Με αφορμή την πρόσφατη ακύρωση της βράβευσης της Παλαιστίνιας συγγραφέα Αντάνια Σίμπλι [Adania Shibli], που θα γινόταν στo πλαίσιo της φετινής Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης, η έγκριτη δημοσιογράφος Πάμελα Πολ [Pamela Paul] δημοσίευσε στους New York Times ένα σχετικό άρθρο που εγείρει το ενδιαφέρον. Άραγε, ποια στάση πρέπει να υιοθετούν οι συγγραφείς και οι αναγνώστες όταν «οι άνθρωποι χωρίζονται σε αντίπαλες πλευρές, όταν τα μάτια και οι καρδιές τους κλείνουν»; Στη φωτογραφία, η Αντάνια Σίμπλι.
Επιμέλεια: Book Press
Η φετινή Διεθνής Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης ξεκίνησε με εντάσεις, που πυροδοτήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την αναστολή της βράβευσης της Παλαιστίνιας συγγραφέα Αντάνια Σίμπλι από τον λογοτεχνικό σύλλογο LitProm.
Το μυθιστόρημα της Σίμπλι Minor detail, το οποίο επρόκειτο να βραβευτεί ήταν παλαιότερα υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο Βιβλίου των ΗΠΑ, καθώς και για το Διεθνές Βραβείο Μπούκερ. Πέρα από την ακύρωση, ή αναβολή, της βράβευσης, ακυρώθηκε και μια εκδήλωση στην οποία θα συμμετείχε η Σίμπλι μαζί με τον Γερμανό μεταφραστή του έργου της.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Οι βασικοί εκδότες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων αποχώρησαν από την Έκθεση και ακολούθησε η δημοσίευση μιας επιστολής διαμαρτυρίας που υπογράφτηκε από περισσότερους από 600 εκδότες, επιμελητές και συγγραφείς, μεταξύ των οποίων ο Ίαν ΜακΓιούαν, ο Κολμ Τόιμπιν και η Ανί Ερνό.
«Η λογοτεχνία και οι απόψεις των συγγραφέων μυθοπλασίας δεν πρέπει να αποτελούν παράπλευρες απώλειες»
Με αφορμή τις εξελίξεις, η έγκριτη δημοσιογράφος Πάμελα Πολ δημοσίευσε στους New York Times ένα άρθρο που προσεγγίζει με ενδιαφέροντα τρόπο το συγκεκριμένο ζήτημα. Ακολουθεί ένα σύντομο απόσπασμα που συμπυκνώνει την ουσία του κειμένου της.
«Αν υποστηρίζεις μια συγκεκριμένη πλευρά σε έναν πόλεμο, δεν σημαίνει πως πρέπει να υιοθετήσεις κάποια συγκεκριμένη στάση απέναντι στα έργα μυθοπλασίας, τα οποία πρέπει να προστατεύονται από τις δίκαιες αποφάσεις των διοργανωτών - όποιο κι αν είναι το θέμα τους ή η εθνικότητα του συγγραφέα τους. Η ακύρωση της βράβευσης μιας συγγραφέα μυθοπλασίας δεν ισοδυναμεί με την απαγόρευση της ανάγνωσης του βιβλίου της, όμως εντέλει δαιμονοποιεί την ίδια τη συγγραφέα, φιμώνοντάς την.
»Η κίνηση αυτή στέλνει ένα στρεβλό μήνυμα τόσο στους συγγραφείς όσο και στους αναγνώστες, προωθώντας την εσφαλμένη αντίληψη πως υπάρχουν σωστές και λάθος στιγμές για κάθε συγγραφέα, για κάθε μυθιστόρημα, και πως αυτό τον καιρό, δεν πρέπει να δοθεί σημασία στην παλαιστινιακή λογοτεχνία. Λες και οι μυθιστοριογράφοι ευθύνονται με κάποιο τρόπο για τις παγκόσμιες συγκρούσεις και πρέπει να κρίνονται σύμφωνα με τα εκάστοτε πολιτικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα τη στιγμή της δημοσίευσης του έργου τους.
»Ακόμα κι αν κάποιος επιλέξει μια πλευρά σε αυτόν τον πόλεμο, η λογοτεχνία και οι απόψεις των συγγραφέων μυθοπλασίας δεν πρέπει να αποτελούν παράπλευρες απώλειες. Δεν αποτελεί έγκλημα να διαβάζεις αυτή τη στιγμή το τελευταίο μυθιστόρημα της Παλαιστίνιας συγγραφέα Ιζαμπέλα Χαμάντ ή τα κωμικά διηγήματα του Ισραηλινού συγγραφέα Έτγκαρ Κερέτ. Για την ακρίβεια, ίσως να είναι η καταλληλότερη στιγμή να διαβάσουμε ένα έργο τέχνης που προέρχεται από την αντίπαλη πλευρά.
»Η Σίμπλι μού είπε πως δεν τη φοβίζουν οι επιπτώσεις των ενεργειών της Litprom. Αυτό που τη φοβίζει περισσότερο είναι όσα φανερώνουν οι συγκεκριμένες αποφάσεις για τον χαρακτήρα του πολιτικού διαλόγου σήμερα. ‘’Είναι ανησυχητικό να παρατηρείς πως ο λαϊκισμός προσπαθεί να καταλάβει τον χώρο της λογοτεχνίας’’, μου έγραψε σε ένα email. ‘’ Όμως, ένα λογοτεχνικό έργο δεν μπορεί να υπηρετεί κάποια συγκεκριμένη ομάδα, ούτε να υποχρεώσει έναν αναγνώστη να συνδεθεί συναισθηματικά μαζί του’’. […]
»Ας είμαστε ξεκάθαροι: Οι πόλεμοι προξενούν κακό. Τα μυθιστορήματα όχι. Η λογοτεχνία μπορεί να εγείρει άβολα ερωτήματα ή να εξερευνά μη δημοφιλείς απόψεις ή να κάνει έναν αναγνώστη να συμπαθήσει έναν χαρακτήρα τον οποίο, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα θεωρούσε αποκρουστικό. Η ιστορία, οι χαρακτήρες, η πολιτική θέση και το θέμα ενός μυθιστορήματος μπορεί να μην αρέσουν σε έναν συγκεκριμένο αναγνώστη. Αυτός ο αναγνώστης δεν είναι υποχρεωμένος να αγαπήσει αυτά τα βιβλία, ούτε να τα διαβάσει. Αντιστοίχως, δεν χρειάζεται ο αναγνώστης να συμπαθεί έναν συγγραφέα ή να συμφωνεί μαζί του για να εκτιμήσει το έργο του. […]
»Όταν οι άνθρωποι χωρίζονται σε αντίπαλες πλευρές, όταν τα μάτια και οι καρδιές τους κλείνουν, τότε ακριβώς χρειαζόμαστε εκείνη τη λογοτεχνία που θέτει υπό αμφισβήτηση τις αντιλήψεις μας».