Η μοίρα της Ρωσίας και η ελευθερία - Για το μυθιστόρημα του Βασίλι Γκρόσμαν «Τα πάντα ρει» (μτφρ. Γιώργος Μπλάνας, εκδ. Γκοβόστη).
Του Μύρωνα Ζαχαράκη
Πρόκειται για το τελευταίο μυθιστόρημα του Βασίλι Γκρόσμαν, ο οποίος πέθανε προτού προλάβει να του δώσει την οριστική του μορφή. Θέμα του είναι η ζωή στη Ρωσία, αμέσως μετά τον θάνατο του Στάλιν. Η αφήγηση είναι σε τρίτο πρόσωπο, ενώ ο αφηγητής είναι εξωδιηγητικός και παντογνώστης: δεν συμμετέχει στα δρώμενα και γνωρίζει μέχρι και τις βαθύτερες σκέψεις των ηρώων του. Πρωταγωνιστής του έργου είναι ο Ίβαν Γκριγκόριεβιτς, ένας άνθρωπος που πέρασε τριάντα χρόνια σε σιβηρικά Γκούλαγκ, επειδή όταν ήταν νεαρός φοιτητής τόλμησε να αμφισβητήσει μέσα στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα την κατεστημένη εξουσία και να τη χαρακτηρίσει εχθρική για την ανθρώπινη ελευθερία.
Πρόκειται για έργο υβριδικό: αρχικά ξεκινά ως μυθιστόρημα, στη συνέχεια εκτυλίσσεται σαν δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, για να καταλήξει σαν δοκίμιο για την προσωπικότητα του Λένιν και την πορεία της Ρωσίας στην ιστορία. Ο Γκρόσμαν, πιθανώς βασισμένος στις προσωπικές του εμπειρίες από εκείνη την εποχή, σκιαγραφεί τη ζωή στη Σοβιετική Ένωση της εποχής ως έναν διαρκή τρόμο, όπου οι άνθρωποι, συντετριμμένοι από τον απρόσωπο κρατικό μηχανισμό, χάνουν την ανθρωπιά τους και προβαίνουν σε κτηνώδεις ενέργειες.
H βία, η προδοσία και η οικονομική ανέχεια περιγράφονται λεπτομερώς, ενώ ολόκληρο το μυθιστόρημα, στο κέντρο του οποίου στέκει ο ηλικιωμένος και μοναχικός Ίβαν, χαρακτηρίζεται από μελαγχολία, φρίκη και αγανάκτηση για την ανθρώπινη σκληρότητα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου περνάει ολόκληρη η ΕΣΣΔ: η βία, η προδοσία και η οικονομική ανέχεια περιγράφονται λεπτομερώς, ενώ ολόκληρο το μυθιστόρημα, στο κέντρο του οποίου στέκει ο ηλικιωμένος και μοναχικός Ίβαν, χαρακτηρίζεται από μελαγχολία, φρίκη και αγανάκτηση για την ανθρώπινη σκληρότητα.
Οι περισσότεροι χαρακτήρες παρουσιάζονται μέσα από τη σχέση τους με εκείνον: ο επιστήμονας Νικολάι, που για να εξασφαλίσει την επιτυχία συνέπραξε με το καθεστώς καταδίδοντας φίλους και συναδέλφους του, ο Πινεγκίν, που κατέδωσε τον Ίβαν, καθώς και η Άννα Σεργκέεβνα, η αγαπημένη του Ίβαν, η οποία πεθαίνει από καρκίνο στο νοσοκομείο, πριν αυτός προλάβει να της εξομολογηθεί όσα θέλει. Κατά την εξέλιξη του μυθιστορήματος, μέσα από την εγκιβωτισμένη αφήγηση της Άννα, περνούν και άλλα πρόσωπα: η Μάσα Πάβλοβνα, που έζησε ισόβια στα κάτεργα επειδή αρνήθηκε να καταδώσει τον σύζυγό της, καθώς και ο Βασίλι Τιμόγιεβιτς, ένας ανάμεσα στα εκατομμύρια αγροτών που πέθαναν στον φοβερό ουκρανικό λιμό με την αγροτική μεταρρύθμιση του 1932. Ωστόσο, όλοι οι επιμέρους ήρωες, ακόμη και οι πιο εξαχρειωμένοι ηθικά, παρουσιάζονται από τον αφηγητή ενδιαφέροντες και συμπαθείς.
