Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 11 Ιανουαρίου 1928, έφυγε από τη ζωή ο συγγραφέας και ποιητής Τόμας Χάρντυ [Thomas Hardy], αφού υπαγόρεψε, καθηλωμένος στο κρεβάτι του, το τελευταίο ποίημά του στη σύζυγό του. Τα βιβλία του Χάρντυ κυκλοφορούν στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις Καστανιώτη, Gutenberg, Ροές, Πατάκη, Νεφέλη, Printa, Ερατώ κ.ά.
Επιμέλεια: Book Press
Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 11 Ιανουαρίου 1928, έφυγε από τη ζωή ο Τόμας Χάρντυ, συγγραφέας και ποιητής της βικτωριανής περιόδου.
Ο πατέρας του Χάρντυ εργαζόταν ως λιθοξόος. Η μητέρα του, εγγράμματη και φιλομαθής, δίδαξε στον γιο της γραφή κι ανάγνωση.
Ο Χάρντυ σπούδασε αρχιτεκτονική στο Κολλέγιο Κινγκς του Λονδίνου. Αποδείχθηκε ικανότατος επαγγελματίας σε νεαρή ηλικία, αναλαμβάνοντας την αναστήλωση ναών και κερδίζοντας τιμητικές διακρίσεις, ώσπου επέστρεψε στο Ντόρσετ, την ιδιαίτερη πατρίδα του, σ’ ένα σπίτι που είχε σχεδιάσει ο ίδιος, απηυδισμένος από τις κοινωνικές διακρίσεις του κόσμου της πρωτεύουσας.
Η συγγραφική πορεία του Χάρντυ
Το πρώτο μυθιστόρημα του Χάρντυ, The poor man and the lady, απορρίφτηκε από πέντε εκδότες και δεν δημοσιεύτηκε ποτέ, καθώς ο συγγραφέας κατέστρεψε απογοητευμένος το χειρόγραφο.
Αφού εξέδωσε δύο μυθιστορήματα ανωνύμως, ο Χάρντυ, επηρεασμένος από τη γνωριμία του με την Έμμα Γκίφορντ, τη μέλλουσα σύζυγό του, έγραψε τα Δυο μάτια γαλανά (εκδ. Printa, μτφρ. Βασίλης Μανουσάκης), μυθιστόρημα στο οποίο παρουσιάζεται ένα ερωτικό τρίγωνο, με πρωταγωνίστρια μια νεαρή γυναίκα που συνδέεται μ’ έναν φιλόδοξο, αλλά φτωχό αρχιτέκτονα κι έναν γηραιότερο και καταξιωμένο κριτικό. Πρόκειται για το πιο αυτοβιογραφικό έργο του Χάρντυ -άλλωστε, είναι το πρώτο βιβλίο που κυκλοφόρησε με το όνομά του στο εξώφυλλο-, και σχολιάζει τις ταξικές ανισότητες της αγγλικής κοινωνίας.
Το τέταρτο μυθιστόρημα του Χάρντυ έχει τον τίτλο Μακριά απ' το αγριεμένο πλήθος (εκδ. Καστανιώτη, μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο) κι είναι ένα απ’ τα δημοφιλέστερα έργα του, που πραγματεύεται τη σχέση της εντυπωσιακής Μπαθσίμπα Έβερντιν με τον νεαρό βοσκό Γκάμπριελ Όουκ και τους δύο αντίζηλούς του, τον αδίσταχτο στρατιώτη Τρόι και τον πλούσιο κτηματία Μπόλντγουντ. Είναι το πρώτο βιβλίο που διαδραματίζεται στη μυθοπλαστική περιοχή του Ουέσεξ, όπου εκτυλίσσονται κι άλλα, κατοπινά έργα του συγγραφέα.
Χάρη στην επιτυχία του Μακριά απ' το αγριεμένο πλήθος, ο Χάρντυ μπόρεσε να εγκαταλείψει την αρχιτεκτονική. Τα επόμενα χρόνια, δημιούργησε μια πλειάδα καλών λογοτεχνικών ιστοριών και ποιημάτων. Το τελευταίο ολοκληρωμένο μυθιστόρημά του είναι το Τζουντ ο αφανής (εκδ. Νεφέλη, μτφρ. Λητώ Σεϊζάνη), που σκανδάλισε το κοινό της βικτωριανής εποχής, μιας και πραγματευόταν με αμφιλεγόμενο, για τα δεδομένα της περιόδου, τρόπο τη θεματική του έρωτα, της θρησκείας και του γάμου.
Αντιστοίχως, τα ποιήματα του Χάρντυ πραγματεύονται με μελαγχολική διάθεση τη ζωή και τον έρωτα. Κάποιοι απ’ τους πιο ενδιαφέροντες στίχους του γράφτηκαν μετά από τον θάνατο της Έμμας Γκίφορντ. Παρότι ο Χάρντυ ξαναπαντρεύτηκε, η απώλειά της δεν έπαψε να τον απασχολεί.
«Υπάρχει μια πάθηση χειρότερη από την τυφλότητα, το να βλέπεις πράγματα που δεν είναι εκεί», γράφει ο Χάρντυ.
Στη ζωή του, ο συγγραφέας προτάθηκε τουλάχιστον είκοσι πέντε φορές για το Βραβείο Νόμπελ. Πέθανε το 1928, αφού υπαγόρεψε το τελευταίο ποίημά του στη δεύτερη σύζυγό του, Φλόρενς Ντάγκντεΐλ, δασκάλα και συγγραφέα βιβλίων για παιδιά. Οι στάχτες του σκορπίστηκαν στη Γωνιά των Ποιητών στο Αβαείο του Γουέστμινστερ, αλλά η καρδιά του τοποθετήθηκε στον τάφο της Έμμας, στο κοιμητήριο του χωριού Στίνσφορντ.