Για το μυθιστόρημα του Kamel Daoud «Ζαμπόρ ή οι ψαλμοί» (μτφρ. Γιάννης Στρίγκος, εκδ. Πατάκη).
Της Νίκης Κώτσιου
Δεύτερο βιβλίο του Αλγερινού συγγραφέα Καμέλ Νταούντ (που είχε τιμηθεί το 2013 με το Γκονκούρ πρωτοεμφανιζόμενου για το Μερσώ, ο άλλος ξένος (μτφρ. Γιάννης Στρίγκος, εκδ. Πατάκη), το Ζαμπόρ ή οι ψαλμοί αποθεώνει τη θαυματουργό δύναμη της λογοτεχνίας και εξετάζει τη γλώσσα, τη γραφή και την ανάγνωση στη μεταξύ τους συνάρθρωση και θαυμαστή αλληλεπίδραση… Ο αφηγητής και πρωταγωνιστής είναι ένας αισθαντικός ήρωας που ξεκινά από παθιασμένος αναγνώστης για να καταλήξει παθιασμένος συγγραφέας περνώντας απ’ όλα εκείνα τα μυητικά στάδια και αναβαθμούς, που τον οδηγούν στην πεμπτουσία και το απόγειο της δημιουργίας. Το μυστήριο της γλώσσας, η τελετουργία της ανάγνωσης, οι αλχημιστικές διεργασίες της γραφής και η συνάρτησή τους με την ανθρώπινη ζωή είναι το θέμα που πραγματώνεται συναρπαστικά στις σελίδες του Ζαμπόρ, μέσα από μια υποβλητική μυθοπλασία υπερβατικού χαρακτήρα με πλούσιο συμβολισμό. Θρησκευτικοί απόηχοι, μυθολογικές αντηχήσεις, λαϊκές παραδόσεις, ψυχαναλυτικές συνδηλώσεις φτιάχνουν ένα πυκνό πλέγμα μέσα από το οποίο αναδύονται, με την περιβολή του μύθου και της αλληγορίας, βαθιές και ακατάλυτες ανθρώπινες αλήθειες.
Ξορκίζοντας τον θάνατο με τη γραφή
Ζώντας απομονωμένος σ’ ένα μικρό χωριό της Αλγερίας, ο Ζαμπόρ διαπιστώνει ότι είναι προικισμένος μ’ ένα μοναδικό χάρισμα: με τις ιστορίες που γράφει, μπορεί να επιμηκύνει τη ζωή άρρωστων ή ετοιμοθάνατων συγχωριανών του, αν τον καλέσουν έγκαιρα να επέμβει και να ανακόψει την πορεία τους προς τον θάνατο. Ορφανός από μητέρα και παρατημένος απ’ τον πατέρα του, ο Ζαμπόρ μεγαλώνει με τη θεία του Χάτζερ, μια δυναμική γεροντοκόρη που τον υιοθετεί και αναλαμβάνει απέναντί του χρέη μάνας. Η πρωτοφανής έφεση του Ζαμπόρ στα γράμματα και η κλίση του στο γράψιμο προκαλούν στους συντοπίτες του αμφίθυμα αισθήματα, που κυμαίνονται από την αμηχανία μέχρι τον ανοιχτό χλευασμό και τον καθιστούν ενίοτε αποδιοπομπαίο και απορριπτέο, καθώς μάλιστα υποφέρει συχνά και από κρίσεις επιληψίας. Προνομιακό πεδίο ελευθερίας για τον υπερευαίσθητο κι αποδιωγμένο Ζαμπόρ αναδεικνύεται η γλώσσα, που του επιτρέπει να εκφράζει με χειμαρρώδη και ασυγκράτητη δημιουργικότητα τις σκέψεις και τις ανησυχίες του, μέσα σ’ ένα περιβάλλον κλειστό και απορριπτικό. Έχοντας εξελιχθεί σε παράταιρο σαμάνο του χωριού του, ο Ζαμπόρ μετατρέπει την πλούσια εσωτερική του ζωή σε πυρετική γραφή γεμίζοντας αναρίθμητα τετράδια, που μετά παραχώνει στην ύπαιθρο σε διάφορες αναπάντεχες κρυψώνες. Σημείο καμπής στην παράδοξη καριέρα του ως γραφέα-σωτήρα θα αποτελέσει η αρρώστια του μισητού πατέρα του, την οποία θα κληθεί να θεραπεύσει κάνοντας χρήση του θεϊκού του χαρίσματος. Τα αποξενωμένα ετεροθαλή αδέλφια του Ζαμπόρ θα του δώσουν περιθώριο τρεις μέρες ώστε να συντάξει με τη γραφίδα του ένα κείμενο ικανό να διώξει τον επικείμενο θάνατο από το προσκεφάλι του ψυχορραγούντος πατέρα.