Καθώς εξελίσσεται η υπόθεση, ο αφηγητής πολλές φορές βρίσκει την ευκαιρία να σχολιάσει και να στοχαστεί πάνω στη μοίρα της Ρωσίας και γενικότερα της ανθρωπότητας. Υποστηρίζει λοιπόν ότι μέσα στη χιλιετή ιστορική της πορεία, από την εποχή της δουλοπαροικίας μέχρι τη στυγνή δικτατορία του Στάλιν, η Ρωσία πραγματοποίησε κάθε δυνατή πρόοδο θυσιάζοντας το μεγαλύτερο ανθρώπινο αγαθό: την ελευθερία.
«Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία της ανθρώπινης ελευθερίας. Η επέκταση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων εκφράζεται, πάνω απ’ όλα, με την επέκταση της ελευθερίας. Η ελευθερία δεν είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Ένγκελς “η αναγνώριση της ανάγκης”. Η ελευθερία είναι το ακριβώς αντίθετο της ανάγκης· η ελευθερία είναι η ανάγκη που ξεπεράστηκε. Πρόοδος, στην ουσία, είναι η επέκταση της ανθρώπινης ελευθερίας. Τι είναι η ζωή αν όχι ελευθερία; Η εξέλιξη της ζωής είναι η εξέλιξη της ελευθερίας».
Για χάρη της ελευθερίας πραγματοποιήθηκε η Ρωσική Επανάσταση, όμως προκειμένου να σταθεροποιηθεί ο νέος σχηματισμός που προέκυψε από αυτή, ο Λένιν γρήγορα κατάλαβε ότι η ελευθερία έπρεπε να θυσιαστεί. Η εμφάνιση του ολοκληρωτισμού, αυτού του πρωτοφανούς πολιτικού μορφώματος, σηματοδότησε μια νέα εποχή. Τότε, η Ρωσία έπαψε να μιμείται τη Δύση, αλλά οι χώρες της Δύσης άρχισαν να μιμούνται εκείνη:
«Αυτή η ιδιαίτερη σύνθεση ανελευθερίας και σοσιαλισμού, που πραγματοποίησε ο Λένιν κατέπληξε τον κόσμο περισσότερο κι από την ανακάλυψη της ατομικής ενέργειας. Οι Ευρωπαίοι απόστολοι εθνικών επαναστάσεων είδαν τη φλόγα που ερχόταν από την Ανατολή. Πρώτα οι Ιταλοί κι ύστερα οι Γερμανοί άρχισαν να αναπτύσσουν την ιδέα του εθνικοσοσιαλισμού με τους δικούς τους τρόπους».
Οι χώρες της Δύσης έφτασαν να μιμηθούν τη Ρωσία, δημιουργώντας αντίστοιχα μορφώματα: πρώτα τον φασισμό και ύστερα τον ναζισμό. Στη συνέχεια, ο Στάλιν διαδέχτηκε τον Λένιν εξαφανίζοντας κάθε προεπαναστατική μορφή ζωής, εξορίζοντας στα Γκουλάγκ ακόμη και τους πιο αφοσιωμένους οπαδούς της επανάστασης. Τόσο ο Λένιν όσο και ο Στάλιν γίνονται αντικείμενο εξαντλητικής πραγμάτευσης στο βιβλίο, ενώ ειδικά ο Λένιν αντιμετωπίζεται ως ένα μυστήριο: στην ιδιωτική του ζωή εκπροσωπούσε τον ταπεινό, ειλικρινή και αφοσιωμένο φίλο, ενώ στη δημόσια τον πανούργο και αμείλικτο δικτάτορα.
