
Για το μυθιστόρημα του Pavel Kohout «Ο άντρας που περπατούσε ανάποδα» (μτφρ. Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα, εκδ. Καστανιώτη).
Του Διονύση Μαρίνου
Ως γνωστόν όλα ξεκίνησαν κάπως έτσι: «Όταν ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε από ταραγμένο ύπνο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε τεράστιο έντομο.» (Μεταμόρφωση, μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Πατάκη). Όλα τα υπόλοιπα, από τη στιγμή που τούτο το καινοφανές και ολότελα παράδοξο γεγονός συνέβη, είναι λίγο πολύ γνωστά. Η μέγιστη συνεισφορά του Φραντς Κάφκα, άλλωστε, στη σύγχρονη δραματουργία, αλλά και στη νεωτερική σκέψη, είναι ότι μπόρεσε να αρθρώσει έναν πειστικό –και ωσαύτως τρομώδη– λόγο για την παράπλευρη χροιά της πραγματικότητας. Εκείνη τη σκοτεινή πτυχή των σύγχρονων δομών που συστρέφουν το άτομο, το συνθλίβουν, το απωθούν με βίαιο τρόπο και τελικά το εξαναγκάζουν σε εξοβελισμό ή σε παθητική αποδοχή.
Πριν από τον Κάφκα, ο καφκικός κόσμος υπήρχε, ποιος μπορεί να πει πως δεν υπήρχε;, αλλά ουδείς μπορούσε να του προσδώσει έναν επιθετικό χαρακτηρισμό που να συμμαζεύει όλα τα χαρακτηριστικά του. Έκτοτε, ξέρουμε πως το υπαρξιακό angst, ο φόβος του ατόμου απέναντι στον κοινωνικό Λεβιάθαν με τους κυκλώπειους θεσμούς του, μπρος στους οποίους το άτομο θα βιώνει την απερινόητη εξόντωσή του, θα φέρει τον χαρακτηρισμό «καφκικό». Έτσι για να συνεννοούμαστε καλύτερα.
Τίποτα πια δεν φαντάζει ξένο με τα ανθρώπινα. Τίποτα δεν μπορεί να προκαλέσει τη συστροφή των φρένων και της λογικής μας. Τα πάντα είναι εξόχως λογικά έως τη στιγμή που θα φανούν ολότελα παράλογα. Ακόμη κι αν δούμε έναν άντρα να περπατάει στο ταβάνι; Ακόμη και τότε!
Ο Τσέχος Πάβελ Κόχουτ γράφει το 1970 μια θαυμαστή πολιτική αλληγορία στηριζόμενος σε έναν συμβολισμό. Σε κάτι που αντιβαίνει τους όρους της φυσικής και τσαλαπατά την εγκυρότητα των αισθήσεων και των δυνατοτήτων του ανθρώπινου σώματος.
Ο Τσέχος Πάβελ Κόχουτ γράφει το 1970 μια θαυμαστή πολιτική αλληγορία στηριζόμενος σε έναν συμβολισμό. Σε κάτι που αντιβαίνει τους όρους της φυσικής και τσαλαπατά την εγκυρότητα των αισθήσεων και των δυνατοτήτων του ανθρώπινου σώματος. Γράφει το μυθιστόρημα Ο άντρας που περπατούσε ανάποδα (μτφρ. Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα), το οποίο μεταφράζεται πρώτη φορά στα ελληνικά και συνομιλεί πολλαπλώς με τον Κάφκα.
Να το δούμε ως ευθύ λάκτισμα στους καθηλωτικούς αρμούς της κομμουνιστικής εξουσίας; Να το διαβάσουμε ως κριτική στην Άνοιξη της Πράγας (ο Κόχουτ χαρακτηρίζει τον Αλεξάντερ Ντούμτσεκ «Πιερότο») και τον πνιγμό της από τα σοβιετικά στρατεύματα; Προφανώς και ναι, αλλά και όχι μόνο.
Θα ήταν λάθος να δούμε τούτο το έργο, όπως αντιστοίχως και τα αμιγώς καφκικά, με μια μονοσήμαντη και εξόχως δραματική χροιά, αφαιρώντας τους τον σαρκαστικό χυμό ή αδυνατώντας να κατανοήσουμε πως ξύνοντας την επιφάνεια βρίσκουμε ένα υπόστρωμα ολότελα κωμικό. Σαν να ξεπηδάει μπροστά μας ένας Μπάστερ Κίτον, ένας Σαρλό, ή ένας Γκράουτσο Μαρξ που ως τραγικοί ήρωες παθαίνουν για χάρη μας. Υφίστανται δεινά για να δυναμώσει ο δικός μας γέλωτας. Εξ του ασφαλούς, πάντα, μέχρι τη στιγμή που κανείς μας δεν θα είναι ασφαλής.
Το μόνο που χρειαζόταν ο Τσέχος συγγραφέας ήταν ένα εύρημα, κάτι το πρόδηλα καινότροπο. Και το βρίσκει στο πρόσωπο του ήρωά του: του καθηγητή Φυσικής Αγωγής και Καλλιτεχνικών της πόλης Κ., Άνταμ Γιουράτσεκ. Αυτός είναι ο δικός του Γκρέγκορ Σάμσα.
