Θύμα βιασμού στα δεκαεπτά της, έγραψε βιβλίο για αυτό είκοσι χρόνια μετά. Η Γαλλίδα συγγραφέας Βιρζινί Ντεπάντ (Virginie Despentes) σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή της στην αμερικανική Vogue, μιλά για τα σκληρά θέματα που πραγματεύεται, για τον πρωταγωνιστή της γνωστής, βραβευμένης τριλογίας της, Βερνόν Σουμπουτέξ, και αποκαλύπτει τι γίνεται στο τρίτο και τελευταίο μέρος της.
Επιμέλεια: Book Press
«Είμαι πλέον λίγο μεγάλη για να θεωρούμαι enfant terrible». Τα γαλλόφωνα μέσα ενημέρωσης έδωσαν τον συγκεκριμένο, τιμητικό χαρακτηρισμό στη Βιρζινί Ντεπάντ («τρομερό παιδί») μετά από την κυκλοφορία του μυθιστορήματός της Η θεωρία του Κινγκ Κονγκ, το οποίο έγραψε σε ηλικία 37 ετών. Η συγγραφέας είναι διεθνώς γνωστή για την τριλογία Βερνόν Σουμπουτέξ (στα ελληνικά κυκλοφορούν σε μετάφραση της Ρίτας Κολαΐτη τα δύο πρώτα βιβλία της σειράς, από τις εκδόσεις Στερέωμα).
Στη συνέντευξή της, η συγγραφέας μίλησε για την έμπνευση που άντλησε από τα κείμενα των Αμερικανίδων φεμινιστριών:
«Η θεωρία του Κινγκ Κονγκ είναι το αποτέλεσμα του πάθους μου για την αμερικανική λογοτεχνία και τον αμερικανικό φεμινισμό, για τις Αμερικανίδες συγγραφείς - την Annie Sprinkle, την Carol Queen· όλες τις φεμινίστριες που με βοήθησαν και με ενδιέφεραν. Στη Γαλλία, κατά τη δεκαετία του '90, ήταν πολύ δύσκολο να βρεις τις συγκεκριμένες Αμερικανίδες συγγραφείς, επειδή δεν μεταφράζονταν. Ακόμα και συγγραφείς όπως η Τζούντιθ Μπάτλερ μεταφράστηκαν πολύ αργά στην Ευρώπη. Αλλά κάποιοι από εμάς ενδιαφερόμασταν πολύ για την πορνογραφία, την πορνεία, την queer κουλτούρα, τη λεσβιακή κουλτούρα, και ήθελα να φέρω ένα μέρος αυτής της αμερικανικής κουλτούρας στη Γαλλία και στην Ευρώπη. Το Βερνόν Σουμπουτέξ είναι πολύ διαφορετικό - είναι ένα πορτρέτο του Παρισιού πριν από περίπου πέντε χρόνια, αλλά έχει και κάποια κοινά με την αμερικανική κουλτούρα, καθώς σχετίζεται με την πανκ και το rock n' roll, και πολλά από αυτά προέρχονται από την Αμερική. Όμως, το πραγματικό του θέμα έχει να κάνει με την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γαλλία – με το πώς πράγματα που θεωρούνταν απαράδεκτα πριν από δέκα χρόνια, θεωρούνται πια συνηθισμένα. Και διαφέρει από όσα συμβαίνουν στην Αμερική – αλλά υπάρχουν, φυσικά, και ορισμένοι παραλληλισμοί».
Ήμουν δεκαεπτά χρονών όταν με βίασαν και δεν ήμουν έτοιμη να παρατήσω τη ζωή μου και να μαραζώσω συναισθηματικά. Αφιέρωσα όλη την ενέργεια που είχα ώστε για να το αντιμετωπίσω. Το συγκεκριμένο βιβλίο, όμως, το έγραψα είκοσι χρόνια μετά από το συμβάν.
Με το μυθιστόρημα Η θεωρία του Κινγκ Κονγκ (μτφρ. Κατερίνα Κορώνη, επιμέλεια Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Κασταλία) που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 2006 και στα ελληνικά το 2008, πέραν από όλα τα άλλα, αμφισβητεί τις κατεστημένες αντιλήψεις για τον βιασμό.