Γεννηµένος το 1970 στο Μοσταγκανέµ, ο Καµέλ Νταούντ ζει στο Οράν της Αλγερίας. Υπήρξε για περισσότερο από δεκαπέντε χρόνια ο πιο πολυδιαβασµένος δηµοσιογράφος και χρονικογράφος της Καθηµερινής του Οράν. Το πρώτο του µυθιστόρηµα, Μερσώ, ο άλλος ξένος (2014, Εκδ. Πατάκη, 2016, µτφρ. Γιάννης Στρίγκος), απέσπασε στη Γαλλία το βραβείο Goncourt µυθιστορήµατος πρωτοεµφανιζόµενου συγγραφέα και µεταφράστηκε σε 35 γλώσσες. |
Ο Ζαμπόρ και οι γυναίκες
Τρεις γυναίκες έχουν καθορίσει τη ζωή του Ζαμπόρ. Η πεθαμένη μητέρα του, που ο πατέρας του εγκατέλειψε βυθίζοντάς τη σε μαρασμό, η θεία Χάτζερ και η Τζεμίλα. Και οι τρεις έχουν υποφέρει μέσα στην πατριαρχική, απαγορευτική κοινωνία της Αλγερίας. Εσώκλειστες και περιορισμένες στα σπίτια τους, επειδή έτσι αποφάσισαν οι άντρες, βλέπουν τη ζωή τους να κυλάει χωρίς νόημα και μάταια προσπαθούν να βρουν διαφυγές. Η γεροντοκόρη θεία Χάτζερ υιοθετεί τον παρατημένο ανιψιό και προσπαθεί μέσα από τη μητρότητα να αναπληρώσει όλα όσα της έκλεψε η ζωή. Στον ελεύθερο χρόνο της, παρακολουθεί στην τηλεόραση αισθηματικές ταινίες και χάνεται μέσα σ’ έναν ερωτικό ρεμβασμό. Η Τζεμίλα είναι η γειτόνισσα που έχει ερωτευθεί ο Ζαμπόρ. Ο άντρας της τη χώρισε και τώρα αυτή πρέπει να εκμετρήσει τον βίο κλεισμένη και αποκλεισμένη στο σπίτι των δικών της, για πάντα στιγματισμένη, απαξιωμένη και συντετριμμένη. O Ζαμπόρ παρατηρεί τις γυναίκες του περιβάλλοντός του και δεν παύει να στοχάζεται εντατικά πάνω στην άδικη μοίρα τους. Αν και άντρας, υφίσταται κι ο ίδιος δυσμενή μεταχείριση κι έχει να αντιμετωπίσει αποκλεισμούς που συνδέονται με τους κανόνες και τα έθιμα μιας κοινωνίας ανοιχτά εχθρικής απέναντι στο διαφορετικό.
Ο Ζαμπόρ και η Σεχραζάντ
Ο πυρετός της γραφής διασώζει τον Ζαμπόρ απ’ την αδράνεια και την παραίτηση. Η εμμονή του να γράφει και να καταγράφει τη ζωή στα ποικίλα φανερώματά της είναι η συνθήκη εκείνη που τον προφυλάσσει από έναν αργό θάνατο. Χρόνος στενά συνυφασμένος με τη δημιουργία είναι πάντα η μυστηριώδης νύχτα και ο Ζαμπόρ επιλέγει να κοιμάται τη μέρα και να συντάσσει ξαγρυπνώντας κάθε νύχτα τα ακριβά πονήματά του. Η Σεχραζάντ σώζει κι αυτή τη ζωή της διηγούμενη κάθε νύχτα στον σουλτάνο κι από μια διαφορετική ιστορία, που μένει σκόπιμα ημιτελής ώστε να συνεχισθεί το επόμενο βράδυ κι έτσι να αναβάλει τη θανατική ποινή. Μετά από χίλιες και μια νύχτες απέραντων αφηγήσεων, η Σεχραζάντ κατορθώνει να μεταπείσει τον σουλτάνο και να αλλάξει τη μοίρα της. Σαν άλλη Σεχραζάντ, ο Ζαμπόρ ξεγελά κάθε νύχτα τον θάνατο, τον δικό του και των άλλων, γράφοντας αδιάκοπα ιστορίες που δεν τελειώνουν ποτέ. Η Σεχραζάντ διηγείται προφορικά, ο Ζαμπόρ γράφει γεμίζοντας τη νύχτα μελάνι. Το μελάνι είναι το θεϊκό υγρό, που του επιτρέπει να ζει και ν’ αναπνέει χωρίς ν’ ασφυκτιά.
