Ή ο θάνατος ως απόλυτο γεγονός.
Της Τιτίκας Δημητρούλια
Στο Πνεύμα της τρομοκρατίας (Κριτική, 2002), ο Ζαν Μπωντριγιάρ χαρακτηρίζει το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους το «απόλυτο γεγονός», σε αντίθεση με το «μη-γεγονός» που είχε αποτελέσει ο πρώτος Πόλεμος του Κόλπου, υπογραμμίζοντας την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να ενσωματώσει στη λογική του και να αποδεχτεί τον θάνατο. Έτσι, λέει, οι τρομοκράτες, πέραν της μιντιακής, σε πραγματικό χρόνο παρουσίασης του θανάτου, χρησιμοποιούν ως όπλο την ίδια την έννοια του θανάτου, ενός θανάτου συμβολικού και θυσιαστικού που συνιστά το απόλυτο και αμετάκλητο γεγονός. Αυτή η θέση του επιβεβαιώνεται διαρκώς έκτοτε, με τους τηλεοπτικούς αποκεφαλισμούς, τα διαρκή τρομοκρατικά χτυπήματα στη Δύση και, βέβαια, με τη συντονισμένη επίθεση στο Παρίσι, ενάντια από τη μια στην ελευθερία του τύπου και της έκφρασης και από την άλλη ενάντια στη γαλλική εβραϊκή κοινότητα, προφανώς σε συνάρτηση με την ανοιχτή πληγή του παλαιστινιακού ζητήματος.
Μπροστά σ’ αυτή την επέλαση του θανάτου σε επίπεδο πραγματικό αλλά, κυρίως, συμβολικό και φαντασιακό, η δυτική κοινωνία, η γαλλική κοινωνία εν προκειμένω με την ιδιαιτερότητά της, καλείται να διαχειριστεί εκ νέου την έννοια του θανάτου σε κοινωνικό επίπεδο, να την επανερμηνεύσει. Να παραγάγει από αυτήν ένα νέο γεγονός λόγου, άμεσα ή μακροπρόθεσμα, εξηγητικό, αν όχι παραμυθητικό για το δυτικό υποκείμενο που βρίσκεται, αιφνιδίως, ενώπιον του χάους. Η ίδια αυτή αίσθηση κινητοποίησε τους συγγραφείς μετά την 11η Σεπτεμβρίου και προκάλεσε την πληθώρα της μυθιστορηματικής, ως επί το πλείστον, παραγωγής που ακολούθησε. Τα έργα πραγματεύονταν είτε το συμβάν καθαυτό και τις επιπτώσεις του στην καθημερινή ζωή όσων επέζησαν και όσων υπέστησαν την απώλεια είτε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα θλίψης και τρόμου που τυλίγει τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο εν γένει. Τζόναθαν Σάφραν Φόερ Εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά (εκδ. Μελάνι), Ντον ντε Λίλλο Άνθρωπος σε πτώση (εκδ. Εστία), Ίαν Μακ Γιούαν Σάββατο (εκδ. Νεφέλη) είναι ορισμένα από τα μυθιστορήματα που ξεχώρισαν. Ξεκίνησαν όμως και οι πρώτες λογοτεχνικές προσπάθειες να κατανοηθεί ο ίδιος ο τρομοκράτης, ο τρόπος σκέψης, η λογική του. Ψυχογραφώντας τον ισλαμιστή, τον φονταμενταλιστή, τον τζιχαντιστή, τα κείμενα αυτά συνδέονται με τα ανάλογα κείμενα στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, από τον Κόνραντ (Μυστικός πράκτορας, Ερατώ 2007) ώς τον Ντοστογιέφσκι (Δαιμονισμένοι, Γκοβόστης 2014).
Τα βιβλία κινήθηκαν στη γραμμή της πολιτικής ερμηνείας, της εξήγησης της βίας και της αυτοθυσίας με βάση τις ολέθριες δυτικές παρεμβάσεις, οι οποίες στερούν από πολλούς λαούς τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια και τους αναγκάζουν να ζουν μέσα σε έναν διαρκή πόλεμο.
