Ο ιχνηλάτης βιβλιοπωλείων και βιβλιοθηκών Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης έρχεται και πάλι με τον Σάκο Εκστρατείας του, μιλώντας μας για βιβλία σαν να αφηγείται ιστορίες. Σήμερα, στο πρώτο μέρος, τρία βιβλία από αυτά που καταβροχθίζει στο περιθώριο των μελετών του.
Γράφει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Ταξινομώ τα διαβάσματά μου σε τέσσερις κατηγορίες. 1. Συστηματική μελέτη ή/και επανάληψη μελέτης έργων που σχετίζονται με το εκάστοτε δημιουργικό συγγραφικό πρόγραμμά μου. Φέρ᾽ ειπείν από τον Νοέμβριο του 2022, για τις απαιτήσεις ενός αυτοβιολογικού πεζογραφήματος που εκπονώ, μελετάω συστηματικά/σκακιστικά τον Ιμμάνουελ Καντ, ενώ επανέρχομαι, επίσης συστηματικά/σκακιστικά, στον Έγελο και ιδίως στη Φαινομενολογία του νου. 2. Διάβασμα μυθιστορημάτων νέας εσοδείας, συνήθως βορείου προελεύσεως, που γνωρίζω εκ των προτέρων ότι θα μου προσφέρουν αλησμόνητες στιγμές απόλαυσης, ακόμα και ενθουσιασμού, μιας και ήδη είμαι εξοικειωμένος με το ύφος και τη δυναμική των συγγραφέων τους (πρόχειρα αναφέρω τους Πέτερ Χάντκε, Τόμας Μπέρνχαρντ, Γιόζεφ Ροτ). 3. Βιβλία φίλων και συνομιλητών (Θάνος Σταθόπουλος, Αχιλλέας Κυριακίδης, Τάσος Γουδέλης, Κώστας Μαυρουδής, Γιάννης Ευσταθιάδης, Μαρία Μήτσορα, Ζυράννα Ζατέλη, κτλ). 4. Αυτό που αποκαλώ «Σκόρπια Δύναμη» (δάνειο από τη Μήτσορα), ήτοι βιβλία που καταβροχθίζω στο περιθώριο των μελετών μου, κάνοντας διακοπές τρόπον τινά. Ο Σάκος Εκστρατείας του Επίμονου Αναγνώστη ήταν γεμάτος τον Ιανουάριο με βιβλία της τέταρτης αυτής κατηγορίας, για τα οποία και θα σας μιλήσω σε αυτό και στο επόμενο τεύχος της Bookpress, και θα συνεχίσω κατόπιν με βιβλία όπου πρωταγωνιστούν ζωγράφοι, βιβλία σχετικά με εγκλεισμούς, και με τα Δοκίμια του Μονταίνι – ένα από τα πιο σημαντικά εκδοτικά γεγονότα του τελευταίου καιρού.
Από την πρώτη στιγμή, και χάρη στον Κώστα Καλτσά, ήρθα σε επαφή με το πυραυλοκίνητο πνεύμα του Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας [David Foster Wallace, 1962–2008], δαιμονίστηκα. Πάνε πάνω από δέκα χρόνια, και ο δαιμονισμός αυτός καλά κρατεί. Καίτοι έχω να παρακολουθήσω τένις από την εποχή του Τζον Μάκενρο, του Ίβαν Λεντλ, και του Ματς Βιλάντερ, παράτησα τα πάντα και καταβυθίστηκα στις σελίδες του βιβλίου του Γουάλας Ο Ρότζερ Φέντερερ ως θρησκευτική εμπειρία (μτφρ. Κώστας Καλτσάς, εκδ. Πλήθος).
Δεσπόζει και εδώ το χαρακτηριστικό ύφος του Γουάλας: εναλλαγή μακροπερίοδων και κοφτών, μεταλλικών φράσεων· εκτενέστατες υποσημειώσεις· φιλοσοφικός λόγος και κοινωνιολογική ματιά· αδιανόητη και ζηλευτή οξύνοια· διάγνωση δεινών της αμερικανικής κοινωνίας και ιαματικη προαίρεση· post-rock καντιανή ηθική (επίμονη και πεισματική).
Το βιβλίο απαρτίζεται από πέντε κείμενα του Γουάλας, δημοσιευμένα ανάμεσα στα 1991 και 2006 σε έντυπα αρχικά και κατόπιν σε τόμους με δοκίμια του συγγραφέα. Συναντάμε φράσεις όπως: «Τα κουνούπια ακούγονταν σαν σάλπιγγες και οι μέλισσες σαν τούμπες και ο άνεμος σαν πύρινη λαίλαπα», «Οι σπουδαίοι αθλητές συνιστούν κινούμενη υπέρβαση […] καθιστούν έναν συγκεκριμένο τύπο ιδιοφυΐας όσο σαρκικά διακριτό θα μπορούσε ποτέ να καταστεί», «Το θανάσιμο αμάρτημα της επεξηγηματικής πρόζας: ξεχνάει σε ποιον υποτίθεται ότι απευθύνεται», «Το είδος της σκέψης που εμπλέκεται [στο τένις]είναι το είδος που μπορεί να εκτελεστεί μόνο από μια ζωντανή οντότητα με υψηλή αντίληψη, και μόνο ασυνείδητα, δηλαδή συνδυάζοντας το ταλέντο με την επανάληψη σε τέτοιο βαθμό ώστε οι μεταβλητές να συνδυάζονται και να ελέγχονται χωρίς συνειδητή σκέψη. Με άλλα λόγια, το σοβαρό τένις είναι ένα είδος τέχνης».
Και εδώ, όπως σε κάθε κείμενο και βιβλίο του Γουάλας, είναι συναρπαστικός ο συνδυασμός μιας εξαιρετικής ευρυμάθειας και μιας αχαλίνωτης φαντασίας που ακριβώς χαλιναγωγείται προκειμένου να τεθεί στην υπηρεσία του δοκιμιακού λόγου.
Και εδώ, όπως σε κάθε κείμενο και βιβλίο του Γουάλας, είναι συναρπαστικός ο συνδυασμός μιας εξαιρετικής ευρυμάθειας και μιας αχαλίνωτης φαντασίας που ακριβώς χαλιναγωγείται προκειμένου να τεθεί στην υπηρεσία του δοκιμιακού λόγου. Σημειώνω, τέλος, ότι η μετάφραση του Κώστα Καλτσά είναι ανεπίληπτη και η έκδοση κομψότατη.
Ο Τζορτζ Στάινερ [George Steiner, 1929–2020] είναι ένας μετρ του δοκιμίου, που το εμποτίζει συχνά με ισχυρές φιλοσοφικές θέσεις. Ανάμεσα στα 2002 και 2014, συναντήθηκε και συνομίλησε με τη δημοσιογράφο και συγγραφέα Λορ Αντλέρ [Laure Adler, 1950] για λογαριασμό του ραδιοφωνικού σταθμού Franc Culture. Προέκυψε κατόπιν ένα βιβλίο με τις επεξεργασμένες συνομιλίες του που εξέδωσε ο οίκος Flammarion το 2014.
Οι πολύ καλές εκδόσεις Δώμα κυκλοφορούν τώρα το εν λόγω βιβλίο με τίτλο Ένα μακρύ Σάββατο σε έξοχα προσεγμένη μετάφραση του Θάνου Σαμαρτζή.
Όπως και στην περίπτωση του Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας, έτσι και σε αυτή του Τζορτζ Στάινερ έχουμε να κάνουμε με έναν λαμπρό συνδυασμό ευρυμάθειας, φαντασίας, οργανωμένου λόγου και ιδαίτερης ηθικής. Διαβάζοντας τις συνομιλίες αυτές, έχουμε επίσης ένα πανόραμα του βίου και του έργου αυτού του στοχαστή. Η διαύγεια και η τόλμη είναι παρούσες και εκπληκτικές. Ο Στάινερ μιλάει για την εξορία, την περιπλάνηση, τη μουσική, το σκάκι, τον κινηματογράφο, τον εβραϊσμό, τη φιλία, τον έρωτα, την πεισματική κατάφαση στη ζωή, το μαρξιστικό ιδανικό, τη δύναμη της αδυναμίας και την αδυναμία της δύναμης. Είναι συγκινητικός, αιχμηρός, έμπλεος χιούμορ και καλώς συγκερασμένου ρομαντισμού — ενός χθόνιου και όχι αιθεροβάμονος, βαθύτατα ανθρωπιστικού ρομαντισμου.
«Είμαι το αντίθετο του ήρωα, είμαι ο κατεξοχής αντιήρωας», λέει μειδιώντας μειλίχια. «Όταν πάω στον οδοντίατρο, θέλω να πέσω στα γόνατα και να πάω για προσκύνημα στη Μέκκα, ουρλιάζω μέσα μου από φόβο». Και: «Μου λείπει τελείως η αθωότητα, η αφροσύνη του μεγάλου δημιουργού […] Το μυστήριο της αθωότητας των μεγάλων δημιουργών είναι ένα πράγμα πολύ βαθύ, που ο outsider –δηλαδή όλοι εμείς– δυσκολεύεται να κατανοήσει, Ποια είναι λοιπόν η δική μου δουλειά; Να είμαι ταχυδρόμος, όπως σε εκείνη την ταινία, το Il Postino». Ας ακούσουμε κι αυτό: «Ο Μπέκετ είναι ίσως ο μέγιστος της νεότερης λογοτεχνίας μας. Δημιουργεί ένα είδος ηφαιστειακής ζώνης, ένα ηφαιστειακό μάγμα όπου οι γλώσσες ανακατεύονται […] Ήταν ένας δεξιοτέχνης της Βαβέλ».
Ο Στάινερ επιμένει ότι οφείλουμε, προκειμένου να μην καταστραφούμε, να είμαστε φιλοξενούμενοι ο ένας του άλλου, μας υπενθυμίζει τη φράση του Χάιντεγκερ που λέει ότι είμαστε οι επισκέπτες της ζωής, και προειδοποιεί ότι ο θάνατος μιας γλώσσας είναι ολέθριος, είναι ο θάνατος ενός σύμπαντος δυνατοτήτων.
Το Mad Dogs του Τζέιμς Γκρέιντι [James Grady, 1949] ήταν μια αναπάντεχη έκπληξη. Λίαν ευπρόσδεκτη, λίαν απολαυστική έκπληξη. Και συνάμα ένα ταξίδι στο παρελθόν, στην εφηβεία. Όπως σχεδόν όλοι της γενιάς μου, είχα ενθουσιαστεί με την ταινία Τρεις μέρες του Κόνδορα, ήθελα να μοιάζω με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και είχα ερωτευτεί τη Φαίη Ντάνταγουεϊ. Και τώρα, καθώς διάβαζα περιπαθώς το Mad Dogs, στην σπιντάτη μετάφραση που υπογράφει η Άλκηστις Τριμπέρη για τις εκδόσεις Πόλις, περιπλανιόμουν σε πάμπολλα κατασκοπευτικά και αστυνομικά φιλμ και μυθιστορήματα που μου κράτησαν συντροφιά μες στις δεκαετίες. Και χάρηκα για το ότι ο συγγραφέας του μυθιστορήματος στο οποίο βασίστηκαν οι Τρεις μέρες του Κόνδορα είναι ακριβώς ο συγγραφέας και του Mad Dogs.
Πρόκειται για ένα ιδιότροπο road novel, γεμάτο δράση, κυνηγητά, ανατροπές. Από ένα ειδικό ψυχιατρικό νοσοκομείο όπου εγκλείονται πράκτορες τις CIA, τραυματισμένοι αγρίως από οδυνηρές εμπειρίες στη διάρκεια επικίνδυνων αποστολών τους, αποδρούν τέσσερις άντρες και μια γυναίκα ύστερα από το φόνο του ψυχίατρου που τους παρακολουθεί. Φοβούνται ότι η Υπηρεσία κρύβεται πίσω από τη δολοφονία και ότι θα ρίξει όλες τις κατηγορίες πάνω τους.
Οι πέντε δεν έχουν τίποτα, ούτε τα ψυχοφάρμακά τους, ούτε μισό δολάριο, ούτε έναν σουγιά. Κι όμως, θα τα καταφέρουν, κυρίως χάρη στη στρατηγική τους ευφυΐα, τη σύμπνοια, και το τρελό κουράγιο τους.
Το Mad Dogs είναι γεμάτο φράσεις-λεπίδες, και μουσική. Άλλωστε ο Γκρέιντι το αφιερώνει στους Bob Dylan, Billie Holiday, Bruce Springsteen, Richard Thomson και Brian Wilson που αλυχτούν στον αυτοκινητόδρομο.
«Διασχίζαμε εκείνο το σύνορο τόσο πολλών σημείων, σε αυτό που, ξεκάθαρα, δεν θα αποκαλούσες χθες, αλλά που δεν είχε βυθιστεί τόσο πολύ στο αύριο ώστε να το πεις σήμερα», διαβάζουμε στη σ. 386. Και λίγο μετά: «Ολόκληρη η ζωή μπορεί να συνοψιστεί σε μια πόρτα», και, «Το εδώ δεν είναι το εκεί πια».
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Τελευταίο του βιβλίο, το αφήγημα «Η Κοκό στην Κοπεγχάγη – Το μυθιστόρημα της μεταπολίευσης» (εκδ. Νήσος).