Στο ντοκουμέντο του Κόχουτ ή αλλιώς στη «Λευκή Βίβλο για την υπόθεση του Άνταμ Γιουράτσεκ», όπως χαρακτηρίζει εξ αρχής το βιβλίο του ο Κόχουτ, το πικρά κωμικό συνυφαίνεται με το πολιτικό στοιχείο και την υπαρξιακή αγωνία. Το μόνο που χρειαζόταν ο Τσέχος συγγραφέας ήταν ένα εύρημα, κάτι το πρόδηλα καινότροπο. Και το βρίσκει στο πρόσωπο του ήρωά του: του καθηγητή Φυσικής Αγωγής και Καλλιτεχνικών της πόλης Κ., Άνταμ Γιουράτσεκ. Αυτός είναι ο δικός του Γκρέγκορ Σάμσα.
Ένα πρωί που η μητέρα του, Γιοζέφα Γιουράτσκοβα, σύζυγος μηχανοδηγού τρένων που από δικό του λάθος έφυγε νωρίς νωρίς από τούτο τον μάταιο κόσμο, βλέπει τον γιόκα της να περπατάει ανάποδα. Τα πάνω-κάτω εξαρχής: ο Άνταμ περπατάει στο ταβάνι αντί για το πάτωμα, όπως όλος ο κόσμος. Να που εξαρχής το στοιχείο της ετερότητας προβάλλει μπροστά μας έκτυπο. Από εκεί και πέρα ξεδιπλώνεται μαεστρικά, σε μικρά κεφάλαια, αναπόσπαστα μέρη ενός ντοκουμέντου, η απόσχιση του Γιουράτσεκ από την πεπερασμένη Φυσική των ανθρώπων. Ποιος Νεύτωνας; Κι όμως, η Γη γυρίζει, θα αποφανθεί ο ήρωας του Κόχουτ. Ή, μάλλον, εμείς μπορούμε να γυρίζουμε ανάποδα.
![]() |
Ο Πάβελ Κόχουτ γεννήθηκε στην Πράγα το 1928. Σπούδασε αισθητική και θέατρο στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου. Δραματουργός, μυθιστοριογράφος και ποιητής, θεωρείται πια μια κορυφαία μορφή των τσεχικών γραμμάτων. Το 1946 εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας και το 1969 διεγράφη ως «αντεπαναστάτης». Το 1979, λόγω της ενεργούς συμμετοχής του στο κίνημα «Χάρτα 77» για τα ανθρώπινα δικαιώματα, απελάθηκε στην Αυστρία και του αφαιρέθηκε η τσεχική υπηκοότητα, την οποία και ανέκτησε το 1990, μετά την αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος στην πατρίδα του, έχοντας εξασφαλίσει εν τω μεταξύ και την αυστριακή. Παντρεύτηκε τρεις φορές και έκανε τρία παιδιά. Σήμερα ζει, εργάζεται και ψηφίζει τόσο στη Βιέννη όσο και στη γενέτειρά του. |
Ποιος θα τον πιστέψει; Ποιος θα τον αποδεχθεί; Οι άλλοι καθηγητές; Οι προύχοντες της πόλης, οι επιστήμονες, το κομματικό απαράτ; Μα πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Ποιος είναι αυτός ο άθλιος επαναστάτης που αποφασίζει να πάρει τον φυσικό νόμο στα… πόδια του και να προσβάλλει την καθεστηκυία τάξη; Δεν διδάσκει καν Φυσική. Γιατί δεν περιορίζεται, λοιπόν, στα χωράφια της γυμναστικής;
Μπορεί ο Κομφούκιος να έλεγε πως δεν σκοτώνεις ένα μυρμήγκι με κανόνι, εντούτοις, εδώ έχουμε πολλά κανόνια που στοχεύουν τα κάτω άκρα του Γιουράτσεκ. Δεν πείθεται; Θα πληρώσει. Δεν συναινεί με όσα του ζητούν οι Αρχές; Δεν μένει τίποτα άλλο από το να τιμωρηθεί. Το εύκολο θα ήταν να φυλακιστεί και εν συνεχεία να θανατωθεί. Μπρος στον εμφανή διχασμό του κόσμου (άλλοι τον συμπαθούν κι άλλοι τον βλέπουν με μισό μάτι), η επιστήμη αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα «Γιουράτσεκ» με χειρουργικό τρόπο. Προσπαθούν να τον επαναφέρουν σε ίσια στάση μέσω ψυχολογικών εξετάσεων. Γίνεται ένα πειραματόζωο στα χέρια τους. Υφίσταται δεινά μόνο και μόνο για να μετατραπεί ο εγκέφαλός του σε άθυρμα. Αντιστέκεται, ναι, κάνει ό,τι μπορεί για να αποδείξει πως δεν είναι ένας αγύρτης ή ένας λαοπλάνος: όντως, μπορεί να περπατήσει ανάποδα. Τι μ’ αυτό; Η πλειοψηφία πάντα κερδίζει κατά κράτος.
