
«Οι γυναίκες που με επηρέασαν στη Λατινική Αμερική είναι οι εργάτριες, αυτές που κάνουν τη σκληρή δουλειά, όχι οι διανοούμενες όπως εγώ» μας είπε η Μεξικανή Μπρέντα Ναβάρο (Brenda Navarro), που βρίσκεται στην Αθήνα συμμετέχοντας στο Φεστιβάλ ΛΕΑ 2025.
Συνέντευξη στον Σόλωνα Παπαγεωργίου
Η Μεξικανή συγγραφέας Μπρέντα Ναβάρο βρίσκεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στο Φεστιβάλ ΛΕΑ. Τη συναντήσαμε στην Αθήνα και μιλήσαμε για το πώς ξεκίνησε να γράφει λογοτεχνία, γιατί επιλέγει να μιλήσει για τις γυναίκες της Λατινικής Αμερικής, πώς βλέπει τον φεμινισμό, τι πιστεύει για τη μητρότητα και την ανατροφή των παιδιών, αλλά και για τα επόμενα βιβλία της.
Τα βιβλία της Άδεια σπίτια και Στάχτη στο στόμα κυκλοφορούν σε μετάφραση Ασπασίας Καμπύλη από τις εκδόσεις Carnivora.
Ένα στοιχείο που ξεχωρίζει στο μυθιστόρημά σας Στάχτη στο στόμα είναι η ζωντάνια των ιστοριών, που θυμίζουν πραγματικά περιστατικά. Μετανάστριες φτάνουν στην Ισπανία, δυσκολεύονται να προσαρμοστούν, συσπειρώνονται μεταξύ τους για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, έχοντας αφήσει πίσω τους το Μεξικό, στο οποίο κυκλοφορούν ελεύθερα τα ναρκωτικά και η παρανομία οργιάζει. Μιας και κατάγεστε από το Μεξικό και μετακομίσατε στη Βαρκελώνη, όπως οι ηρωίδες σας, σε ποιο βαθμό το βιβλίο σας είναι αυτοβιογραφικό; Οι εικόνες που αναφέρετε είναι επηρεασμένες από βιώματά σας, βιώματα άλλων γυναικών ή σε μεγάλο βαθμό μυθοπλαστικές;
Πολύ συχνά με ρωτούν αν το βιβλίο μου είναι σε μεγάλο βαθμό μια αυτομυθοπλασία και παρότι σέβομαι τους συγγραφείς που γράφουν μ’ αυτόν τον τρόπο, προσωπικά αγαπώ πολύ τη μυθοπλασία. Είναι πολύ σημαντικό για εμένα να προσπαθώ να φανταστώ κόσμους που δεν γνωρίζω καν. Όταν ξεκίνησα να γράφω τη Στάχτη θέλησα να φανταστώ όσα συμβαίνουν στις γυναίκες της Λατινικής Αμερικής, που ζουν σε άλλες χώρες, χωρίς τα προνόμια που έχω εγώ – έχω μια ζωή αρκετά αξιοπρεπή, κάτι που πολλές γυναίκες δεν μπορούν ούτε να φανταστούν. Με τον Διέγο Γκαρσία ως κεντρικό χαρακτήρα κατάφερα να μιλήσω για τις γυναίκες, τη βία που δέχονται και το πώς η έλλειψη τρυφερότητας, φιλίας και ορατότητας είναι μεγάλα θέματα. Νιώθω πως δεν έχω δικαίωμα να εκπροσωπήσω τις φωνές που φιμώνονται, αλλά καταλαβαίνω, χάρη στις εμπειρίες μου, τη διαδικασία της μετανάστευσης και το πώς η ζωή, η οπτική γωνία και οι πολιτικές πεποιθήσεις σου αλλάζουν όταν ξαφνικά βρίσκεσαι σε διαφορετικό τόπο. Είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι με διαβάζουν οι Ισπανοί. Μια Λατινοαμερικανίδα συγγραφέας έπιασε το μικρόφωνο και ήρθε η ώρα να μιλήσει. Ήθελα να πω κάτι σημαντικό σ’ αυτή τη χώρα, που τη δεδομένη στιγμή είναι η χώρα μου. Να ανοίξω μια συζήτηση για τη μετανάστευση, τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Πολλές φορές αισθανόμαστε πως είμαστε καλοί άνθρωποι, όμως η βία αποτελεί συστατικό μας.
Έχετε σπουδάσει Κοινωνιολογία και Φεμινιστική Οικονομία στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού και συνεχίσατε με ένα μεταπτυχιακό στις Σπουδές Φύλου στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης. Πώς επηρέασαν οι σπουδές σας τον τρόπο που γράφετε;
Δεν μπορώ να σκεφτώ τη λογοτεχνία ή τη μυθοπλασία έξω από τις σπουδές μου, οι κοινωνικές επιστήμες βρίσκονται μέσα μου, στον οργανισμό μου. Χάρη σε αυτές απέκτησα μια οπτική γωνία για τις σχέσεις εξουσίας, την πολιτική, τα οικονομικά αλλά και την πολιτισμική σύνδεση μεταξύ τους. Ιδίως τα οικονομικά ήταν πολύ σημαντικά, καθώς μου έμαθαν πως όλα σχετίζονται με την πάλη των τάξεων, πως κάθε απόφαση που μια γυναίκα παίρνει στη ζωή της αφορά την οικονομία, τα χρήματα, την αυτονομία. Η Φεμινιστική Οικονομία επικεντρώνεται επίσης στον χρόνο που έχουν οι γυναίκες και στο πώς κάποια αγαθά θα ήταν φτηνότερα ή δωρεάν, αν μια γυναίκα ήταν επικεφαλής της διαδικασίας παραγωγής. Μέσω της λογοτεχνίας θέλησα να μιλήσω για όλα τα παραπάνω, χωρίς αριθμούς ή τυπικότητες, χωρίς τα δεσμά που δημιουργούν περιορισμούς.
Η μητρότητα θα έπρεπε να είναι μέρος ολόκληρης της κοινωνίας, θα ήταν καλύτερο για τον άνθρωπο, όχι μόνο για τις γυναίκες, θα ήμασταν πιο αυτόνομοι και ανεξάρτητοι, θα είχαμε την ευκαιρία να σκεφτόμαστε διαφορετικά από τους γονείς μας.
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που θίγετε στα βιβλία σας είναι η μητρότητα. Στο πρώτο μυθιστόρημά σας, Άδεια σπίτια, παρουσιάζετε την οπτική γωνία δυο ηρωίδων, μιας μητέρας που χάνει το παιδί της και της γυναίκας που το κλέβει. Το Στάχτη στο στόμα πραγματεύεται την αυτοκτονία ενός εφήβου και το πώς διαχειρίζονται αυτό το γεγονός η μητέρα του και η αδερφή του, που στην ουσία τον ανέθρεψε. Με ποιον ιδιαίτερο τρόπο προσεγγίζετε το θέμα της «μητρότητας»;
Αν το να είσαι μητέρα συνεπάγεται το να είσαι αόρατη ως γυναίκα, τότε είμαι κατά της μητρότητας. Είμαι κατά του τρόπου με τον οποίο «λειτουργούν» τα σπίτια, είναι πολύ δύσκολη δουλειά να είσαι αποκλειστικά υπεύθυνη για την καθαριότητα και το φαγητό, κι επιπλέον να φροντίζεις συναισθηματικά τους υπόλοιπους. Αρκετά! Υπάρχουν πολλοί πατεράδες, πολλοί παππούδες, γιαγιάδες, αλλά και πολλές εταιρείες που κλέβουν τον χρόνο μας και πρέπει να μιλήσουμε γι’ αυτό. Πρέπει να μιλήσουμε για τη φροντίδα των παιδιών χωρίς τη μητέρα ως κεντρική φιγούρα. Τα παιδιά θέλουν να είναι με άλλα παιδιά, δεν θέλουν να είναι συνεχώς με τους ενήλικες, θέλουν να παίζουν. Ως ενήλικες δεν θέλουμε πια να παίζουμε γιατί οφείλουμε να είμαστε παραγωγικοί. Η μητρότητα θα έπρεπε να είναι μέρος ολόκληρης της κοινωνίας, θα ήταν καλύτερο για τον άνθρωπο, όχι μόνο για τις γυναίκες, θα ήμασταν πιο αυτόνομοι και ανεξάρτητοι, θα είχαμε την ευκαιρία να σκεφτόμαστε διαφορετικά από τους γονείς μας. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δεν ξέρω πώς νιώθετε εσείς γι’ αυτό, αλλά οι δικοί μου γονείς είναι μονίμως απαισιόδοξοι και σκέφτονται ότι εφόσον ανήκουμε στην εργατική τάξη, αυτή είναι η θέση μας στον κόσμο κι αυτό αρκεί. Διαφωνώ. Πρέπει να σκεφτούμε πώς οι φόροι και η κατανομή του πλούτου γίνεται να αλλάξουν. Και πρέπει να διεκδικήσουμε μια μητρότητα που θα αφορά σ’ ολόκληρη την κοινωνία, όχι μόνο στις γυναίκες.
