
Για το χορευτικό δίπτυχο του Αντώνη Φωνιαδάκη «Unseen» και «Boléro» στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση ο Αντώνης Φωνιαδάκης παρουσιάζει το χορευτικό του δίπτυχο «Unseen» και «Boléro», και τα δύο σε μουσική Ραβέλ. Η παραγωγή είναι του Ολύμπια-Δημοτικού Μουσικού Θεάτρου «Μαρία Κάλλας» και φιλοξενείται από το Ίδρυμα Ωνάση. Μετά τα «Τοπία», το «Σάλεμα», το «Équilibre/Cacti», τον «Γαλαξία», τους «Άξονες» και τα «Links», ο σπουδαίος έλληνας χορογράφος κάνει μια πιο προσωπική κατάθεση, αποτίοντας φόρο τιμής στο Μορίς Ραβέλ. Το πρώτο μέρος, το «Unseen», βασίζεται σε μουσική για πιάνο του συνθέτη όπου ο Απόστολος Παληός παίζει ζωντανό σόλο πιάνο, ενώ το δεύτερο, το εμβληματικό «Boléro», επιστρατεύει πέντε τραμπολίνα επί σκηνής και έχει μουσική play back.
Το ανδρικό άγγιγμα ως πηγή έμπνευσης
Στο πρώτο μέρος της παράστασης, ο πιανίστας ερμηνεύει διαφορετικά κομμάτια του Ραβέλ, που ως σύνολο δημιουργούν μυστικιστική ατμόσφαιρα, σκοτεινή και δυσερεύνητη. Σε συνδυασμό με τους αινιγματικούς φωτισμούς, το ύφος γίνεται νωχελικό, ήρεμο, νοσταλγικό και η χορογραφία κινείται στον οριζόντιο άξονα. Οι πέντε άνδρες χορευτές (Pier-Loup Lacour, Νίκος Γρηγοριάδης, Νίκος Γονίδης, Μάριος Χατζηαντώνη, Francisco Patricio) ερμηνεύουν σε διαδοχικά soli, ντουέτα και κουαρτέτα που φαντάζουν αυτονομημένα, ενώ τα χορευτικά ensembles και των πέντε είναι αυστηρά χορογραφημένα σε κοινό κινησιολόγιο. Θα μπορούσε κανείς να διακρίνει μια τάση ενδοσκόπησης στα σολιστικά μέρη, όμως αυτό που επικρατεί είναι η αναζήτηση του αγγίγματος των άλλων, το τρυφερό partnering.
Η εσωτερικότητα της ερμηνείας εντείνει το διάχυτο αίσθημα μοναξιάς, ενώ κυρίαρχη διάθεση είναι ο σαρκασμός
Και πάλι (χαρακτηριστικό του Φωνιαδάκη) βλέπουμε την κλασική φόρμα στα pas de deux, ενώ η ποικιλομορφία της κίνησης αξιοποιεί την πείρα του σύγχρονου χορού. Ιδιοσυγκρασιακή χορογραφία, μελαγχολική, με βαθιά επεξεργασμένα τα σημεία «απογείωσης» από το έδαφος και με κάποιες μικρές εξάρσεις ως προς την ένταση, όπου μπορεί κανείς να διακρίνει τη συμβολή του βοηθού χορογράφου Pierre Magendie. Οι φωτιστικές συνθήκες του Σάκη Μπιρμπίλη υπογραμμίζουν τον μυστηριακό χαρακτήρα αυτών των «αποσπασματικών συνευρέσεων» των αγοριών, που μπαίνουν και βγαίνουν συνεχώς στη σκηνή δημιουργώντας μικρά υποσύνολα. Η εσωτερικότητα της ερμηνείας εντείνει το διάχυτο αίσθημα μοναξιάς, ενώ κυρίαρχη διάθεση είναι ο σαρκασμός (το χαρακτηριστικό γέλιο ή ο μορφασμός των χορευτών, ένας καγχασμός που ακούγεται σαν βήχας, κάποιες συγκεκριμένες κινήσεις χτυπήματος του εδάφους κοκ).
Τα κοστούμια του Τάσου Σοφρωνίου, ουδέτερα ως προς το φύλο, είναι μαύρα διαφανή κορμάκια με μαύρες μάξι φούστες που επιτρέπουν πολλαπλές πτυχώσεις και συστροφές. Το κολλάζ των πιανιστικών συνθέσεων του Ραβέλ δημιουργεί ένα ηχοτοπίο περίπου πενήντα λεπτών λυρικής μουσικής υπόκρουσης, που απαιτεί μεγάλη αντοχή και δεξιοτεχνία εκ μέρους των χορευτών. Ουσιαστική αντίστιξη κάνει η γαλήνια μουσική προς κάποιες απρόσμενες αλλαγές στην κίνηση: σαν να μην τις περιμένει κανείς, σαν να προκαλείται η έκπληξη ως αυτοσκοπός. Το αποτέλεσμα είναι ένα χορευτικό αφήγημα που χωρεί πολλαπλές ερμηνείες, καθώς έρχονται κι επανέρχονται τα μοτίβα και οι πέντε ερμηνευτές ανακυκλώνουν την κυρίαρχη διάθεση.