Το εύκολο θα ήταν να φυλακιστεί και εν συνεχεία να θανατωθεί. Μπρος στον εμφανή διχασμό του κόσμου (άλλοι τον συμπαθούν κι άλλοι τον βλέπουν με μισό μάτι), η επιστήμη αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα «Γιουράτσεκ» με χειρουργικό τρόπο. Προσπαθούν να τον επαναφέρουν σε ίσια στάση μέσω ψυχολογικών εξετάσεων.
Ο Γιουράτσεκ ταυτίζει τον εαυτό του με τον συγγραφέα και θεολόγο Γιαν Χους που στηλίτευσε το αλάθητο του Πάπα. Τούτος ο μέγας μεταρρυθμιστής που προετοίμασε την μεγάλη θρησκευτική μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα, είχε την τύχη όλων των ανθρώπων που προηγούνται της εποχής τους. Κοινώς: είχε κακό τέλος, καθώς ρίχτηκε στην πυρά. Θα έχει ανάλογο τέλος ο Γιουράτσεκ; Ας μην αποκαλύψουμε την τελική έκβαση του έργου που αποφάσισε ο Κόχουτ, παρά μόνον ότι δεν πρέπει να περιμένει κανείς ένα happy end. H διαφορετικότητα στις μέρες μας, αλλά και στις μέρες που γράφτηκε το βιβλίο, δεν νεφελοβατεί, αλλά συντρίβεται στο στέρεο έδαφος.
Δεν γίνεται να μην θαυμάσουμε τον εύρος της επινοητικότητας του Κόχουτ ή το γάργαρο ύφος του. Αν, μάλιστα, έχει τύχει να διαβάσει κανείς προηγούμενα βιβλία του που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά όπως το μυθιστόρημα Η Δήμιος (μτφρ. Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα), το Χιονίζω (μτφρ. Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα) και το παλαιότερο Ο άνθρωπος που δολοφονούσε χήρες (μτφρ. Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου), καταλαβαίνει πως ο Κόχουτ, ως άλλος Κούντερα, παίρνει έμπνευση από την οικεία Τσεχία, για να φτιάξει ένα ολότελα προσωπικό και άκρως εμπρηστικό έργο. Φτιάχνει στην πραγματικότητα μια μορφή μυθοπλασίας που μπορεί, τελικά, να έχει μεγαλύτερη εγκυρότητα από τη λογοκριμένη ιστορία που επέβαλλε η σοβιετική εξουσία.
Η μεταφράστρια Σόνια Στάμου-Ντορνιάκοβα γνωρίζει πολύ καλά το ιδιαίτερο ύφος του Κόχουτ. Μεταφράζει τα έργα του από τη γλώσσα του, τα τσέχικα. Αυτομάτως τούτο δίνει μεγαλύτερη πλαστικότητα στο αποτέλεσμα διατηρώντας το σφρίγος του συγγραφέα. Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με ένα μεταφραστικό αποτύπωμα που δεν προδίδει τον Κόχουτ, αλλά προδίδει ούτε και τις δικές μας προσδοκίες.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή «Ποτέ πια εμείς» (εκδ. Μελάνι).
Ο άντρας που περπατούσε ανάποδα
ΠΑΒΕΛ ΚΟΧΟΥΤ
Μτφρ. ΣΟΝΙΑ ΣΤΑΜΟΥ-ΝΤΟΡΝΙΑΚΟΒΑ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2021
Σελ. 274, τιμή εκδότη €16,00
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όταν εκείνο το πρωί, στις 4 Μαρτίου του 19- στη συνοικία με τα λουτρά της πόλης Κ., στην Οδό Πίσω από το Πάρκο 1, η κυρία Γιοζέφα Γιουράτσκοβα, το γένος Χοπνέροβα, χήρα μηχανοδηγού τρένων, ξύπνησε τη συνηθισμένη ώρα και έκανε μια σειρά από στερεότυπες κινήσεις, που το αποτέλεσμά τους ήταν ένα δυναμωτικό πρωινό για τον μοναχογιό της Άνταμ Γιουράτσεκ, καθηγητή Φυσικής Αγωγής και Καλλιτεχνικών στο Λύκειο του Κ., και πλησίασε την πόρτα του κανακάρη της με φορτωμένο τον δίσκο, όπου άστραφτε η γυάλινη κανάτα με το τσάι και άχνιζαν τα μελάτα αυγά, του ανακοίνωσε μ’ ένα χτύπημα στην πόρτα πως το γεύμα του είναι έτοιμο, κι αφού δεν πήρε την αναμενόμενη απάντηση, που πάντα ήταν ελαφρύ σφύριγμα, παρασυρόμενη από τη μητρική της αγωνία τόλμησε να παραβεί την απαγόρευση, που επιτακτικά της είχε επιβάλει πριν από τρεις μήνες, κι έτσι πίεσε το χερούλι της πόρτας, την άνοιξε, μπήκε στο άβατο του γιου της με τον δίσκο ανά χείρας και, έβγαλε μια κραυγή τρόμου, σκεπάζοντας το στόμα της με το ένα της χέρι».