Αρκετά από τα βιβλία αυτά κινήθηκαν στη γραμμή της πολιτικής ερμηνείας, της εξήγησης της βίας και της αυτοθυσίας με βάση τις ολέθριες δυτικές παρεμβάσεις, οι οποίες στερούν από πολλούς λαούς τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια και τους αναγκάζουν να ζουν μέσα σε έναν διαρκή πόλεμο, μέσα στη φτώχεια και την ταπείνωση. Στο Τρομοκρατικό χτύπημα του Γιασμίνα Χάντρα, ένας αφομοιωμένος Παλαιστίνιος γιατρός στο Ισραήλ αναγνωρίζει στη νεκρή βομβίστρια τη γυναίκα του (Καστανιώτης). Στις Σειρήνες της Βαγδάτης, του ιδίου, ένας νεαρός ιρακινός βιώνει τον πόλεμο και τη σκληρότητά του κι από φιλήσυχο παιδί με αρχές μετατρέπεται σε ανυποχώρητο πολεμιστή της τζιχάντ (Καστανιώτης). Αντίστοιχα, η Πύρινη άνοιξη της Σαχάρ Χαλίφα παρακολουθεί τη μεταμόρφωση ενός δειλού, ευαίσθητου παιδιού σε τρομοκράτη στην Παλαιστίνη (Καστανιώτης).
Στον Ποδηλάτη (The cyclist, Simon & Schuster, 2002), έργο αμετάφραστο στα ελληνικά από όσο γνωρίζω, ο αρμενικής καταγωγής νεοϋρκέζος Βίκεν Μπερμπέριαν περιγράφει την πολύ κανονική ζωή ενός αποφασισμένου τρομοκράτη, ο οποίος ετοιμάζεται στη Βηρυττό για ένα πολύνεκρο χτύπημα απολαμβάνοντας το φαγητό και τον έρωτα. Μπορεί κανείς να το διαβάσει παράλληλα με τον Τρομοκράτη του Απντάικ (Καστανιώτης), όπου ο νεαρός Αχμάντ, δειλός, αγνός, εμμονικός, προσχωρεί στον φονταμενταλισμό για λόγους που έχουν να κάνουν όχι, ή όχι μόνο, με τη θέση του στην κοινωνία και τις δυσκολίες της ένταξής του ή τον αυξανόμενο ρατσισμό· αλλά επειδή απορρίπτει το δυτικό πρότυπο του καταναλωτισμού και μιας ελευθερίας την οποία ο ίδιος προσλαμβάνει ως ελευθεριότητα και χυδαιότητα. Διαπιστώσει λοιπόν κανείς ότι η λογοτεχνία προσεγγίζει από πολύ νωρίς όχι την 11/9, αλλά τη συστηματική πλέον στράτευση στον ριζοσπαστικό ισλαμισμό δυτικών πολιτών που στρέφονται ενάντια στις χώρες όπου ζουν, όπως αποδείχτηκε και στην περίπτωση του Παρισιού.
Στο τελευταίο μυθιστόρημα του Μισέλ Ουελμπέκ «Υποταγή» τη διακυβέρνηση της Γαλλίας έχει αναλάβει η Μουσουλμανική αδελφότητα, με την οποία έχουν συνεργαστεί οι παραδοσιακές κοινοβουλευτικές δυνάμεις για να μην επιτρέψουν την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία.
