Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενη η μεταφράστρια Δήμητρα Δότση με αφορμή τη μετάφραση της «Τετραλογίας της Νάπολης», της Έλενα Φερράντε. Τα βιβλία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Έλε
Η πρώτη μου επαφή με το λογοτεχνικό έργο της Φερράντε έγινε το 2002 όταν κυκλοφόρησε στα ιταλικά το δεύτερο μυθιστόρημά της Μέρες εγκατάλειψης. Η εντυπωσιακή της γραφή, ο λιτός και συνάμα κοφτερός της λόγος, είχε έναν μαγικό τρόπο να κερδίζει τον αναγνώστη από τις πρώτες κιόλας αράδες. Έκτοτε ομολογώ πως δεν αναζήτησα άλλα έργα της, ώσπου το 2011 εκδόθηκε στην Ιταλία Η υπέροχη φίλη μου, το πρώτο βιβλίο της Τετραλογίας της Νάπολης. Ένιωθα να γυρνάω πίσω στα μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, μόνο που αυτή τη φορά η ιστορία αφορούσε το σήμερα, εμβαθύνοντας την ίδια στιγμή στα ανομολόγητα της ανθρώπινης και ιδίως της γυναικείας ψυχής. Πρότεινα το βιβλίο σε δύο εκδότες, οι οποίοι ωστόσο φάνηκαν διστακτικοί κατατάσσοντάς το αρχικά στη λεγόμενη «γυναικεία λογοτεχνία» και τηρώντας στάση αναμονής, καθώς το βιβλίο είχε σημειώσει απλώς μια διακριτική επιτυχία εντός των συνόρων της χώρας του. Επί της ουσίας, το μυθιστόρημα αυτό έκανε διάφορους κύκλους γύρω μου, ώσπου τελικά ήρθε και με «βρήκε» εκείνο χάρη στις εκδόσεις Πατάκη που μου πρότειναν να το μεταφράσω.
Πρότεινα το βιβλίο σε δύο εκδότες, οι οποίοι ωστόσο φάνηκαν διστακτικοί κατατάσσοντάς το αρχικά στη λεγόμενη «γυναικεία λογοτεχνία» και τηρώντας μια στάση αναμονής, καθώς το βιβλίο είχε σημειώσει απλώς μια διακριτική επιτυχία εντός των συνόρων της χώρας του.
Η Τετραλογία της Νάπολης ή αλλιώς η Τετραλογία της Υπέροχης φίλης μου, όπως προτιμούν να την αποκαλούν οι Ιταλοί, είναι ένα ενιαίο βιβλίο, που ξεπερνά τις 1.500 σελίδες στα ιταλικά, και το οποίο για προφανείς λόγους εκδόθηκε σε τέσσερις τόμους. Πρόκειται για μια πολυφωνική, πολυδιάστατη και πολυπρόσωπη σάγκα, στην οποία η Φερράντε αφηγείται τη ζωή δύο γυναικών, της Λίλας και της Έλενας, που γνωρίζονται σε μια φτωχογειτονιά της Νάπολης, στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ο αναγνώστης παρακολουθεί την ανισόπεδη εξέλιξη της σχέσης των δύο γυναικών μέχρι τις μέρες μας, με φόντο τις καθημερινές αλλά και τις κοινωνικοπολιτικές μεταλλάξεις που εκτυλίσσονται παράλληλα με τις ζωές τους.
Η σχέση των δύο γυναικών είναι μια σχέση έλξης-απώθησης, αγάπης-μίσους, με κοινές και την ίδια στιγμή αποκλίνουσες βλέψεις και φιλοδοξίες. Αυτή ακριβώς η πολυκύμαντη σχέση, με τα διαρκή σκαμπανεβάσματά της, τις αδιάκοπες διακυμάνσεις και τα αντικρουόμενα συναισθήματα ξεδιπλώνεται σε όλη την Τετραλογία της Νάπολης αποτυπωμένη μέσα από την αντίστοιχη γλώσσα και το ανάλογο ύφος. Όταν η ζωή των δύο πρωταγωνιστριών φαινομενικά κυλά ήρεμα, εξίσου «ήρεμο», λιτό και σαφές είναι και το λεξιλόγιο, το οποίο ωστόσο κορυφώνεται με τις αντίστοιχες γλωσσικές επιλογές όταν οι δύο φίλες υφίστανται σωματική και ψυχολογική βία μέσα στις ίδιες τους τις οικογένειες και εν γένει στη γειτονιά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο η γλώσσα του έργου ακολουθεί και τις κορυφώσεις οι οποίες εμπεριέχουν όχι μόνο τις ψυχολογικές διαστάσεις των μεταπτώσεων στη σχέση των δύο γυναικών, αλλά και ενσωματώνουν τις προσλαμβάνουσες των εξωτερικών κοινωνικοπολιτικών γεγονότων εκείνης της εποχής. Μιας εποχής κατά την οποία στην Ιταλία αλλά και στη μεταπολεμική δυτική Ευρώπη μπαίνουν τα θεμέλια πάνω στα οποία θα χτιστούν οι σύγχρονες αστικές δυτικές κοινωνίες. Η κυριότερη δυσκολία-πρόκληση που συνάντησα κατά τη μεταφραστική διαδικασία ήταν ακριβώς αυτή: να αποτυπώσω τον ρυθμό και τις αυξομειώσεις της έντασης μέσα από το αντίστοιχο λεξιλόγιο στα ελληνικά. Όπως επίσης και να αιωρούμαι διαρκώς μεταξύ λιτού και χειμαρρώδους λόγου, ο οποίος ταυτόχρονα θα έπρεπε να σκιαγραφεί τον αντίστοιχο χαρακτήρα των περίπου πενήντα προσώπων που παρελαύνουν στην Τετραλογία της Νάπολης. Επιπλέον, ο λόγος της Φερράντε είναι μακροπερίοδος, με πολλές παρενθετικές και εμβόλιμες προτάσεις και αρκετές πολυσημίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις προσπάθησα να τον ακολουθήσω με τις αντιμεταθέσεις προτάσεων και λέξεων προκειμένου το κείμενο να δένει συντακτικά στα ελληνικά και να διατηρεί τον ρυθμό, την ένταση και τις ανάσες του πρωτοτύπου.
