Στην τελετή απονομής του Βραβείου Ειρήνης στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης, ο Σαλμάν Ρούσντι [Salman Rushdie] μίλησε για την αξία της ειρήνης στον σύγχρονο κόσμο, κάνοντας αναφορές σε αρχαίους ινδικούς μύθους, στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη, αλλά και στο πρόσφατο φαινόμενο «Barbenheimer». Τα βιβλία του Ρούσντι κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
Επιμέλεια: Book Press
Ο Σαλμάν Ρούσντι τιμήθηκε προσφάτως με το Βραβείο Ειρήνης των Γερμανών Εκδοτών στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης. Ο λόγος που εκφώνησε στην τελετή απονομής, ο οποίος δημοσιεύτηκε στον New Yorker, αφορά στην αξία της ειρήνης στον σύγχρονο κόσμο.
Στην αρχή της ομιλίας του, ο Ρούσντι αναφέρθηκε σε έναν αρχαίο ινδικό μύθο στον οποίο πρωταγωνιστούν τα ζώα ενός δάσους, που κυβερνώνται από το λιοντάρι Πινγκάλακα. Δυο τσακάλια, οι υπηρέτες του λιονταριού, συμφιλιώνουν τον βασιλιά τους με τον εχθρό του, τον Ταύρο, και ανταμείβονται πλουσιοπάροχα. Καθώς, όμως, το λιοντάρι και ο ταύρος περνούν όλο και περισσότερο χρόνο μαζί, παραμελούν το βασίλειο κι έτσι, ξεσπά λιμός. Τα τσακάλια, για να λύσουν το πρόβλημα, χειραγωγούν τα δύο ζώα ώστε να πολεμήσουν μεταξύ τους. Το λιοντάρι κερδίζει τη μάχη, οι υπήκοοί του τρώνε τον σκοτωμένο ταύρο και η ειρήνη επικρατεί για ακόμα μια φορά.
Στα ινδικά παραμύθια, εξηγεί ο Ρούσντι, δεν θριαμβεύει πάντα η αλήθεια και η δικαιοσύνη και γι' αυτό τον λόγο, οι ιστορίες τους παραμένουν επίκαιρες ως σήμερα. Όσον αφορά στην εξασφάλιση της ειρήνης, βέβαια, οι περισσότεροι μύθοι, ακόμα κι αυτοί που προέρχονται από τον δυτικό κόσμο, δεν παρουσιάζουν αισιόδοξα σενάρια: στα ομηρικά έπη, η ειρήνη αποκαθίσταται μετά από έναν δεκαετή πόλεμο, μετά από την καταστροφή της Τροίας, ενώ στις αφηγήσεις της Σκανδιναβικής Μυθολογίας, για να υπάρξει ειρήνη, πρέπει να προηγηθεί το Ράγκναροκ, ο αφανισμός των θεών. Η πρόσφατη ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν, με τίτλο «Οπενχάιμερ», μας υπενθυμίζει πως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε με τη ρήψη δυο ατομικών βομβών, ενώ το εμπορικό φιλμ «Μπάρμπι» υπογραμμίζει πως η αδιατάρακτη ευτυχία θα μπορούσε να υπάρξει μόνο σε έναν ροζ, πλαστικό κόσμο.
Στα ινδικά παραμύθια, εξηγεί ο Ρούσντι, δεν θριαμβεύει πάντα η αλήθεια και η δικαιοσύνη και γι' αυτό τον λόγο, οι ιστορίες τους παραμένουν επίκαιρες ως σήμερα. Όσον αφορά στην εξασφάλιση της ειρήνης, βέβαια, οι περισσότεροι μύθοι, ακόμα κι αυτοί που προέρχονται από τον δυτικό κόσμο, δεν παρουσιάζουν αισιόδοξα σενάρια...
«Αυτή τη στιγμή, η επίτευξη της ειρήνης μοιάζει με την φαντασίωση που προκάλεσε κάποιο ναρκωτικό», λέει ο Ρούσντι, αναφερόμενος στον Πόλεμο στην Ουκρανία, στα τραγικά γεγονότα στη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και στο χάος που επικρατεί στην καθημερινότητα των σημερινών ανθρώπων. Οπότε, εφόσον πολλά μυθιστορήματα του Ρούσντι είναι επηρεασμένα από κάποιο παραμύθι ή κάποιον αρχαίο θρύλο, ο ίδιος δήλωσε πως, κάποια στιγμή, ίσως επιχειρήσει να γράψει ένα δικό του παραμύθι για την ειρήνη, μια ιστορία για τον «Άνθρωπο που Έλαβε την Ειρήνη ως Βραβείο».