Η γαλλική λογοτεχνία μας λέει, λοιπόν, με τον δικό της τρόπο, πολλά για το έδαφος στο οποίο ρίζωσε η επίθεση των Κουασί-Κουλιμπαλί-Μπουμεντιέν, αλλά και για τη μαζική συμμετοχή Γάλλων πολιτών στον πόλεμο της Συρίας. Για παράδειγμα, λίγες μέρες πριν από το μεγάλο χτύπημα που μετέβαλε τον ρυθμό της καθημερινότητας σε ολόκληρη την Ευρώπη, είχε κυκλοφορήσει το τελευταίο μυθιστόρημα του Μισέλ Ουελμπέκ, Υποταγή (Soumission), στο οποίο, σε ένα μέλλον όχι και τόσο μακρινό, το 2022, τη διακυβέρνηση της Γαλλίας έχει αναλάβει η Μουσουλμανική αδελφότητα, με την οποία έχουν συνεργαστεί οι παραδοσιακές κοινοβουλευτικές δυνάμεις για να μην επιτρέψουν την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο προκλητικός Ουελμπέκ ασχολείται με τον φονταμενταλισμό και τους μισητούς του, κατά τις δηλώσεις του, μωαμεθανούς, αφού στην Πλατφόρμα (εκδ. Εστία) σε ένα αιματηρό τρομοκρατικό χτύπημα σκοτώνεται η κεντρική ηρωίδα του. Λίγα χρόνια νωρίτερα, ο επίσης πολέμιος του μωαμεθανισμού (προσοχή, όχι του ισλαμισμού) Μωρίς Νταντέκ είχε περιγράψει τον κόσμο το 2057, με τις μηχανές να κυβερνούν μετά την ερήμωση που έχει προκαλέσει η «Μεγάλη Τζιχάντ» στο Κόσμος Α.Ε. (εκδ. Κέδρος). Ο Νταντέκ μετοίκησε στον Καναδά για να γλιτώσει από τη μουσουλμανική απειλή· ο Ουελμπέκ δεν σταματά να δηλώνει πόσο ηλίθια θρησκεία θεωρεί τον μωαμεθανισμό. Οι απόψεις τους είναι απόψεις ενός τμήματος της γαλλικής κοινής γνώμης, είναι το αμάλγαμα (l'amalgame, στα γαλλικά, σημαίνει να συγχέονται ετερόκλητες μεταξύ τους ιδέες και πρακτικές με σκοπό αυθαίρετες γενικεύσεις), η αντίδραση στο Ισλάμ και όχι στον ισλαμισμό, η ισλαμοφοβία, η αποδοχή του ρατσιστικού λόγου που λειτουργεί ενάντια στους στόχους του, αφού αυτή ακριβώς η στάση της γαλλικής κοινωνίας τροφοδοτεί, όπως φαίνεται, το μίσος των νεαρών επίδοξων τζιχαντιστών. Η αίγλη που τους περιβάλλει οδηγεί ακόμη και μαθητές σχολείου να τους θαυμάζουν και να επικροτούν το μακελειό στο Charlie Hebdo και το εβραϊκό παντοπωλείο.
Στην ίδια γραμμή κατανόησης της κατάστασης, σε συνάρτηση δηλαδή με τους διαύλους συγκρότησης και διακίνησης της συλλογικής και πολιτισμικής μνήμης, της μνήμης του αίματος, της ταπείνωσης, της απαξίωσης, εντός και εκτός χώρας καταγωγής, κινείται και η ιστορική ανάγνωση της αποικιοκρατίας – συχνά σε αστυνομικά πλέον μυθιστορήματα, που λειτουργούν ως λαϊκά αναγνώσματα. Η Γαλλία πνίγει στο αίμα την Αλγερία και τους Αλγερινούς στον Σηκουάνα (Μωρίς Αττιά, Το μαύρο Αλγέρι, Η κόκκινη Μασσαλία, Παρίσι μπλουζ, Ντιντιέ Ντενένξ Έγκλημα και μνήμη, εκδ. Πόλις). Η επικοινωνιακή μνήμη και μόνο, όπως την ονομάζει ο Γιαν Άσσμαν, μνήμη της καθημερινής επικοινωνίας, κρατάει εκατό χρόνια, πόσο μάλλον το εθνικό τραύμα ενός λαού που κερδίζει με τόσο αίμα μια διαρκώς παραπαίουσα ελευθερία και τα μέλη του συχνά βιώνουν την απόλυτη απόρριψη στη μητέρα-Γαλλία (το περίφημο βιβλίο του Αμίν Μααλούφ Σταυροφορίες από τη σκοπιά των Αράβων παρουσιάζει μια πολιτισμική μνήμη αιώνων – Λιβάνης, 1991).
O αποκλεισμός στα προάστια, οι κοινοτικοί διχασμοί που σταδιακά κυριάρχησαν σε ένα υποβαθμισμένο πολυπολιτισμικό περιβάλλον τρέφει ως αντίδραση τον φονταμενταλισμό και την κάθε λογής βία.