Η γλώσσα που χρησιμοποιείτε είναι ορμητική, με λεκτικές ή φραστικές επαναλήψεις και βωμολοχίες. Την ίδια στιγμή, δίνει φωνή σε λιγότερο προνομιούχα άτομα, κυρίως γυναίκες. Ποιες συγγραφείς σάς επηρέασαν; Πιστεύετε στην ύπαρξη μιας «γυναικείας γραφής», με τον τρόπο που την όρισε η Ελέν Σιξού, πολιτικά ανατρεπτικής και παραβατικής;
Μια δύσκολη ερώτηση. Είναι ενδιαφέρον το ότι πολλές Λατινοαμερικανίδες δεν θεωρούν πως είναι φεμινίστριες, ενώ οι Ευρωπαίες φεμινίστριες από την άλλη δεν υπολογίζουν αρκετά την εργατική τάξη. Όταν βρίσκομαι στην Ισπανία, δεν είμαι φεμινίστρια, δεν πιστεύω στον φεμινισμό της. Στη Λατινική Αμερική έχουμε δυο όρους: «igualdad», που σημαίνει ισότητα, και «equidad», που είναι η δικαιοσύνη, η ισοτιμία, είτε είσαι γυναίκα είτε άνδρας είτε παιδί. Αυτό σχετίζεται με την κοινοκτημοσύνη. Στο Μεξικό και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής αγωνιζόμαστε για πράγματα που μετράνε, τη γη, το νερό, την περιοχή μας, το σώμα μας με πιο ριζοσπαστικό και ηθικό τρόπο. Προσπαθούμε να επιβιώσουμε, χωρίς πολλά όνειρα, και ήθελα να συνδέσω αυτή την κατάσταση με το «ευρωπαϊκό όνειρο», που είναι γεμάτο αντιφάσεις. Οι συγγραφείς που με επηρέασαν, βέβαια, είναι Ευρωπαίες, όπως η Αγκότα Κριστόφ και η Ελφρίντε Γέλινεκ. Οι γυναίκες που με επηρέασαν στη Λατινική Αμερική είναι οι εργάτριες, αυτές που κάνουν τη σκληρή δουλειά, όχι οι διανοούμενες όπως εγώ. Από τις εργάτριες έμαθα πώς η θεωρία συνδέεται με την πραγματικότητα.
Μόλις τελειώνω τα βιβλία μου, αποκτούν δική τους ζωή, σπάνε τοίχους και διασχίζουν σύνορα χωρίς εμένα. Δεν χρειάζεται να τα υπερασπιστώ: υπερασπίζονται μόνα τους τον εαυτό τους.
Με την ανάδειξη των μεταποικιακών σπουδών και άλλων συναφών ρευμάτων κριτικής, το Latin American Boom κ.λπ., πολλοί στρέφουν το βλέμμα τους μακριά από τις ΗΠΑ και τις ισχυρές χώρες της Ευρώπης. Ποια είναι η θέση της δυτικής λογοτεχνίας και του λεγόμενου «Κανόνα» σήμερα;
Πέρασα έξι μήνες στις Μεσοδυτικές Πολιτείες κι αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως οι καθηγητές στα Πανεπιστήμια έχουν το απόλυτο ελεύθερο να διδάξουν με τον τρόπο που επιθυμούν. Έχω έναν φίλο που μερικές φορές διδάσκει τη λογοτεχνία με τρόπο που θυμίζει το Lucha libre (σ.σ. η ελεύθερη πάλη των Μεξικανών, ένα υπερθέαμα στο οποίο οι παλαιστές φορούν μάσκες και που έχει τις ρίζες του στον ξεσηκωμό, στις αρχές του 20ου αιώνα, κατά του τυραννικού καθεστώτος του Πορφίριο Ντίαζ). Πλέον ο Τραμπ και οι συντηρητικοί πολεμούν την ελευθερία της έκφρασης κι αυτό με ανησυχεί – από τη μία, έχω κουραστεί από τις υποδείξεις του αμερικανικού ή του βρετανικού κανόνα για το τι είναι και τι δεν είναι λογοτεχνία, από την άλλη χάνουμε τους ακαδημαϊκούς χώρους στους οποίους εργάζονται πολλοί Λατινοαμερικανοί συγγραφείς. Ο Ισπανός ακαδημαϊκός είναι πιο παραδοσιακός και συντηρητικός, βάσει της εμπειρίας μου, δεν επιθυμεί να ανοίξει μια πραγματική συζήτηση για τη σύγχρονη λογοτεχνία. Είναι απογοητευτικό το ότι χάνουμε την ελευθερία της έκφρασης στην ΗΠΑ, ενώ στην Ισπανία συνεχίζει να υπάρχει, αλλά με πιο αναχρονιστικό τρόπο.
Δεν έκανα διεξοδική έρευνα για τα πρώτα μυθιστορήματά μου, εξέφραζαν τον πόνο και την αγωνία μου να απαντηθούν τα προσωπικά μου ερωτήματα. Αυτά μου έδωσαν την αφορμή να μιλήσω για την ενδοοικογενειακή βία, τις εξαφανίσεις, τις οικιακές βοηθούς.