Ο Βασίλι Γκρόσμαν ήταν πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας του Κόκκινου Στρατού, Krasnaya Zvezda, και έμεινε στην πρώτη γραμμή του πολέμου τα τρία από τα τέσσερα χρόνια που κράτησαν οι μάχες των Σοβιετικών με τους Γερμανούς. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου περιέγραψε με μοναδικό τρόπο την άμυνα του Στάλινγκραντ, την πτώση του Βερολίνου και τις συνέπειες του Ολοκαυτώματος. Όταν ολοκλήρωσε το βιβλίο του Ζωή και Πεπρωμένο και το κατέθεσε προς έγκριση δημοσίευσης τον Οκτώβριο του 1960, η KGB έκανε έφοδο στο σπίτι του και κατάσχεσε οτιδήποτε σχετικό με το βιβλίο. Ο Γκρόσμαν είχε φροντίσει να εμπιστευτεί δυο αντίγραφά του σε φίλους του από το παρελθόν. Πέθανε το 1964, ενώ το βιβλίο του εκδόθηκε τελικά το 1988, δικαιώνοντάς τον έστω και τότε.
|
Είναι ενδιαφέρον ότι ο Γκρόσμαν, πρώην κομμουνιστής και πολεμικός ανταποκριτής του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ και στην Τρεμπλίνκα, όχι απλώς αναγνωρίζει την ολοκληρωτική φύση του ρωσικού κομμουνισμού, αλλά θεωρεί ότι αποτελεί το πρότυπο των φασιστικών καθεστώτων. Η μεταστροφή του, από αφοσιωμένο κομμουνιστή, σε αμφισβητία του σταλινισμού, περιγράφεται, με έντονο συναισθηματισμό, στο βιβλίο του Τσβετάν Τοντόροφ Μνήμη του κακού, Πειρασμός του καλού – Στοχασμοί για τον αιώνα που έφυγε (σελ. 79-112). όπου ο Τοντόροφ συμφωνεί με τον Γκρόσμαν, ισχυριζόμενος ότι οι όποιες διαφορές ανάμεσα στον κομμουνιστικό και στον ναζιστικό ολοκληρωτισμό βρίσκονται στις θεωρητικές βάσεις και όχι στις πρακτικές τους, που είναι αρκετά όμοιες.
Στο μυθιστόρημα του Γκρόσμαν το κακό παρουσιάζεται να θριαμβεύει πλήρως. Εβραίοι επιστήμονες διώκονται ανελέητα, αγρότες εξωθούνται στη λιμοκτονία μέσα στα σοβιετικά κολχόζ, άνθρωποι βασανίζονται και αποκτηνώνονται για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Ωστόσο, όλοι οι ήρωες παρουσιάζονται με τον τρόπο τους ως αθώα θύματα και ο πρωταγωνιστής δεν κατηγορεί όσους τον έβλαψαν, παρόλο που βιώνει την απόλυτη μοναξιά απλώς και μόνο επειδή επέλεξε να μην παραιτηθεί από την ελευθερία του:
«Αυτός δεν είχε πετύχει τίποτα. Δε θ’ άφηνε πίσω του ούτε βιβλία, ούτε πίνακες, ούτε ανακαλύψεις. Δεν δημιούργησε ούτε σχολή σκέψης, ούτε πολιτικό κόμμα και δεν είχε οπαδούς. Γιατί η ζωή του υπήρξε τόσο σκληρή; Δεν είχε κηρύξει· δεν είχε διδάξει· απλά είχε παραμείνει αυτό που ήταν εκ γενετής – ένα ανθρώπινο πλάσμα».
Προκειμένου να παραμείνει ελεύθερος, θυσίασε μια για πάντα την ευτυχία του και, παρά τη θλίψη του, μέσα του αισθάνεται ότι έκανε το σωστό. Το τραγικό δίλημμα ανάμεσα στην αποκτήνωση και την ακεραιότητα, την ελευθερία και την ευτυχία συνθέτει τον προβληματισμό του βιβλίου. Όλο το μυθιστόρημα είναι ένας ύμνος στην ελευθερία, συνδυάζοντας φιλοσοφικό στοχασμό και ιστορική καταγραφή με μια ευαισθησία και ανθρωπιά που συγκινεί βαθύτατα.
* Ο ΜΥΡΩΝ ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Φιλοσοφίας.
Τα πάντα ρει
Βασίλι Γκρόσμαν
Μτφρ. Γιώργος Μπλάνας
Γκοβόστης 2016
Σελ. 232, τιμή εκδότη €12,00