
Για τη νουβέλα της Αμάντας Μιχαλοπούλου «Η μεταμόρφωσή της» (εκδ. Καστανιώτη). «Η οικειότητα, ερωτική και συναισθηματική, κατακτιέται από τη Σάσα βήμα βήμα μέσα από ένα πλήθος αντικατοπτρισμών».
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Από μια καφκική πύλη εισέρχεται η Σάσα, σε έναν δυστοπικό προθάλαμο περπατάει και σε μια πολύσημη έξοδο επαναπροσδιορισμού της ταυτότητά της μεταβαίνει. Κάπως έτσι κλείνει ένας κύκλος ζωής που έμοιαζε με αμείλικτη εναντιοδρομία έως τη στιγμή της παράδοξης μεταμόρφωσης, με την οποία ανοίγει μια περίοδος ταυτοτικής διαύγειας.
Η Σάσα δεν θα είναι ποτέ ξανά αυτή που ήταν κάποτε, αλλά, ω της παραδοξότητας, η αναγέννηση της, παρά την απροσδιοριστία που επιφέρει, της προσδίδει περισσή ευφορία. Λες και η αλχημεία του νέου άγνωστου εαυτού να επιδρά πάνω της ευεργετικά.
Ο Γκρέγκορ Σάμσα, μέσα από υπόγειους δρόμους και διακλαδώσεις, συναντάει τη Σάσα. Κάλλιστα, θα μπορούσαν να είναι μέλη της ίδιας «φυλής».
Τι ακριβώς συμβαίνει στη νουβέλα της Αμάντας Μιχαλοπούλου (εκδ. Καστανιώτη) Η μεταμόρφωσή της; Η νεαρή φοιτήτρια Σάσα ξυπνάει ένα πρωί και αντιλαμβάνεται πως έχει μεταμορφωθεί σε άντρα. Η μαμούνα (σ.σ.: προτιμώ τη λέξη που είχε επιλέξει ο Γιώργος Χειμωνάς) του Κάφκα έρχεται αυτοστιγμεί στο μυαλό μας. Ο Γκρέγκορ Σάμσα, μέσα από υπόγειους δρόμους και διακλαδώσεις, συναντάει τη Σάσα. Κάλλιστα, θα μπορούσαν να είναι μέλη της ίδιας «φυλής».
Αμφότεροι οι ήρωες, αν και περικλείονται από διαφορετικού τύπου αναζητήσεις, ανήκουν στη χορεία των αποξενωμένων αυτού του κόσμου. Κι αν για τον Γκρέγκορ Σάμσα η απομόνωση δείχνει να είναι οντολογικής φύσεως, για τη Σάσα αποκτάει σημασιολογική δύναμη από το φύλο που επιλέγει –ή επιλέγεται- να «ντυθεί». Μα, μήπως, και ο προσδιορισμός της σεξουαλικής ταυτότητας δεν βρίσκεται στην καρδιά της οντολογικής προβληματικής;
Διαφορές και ομοιότητες με το κείμενο του Κάφκα
Η Μιχαλοπούλου στο επιλογικό της σημείωμα προσπαθεί να απομακρυνθεί από το καφικό συγκείμενο θέλοντας να καταδείξει πως ο δρόμος της ηρωίδας της είναι διαφορετικός κι ας φαίνεται η αφετηρία να είναι ίδια. Διαβάζοντας τη νουβέλα, εντούτοις, καταλαβαίνεις πως υπάρχει μεγάλο μέρος αλήθειας σ’ αυτή την άπωση από την αρχετυπικό μύθο του Κάφκα, αλλά και αρκετές ομοιότητες που, όμως, κι αυτές υφίστανται μια καίρια μεταμόρφωση.
Υπάρχει ένας αναγκαίος παραλογισμός στο βιβλίο της Μιχαλοπούλου. Ένας εξωφρενισμός από τον οποίο, όμως, εξάγεται όλο το δράμα. Το να ξυπνήσεις έχοντας αλλάξει φύλο, είναι ο ορισμός του παραλόγου. Είναι σαν να προσπαθείς να βρεις νόημα σε έναν κόσμο εγγενώς ανούσιο.
Τω όντι, ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει η Σάσα έχει πάρει πολλές στροφές, με αποτέλεσμα οι παλιές σταθερές του να είναι μόνο μια μακρινή ενθύμηση. Ο Κατακλυσμός, όπως αναφέρεται στο βιβλίο, έχει μετατρέψει τον παλαιό κόσμο σε μια υδάτινη πολιτεία.
Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει η Σάσα έχει τα στοιχεία μιας προνεωτερικότητας με τους αναβαθμούς της εξέλιξης να είναι για τα καλά ποντισμένοι.