Ας αλλάξουμε οπτική γωνία: ο αποκλεισμός στα προάστια, οι κοινοτικοί διχασμοί που σταδιακά κυριάρχησαν σε ένα υποβαθμισμένο πολυπολιτισμικό περιβάλλον (όπως το αποτύπωνε η προφητική ταινία Το μίσος του Ματιέ Κασοβίτς στο περίφημο «jusqu'ici tout va bien, «ως εδώ όλα πάνε καλά») γεννά ως αντίδραση τον φονταμενταλισμό και την κάθε λογής βία (βλ. Μπουαλέμ Σανσάλ Ο Γερμανός μουτζαχεντίν, Καρίμ Μισκέ, Arab Jazz, και τα δυο από τις εκδόσεις Πόλις). Ακόμη καλύτερα, στο συγκρουσιακό αυτό υπέδαφος στήνονται κάθε λογής δουλειές, που στραβώνουν, όπως υπονοεί και περιγράφει ο Μισκέ με τον τίτλο του έργου του, ή πάνε πολύ καλά για τα πλέον απροσδόκητα, πρόσωπα, όπως λόγου χάρη τους εκπροσώπους της τάξης (Ζιλ Μαρτέν-Σωφιέ, Το Παρίσι σε καιρό ειρήνης, εκδ. Πόλις). Με άλλα λόγια, η έμφαση στην εθνική και κοινοτική διαφορά γίνεται αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης, συναλλαγής, εμπορίου, καθημερινής τριβής και άλλα πολλά. Με άξονα πάντα τον θάνατο (ο Σανσάλ μάλιστα προσπαθεί να κάνει μια μάλλον τραβηγμένη σύνδεση ναζισμού-ισλαμισμού), τον φόνο, τον διαμελισμό του κοινωνικού σώματος, τη διαρκή εξόντωση και ανάστασή του – ώς τώρα τουλάχιστον.
Θα κλείσουμε με ένα βιβλίο που θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά στο αμέσως προσεχές διάστημα, τις Μεταμορφώσεις του Francois Vallejo (εκδ. Viviane Hamy, στα ελληνικά από τις εκδ. Πόλις), που επίσης προσπαθεί να καταλάβει τον προσηλυτισμό στο ριζοσπαστικό Ισλάμ μέσα στην πολυπλοκότητά του, ως προσχώρηση σε έναν κόσμο στον οποίο ο προσήλυτος πρέπει να δρα με δέκα φορές μεγαλύτερη ενεργητικότητα, προκειμένου να κερδίσει τον χαμένο χρόνο και τον χαμένο παράδεισο. Και με τον Ουελμπέκ, εκ του αντιθέτου, εφόσον το πολιτικό πλαίσιο του βιβλίου του επιβεβαιώνει πόσο αμιγώς πολιτικό είναι το ζήτημα της δημοκρατικής συνοίκησης σε έναν ειρηνικό κόσμο. Πόσο αυτή υπονομεύεται από τη συνολική κρίση που τινάζει στον αέρα όλες τις σταθερές και οδηγεί τα υποκείμενα στο χείλος του γκρεμού, για να τις αναζητήσουν ακόμη και μέσα από τον θάνατο. Κρίση, φτώχεια, διακρίσεις, αυξανόμενος ρατσισμός σε ολόκληρη την Ευρώπη, υποβάθμιση της παιδείας και των παροχών του κοινωνικού κράτους, ενίσχυση του αποκλεισμού, κοινοτική περιχαράκωση και μια επιλογή αυτοκαταστροφική, που συχνά γίνεται χωρίς καμία γνώση για τον ισλαμισμό, μέσω διαδικτύου, με όρους μάλιστα βιντεοπαιχνιδιού. Μάλλον βρισκόμαστε πιο κοντά στον Νετσάγεφ με τον μηδενισμό του, κι ίσως ο κλασικός μονόλογος του Σταυρόγκιν (βλ. Η εξομολόγηση του Σταυρόγκιν, Φ. Ντοστογιέφσκι, εκδ. Κοροντζής) έχει να μας πει περισσότερα για την ψυχή του σύγχρονου τζιχαντιστή που υπέρτατο στόχο έχει να τινάξει στον αέρα την αντίληψή μας για την πραγματικότητα.
* Η ΤΙΤΙΚΑ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ είναι κριτικός λογοτεχνίας, Καθηγήτρια στο Τμήμα Γλώσσας και Γαλλικής Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ.