Για την παράσταση «Équilibre / Cacti» σε χορογραφία του Αντώνη Φωνιαδάκη (Équilibre) και του Αλεξάντερ Έκμαν (Cacti), η οποία παρουσιάστηκε στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Του Νίκου Ξένιου
O Αντώνης Φωνιαδάκης και ο Αλεξάντερ Έκμαν χορογραφούν τους Α' Χορευτές, τους Σολίστ, τους Κορυφαίους και το Corps de Ballet της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στη διπλή παράσταση «Équilibre-Cacti», στην αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» του ΚΠΙΣΝ. Το «Équilibre» είναι μια νέα, επεξεργασμένη κι εμπλουτισμένη εκδοχή της χορογραφίας «Des/Équilibre/s» που πρωτοπαρουσίασε ο Αντώνης Φωνιαδάκης στο περσινό Summer Nostos Festival. Όσο για τους «Κάκτους», πρόκειται για μια κλασική, πλέον, δημιουργία του μεγάλου Σουηδού χορογράφου Αλεξάντερ Έκμαν, που έχει ήδη διανύσει σημαντική διεθνή καριέρα, περνώντας, το 2014, και από το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
Επιστροφή μιας θεματικής
Ήδη από τον «Γαλαξία» ο κύριος Φωνιαδάκης είχε διερωτηθεί για τα μυστικά της Ύλης και της Ενέργειας καθώς και για την οντολογία του ανθρώπινου σώματος. Εξάλλου, στο «Selon Désir», στο «Air» και στα «Links» κάποιες πολυμορφικές χορογραφίες εδραίωσαν ένα προσωπικό, αναγνωρίσιμο νεοκλασικό στυλ στη δουλειά του. Εκεί είχε συνδυάσει τη μουσική του Μπαχ με αυτήν του Ζυλιέν Ταρρίντ, ενώ αντίστοιχα, στον «Γαλαξία», τη μουσική του Λιγκέτι με αυτήν του Ξενάκη και στο «Shaker Loops» τη μινιμαλιστική μουσική του Τζον Άνταμς, με τις συνεχείς μεταπτώσεις και τα κενά.
Η χορογραφία αυτή αποδίδει την αίσθηση μιας συνεχόμενης πτώσης, που την επιτείνουν τα όμορφα «θραύσματα δορυφόρου» του σκηνογράφου Σάκη Μπιρμπίλη που κατεβαίνουν σφίγγοντας τον κλοιό τους μέχρι να παγιδεύσουν τους χορευτές.
Φέτος, στο «Équilibre», αξιοποίησε τη μουσική που έγραψε ο Φίλιπ Γκλας για την ταινία «Koyaanisqatsi» σε συνδυασμό με τη μουσική του Ζυλιέν Ταρρίντ, αποδίδοντας ταυτόχρονα τη γραμμική, μινιμαλιστική αίσθηση και τη ρευστότητα. «Η μουσική έχει ένα εξαιρετικό δέσιμο με την ταινία και ακούγοντάς τη μου δημιούργησε μια αίσθηση επιβλητικότητας και ευλάβειας. Θα έλεγα ότι έχει κάτι το θρησκευτικό» δηλώνει ο ίδιος ο χορογράφος. Κύριο μέλημα αυτής της απαιτητικής δουλειάς ήταν να δοθεί η αίσθηση πως οι χορευτές λυτρώνονται από τη βαρύτητα. Και αυτό το οργάνωσε με αμοιβαίες έλξεις και απωθήσεις, αποσχηματισμούς και εκ νέου σχηματισμούς των είκοσι ερμηνευτών του. Η κλασική φόρμα των pas de deux, των τρίο και των μικρών συνόλων, η απουσία χορογραφικής αντίστιξης προς τη μουσική και το άφυλο των κολορίστικων κοστουμιών του Τάσου Σοφρονίου είναι οι σταθερές της αισθητικής του Αντώνη Φωνιαδάκη που επανέρχεται, για να πλαισιώσει μια παράσταση με ύφος royale και ασθματικούς ρυθμούς. Πάνω απ’ όλα, όμως, η χορογραφία αυτή αποδίδει την αίσθηση μιας συνεχόμενης πτώσης, που την επιτείνουν τα όμορφα «θραύσματα δορυφόρου» του σκηνογράφου Σάκη Μπιρμπίλη που κατεβαίνουν σφίγγοντας τον κλοιό τους μέχρι να παγιδεύσουν τους χορευτές.
