Από τη Θεσσαλονίκη των τελών του 19ου αιώνα στην Αθήνα του Όθωνα και στη Σέριφο του 1916. Επιλέγουμε τέσσερα ιστορικά μυθιστορήματα Ελλήνων συγγραφέων που παίρνουν έμπνευση από πραγματικά ιστορικά γεγονότα για να «χτίσουν» τις ιστορίες τους. Κεντρική εικόνα: Μια όψη της Θεσσαλονίκης των αρχών του 20ου αιώνα (© Ευθύμιος Κίτσης).
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Οι αδελφοί Γκονκούρ έλεγαν πως «Η ιστορία είναι ένα μυθιστόρημα που συνέβη και το μυθιστόρημα είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να συμβεί». Καίτοι πρόκειται για δύο «κόσμους» που δομούνται κάτω από διαφορετικούς όρους, στην ουσία η σύμπλευσή τους στις μέρες είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.
Από τη μια πλευρά έχουμε την αντικειμενικοποίηση των πάντων μέσω της επίσημης Ιστορίας κι από την άλλη την ελεύθερη ερμηνεία του πραγματικού όπως την διαχειρίζεται η λογοτεχνία. Στον ενδιάμεσο «χώρο» κείται η προσπάθεια πολλών συγγραφέων (Ελλήνων και ξένων) να ανασυστήσουν μια εποχή λαμβάνοντας υπόψη τον βασικό ιστορικό καμβά, αλλά, ταυτόχρονα, αυθαιρετώντας, κατά το μάλλον ή ήττον, ως προς τα αποτελέσματά του στους πρωταγωνιστές και μη.
Επιλέγουμε πέντε μυθιστορήματα που έχουν έναν κοινό τόπο: την ιστορία ως αναγκαίο και χρήσιμο εποικοδόμημα ώστε να αναπτυχθεί η πλοκή και να αναδειχθούν οι χαρακτήρες.
Παλιές και νέες χώρες
Ο Ισίδωρος Ζουργός έχει στηρίξει την εργογραφία του σε βιβλία που πατούν σε ένα ιστορικό υπόβαθρο, το οποίο, όμως, δεν έχει δευτερεύοντα ρόλο στην πλοκή, καθώς μέσα από την εποχή (την κάθε εποχή που επιλέγει) ξεπηδούν οι ήρωές του.
Στο τελευταίο του μυθιστόρημα Παλιές και νέες χώρες (εκδ. Πατάκη) μάς μεταφέρει στη στα τέλη του 19ου αιώνα και φτάνει την αφήγησή του έως τις αρχές του 20ου. Η Θεσσαλονίκη (πρωτίστως), η Αθήνα, η Ερμούπολη αλλά και η Εσπερία αποτελούν τους τόπους που κινούνται οι ήρωές του.
Ο Μιχαήλ, ο γιος του μεγαλέμπορου Γεώργιου Δέδε και η Λεύκα, μια γυναίκα που είναι μπροστά από την εποχή της, καθώς αναζητεί τον «ζωτικό» της χώρο σε ένα άκρως ανδροκρατούμενο και συντηρητικό περιβάλλον. Η σχέση τους δεν θα είναι ευοίωνη, ωστόσο αυτό που κινεί το δράμα δεν είναι μόνη δυναμική μεταξύ τους, αλλά ο «εξωτερικός»παράγοντας – η μεγάλη Ιστορία.
Ο Ζουργός, όπως κάνει πάντα στα βιβλία του, αποτυπώνει με αληθοφάνεια και πιστότητα την εποχή στην οποία αναφέρεται. Λογικό και επόμενο, καθώς κάθε μυθιστόρημά του δεν είναι αποτέλεσμα μόνο συγγραφικής σύλληψης, αλλά και επίμοχθης μελέτης αρχείων και πηγών.
Στην αυτή κατηγορία των συγγραφέων που αρέσκονται να κάνουν μεγάλες καταδύσεις στο παρελθόν (απώτατο και μη) ανήκει και ο Γιάννης Καλπούζος. Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, Καλντερίμι (εκδ. Ψυχογιός), λαμβάνουμε τους έντονους κραδασμούς της παλιάς Θεσσαλονίκης. Η ιστορία εκτυλίσσεται μεταξύ 1867-1919, σε μια πόλη που θαυμάζεται για την ποικιλομορφία της.
