Για τη συλλογή διηγημάτων του Νίκου Παναγιωτόπουλου «Ανήσυχα άκρα» (εκδ. Μεταίχμιο). Κεντρική εικόνα: Σχέδιο του © Seungwon Hong
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι μια σταθερά της σύγχρονης πεζογραφίας μας, καθώς –από τα πρώτα του έργα έως και το τελευταίο– η στάθμη της γραφής του δεν παρουσιάζει ηχηρές αυξομειώσεις, αλλά διατηρείται σε υψηλά επίπεδα: από την Ενοχή των υλικών (Πόλις, 1997), τον Ζίγκι απ' τον Μάρφαν (Πόλις, 1998, που ξαναγράφτηκε ως Το ημερολόγιο ενός εξωγήινου, Μεταίχμιο, 2017), Το γονίδιο της αμφιβολίας (Πόλις, 1999), την Αγιογραφία (Πόλις, 2003), Τα παιδιά του Κάιν (Μεταίχμιο, 2011) μέχρι τα διηγήματά του Γραφικός χαρακτήρας (Μεταίχμιο, 2016) και τη νουβέλα του Ολομόναχος (Μεταίχμιο, 2018). Ίσως πλήν του Κάιν, ο συγγραφέας κερδίζει ικανοποιητικότατα τον αναγνώστη με την πολυμέρεια και την άνεση της αφήγησής του.
Το ίδιο συμβαίνει και στην ανά χείρας συλλογή διηγημάτων, τα οποία εκτείνονται από το 1999 έως το 2015· στην ουσία δηλαδή συμπορεύονται με τα άλλα εκδεδομένα βιβλία του και στίζουν το πεζογραφικό του έργο. Η πρώτη επιφάνεια δείχνει μια άνεση, μια κινηματογραφική ζωντάνια, μια απλότητα στις λεπτομέρειες οι οποίες φαίνονται φυσικές όσο και αναγκαίες. Ο αναγνώστης διαβάζει και δεν σκοντάφτει, προχωρά χωρίς να στέκεται, κυλάει πάνω στον διάδρομο που άπλωσε ο διηγηματογράφος χωρίς να κοντοστέκεται σε σημεία της ιστορίας από ανία. Απολαυστικό από αυτήν την άποψη είναι το τελευταίο κείμενο, «Το φάντασμα ή the way young lovers do».
Αυτό δεν σημαίνει ότι τα διηγήματα στηρίζονται σε μια εύπεπτη αφήγηση, καθώς οι δύο –ή τρεις συχνά– διασταυρούμενες ιστορίες δημιουργούν έναν βόστρυχο αλληλεπίδρασης, που κλονίζει την ευθύγραμμη ανάγνωση. Στο ίδιο λογοτεχνικό μπολ, δηλαδή, συναντάται η σκληρότητα της ζωής με την ελπίδα του έρωτα και στο άλλο η αιχμηρότητα του έρωτα με τη συγκλονιστική επίδραση του θανάτου.
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, καθώς μεγαλώνει ο ίδιος, συλλαμβάνει τον κόσμο ως πεδίο αντιδικιών, συγκρούσεων, υπόρρητων ή και ρητών, αντιθέσεων εν γένει, που διασχίζουν τη ζωή. Ο ορμητικός έρωτας και η τελμάτωση, η τρυφερότητα και η βία, η πραγματικότητα και η κινηματογραφική μυθοπλασία, τα νιάτα και τα γηρατειά, η φυγή και η παραμονή, οι επιθυμίες και η πραγματοποίησή τους…
Πολλά κείμενα της συλλογής βρίσκονται στο σημείο τομής μιας ανιούσας και μιας κατιούσας πορείας. Θερμά ρεύματα αέρος ανεβαίνουν προς πάνω, ενώ άλλα κρύα κατεβαίνουν βαριά και απειλητικά προς τα κάτω. Μία ανιούσα δύναμη είναι η νιότη που με την ορμή της συναντά τη σοβαρότητα αλλά και την αμηχανία της ώριμης ηλικίας. Στο «Σύνδρομο των ανήσυχων άκρων» το γήρας της ηρωίδας δεν την εμποδίζει να στρέψει την καραμπίνα της στον επίδοξο νεαρό κλέφτη και να αποκαλύψει ότι τον έστειλε το ρεμάλι ο γιος της. Ηλικιωμένοι – Νέοι: 1 – 0. Αντίθετα, στο «Ο θάνατος και η κόρη», ο μεσήλικας καθηγητής κινηματογράφου πέφτει στα δίχτυα της νεαρής φοιτήτριάς του, ώσπου ανακαλύπτει ότι αυτή είναι η κόρη μιας παλιάς του αγάπης. Το παρελθόν εκδικείται και κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την ιστορία του. Το παιχνίδι συνεχίζεται και δεν είναι σαφές αν οι νέοι ισοφαρίζουν, όσο κι αν πιέζουν…
Αντίνομες δυνάμεις είναι φυσικά ο έρωτας με τη φθορά, τον θάνατο, την απόσυρση. Είδαμε πριν από λίγο τον ώριμο καθηγητή με τη φοιτήτρια. Σε μια σειρά διηγημάτων αυτή η αντίθεση εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Στο «Sic transit» ο κινηματογραφιστής που πάσχει από μια εκφυλιστική ασθένεια ζει και κινείται μέσα στον δικό του πόνο, ενώ όλοι γύρω του τρέχουν και κυνηγάνε το εφήμερο σεξ ή το ρίγος της ευδαιμονιστικής έλξης. Η φθορά του έρωτα ενός ζευγαριού βρίσκει τη (μικρή) ανάκαμψή του ή η ματιά μιας πανέμορφης γυναίκας μένει ως άγγιγμα δίπλα στον τάφο του Ρουσό.