Η έκρηξη των μοναχικών κοριτσιών
Αντίθετα, στο δεύτερο μέρος του διπτύχου, το γνωστό σε όλους «Βoléro» διαθέτει μια πομπώδη παρτιτούρα με κλιμακούμενο ρυθμό που φτάνει σε εκρηκτική κορύφωση. Είναι γνωστό το μοτίβο αυτό με το μεγάλο τραμπολίνο από την αρχική χορογραφία του Μορίς Μπεζάρ και (αργότερα) του Χόρχε Ντον στα Μπαλέτα του 20ού αιώνα, ήδη από τη δεκαετία του ’80. Ο Αντώνης Φωνιαδάκης έχει θητεύσει σε αυτήν την αισθητική, μόνο που εδώ εξατομικεύει τα τραμπολίνα στις πέντε ερμηνεύτριές του (Μαργαρίτα Τοντισάκη, Εύη Οικονόμου, Στεφανία Σωτηροπούλου, Άρτεμη Σταμούλη, Γαβριέλα Αντωνοπούλου), περιορίζοντάς τις καθεμιά στο δικό της, κυκλικό τραμπολίνο. Η συγκεκριμένη χορογραφία είναι εμβληματική για τον Φωνιαδάκη, καθώς την έχει ήδη παρουσιάσει, με διαφορετική προσέγγιση, στο παρελθόν: αρχικά με το Εθνικό Θέατρο της Κροατίας στη Ριέκα, μέχρι την περφόρμανς στον ανοιχτό χώρο του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας και την πιο πρόσφατη πρεμιέρα με την Dance Company Theaterhaus στη Στουτγάρδη, το «Μπολέρο» γνώρισε εκδοχή με 14 χορευτές, που επίσης λειτουργούσαν ως μονάδες πάνω σε τραμπολίνο.
Στη συνολική αρμονία του δεύτερου μέρους της παράστασης συμβάλλουν ουσιαστικά τα «μαιναδικά» κοστούμια του Σοφρωνίου, με κόκκινες φαρδιές πανταλόνες και μπεζ κορμάκια, ενώ η κίνηση της ξανθιάς κόμης των κοριτσιών είναι σημαντικό μέρος της χορογραφίας.
Ο κάθετος άξονας είναι το σημείο αναφοράς του δεύτερου μέρους, που βασίζει την ιδιοτυπία του στην επανάληψη των κινήσεων και του μουσικού θέματος: αυτό εμπλουτίζεται σταδιακά στην ενορχήστρωση με αποτέλεσμα αντίστοιχο πλούτο στη χορογραφία, η εμμονική επαναληπτικότητα της οποίας παραπέμπει σε γυμναστήριο. Ο παλμός του τραμπολίνου απηχεί τη δόνηση του μουσικού θέματος, προσδίδοντας αλλόκοτο χαρακτήρα στο άλμα, διευρύνοντας τον χρόνο του κάθε παλμού και επιβάλλοντας ακρίβεια στο ύψος του άλματος, ούτως ώστε να «συναντιέται» κάθε απογείωση και κάθε πτώση με τις αντίστοιχες «άρσεις» και «θέσεις» της μουσικής: αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα της κοπιώδους αυτής χορογραφίας, που φυσικά παραπέμπει σε τελετουργία, σε οργιώδη συνάντηση Αμαζόνων ή σε ερωτική έκσταση. Στη συνολική αρμονία του δεύτερου μέρους της παράστασης συμβάλλουν ουσιαστικά τα «μαιναδικά» κοστούμια του Σοφρωνίου, με κόκκινες φαρδιές πανταλόνες και μπεζ κορμάκια, ενώ η κίνηση της ξανθιάς κόμης των κοριτσιών είναι σημαντικό μέρος της χορογραφίας.
Το δίπτυχο «Unseen-Bolero» είναι μια πρωτότυπη πρόταση του Αντώνη Φωνιαδάκη, που βγάζει τον θεατή από την πεπατημένη του πενηντάλεπτου χορογραφικού έργου χωρίς διάλειμμα. Επιλέγοντας αυτό το μουσικό «χαλί», ο καλλιτέχνης ξεφεύγει, επίσης, από τις ατονάλ μουσικές επιλογές ή από τις rave ηλεκτρονικές μουσικές που τελευταία συνοδεύουν τις χορευτικές δημιουργίες. Έτσι, η παράστασή του είναι ρομαντική ως προς τη διάθεση. Διατηρώντας διακριτό το λυρικό μέρος των αγοριών από το αιματώδες, εξωστρεφές μέρος των κοριτσιών και συνεργαζόμενος με κάποιους χορευτές και χορεύτριες που γνωρίζει από προηγούμενες συνεργασίες (καθώς και με κάποιους καινούργιους), ο χορογράφος καταθέτει ένα προσωπικό αφιέρωμα στον αγαπημένο του συνθέτη και δίνει για μιαν ακόμη φορά το αισθητικό του στίγμα: λεπτομερώς επεξεργασμένες χορογραφίες πολύ υψηλών απαιτήσεων, ομαδικότητα αλλά και εξατομίκευση, ευαίσθητες νύξεις για το ανθρώπινο άγγιγμα και -κυρίως- μια ξεκάθαρη τοποθέτηση για τη μοναξιά.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και κριτικός θεάτρου.
Συντελεστές
Χορογράφος: Αντώνης Φωνιαδάκης
Ενδυματολόγος: Τάσος Σοφρωνίου
Φωτιστής: Σάκης Μπιρμπίλης
Πιανίστας επί σκηνής: Απόστολος Παληός
Βοηθός χορογράφου: Pierre Magendie
Unseen Pier-Loup Lacour, Νίκος Γρηγοριάδης, Νίκος Γονίδης, Μάριος Χατζηαντώνη, Francisco Patricio
Bolero Μαργαρίτα Τοντισάκη, Εύη Οικονόμου, Στεφανία Σωτηροπούλου, Άρτεμις Σταμούλη, Γαβριέλα Αντωνοπούλου