Πώς έγραφε ο ΜακΚάρθι, από πού αντλούσε τη θεματολογία του, πώς χειριζόταν τη γλώσσα και τι σημαίνει η απουσία νοήματος στις ζωές των ηρώων του. Ο μεταφραστής των δύο τελευταίων μυθιστορημάτων του Γιώργος Κυριαζής μιλά για τις μεταφραστικές δυσκολίες που συναντά αλλά κι αυτό που αποζημιώνει στο έργο του ΜακΚάρθι.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Αν ο Τόμας Πίντσον είναι ο εξαφανισμένος μάγος και ο Ντον ΝτεΛίλο ο μέγας πεζογράφος-φιλόσοφος, τότε ο Κόρμακ ΜακΚάρθι υπήρξε ο κορυφαίος ανατόμος της αμερικανικής κοινωνίας των τελευταίων πενήντα ετών.
Αυτοί οι τρεις (συν, φυσικά, τον Φίλιπ Ροθ και λίγο πιο πέρα τον Πολ Όστερ) συνιστούν τους τελευταίους πραγματικά σημαντικούς συγγραφείς που μπορεί κανείς να βρει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Ο χαμός του Κόρμακ ΜακΚάρθι αφήνει ένα κενό, δεν χωράει αμφιβολία.
Από το Orchand Keeper, το πρώτο συγγραφικό «αίμα», που του χάρισε το 1955 το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του Ιδρύματος Φόκνερ έως τα δύο τελευταία του έργα (Ο Επιβάτης και Stella Maris) που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση του Γιώργου Κυριαζή, ο ΜακΚάρθι παρέμεινε σταθερός στο θεματικό του μοτίβο.
Δεν ακολούθησε ζητήματα του συρμού, δεν μπήκε ποτέ στη διαδικασία να πιάσει από τα μαλλιά την επικαιρότητα (ακόμη κι αν αυτή βοούσε τριγύρω του), εντούτοις κανένα από τα μυθιστορήματά του δεν απέχει από τον ανθρώπινο πυρήνα που ήταν το αντικείμενο της συγγραφικής του μέριμνας. Στον ΜακΚάρθι δεν προβάλλεται η αισιόδοξη πλευρά της ζωής, όχι από μια διάθεση στείρου νιχιλισμού (καίτοι δέχθηκε και τέτοιες κατηγορίες), όσο διότι τα έργα του διακηρύττουν με κάθε τρόπο τη βαθιά ηθική ευαισθησία του ως προς τις δυνάμεις του κακού που κυριεύουν τον άνθρωπο. Είναι ο ίδιος που έχει δηλώσει (σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις που έδωσε εν ζωή) πως:
«Δεν υπάρχει ζωή χωρίς αιματοχυσία. Νομίζω πως η ιδέα ότι το είδος μπορεί να βελτιωθεί με κάποιο τρόπο, ότι όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν αρμονικά, είναι μια πραγματικά επικίνδυνη ιδέα. Όσοι πλήττονται από αυτήν την εκτίμηση είναι οι πρώτοι που εγκαταλείπουν την ψυχή τους, την ελευθερία τους. Η επιθυμία σου να ζήσεις κατ’ αυτόν τον τρόπο θα σε υποδουλώσει και θα κάνει τη ζωή σου κενή».
Σ’ αυτή την πορεία αναζήτησης του κακού «εντός», ο ΜακΚάρθι στρέφει το βλέμμα του στους αποσυνάγωγους, τους απροσάρμοστους αυτού του κόσμου, σε εκείνους που κείνται πέραν των παραδεδεγμένων συνόρων της κοινωνίας. Οι ήρωές του είναι εγκληματίες, εκφυλισμένοι, απόκληροι, φτωχοί, άστεγοι, χαμένοι σε φουρτουνιασμένες ψυχολογικές θάλασσες.
Οι ήρωές του δρουν εξ ενστίκτου, με τη δύναμη της παρόρμησης και πολύ λιγότερο με τη σκέψη.
Τους δίνει τον λόγο, τους προσφέρει τη δυνατότητα να φανερώσουν την πολύπλευρη φύση τους και, σίγουρα, ακουμπάει πάνω τους την ανθρωπιά του συγγραφέα που δεν τους βλέπει ως τελειωμένους παρίες, αλλά ως ανθρώπους που βρέθηκαν να έχουν αντίπαλο έναν δύσκολο εαυτό, αλλά και τον νόμο. Για τον ΜακΚάρθι, αυτοί που φέρουν το σημάδι του νόμου είναι, στην ουσία, ενσαρκώσεις του θανάτου και της καταστροφής.
Ο ΜακΚάρθι συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο Φόκνερ και πιο πριν ο Ντοστογιέφσκι. Κι αν για κάποιους η ρητή βία που υπάρχει σε αρκετά μυθιστορήματά του είναι αποκρουστική, θα πρέπει να σκεφτούμε πως είναι μια βία που περιβάλλεται από τη βαριά άλω της γνωστικής τραγωδίας, αυτής που συνέχει στην ουσία κάθε άνθρωπο. Οι ήρωές του δρουν εξ ενστίκτου, με τη δύναμη της παρόρμησης και πολύ λιγότερο με τη σκέψη. Είναι το ασυνείδητο που κανοναρχεί τις ενέργειές τους. Επομένως, δεν έχουμε να κάνουμε με έναν μηδενισμό στα όρια του κυνισμού, αλλά με μια ηθική κρίση.
Προσπαθώντας να αποσαφηνίσουμε τις θεματικές, αλλά και το εύρος των λέξεών του, μιλήσαμε με τον έμπειρο μεταφραστή Γιώργο Κυριαζή. Είναι ο άνθρωπος που έφερε εις πέρας το… βουνό Τόμας Πίντσον και τώρα ανέλαβε το δύσκολο έργο να μεταφέρει τα δύο τελευταία έργα του ΜακΚάρθι στα ελληνικά.
Μπορεί ένας καθαρός πιντσονικός να βρει συσχετίσεις στον ΜακΚάρθι;
Ναι, μπορεί. Αρκεί να ξέρει πως έχει να κάνει με δύο συγγραφείς διαφορετικού στιλ. Το σημαντικό, πάντως, είναι το ύφος σε έναν συγγραφέα και λιγότερο οι όποιες συγκλίσεις. Το κοινό που μπορούν να δω και στους δύο είναι το χιούμορ. Δεν το φοβούνται όπως άλλοι συγγραφείς. Θα έλεγα, δε, πως χρησιμοποιούν με επίγνωση ένα φτηνό χιούμορ.
Ο Μπόμπι Γουέστερν στον «Επιβάτη» είναι ένας τυπικός ήρωας του ΜακΚάρθι; Τι πιστεύεις;
Μου έκανε εντύπωση το πώς χάνεται σταδιακά ο ήρωας. Μου θυμίζει τον Σλόθροπ στο Ουράνιο τόξο της βαρύτητας του Πίντσον. Ο Γουέστερν χάνει εντελώς το κίνητρό του να λύσει το μυστήριο με τον επιβάτη. Κάτι που επίσης το βρίσκουμε και στο Ενάντια στην ημέρα (Πίντσον ξανά) όταν τα παιδιά του δολοφονημένου αναρχικού χάνουν το ενδιαφέρον τους να πάρουν εκδίκηση.
Οι ήρωες του ΜακΚάρθι έχουν την περιπλάνηση μέσα τους. Μια εσωτερική φλόγα τους τραβάει συνεχώς προς κάτι άγνωστο.
Στον Επιβάτη αυτή η φλόγα είναι πολύ έντονη. Και στο Suttree ο ήρωας παρατάει τα πάντα και ζει σχεδόν σαν άστεγος, χωρίς φυσικά να είναι. Σαν να χάνει την πυξίδα του. Το ίδιο βλέπουμε στον Ματωμένο μεσημβρινό, στο Δρόμο και στο Καμία πατρίδα για τους μελλοθάνατους. Η περιπλάνηση υπάρχει ως βασικό στοιχείο σε όλα τα έργα του ΜακΚάρθι. Συν ότι έχει μια εμμονή με τον Νότο της Αμερικής. Συνεχώς συναντούμε αυτή την απουσία νοήματος.
Ως μεταφραστής τι δυσκολίες συνάντησες στον «Επιβάτη» και το «Stella Maris»;
Αρκεί να σου πω ότι στο Διαδίκτυο υπάρχουν σελίδες που έχουν να κάνουν με τις σύνθετες λέξεις που απαντώνται στα βιβλία του ΜακΚάρθι. Δεν φτιάχνει νέες λέξεις όπως ο Τζόυς, αλλά σύνθετες που μπορείς περίπου να καταλάβεις τι σημαίνουν. Το κάνει πολύ συχνά και αυτό προσδίδει μεγαλύτερη πυκνότητα και λιτότητα στον λόγο του. Αυτό που είναι δύσκολο μεταφραστικά στον ΜακΚάρθι είναι ο περίεργος τρόπος χρήσης της γλώσσας. Φυσικά, υπάρχει και σ’ αυτόν μακροπερίοδος λόγος, αλλά όχι όπως στον Γκας. Ο ΜακΚάρθι χρησιμοποιεί αρκετά και τον διάλογο.
Τον έχουν κατηγορήσει για νιχιλιστή. Τι πιστεύεις εσύ;
Μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά έχει σημασία τι εννοούμε μ’ αυτό. Πώς αντιμετωπίζουμε τον μηδενισμό του. Είναι το γνωστό που λέμε για το μισογεμάτο και το μισοάδειο ποτήρι με νερό. Και στις δύο περιπτώσεις το σημαντικό είναι ότι υπάρχει νερό μέσα στο ποτήρι. Η ουσία δεν είναι μόνο ότι τίποτα δεν έχει νόημα, αλλά και η διαδικασία για να κατανοήσεις αυτό το τίποτα που δεν έχει νόημα.
Έχεις αναλάβει να μεταφράσεις κάποιο άλλο έργο του;
Έχω ξεκινήσει τον Ματωμένο μεσημβρινό που θα εκδοθεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
Ποιες είναι οι πρώτες σου εντυπώσεις;
Είναι ένα κλασικό, δύσκολο έργο. Δεν έχει τον λυρισμό του Suttree, αλλά κι εδώ βρίσκει κανείς μια πολύ όμορφη γλώσσα. Ειδικά αν τον ενδιαφέρει αυτό το στοιχείο, καθώς υπάρχουν αναγνώστες που ενδιαφέρονται περισσότερο ή αποκλειστικά για την πλοκή σε ένα βιβλίο. Από την άλλη, υπάρχουν πράγματα μέσα στο βιβλίο που ένας μέσος Αμερικανός τα γνωρίζει. Όπως, ας πούμε: το πώς ονομάζεται ένα μέρος της σέλας του αλόγου, κάποια λουριά, φυτά ή ζώα της περιοχής που κινείται το βιβλίο. Εντάξει, αυτά είναι δεδομένα που μπορείς να τα βρεις. Αυτό που σε αποζημιώνει, όμως, είναι η όμορφη γλώσσα του ΜακΚάρθι.