Ο κόσμος ως πεδίο αντιδικιών και αντιθέσεων
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, καθώς μεγαλώνει ο ίδιος, συλλαμβάνει τον κόσμο ως πεδίο αντιδικιών, συγκρούσεων, υπόρρητων ή και ρητών, αντιθέσεων εν γένει, που διασχίζουν τη ζωή. Ο ορμητικός έρωτας και η τελμάτωση, η τρυφερότητα και η βία, η πραγματικότητα και η κινηματογραφική μυθοπλασία, τα νιάτα και τα γηρατειά, η φυγή και η παραμονή, οι επιθυμίες και η πραγματοποίησή τους… Οι χαρακτήρες του δεν μπορούν να ξεπεράσουν πάντα τον εαυτό τους, ζουν μέσα τους τις αντινομίες που προδιέγραψαν, έρχονται σε σύγκρουση με τον άλλο αλλά και με το εγώ τους.
Δείγμα αυτής της πολυφωνικής διασταύρωσης ξιφών είναι «Η σκοτεινή πλευρά της Αφροδίτης». Ο άντρας μιλάει με επιθετική σχολαστική πολυμάθεια για τον πλανήτη Αφροδίτη, για να πάρει απάντηση στο τέλος με τις πληροφορίες της γυναίκας για τον Άρη. Η θηλυκή πλευρά του έρωτα συναντά τη βία του Άρη, η επιστημονικότητα της γνώσης την ερωτικότητα της καθημερινότητας, η αεικίνητη συμπεριφορά της γάτας τη νεκρική ακινησία των φυτών. Τελικά υπάρχει νερό στην Αφροδίτη, υπάρχει κίνηση στον πεθαμένο έρωτα, υπάρχει απάντηση στη λεκτική βία;
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος διερευνά τον έρωτα. Αυτό το σχεδόν σταθερό νήμα σε κάθε διήγημα συνυφαίνεται με άλλα, μπλέκεται, ξεμπλέκεται, μένει καθαρό ή νοθεύεται από κλωστές και ξεφτίδια της ζωής. Κι επειδή ο διηγηματογράφος είναι ικανότατος συγγραφέας, η επιφάνεια της αφήγησης αφήνει τρύπες για να διεισδύσει ο αναγνώστης στο υπόστρωμα της ανθρώπινης ψυχολογίας.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας, κριτικός βιβλίου και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Πυθαγόρας» (εκδ. Καστανιώτη).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Πριν φτάσουμε στην κορυφή, το είχα μετανιώσει. Ποιος είχε πάρει την απόφαση ν’ ανέβουμε απ’ το μονοπάτι; Ίσως και να το ’χα προτείνει εγώ, αλλά πρέπει να ήταν το ούζο που μιλούσε. Τίνος ιδέα ήταν να πιούμε ούζο μεσημεριάτικα – δεν θυμάμαι. Καλά καλά δεν θυμάμαι και τίνος ιδέα ήταν αυτή η εκδρομή…
Εφτά ώρες μέσα στο μισοδιαλυμένο Φίατ, ο τόπος να σιγοβράζει στους σαράντα βαθμούς, το κασετόφωνο αχόρταγο να μασουλάει τις κασέτες στα καλύτερα (τον Μπάουι τον έφαγε στο “Rock ’n’ Roll Suicide”, τον Ντύλαν στο “Spanish boots of Spanish leather” […])»
Από το διήγημα «Το φάντασμα ή the way young lovers do»