Το κείμενο, χειμαρρώδες και πληθωρικό, ονειρικό και λυρικό, με ποιητικές εξάρσεις που το απογειώνουν, αποδίδεται υποδειγματικά από τον Γιάννη Στρίγκο.
Συνδέοντας την ιερότητα της ζωής με τη δημιουργικότητα του λόγου και της γραφής, ο Ζαμπόρ κινείται στα άδυτα της γλώσσας και εξορύσσει μυστικά και αλήθειες με πανανθρώπινη ισχύ. Οι τελετουργίες γύρω από τις οποίες οργανώνει την καθημερινότητά του τον συνδέουν μυστικιστικά με τις απαρχές της ύπαρξης και τον κάνουν κοινωνό των μεγάλων οικουμενικών αξιών, που διαχρονικά διέπουν τον ανθρώπινο βίο. Το κείμενο, χειμαρρώδες και πληθωρικό, ονειρικό και λυρικό, με ποιητικές εξάρσεις που το απογειώνουν, αποδίδεται υποδειγματικά από τον Γιάννη Στρίγκο.
* Η ΝΙΚΗ ΚΩΤΣΙΟΥ είναι φιλόλογος.
Ζαμπόρ ή οι ψαλμοί
KAMEL DAOUD
Μτφρ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΡΙΓΚΟΣ
ΠΑΤΑΚΗΣ 2021
Σελ. 400, τιμή εκδότη €17,70
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Περιφερόμουν μόνος, ανοίγοντας πόρτες από ντουλάπια, ψηλαφώντας αντικείμενα, κι έπειτα ξαφνικά θυμήθηκα την αποθήκη όπου στοιβάζαμε όλες τις παλιατσαρίες, τα χειμωνιάτικα σκεπάσματα, τα άδεια καφάσια και τις προμήθειες, στην πίσω αυλή. Πήγα εκεί σχεδόν με τη βεβαιότητα πως κάτι με περίμενε (φλεγόμενη βάτος, λευκές πέτρες, ψίχουλα) και ψαχούλεψα με τα μάτια το σκοτάδι του μικρού δωματίου. Κι εκεί είδα μια στοίβα κιτρινισμένα βιβλία τυλιγμένα με σπάγκο, με σελίδες τσαλακωμένες και δεμένα σαν κακοποιοί με τα χέρια πίσω απ’ την πλάτη. Μπήκα, όλος περιέργεια, κάθισα στο πάτωμα, τα άπλωσα κι άρχισα να ξεφυλλίζω ένα απ’ αυτά, απλά με περιέργεια, χωρίς να περιμένω κάτι σπουδαίο, όπως θα κοιτούσα κάποια άγνωστα πρόσωπα που ήρθαν να μας επισκεφθούν. Και τότε μια στρατιά από έντυπους χαρακτήρες ξεχύθηκε σαν σμήνος από μυρμήγκια αυστηρά παρατεταγμένα, με τα λεπτά ποδαράκια τους να παρελαύνουν, παράγραφοι που ξεκινούσαν με κενά διαστήματα και εισαγωγικά που πάλλονταν από θαυμαστικά. Μια νεκρή πεταλούδα έπεσε με το που ανασήκωσα ένα άλλο βιβλίο καθώς και μια μικρή πλεξούδα από μαλλιά, που την πέρασα για αράχνη, μια στιγμή πανικού».