Ο διακεκριμένος Έλληνας χορογράφος διακρίνεται για τη σεμνότητά του και για τη δημοκρατική διανομή της χορογραφίας, που δεν ξεχωρίζει «ντίβες» και πρωταγωνιστές, αλλά αξιοποιεί εξίσου το έμπειρο corps de ballet της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Η μετάκλησή του για να χορογραφήσει (ως φιλοξενούμενος χορογράφος πλέον και εκτός ρόλου Καλλιτεχνικού Διευθυντή) τα ταλαντούχα αυτά παιδιά είναι μια ευτυχής συγκυρία που αξιοποιεί την προηγούμενη συνεργασία του μαζί τους και αποδίδει και πάλι τους καρπούς της στη βάση της σκληρής ομαδικής δουλειάς, του «αθλητικού» δυναμισμού των κινήσεων και της πληθωρικής, μανιερίστικης αντίληψης για τη διάταξη των ερμηνευτών στον χώρο της σκηνής.
«Κάκτοι»: ο εξυπνάκιας κριτικός
Μπαίνοντας και βγαίνοντας από τα «κουτάκια» τους, οι χορευτές κομίζουν διαφορετικά γλαστράκια με κάκτους, που έχουν διαφορετικά σχήματα και απαρτιώνουν μια πρωτότυπη χορογραφία σύγχρονου χορού, γεμάτη φρεσκάδα, παιγνιώδη διάθεση και εκπλήξεις, αλλά και απόλυτα ενορχηστρωμένη, με ακρίβεια κινήσεων.
Στο δεύτερο μέρος της βραδιάς, το «Cacti» του Αλεξάντερ Έκμαν είναι μια σύνθεση που αρχικά στράφηκε κατά των κριτικών της τέχνης και δημιουργήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία ο χορογράφος ένιωσε θιγμένος από τις κακόβουλες και επιδεικτικές κριτικές χορού που γράφονταν για τις παραστάσεις του. Ένα ζωντανό κουαρτέτο εγχόρδων δημιουργεί ένα ρυθμικό παιχνίδι ανάμεσα στους χορευτές και τους μουσικούς, το οποίο γίνεται ο καμβάς για το έργο. Ο Αλεξάντερ Έκμαν λειτουργεί και ως δραματουργός, εκτός από χορογράφος: ένας υποτιθέμενος, ναρκισσευόμενος κριτικός παίρνει σημειώσεις στο πόδι για να συνθέσει το κείμενό του: «Τι είδαμε;», «Τι αποκαλύφθηκε;», «Υπήρχε αγαλλίαση, ναι!», «Τι απ’ όλα αυτά θα θυμόμαστε μετά;», «Το εκπαιδευμένο μάτι βλέπει την αλήθεια», και άλλα τέτοια ακατανόητα. Στο κείμενο του Σπένσερ Θήμπερτζ, ο κακόβουλος κριτικός καταθέτει την ακατάσχετη, επιτηδευμένη λογοδιάρροιά του, αυτοδιακωμωδούμενος.
Στη χορογραφία επιστρατεύονται οι μουσικές του Γιόζεφ Χάυντν («Τα επτά τελευταία λόγια του Σωτήρα στον σταυρό», Σονάτα αρ.5 (adagio): Sitio), του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν («Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.9 σε ντο μείζονα, έργο 59, αρ.3») και του Φραντς Σούμπερτ (Κουαρτέτο εγχόρδων σε ρε ελάσσονα D. 810: «Ο θάνατος και η κόρη», IV presto) σε ενορχήστρωση Άντυ Στάιν. Ο χορογράφος εντάσσει στην παράστασή του αυτό το πομπώδες κείμενο για να μιλήσει για τον χορό εν τη γενέσει του, καθώς ένα χαλί στρώνεται και ένα χορευτικό ζευγάρι διαπραγματεύεται τις κινήσεις του:
Δώδεκα χορευτές είναι γονατισμένοι σε μεγάλα τετράγωνα «κουτάκια» σκραμπλ από τα οποία θα πασχίσουν να διαφύγουν. Έτσι επιδίδονται σε μια παρώδηση των υπερβολών στις οποίες φτάνουν κάποιες μορφές τέχνης (η αναφορά στον ντανταϊσμό είναι σαφής). Οι στάσεις, οι χειρονομίες, η γονατιστή τους τοποθέτηση κατά σειρές, παραπέμπουν σε θιβετιανούς μοναχούς που επιδίδονται σε μια τελετή γιόγκα. Κατόπιν, μπαίνοντας και βγαίνοντας από τα «κουτάκια» τους, οι χορευτές κομίζουν διαφορετικά γλαστράκια με κάκτους, που έχουν διαφορετικά σχήματα και απαρτιώνουν μια πρωτότυπη χορογραφία σύγχρονου χορού, γεμάτη φρεσκάδα, παιγνιώδη διάθεση και εκπλήξεις, αλλά και απόλυτα ενορχηστρωμένη, με ακρίβεια κινήσεων και κάτω από τους εντυπωσιακούς φωτισμούς του Τόμας Βίσσερ.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.