Ανέκαθεν θέλατε να γίνετε συγγραφέας;
Εννοείται πως όχι. (γελάει) Έχω έναν φίλο, τον Γιούρι Χερέρα. Είναι Μεξικανός συγγραφέας, τον θεωρώ μέλος της οικογένειάς μου, της οικογένειας που επιλέγεις. Μιλούσαμε συνεχώς για την τέχνη, τη λογοτεχνία κι όλα τα συναφή και μου έλεγε πως θα ‘πρεπε να γράψω ένα μυθιστόρημα, αλλά ένιωθα ανασφάλεια. Με πίεζε να γράψω, αλλά δεν το έκανα. Μέχρι που έμεινα χωρίς δουλειά και αποφάσισα να το προσπαθήσω. Τότε έγραψα τα Άδεια σπίτια, το διάβασε και μου είπε πως αυτό ήταν ένα πραγματικό μυθιστόρημα και μου σημείωσε κάποια τμήματα που θα έπρεπε να βελτιώσω. Έγραψα το πρώτο μου βιβλίο σαν ένα στοίχημα. Μόλις τελειώνω τα βιβλία μου, αποκτούν δική τους ζωή, σπάνε τοίχους και διασχίζουν σύνορα χωρίς εμένα. Δεν χρειάζεται να τα υπερασπιστώ: υπερασπίζονται μόνα τους τον εαυτό τους. Δεν στόχευα να γίνω επαγγελματίας συγγραφέας, προέκυψε.
![]() |
Η Μπρέντα Ναβάρο με τον συντάκτη της Book Press, Σόλωνα Παπαγεωργίου. |
Θα δούμε, λοιπόν, ένα τρίτο μυθιστόρημα από εσάς; Τι θα πραγματεύεται;
Και τρίτο και τέταρτο και πέμπτο. (γελάει) Δεν μπορώ να πω πολλά, αλλά στο πρώτο μυθιστόρημά μου υπήρχε ένας χαρακτήρας με το όνομα Ναγκόρε, την οποία αφαίρεσα και τοποθέτησα στο δεύτερο βιβλίο μου, τη Στάχτη, με άλλο όνομα. Είναι η πρωταγωνίστρια του τρίτου μυθιστορήματός μου, το οποίο μόλις ολοκλήρωσα. Ήθελα να γράψω ένα ακόμη έργο με θέμα τη βία κατά των γυναικών. Από εκεί και έπειτα, σκέφτομαι το τέταρτο μυθιστόρημά μου να έχει ως θέμα το ποδόσφαιρο – θα χαρακτήριζα το βιβλίο ως λιγότερο βίαιο, αλλά το άθλημα από μόνο του έχει πολλή βία μέσα του. Δεν έκανα διεξοδική έρευνα για τα πρώτα μυθιστορήματά μου, εξέφραζαν τον πόνο και την αγωνία μου να απαντηθούν τα προσωπικά μου ερωτήματα. Αυτά μου έδωσαν την αφορμή να μιλήσω για την ενδοοικογενειακή βία, τις εξαφανίσεις, τις οικιακές βοηθούς. Για το τέταρτο μυθιστόρημά μου έχω ήδη αρχίσει να μελετώ. Ο τρόπος γραφής αλλάζει με τα χρόνια. Ίσως χρειαστεί να παίξω ποδόσφαιρο.
* Ο ΣΟΛΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Δυο λόγια για τη συγγραφέα
Η Μπρέντα Ναβάρο (Μεξικό, 1982) σπούδασε Κοινωνιολογία και Φεμινιστική Οικονομία και έκανε μεταπτυχιακό στις Σπουδές Φύλου. Το 2016 ίδρυσε την #EnjambreLiterario, μια ομάδα που προωθεί τις γυναίκες συγγραφείς. Το πρώτο της μυθιστόρημα, Άδεια σπίτια (Εκδόσεις Carnívora, 2021), χαρακτηρίστηκε αριστούργημα, τιμήθηκε με το Βραβείο Tigre Juan, μεταφράστηκε σε εφτά γλώσσες και γνωρίζει συνεχείς ανατυπώσεις.
Με τη Στάχτη στο στόμα (Βραβείο Cálamo και Βραβείο Libro del Año LdM) καθιερώνεται ως μια απ’ τις σημαντικότερες φωνές της γενιάς της, χάρη στην ικανότητά της να αποτυπώνει με γλώσσα πολιτική και ποιητική και τρόπο ευφυή και φυσικό τη δραματική βιαιότητα των σύγχρονων κοινωνιών. «Έτσι είναι η λογοτεχνία της Μπρέντα Ναβάρο», γράφει ο Εμιλιάνο Μόνχε, «το τελευταίο μεγάλο νέο των μεξικάνικων γραμμάτων».