«Πολλοί άνθρωποι έχουν πέσει θύματα βιασμού και ο καθένας επιλέγει να το αντιμετωπίσει με διαφορετικό τρόπο – ή μπορεί και να επιλέξει να μην το αντιμετωπίσει. Εγώ το αντιμετώπισα. Ήμουν δεκαεπτά όταν με βίασαν και δεν ήμουν έτοιμη να παρατήσω τη ζωή μου και να μαραζώσω συναισθηματικά. Αφιέρωσα όλη την ενέργεια που είχα ώστε να το αντιμετωπίσω. Το συγκεκριμένο βιβλίο, όμως, το έγραψα είκοσι χρόνια μετά από το συμβάν. Την εποχή που το έγραφα, το να μιλήσεις για τον βιασμό σου ήταν μια περίεργη απόφαση. Στις μέρες μας τα πράγματα έχουν αλλάξει. Βέβαια, ούτε τότε ήμουν η μόνη που έγραφα για τέτοια θέματα – αλλά σήμερα παρατηρείται μια μεγάλη εκτίναξη ως προς αυτό».
(...) διαπίστωσα πως οι αναγνώστες και οι κριτικοί ήταν πιο τρυφεροί απέναντι σε έναν ανδρικό χαρακτήρα. Όταν οι γυναίκες κάνουν ακριβώς τα ίδια πράγματα που κάνει ο Βερνόν Σουμπουτέξ, πέφτουν θύματα σκληρής κριτικής και ανάλυσης.
Όταν ρωτήθηκε για την επιλογή της να θέσει ως πρωταγωνιστή της τριλογίας της έναν λευκό άνδρα, η Ντεπάντ απάντησε: «Κατ’ αρχάς, επειδή το βιβλίο μιλά για τη ροκ μουσική, για την πανκ ροκ, θεώρησα ότι ο χαρακτήρας έπρεπε να είναι ένας λευκός άνδρας, καθώς αυτοί βρίσκονται στο επίκεντρο της ροκ μουσικής. Επιπλέον, σκέφτηκα πως αυτό το βιβλίο ήταν μια καλή αφορμή για να αλλάξω φύλο. Το έκανα χωρίς να το πολυσκεφτώ – αλλά μετά το δημοσίευσα και σύντομα ανακάλυψα ότι ήταν μια λαμπρή ιδέα, καθώς διαπίστωσα πως οι αναγνώστες και οι κριτικοί ήταν πιο τρυφεροί απέναντι σε έναν ανδρικό χαρακτήρα. Όταν οι γυναίκες κάνουν ακριβώς τα ίδια πράγματα που κάνει ο Βερνόν Σουμπουτέξ, πέφτουν θύματα σκληρής κριτικής και ανάλυσης. Όταν είσαι άντρας, όλα είναι καλά – μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, έτσι δεν είναι; [γελάει]»
Πώς τελειώνει η τριλογία Βερνόν Σουμπουτέξ;
Στην ίδια συνέντευξη, η συγγραφέας μίλησε για το τέλος της τριλογίας: «Είμαι πολύ απαισιόδοξη για τις δύσκολες στιγμές που περνάμε, αλλά ταυτόχρονα τρέφω και μια αισιοδοξία. Και νομίζω ότι το τέλος του βιβλίου καταλήγει εκεί: Μακάρι να συμβεί κάτι καλό, αλλά δεν είμαι βέβαιη πώς θα συμβεί. Πρέπει να καταλάβετε ότι αυτά τα βιβλία γράφτηκαν την εποχή που συνέβησαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, και αυτό είναι κάτι που φαίνεται· μπορεί κανείς να το καταλάβει: Είχαμε αυτήν την αίσθηση ότι θα μπορούσαμε να πεθάνουμε την επόμενη ημέρα, αμαχητί. Αλλά ταυτόχρονα, σκεφτόμασταν: Ίσως κάτι θα μπορούσε να επιβιώσει – ίσως η μουσική. Η μουσική δεν είναι απλώς μια μεγάλη επιχείρηση· είναι μια μορφή υψηλής ποίησης. Δεν ξέρω σε τι να πιστέψω. Είμαι διχασμένη, βρίσκομαι ανάμεσα στην απόλυτη απόγνωση και στην αισιοδοξία. Εύχομαι να μπορούσα να φανταστώ έναν διαφορετικό τρόπο ζωής που θα οδηγούσε σε ένα διαφορετικό είδος κουλτούρας, αλλά ταυτόχρονα μου είναι αδύνατο να πιστέψω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Θέλω ως άνθρωποι να μπορέσουμε να αλλάξουμε τα πράγματα, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι μπορούμε. Αυτή είναι η αντίφασή μου».
«Μακάρι να συμβεί κάτι καλό, αλλά δεν είμαι βέβαιη πώς θα συμβεί».
Τέλος, η Βιρζινί Ντεπάντ μίλησε και για τα μελλοντικά της σχέδια: «Γράφω ένα μυθιστόρημα και συνεργάζομαι στενά με έναν τύπο που διασκευάζει το Βερνόν Σουμπουτέξ σε κόμικ. Είναι κάτι πρωτόγνωρο για εμένα και το διασκεδάζω πολύ».