Η ιστορία θα εκτυλίσσεται σε ένα χωριό, στο οποίο διοργανώνεται ένα πανηγύρι. Οι νικητές των παιχνιδιών του πανηγυριού επιβραβεύονται με μια μαγική φιάλη ο καθένας. Το άτομο που πίνει από τη φιάλη της Αλήθειας, για έναν ολόκληρο χρόνο είναι υποχρεωμένο να λέει στους πάντες την ειλικρινή του άποψη, εξοργίζοντας τους υπόλοιπους κατοίκους του χωριού. Η φιάλη της Ομορφιάς, χαρίζει ακαταμάχητη εξωτερική εμφάνιση στο άτομο που πίνει το φίλτρο της, καθώς κι έναν μόνιμο ναρκισσισμό, μια ασταμάτητη ωραιοπάθεια. Ο άνδρας που πίνει από τη φιάλη της Καλοσύνης, αυτοανακηρύσσεται Άγιος, ενώ αυτός που πίνει από το μπουκάλι της Ελευθερίας κάνει ό,τι επιθυμεί, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις συνέπειες ή τη γνώμη των άλλων. Το άτομο που πίνει από το μπουκάλι της Ειρήνης, κάθεται μακριά από τους συγχωριανούς του, που τσακώνονται και διαφωνούν μεταξύ τους εξαιτίας των μαγικών φίλτρων, και χαμογελά σαρκαστικά.
«Έμελλε να πιω από το μπουκάλι με την ετικέτα της Ελευθερίας καθώς γράφω χωρίς κανέναν περιορισμό, δηλαδή γράφω τα βιβλία που επιθυμώ να γράψω, κι αυτή τη στιγμή, μια ανάσα πριν από την έκδοση του εικοστού δεύτερου τόμου μου, πρέπει να ομολογήσω πως τις είκοσι μία από τις είκοσι δύο φορές, άξιζε να πιω το ελιξίριο. Η μοναδική εξαίρεση αφορά στη δημοσίευση του τέταρτου μυθιστορήματός μου, όταν έμαθα –όταν μάθαμε πολλοί από εμάς– πως η ελευθερία μπορεί να προκαλέσει την εξίσου ισχυρή αντίδραση των δυνάμεων της ανελευθερίας, όταν έμαθα πώς να αντιμετωπίζω τις συνέπειες αυτής της αντίδρασης όσο καλύτερα γίνεται, για να μπορέσω να είμαι ο ανεπηρέαστος καλλιτέχνης που ήθελα ανέκαθεν να γίνω. Επίσης, τότε έμαθα πως πολλοί ακόμα συγγραφείς και καλλιτέχνες, απολαμβάνοντας την ελευθερία τους, αντιμετώπισαν κι αυτοί τις δυνάμεις της ανελευθερίας και πως, με λίγα λόγια, η ελευθερία μπορεί να είναι ένα επικίνδυνο κρασί. Για αυτό τον λόγο, όμως, είναι το πιο απαραίτητο, αυτό που πρέπει να προστατέψουμε. Ομολογώ πως υπήρξαν στιγμές που ευχήθηκα να ‘χα πιει το ελιξίριο της Ειρήνης και να ‘χα περάσει τη ζωή μου κάτω από ένα δέντρο, φορώντας ένα όμορφο χαμόγελο, αλλά δεν έλαβα αυτό το μπουκάλι από τον πλανόδιο πωλητή του πανηγυριού.
»Ζούμε σε μια εποχή που δεν πίστευα πως θα έβλεπα στη ζωή μου, σε μια εποχή όπου η ελευθερία –ιδιαιτέρως η ελευθερία της έκφρασης, χωρίς την οποία δεν θα υπήρχε ο κόσμος των βιβλίων– δέχεται επίθεση από αντιδραστικές, αυταρχικές, λαϊκίστικες, δημαγωγικές, ημιμαθείς, ναρκισσιστικές, ανεύθυνες φωνές· όπου τα βιβλία στα σχολεία και στις βιβλιοθήκες απειλούνται από την εχθρότητα και τη λογοκρισία· όπου ο φονταμενταλισμός και οι ιδεολογίες των μεγαλομανών παρεισφρέουν σε τομείς της ζωής στους οποίους δεν ανήκουν. Επιπλέον, ακούγονται πολλές προοδευτικές φωνές που υπερασπίζονται ένα νέο είδος λογοκρισίας, που μοιάζει ενάρετο, που θεωρείται από πολλούς ανθρώπους ως μια αρετή. Η ελευθερία δέχεται επιθέσεις από αριστερά κι από δεξιά, από νέους κι από ηλικιωμένους. Αυτό το φαινόμενο είναι πρωτοφανές και γίνεται όλο και πιο σύνθετο εξαιτίας του νέου εργαλείου επικοινωνίας μας, του Διαδικτύου, στο οποίο καλοσχεδιασμένες σελίδες παρουσιάζουν ύπουλα ψέματα δίπλα από αλήθειες, κι είναι δύσκολο για πολλούς ανθρώπους να ξεχωρίσουν ποιο είναι ποιο.
[…]
»Για να παραθέσω τα λόγια του Καβάφη, “οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα”, και αυτό που γνωρίζω είναι πως η απάντηση στον φιλισταϊσμό είναι η τέχνη, η απάντηση στη βαρβαρότητα είναι ο πολιτισμός και πως, σε κάθε πόλεμο, οι καλλιτέχνες –οι κινηματογραφιστές, οι ηθοποιοί, οι τραγουδιστές, και, ναι, όσοι ασκούν την αρχαία τέχνη της λογοτεχνίας– μπορούν ακόμα, ενωμένοι, να απομακρύνουν τους βαρβάρους από τις πύλες».