Τα πάντα έχουν διαποτιστεί –μεταφορικά και κυριολεκτικά- από τη δύναμη του υγρού στοιχείου που σαν κρουνός κάλυψε τα πάντα, μετατρέποντας την άλλοτε σταθερότητα του κόσμου σε μια κατακλυσμιαία πολίχνη όπου τα πάντα ρεύουν, βουλιάζουν, μεταλλάσσονται. Οι παλιές συνήθειες χάνουν τη σημασία τους, τα τεχνολογικά επιτεύγματα του πρότερου βίου, πλέον, είναι μια ξεφτισμένη εμπειρία. Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει η Σάσα έχει τα στοιχεία μιας προνεωτερικότητας με τους αναβαθμούς της εξέλιξης να είναι για τα καλά ποντισμένοι. Μήπως, όμως, αυτή η γενικευμένη μεταλλαγή επί τα χείρω να είναι αναγκαία ώστε να γεννήσει νέες καταστάσεις που μοιάζουν αρχικά επισφαλείς, αλλά στην ουσία μπορούν να οδηγήσουν σε μια καινοφανή μορφή συνειδητοποίησης του ατόμου; Λες και χρειάζεται να μετακινηθεί ένα ολόκληρο βουνό για να σαλέψουν τα χορταράκια του κάμπου. Κι όντως, ο φορέας αυτής της αλλαγής, διά της δυστοπίας, είναι η Σάσα που εν μια νυκτί βγαίνει από το γυναικείο κουκούλι της και φοράει την παράξενη δορά ενός άντρα. Γίνεται ένας άντρας, άραγε; Είναι τόσο εύκολη η μετατόπιση από το ένα φύλο στο άλλο;
Η Μιχαλοπούλου, σε όλη την έκταση της νουβέλας, αναδεικνύει τη ρευστότητα και όχι τη σταθερότητα. Την πλοκή τη διατρέχει μια βασική ερώτηση και όχι μια απάντηση. Κάτι σαν το αμλετικό «τι είναι ο άνθρωπος;». Μόνο που στη συγκεκριμένη κατάσταση τούτη η διερώτηση μετατρέπεται στο «τι σημαίνει να είσαι σήμερα άντρας, γυναίκα ή κάτι ενδιάμεσο;»
Αν ο 20ος αιώνας χαρακτηρίζεται ως ο αιώνας του σεξ, με την έννοια ότι η προοδευτική αναγνώριση των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, η ηχηρή εξύμνηση της επιθυμίας, ακόμη και η διάχυτη άνοδος της πορνογραφίας, έδωσαν το δικαίωμα στο άτομο να χαρεί το φύλο του με περιφανή σαρκικό τρόπο, ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της αναζήτησης του πραγματικού εγώ.
Αυτή η κυριαρχική –εν πολλοίς πατριαρχική- θέσμιση του φύλου, στις μέρες μας αποκτά τη δύναμη της ορατότητας και προφανώς της απελευθέρωσης.
Η έννοια της ταυτότητας του φύλου ξεφεύγει από τα στεγανά, παύει να οχυρώνεται πίσω από κοινωνικούς και οικονομικούς μανιχαϊσμούς, ενώ η συνειδητοποίηση πως η καπιταλιστική οργάνωση των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών εργαλειοποίησε το φύλο, κάνοντάς το να μοιάζει με οχυρό που δεν πρέπει ποτέ να κυριευτεί από «αλλότριους», υπήρξε καθοριστική στη βαθμιαία –ουχί εύκολη– αλλαγή των νοοτροπιών. Αυτή η κυριαρχική –εν πολλοίς πατριαρχική- θέσμιση του φύλου, στις μέρες μας αποκτά τη δύναμη της ορατότητας και προφανώς της απελευθέρωσης.
Όχι, η Σάσα δεν είναι ένας απλός άντρας που κάποτε ήταν γυναίκα. Πολύ απλό για να είναι αληθινό. Έρχεται σε σύγκρουση με το περιβάλλον της –οικογενειακό, φιλικό, πανεπιστημιακό–, αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτό, καθώς μέσω της μετάλλαξής της αντιλαμβάνεται τι είναι, αλλά κυρίως τι ήταν. Η ετερότητα της προσφέρει μια μεθύστερη γνώση γι’ αυτό που ήταν κάποτε. Είναι η στιγμή που κατανοεί πως το να είσαι γυναίκα σημαίνει ένα πλέγμα κοινωνικών συμπεριφορών και καταπνιγμένων συναισθημάτων που έχουν επιβληθεί από τα πάνω, τη στιγμή που ένας άντρας βιώνει μια ελευθερία αχαλίνωτης πυκνότητας.
Βέβαια, γνωρίζουμε πως τέτοιου είδους γενικεύσεις δεν υφίστανται (κι ας διατείνονται διαφορετικά οι λογής φεμινιστικές κορώνες), όμως, ναι, δεν γίνεται να μην δεχθεί κανείς πως η επισφάλεια των γυναικών σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία είναι ένα ζήτημα αιχμής. Σίγουρα, ένα ζήτημα που σήμερα καθίσταται αναγκαίο όχι μόνο να συζητηθεί, αλλά και να αλλάξει δραστικά.
