της μνήμης, διερευνά τα ρευστά όρια της ταυτότητας, και συνάμα αγγίζει το μυστήριο του τέλους».
Χαρίτος Κυριάκος: «Μικρή εγκυκλοπαίδεια του θανάτου» (Στερέωμα) / Μικρά πεζά
«Το βιβλίο μου λέγεται Μικρή Εγκυκλοπαίδεια του Θανάτου και θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Στερέωμα την Άνοιξη. Πρόκειται για ένα φυτολόγιο του τέλους. Μια απόπειρα καταγραφής. Έναν κατάλογο που παλινδρομεί μεταξύ σοβαρότητας και γκροτέσκου, επιστημονισμού και ιδεοληψίας, ποίησης και γλωσσικής αμηχανίας. Κατάφωρη επινόηση είναι που μιλά για το πιο πραγματικό των πραγματικών.
Καθότι έχω βγάλει μονάχα ένα ποιητικό έργο δεν υπάρχει κάποια προφανής σύνδεση. Εδώ το θέμα δεν είναι η απελπισία από την απουσία του Θεού όπως στο Επί Ματαίω».
Χουρμουζιάδου Ελιάνα: «Μια τελευταία επιστολή αγάπης» (Πατάκης) / Μυθιστόρημα
«Είναι ένα μυθιστόρημα μέσα σε ένα μυθιστόρημα, ή μια ιστορία γύρω από ένα μυθιστόρημα, ιδωμένη μέσα από το βλέμμα μιας γυναίκας που είχε άμεση σχέση με τη δημιουργία του. Άξονας και στα δύο μυθιστορήματα μια ιστορία αγάπης με απρόβλεπτες ή και ολέθριες συνέπειες για τους εμπλεκόμενους. Αυτό που έρχεται σε πρώτο πλάνο είναι η δημιουργική διαδικασία (κυρίως η λογοτεχνική, αλλά όχι μόνο αυτή) και η σύνδεσή της με την πραγματικότητα. Αν η λογοτεχνία είναι καθρέφτης, απέναντί του βρίσκεται η ακατέργαστη πρώτη ύλη της που είναι η ίδια ζωή, με τα γεγονότα της, τα σχέδια και τις ελπίδες της, τις απώλειες, τις νίκες και τις ήττες της. Άραγε αυτή η χαοτική συνύπαρξη θεραπεύεται από τα έργα μας; Μέσω της δημιουργίας μάς δίνεται πίσω κάτι από όσα χάνουμε στην πορεία του βίου μας; Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Φυσικά τα πρόσωπα και τα γεγονότα είναι επινοημένα, ενώ πραγματικά συμβάντα υπάρχουν μόνο ως ιστορικό φόντο, για να πατήσει πάνω τους η πλοκή. Επίσης, καθώς η δράση εκτυλίσσεται στην Αθήνα, οι δρόμοι και οι συνοικίες παίζουν σημαντικό, σχεδόν συμβολικό ρόλο.
Αν και οι αναγνώστες είναι πιο αρμόδιοι να κρίνουν, πιστεύω ότι η Τελευταία επιστολή έχει κάποια συγγένεια με το σύμπαν της Ιδιαιτέρας, δηλαδή κάνοντας εκ των υστέρων τη σύγκριση μεταξύ τους, βρίσκω ορισμένες γενικές ομοιότητες, αλλά και ευδιάκριτες διαφορές, κυρίως στην ποιότητα των χαρακτήρων».
Ψύρρας Θωμάς: «Τι απομένει απ’ τη φωτιά» (Μεταίχμιο) / Μυθιστόρημα
«Ο εβδομηντάχρονος Αρμένιος Αρτέμ Αμπαριάν, γεννημένος στην Ελλάδα, άνθρωπος με διπλή ταυτότητα, στέλνει τη μαρτυρία της ζωής του, γραμμένη με τον τρόπο της επιστολής, στο νεαρό γιο μιας συμμαθήτριάς του. Αναζητώντας ως νέος ένα δικό του παράδεισο, γίνεται ένα από τα ανώνυμα θύματα της Ιστορίας. Στη μαρτυρία της ζωής του κουβαλάει τον αιώνα του. Και ενώ μιλάει για τα δικά του βάσανα, εξιστορεί τις χαμένες προσδοκίες και το διωγμό εκατομμυρίων ανθρώπων που βρέθηκαν να ζουν, όταν κυνικές εξουσίες και ιδεολογίες χώρισαν αγαπημένους, έστυψαν ψυχές, συνέτριψαν προσδοκίες και χάλασαν ζωές. Έχοντας περάσει από λογής καταστάσεις ως διωγμένος, ξένος, εκπατρισμένος, εξόριστος, φυλακισμένος, πρόσφυγας, νεοφερμένος και μετανάστης, δίνει φωνή στα ανώνυμα θύματα και στους νικημένους σε χαμένες μάχες.
Η μαρτυρία του Αρτέμ Αμπαριάν, απολύτως επινοημένη, συμπυκνώνει την πραγματικότητα ενός αιώνα. Με φορέα τον λαϊκό λόγο (κοινό στοιχείο στο Μαράν Αθά, εκδ. Κέδρος, και στο Θα βοσκήσω το μαύρο, εκδ Μεταίχμιο), αποτυπώνει την ανθρώπινη κατάσταση. Τώρα ο ήρωας-αφηγητής γνωρίζει ότι η Ιστορία αδιαφορεί για τα μεμονωμένα άτομα, που ζουν σε ένα «κατασκευασμένο» παρόν στο οποίο έχει υποταχτεί το παρελθόν και το μέλλον τους».