O λόγος της Φερράντε είναι μακροπερίοδος, με πολλές παρενθετικές και εμβόλιμες προτάσεις και αρκετές πολυσημίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις προσπάθησα να τον ακολουθήσω με τις αντιμεταθέσεις προτάσεων και λέξεων προκειμένου το κείμενο να δένει συντακτικά στα ελληνικά και να διατηρεί τον ρυθμό, την ένταση και τις ανάσες του πρωτοτύπου.
Μία ακόμη μεταφραστική δυσκολία που συνάντησα αφορά τα πραγματολογικά στοιχεία –κυρίως πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου– που υπάρχουν διάσπαρτα στην Τετραλογία της Νάπολης, καθώς η ιστορία καλύπτει μια περίοδο περίπου εξήντα χρόνων. Επέλεξα να μη φορτώσω τον αναγνώστη με πληθώρα υποσημειώσεων και ταυτόχρονα να βρω τον κατάλληλο τρόπο ώστε να εξηγήσω εν συντομία τα τεκταινόμενα της εποχής.
Eπέλεξα να μη φορτώσω τον αναγνώστη με μια πληθώρα υποσημειώσεων και ταυτόχρονα να βρω τον κατάλληλο τρόπο ώστε να εξηγήσω εν συντομία τα τεκταινόμενα της εποχής.
Προτού αναλάβω μια μετάφραση, τις περισσότερες φορές έχω ήδη διαβάσει το βιβλίο και το έχω αξιολογήσει για τον εκδότη μου, προκειμένου να προτείνω ή όχι την έκδοσή του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχω ήδη συλλέξει αρκετά στοιχεία και για τον συγγραφέα και για το έργο του, με σκοπό να μυηθώ στο λογοτεχνικό του σύμπαν. Σε αυτό το σύμπαν εντάσσονται και οι τυχόν μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες. Όποτε μου δίνεται η ευκαιρία και φυσικά ο χρόνος, μου αρέσει να τις παρακολουθώ στις γλώσσες που γνωρίζω, αποφεύγοντας ωστόσο να το κάνω αυτό κατά τη διάρκεια της μεταφραστικής διαδικασίας. Την ώρα της μετάφρασης υπάρχεις μόνο εσύ και ο συγγραφέας.
Ουσιαστικά, από τη στιγμή που το βιβλίο επιστρέφει στα χέρια μου, αυτή τη φορά προς μετάφραση, γνωρίζω ήδη το γενικό πλαίσιο στο οποίο θα κινηθώ – άλλωστε αυτό είναι ένα από τα κουσούρια των μεταφραστών, καθώς απολαμβάνουμε την ανάγνωση ενός λογοτεχνικού βιβλίου μέσα από τον δρόμο της νοερής μετάφρασης.
Ακολουθώ τον ρυθμό του συγγραφέα, μπαίνω στα παπούτσια του, ταυτίζομαι με τους ήρωές του και τις καταστάσεις που ζουν και κάπως έτσι βρίσκω την ισορροπία μου επάνω στο νήμα της μετάφρασης.
Πάντοτε έβλεπα τον μεταφραστή σαν σχοινοβάτη που προσπαθεί να διατηρήσει την ισορροπία του. Στη διάρκεια αυτής της σχοινοβασίας δεν σκέφτομαι αν και προς τα πού θα γείρω. Ακολουθώ τον ρυθμό του συγγραφέα, μπαίνω στα παπούτσια του, ταυτίζομαι με τους ήρωές του και τις καταστάσεις που ζουν και κάπως έτσι βρίσκω την ισορροπία μου επάνω στο νήμα της μετάφρασης.
Στο ερώτημα πιστή μετάφρασή ή καλή μετάφραση;, θα απαντήσω καλή πιστή μετάφραση. Τις «ωραίες άπιστες» μεταφράσεις, για τις οποίες τόσος λόγος γίνεται στα μαθήματα μεταφρασεολογίας, προτιμώ να τις βλέπω ως «ωραίες πιστές» που δεν καταφεύγουν σε απλουστεύσεις και μανιέρες, δεν υιοθετούν την εύκολη λύση της απόδοσης «με άλλα λόγια», δεν επιδιώκουν να διορθώσουν ή να βελτιώσουν τον συγγραφέα, αλλά σέβονται τις γλωσσικές, αισθητικές και υφολογικές επιλογές του μεταφέροντας τον ρυθμό του έργου του. Μόνο που για να γίνει αυτό χρειάζεται κοπιαστική προσπάθεια, συνεχής αναζήτηση και φιλτράρισμα του συγγραφικού λόγου διαβάζοντας ανάμεσα στις αράδες.
Info
Η Δήμητρα Δότση γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη «Μετάφραση-Μεταφρασεολογία» από το ΕΚΠΑ. Ασχολείται επαγγελματικά με τη λογοτεχνική μετάφραση από το 2000. Μεταξύ άλλων έχει μεταφράσει έργα των Umberto Eco, Elsa Morante, Alberto Moravia, Gianni Rodari, Andrea Camilleri, Carlo Lucarelli, Niccolò Ammaniti, Massimo Carlotto, Michele Serra, Diego Marani κ.ά.