Η μεταμόρφωση ως απελευθέρωση
Η μεταμόρφωση στη νουβέλα της Μιχαλοπούλου λαμβάνει τη σημασία της απελευθέρωσης και όχι της νέας στεγανοποίησης. Η τελευταία σκηνή του βιβλίου (για προφανείς λόγους δεν χρειάζεται να αναλυθεί επακριβώς) έχει τον χαρακτήρα μιας ιεροτελεστίας όπου τα μέχρι πρότινος αντίθετα συγχωνεύονται σε ένα όλον που γνωρίζει γιατί τα φέρει, πώς θα πορευτεί μ’ αυτά και γιατί, πλέον, όλες οι δυνατότητες βρίσκονται μπροστά της ανοιχτές.
Η οικειότητα, ερωτική και συναισθηματική, κατακτιέται από τη Σάσα βήμα βήμα μέσα από ένα πλήθος αντικατοπτρισμών.
Η σχέση που δημιουργεί με μια γυναίκα που δουλεύει σε γκαλερί, η οποία κι αυτή είναι αποτέλεσμα μιας ριζικής μεταμόρφωσης, δείχνει πως οι ρόλοι αλλάζουν ριζικά δίχως όμως τα υποκείμενα να αποδέχονται τις νέες ταυτότητές τους κουβαλώντας τα παλιά «βάρη», αλλά αναπτύσσοντας μέσα τους μια μορφή ανοιχτότητας όπου το θηλυκό και το αρσενικό, απροσποίητα, πια, μπορούν να συνυπάρξουν εν αρμονία.
Αν κοιτάξει κανείς μακροσκοπικά τη νουβέλα της Μιχαλοπούλου θα διαπιστώσει πως όλοι σχεδόν οι ήρωες μεταμορφώνονται οβιδιακά. Σε τούτο υπάρχει μια συνομιλία με τη Μεταμόρφωση του Κάφκα όπου κι εκεί συμβαίνει κάτι αντίστοιχο. Προφανώς, η ουσιωδέστερη αλλαγή συμβαίνει στην Σάσα (παρεμπιπτόντως, ακόμη και το όνομά της μπορεί να ακουστεί σαν γυναικείο και ανδρικό ταυτοχρόνως). Είναι μια εσωτερική, αλλά και εξωτερική αλλαγή από την οποία βγαίνει αναβαπτισμένη και με μια πρωτόφαντη ευρύτητα. Να είναι τυχαίο ότι από την επιστήμη του καθήκοντος (την ιατρική) μεταβαίνει στον κόσμο της αναπαράστασης (θεατρικές σπουδές) για να αποτινάξει από πάνω της κάθε παλιά φορεσιά επιλέγοντας την οδό της περιπλάνησης; Προφανώς και όχι. Το νέο σώμα και η νέα ταυτότητα που φέρει, για να νοηματοδοτηθούν οφείλουν να γνωρίσουν τον κόσμο εξαρχής. Να πορευτούν μέσα του με τη διψαλέα επιθυμία του ενός παιδιού, αλλά και το σώμα ενός ενήλικα. Πώς θα ονομαστεί αυτό το σώμα; Αν πρέπει να το πούμε ανδρικό με γυναικεία ψυχή; Ποιος νοιάζεται για κατηγοριοποιήσεις και στεγανά όταν αυτά είναι η βασική αιτία που έκανε τα δύο (;) φύλα να παλεύουν καθημερινά σε μαρμαρένια αλώνια δίχως πραγματικούς νικητές και πολλαπλούς ηττημένους.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Τι μου συνέβη; Αναρωτήθηκε. Είχε κοιμηθεί βαριά κι είχε δει όπως συνήθως παράξενα όνειρα, αλλά τώρα ήταν ξύπνια. Αναγνώριζε το δωμάτιο, τους τοίχους, τις οσμές και τους ήχους· την ταγγή μυρωδιά από το δωμάτιο της φοιτήτριας που έτρωγε βραστή βρόμη για πρωινό· την κιθάρα του φοιτητή που άφηνε τις γαλότσες του στο χαλάκι της εισόδου· το θόρυβο του πλωτού απορριματοφόρου· τα νερά που κυλούσαν στον τοίχο πίσω από το κεφάλι της. Είχε παρακαλέσει τον επιστάτη της φοιτητικής εστίας να ελέγξει αν έσπασε κάποιος σωλήνας στη μεσοτοιχία. Έριξε μάλιστα ένα σημείωμα κάτω από την πόρτα του το προηγούμενο βράδυ, πριν ξεκινήσει για τη δουλειά.
Ποιος θα έγινε σημασία σ’ ένα σωλήνα μετά τον Κατακλυσμό; Στην αρχή όλοι καταλήφθηκαν από πρωτόγνωρο τρόμο. Ούρλιαξαν, πένθησαν, απελπίστηκαν. Γρήγορα έμαθαν να διηγούνται τα γεγονότα σαν παραμύθι. Μια φορά κι έναν καιρό σηκώθηκε το κύμα των κυμάτων κι έπνιξε την πλάση.»