Η Θεσσαλονίκη, ως θαυμαστό χωνευτήρι διαφορετικών πολιτισμών αποτέλεσε έναν φάρο συνύπαρξης, αλλά και μια πηγή συγκρούσεων λόγω των εδραιωμένων προκαταλήψεων. Το Καλντερίμι είναι η saga μιας οικογένειας. Τρεις διαφορετικές γενιές που απλώνουν μπροστά μας μια πολυπρόσωπη και πολυδαίδαλη ιστορία: ο παππούς Αντίπας, ο γιος του, Παράσχος και ο απόγονός τους, Κλεάνθης.
Είναι η εποχή που η Θεσσαλονίκη είναι μια διαφιλονικούμενη πόλη, με αποτέλεσμα η έχθρα, τα όπλα και ο φόβος να συνυπάρχουν με τη στίλβουσα καθημερινότητα. Ο Καλπούζος αναδεικνύει τα θέματα της συνύπαρξης, του εθνικισμού, του αγνού πατριωτισμού, της διχόνοιας, του έρωτα και της δύναμης της οικογένειας. Είναι ολοφάνερο πως το βιβλίο του στηρίζεται, εν πολλοίς, στην έρευνα που έχει κάνει ο συγγραφέας.
Η αποτύπωση των ηθών της εποχής, των εθίμων (λατρευτικών και μη) που ακολουθούσαν οι διαφορετικές φυλές της πόλης, αλλά οι πολιτικές εξελίξεις (ραγδαίες, το δίχως άλλο) αποτυπώνονται από τον Καλπούζο με θαυμαστή ενάργεια.
Στα χρόνια του Όθωνα
Σε αντίθεση με τα προηγούμενα βιβλία του που κινούνται περισσότερο στο χώρο ενός αστικού περιβάλλοντος (πολλές φορές επινοημένου) και σίγουρα βρίσκονταν εγγύτερα στο σήμερα, ο Άρης Σφακιανάκης δείχνει να κάνει μια στροφή προς την ιστορία της Ελλάδας.
Στο προηγούμενο βιβλίο του Η σκιά του κυβερνήτη (εκδ. Κέδρος) έστρεφε το βλέμμα του στον πρώτο κυβερνήτη της ελεύθερης Ελλάδας, τον Καποδίστρια, και τώρα μάς μεταφέρει στα χρόνια του Όθωνα. Ίσως να βρίσκεται σε μια εν εξελίξει τριλογία, κάτι που μένει να αποδειχθεί στο επόμενο βιβλίο του.
Το νέο του μυθιστόρημα Ο Πρίγκιψ του δεύτερου ορόφου (εκδ. Κέδρος) ήρωας είναι ένας «ηγαπητός πρίγκιψ» που όμως δεν φέρει τίποτα το σπουδαίο και εκλεκτό όπως υποδηλώνει η ονομασία του. Το παρωνύμιό του, όμως, θα τον ακολουθεί παντού όπου πηγαίνει. Είναι ένας Έλληνας της Διασποράς. Σπουδαγμένος στο Μόναχο, γίνεται από δικηγόρος ένας γραφέας, ενώ μέσα του κρύβει μια ποιητική καρδιά (δηλώνει, άλλωστε, ποιητής).
Θα αφιχθεί στο Ναύπλιο όταν εκεί θα φτάσει ο Οθωνας, θα γνωρίσει τον ανήλικο βασιλιά και κάπως έτσι ξεκινάει η σταδιοδρομία του, η οποία είναι παλίνδρομη. Θα τεθεί στις υπηρεσίες του Κωλέττη στην Αθήνα, εκεί που βρίσκεται η κυβέρνηση, ενώ στη συνέχεια θα οριστεί από τον Όθωνα ως δάσκαλος ελληνικών της Αμαλίας.
Η μετακόμισή του στο παλάτι θα του ανοίξει νέους δρόμους. Θα προσπαθήσει να δελεάσει ερωτικά τις κυρίες επί των Τιμών, καίτοι αντιλαμβάνεται πως ματαιοπονεί. Στο τέλος θα κληθεί να γράψει το χρονικό της βασιλείας του Όθωνα.
Ο Σφακιανάκης φτιάχνει έναν κεντρικό ήρωα που σου μένει στο μυαλό, καθώς διαθέτει τόσο αντιφατικές ποιότητες. Παράλληλα, όμως, δεν ξεχνάει να μας υπενθυμίσει την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της «Ψωροκώσταινας» που μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια βίωσε τα οξυμμένα πάθη και τις ίντριγκες.
