
Σε συνέντευξή του στο The Paris Review, ο Τζόσουα Κόεν [Joshua Cohen] μίλησε για το βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημά του «Οι Νετανιάχου», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση Παναγιώτη Κεχαγιά.
Επιμέλεια: Book Press
Σε συνέντευξή του στο The Paris Review, ο Τζόσουα Κόεν μίλησε για το μυθιστόρημά του Οι Νετανιάχου (εκδ. Gutenberg, μτφρ. Παναγιώτης Κεχαγιάς), που τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ το 2022.
Η ιστορία του βιβλίου είναι εμπνευσμένη από τη συνάντηση του ιστορικού Μπεντζιόν Νετανιάχου, πατέρα του σημερινού πρωθυπουργού του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, με τον ακαδημαϊκό Χάρολντ Μπλουμ, συγγραφέα του Δυτικού κανόνα (εκδ. Gutenberg, μτφρ. Κατερίνα Ταβαρτζόγλου). Οι δύο άντρες και οι οικογένειές τους γνωρίστηκαν τη δεκαετία του 1950, όταν ο πατέρας Νετανιάχου έδωσε μια διάλεξη στο πανεπιστήμιο όπου δίδασκε ο Μπλουμ, με σκοπό την πρόσληψή του από το εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Το έργο του Κόεν παντρεύει τα αληθινά γεγονότα με τη μυθοπλασία. Για την ακρίβεια, ο Χάρολντ Μπλουμ αναφέρεται ως Ρούμπεν Μπλούμ, κι αντί για κριτικός λογοτεχνίας, είναι καθηγητής οικονομικής ιστορίας. Πολλά υπαρκτά πρόσωπα εμφανίζονται έχοντας διαφορετικά ονόματα.
Στο τέλος του βιβλίου, μάλιστα, παρατίθεται μια επινοημένη επιστολή που υποτίθεται πως έλαβε ο συγγραφέας από την έφηβη κόρη του Μπλουμ, η οποία διαμαρτύρεται πως «τα εβραϊκά ζητήματα δεν ενδιαφέρουν κανέναν πλέον» και πως «οι Εβραίοι σήμερα είτε βρίσκονται στη λάθος πλευρά της ιστορίας, είτε δεν είναι σημαντικοί». Ο Κόεν, λοιπόν, κλείνει το μυθιστόρημά του ανορθόδοξα, υπενθυμίζοντάς μας πως διαβάσαμε μια μυθοπλαστική ιστορία που βασίζεται στην πραγματικότητα, «με ένα σχόλιο για τον ρόλο των βιβλίων στον σημερινό κόσμο», όπως εξήγησε στο Paris Review.
Το μυθιστόρημα περιέχει ομιλίες, επιστολές κι άλλα κείμενα, όλα επινοημένα, τα οποία διακόπτουν τη ροή της αφήγησης. Με τη συμπερίληψή τους, ο Κόεν ήλπιζε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο «μυθιστόρημα ιδεών» [novel of ideas]:
«Τα μυθιστορήματα ιδεών, ένας όρος τον οποίο μισώ, […] είναι δύσκολο να δημιουργηθούν. Για αυτό φταίνε οι άνθρωποι. Τα μυθιστορήματα δεν μπορούν να παρουσιάζουν ιδέες χωρίς ανθρώπους, και αντιστρόφως, και παρόλο που τα μυθιστορήματα γίνεται να περικλείουν αμέτρητες ιδέες, οι άνθρωποι που μιλούν σε ένα μυθιστόρημα είναι δυο ειδών: είναι είτε ο συγγραφέας, είτε οι χαρακτήρες του. Σαφώς, ένας συγγραφέας μπορεί να είναι χαρακτήρας κι ένας χαρακτήρας μπορεί να είναι συγγραφέας, αλλά εγώ αναφέρομαι στους βασικούς κανόνες του παιχνιδιού. Ποιος είναι αυτός που εκφράζει μια ιδέα, σε ποιον την παρουσιάζει, πώς και γιατί; Τα σύγχρονα μυθιστορήματα είναι αρκετά αντικοινωνικά - ο συγγραφέας έχει τις ιδέες, ο συγγραφέας κάπου τριγυρνά, συνήθως σε κάποια πόλη, σκέφτεται ως κάτοικος του Πρώτου Κόσμου, σε πρώτο πρόσωπο, και συνομιλεί με τον αναγνώστη, συνομιλώντας ταυτοχρόνως με τον εαυτό του. Πείτε το ‘’αυτομυθοπλασία’’, πείτε το ‘’δοκιμιακό μυθιστόρημα’’, πείτε το όπως θέλετε - είναι αντικοινωνικό, με έναν αφηγητή που είναι επίσης πρωταγωνιστής, που είναι επίσης γιατρός, δικηγόρος, χειρουργός και δικαστής του εαυτού του. […] Συγκρίνετε αυτά τα έργα με παλαιότερα μυθιστορήματα, με τον Άνθρωπο χωρίς ιδιότητες, ή ακόμα καλύτερα, με το Μαγικό βουνό. Αυτά είναι κοινωνικά μυθιστορήματα. Δεν υπάρχει μονάχα ένα άτομο που έχει όλες τις ιδέες. Αντιθέτως, οι ιδέες παρουσιάζονται, αναπτύσσονται και εκτίθενται από πολλούς χαρακτήρες, που συναντιούνται σε σαλόνια και σανατόρια, που κάνουν βόλτες στο χιόνι, που γνωρίζουν ο ένας τον άλλον σε χορούς ή σε βαρετά πάρτι και γεύματα, και μιλούν και μιλούν και μιλούν, με τις λέξεις να περικλείονται από εισαγωγικά. […]
»Αυτό που μου αρέσει στο αντικοινωνικό μυθιστόρημα ιδεών είναι η αμεσότητα του πρώτου προσώπου - μου αρέσει να διαβάζω μια σκέψη καθώς δημιουργείται. Και αυτό που μου αρέσει στο κοινωνικό μυθιστόρημα ιδεών είναι η ύπαρξη πολλών χαρακτήρων, πέρα από τον αφηγητή που μιλά σε πρώτο πρόσωπο - μου αρέσει η ποικιλία, οι προκλήσεις, οι διαφωνίες στις οποίες κάτι διακυβεύεται. Όταν γράφω, πάντα προσπαθώ να βρίσκω τρόπους ώστε να συνδυάζω στοιχεία από αυτές τις δυο κατηγορίες, να τα αντιπαραθέτω, να τα αναμειγνύω, να τα ανακατεύω - στο Four new messages και στο Book of numbers πλαστογράφησα e-mails, συνομιλίες, επεξεργασμένες συνεντεύξεις και προσχέδια κειμένων, και στους Νετανιάχου πλαστογράφησα συστατικές επιστολές και διαλέξεις. Με ενδιαφέρει αυτό το θέμα, καθώς αισθάνομαι πως πλέον, εξαιτίας της συνεχόμενης χρήσης της τεχνολογίας, διαβάζουμε συνεχώς κείμενα άλλων ανθρώπων, ακόμα και κείμενα χωρίς συγγραφείς, που δημιουργήθηκαν από εμάς τους ίδιους, κι εντέλει, δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα γεγονότα από τη μυθοπλασία».