Οι τριλογίες της Μαίρης Κόντζογλου (όλες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) έχουν αγαπηθεί από το ευρύ κοινό για τον τρόπο που καταφέρνει να συνενώνει σε ένα αρμονικό «όλον» την μεγάλη εικόνα της Ιστορίας με τα δράματα των απλών ανθρώπων.
Κάτι τέτοιο κάνει και με το νέο της μυθιστόρημα Από ήλιο σε ήλιο: Αποσπερίτης (εκδ. Μεταίχμιο). Μάλιστα, ήδη ετοιμάζεται το επόμενο μέρος που φέρει τον τίτλο Από ήλιο σε ήλιο: Ανέσπερος. Στον Αποσπερίτη ρίχνει το βλέμμα της στην ματωμένη απεργία της Σερίφου, το 1916. Πρόκειται για την απεργία στην οποία προχώρησαν οι μεταλλωρύχοι του νησιού απαιτώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Η απεργία ξέσπασε στις 7 Αυγούστου το 1916, όταν οι εργάτες αρνήθηκαν να φορτώσουν το μετάλλευμα σε ένα πλοίο. Επικεφαλής των απεργών λέγεται πως ήταν ο Κωνσταντίνος Σπέρας. Οι εργάτες ζητούσαν 8ωρη εργασία, αύξηση των ημερομισθίων και λήψη μέτρων ασφαλείας. Ο Γκρόμαν ζήτησε βοήθεια από τις ελληνικές αρχές και στις 20 Αυγούστου κατέφθασε ένα απόσπασμα με σκοπό να καταστείλει την απεργία.
Οι αστυνομικοί έδωσαν στους εργάτες 5 λεπτά προθεσμία να λήξουν την απεργία και μετά την εκπνοή της άνοιξαν πυρ, σκοτώνοντας 4 εργάτες, τους: Μιχάλη Ζωιλή, Θεμιστοκλή Κουζουπή, Μιχάλη Μητροφάνη και Γιάννη Πρωτόπαππα.
Οι εργάτες φυσικά αντέδρασαν και επιτέθηκαν στους αστυνομικούς μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, που παρευρίσκονταν εκεί, σκοτώνοντας κάποιους από αυτούς και πετώντας, όπως λέγεται, τα πτώματά τους στη θάλασσα.
Ολη αυτή η ιστορία, στα χέρια της Κόντζογλου αποκτάει μυθοπλαστική υπόσταση εμπλέκοντας πραγματικά και επινοημένα πρόσωπα. Σε πρώτο πλάνο έχουμε τον θάνατο του Περσέα Κονόμου, ο οποίος δούλευε υπό σκληρές συνθήκες σε μια γαλαρία. Αίφνης, το δεξί χέρι του Γκρόμαν, Δρακούλης, θα προσπαθήσει να αποσείσει από πάνω του τις ευθύνες αν και είναι φανερό πως η έλλειψη επαρκών μέτρων ασφαλείας οδήγησαν στον θάνατο του Κονόμου.
Η χήρα του Κονόμου, φοβούμενη μήπως ο γιος της κάποτε ζητήσει εκδίκηση, δεν θα του αποκαλύψει ποιον θεωρεί υπεύθυνο και έτσι δεν θα μπορέσει να τον αποτρέψει, μεγαλώνοντας, να πιάσει δουλειά στα μεταλλεία.
Εκεί, εμπνευσμένος από τον φλογερό επαναστάτη Κώνσταντη Σπέρα, θα προσπαθήσει να αφυπνίσει τους συμπατριώτες και συναδέρφους του να απαιτήσουν επιτέλους τα δικαιώματά τους. Την ίδια εποχή θα γνωριστεί με το μοναδικό κορίτσι του νησιού, αν και γνωρίζει πως αυτό θα ήταν το τελευταίο που έπρεπε να κάνει. Μπορεί ένας έρωτας να ανθίσει στο «σιδερένιο» νησί της Σερίφου; Μπορεί ένα ερωτευμένο ζευγάρι να πάει κόντρα σε όλες τις συμβάσεις της τοπικής κοινωνίας; Η ματιά της Κόντζογλου είναι εντατική και συνάμα γεμάτη ηδύτητα.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο).