Διαβάζουμε έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά έχουμε αναρωτηθεί ποια ακριβώς είναι η δουλειά του μεταφραστή; Μεταφράζει λέξη–λέξη το πρωτότυπο κείμενο ή μήπως μεταφέρει το βαθύτερο νόημά του από τη μια γλώσσα στην άλλη; Μια ανάλυση για το εργαστήρι του μεταφραστή. Kεντρική εικόνα: ο πίνακας του Hans Bayens «Πορτρέτο της μεταφράστριαςThérèse Cornips».
Γράφει η Ελένη Γ. Γύζη
Η λογοτεχνική μετάφραση δεν είναι μία επί λέξει μετάφραση, όπως σε ένα τεχνικό, οικονομικό, νομικό κείμενο. Συνίσταται στη μεταφορά του βαθύτερου νοήματος ενός κειμένου από μία γλώσσα σε μία άλλη.
Ο μεταφραστής δεν ενδιαφέρεται μόνο γι' αυτό που είναι γραμμένο στο χαρτί, διαβάζει κάτω από τις λέξεις. Ασχολείται με αυτό που θέλει να εκφράσει ο συγγραφέας. Αναζητά το κινούν αίτιο, το κίνητρο που ώθησε τον συγγραφέα να γράψει την ιστορία και προσπαθεί να το μεταφέρει στη μητρική του γλώσσα ή στη γλώσσα στην οποία καλείται να μεταφράσει.
Για την εκπόνηση ενός νέου κειμένου, ο μεταφραστής ακολουθεί τα εξής βήματα: κατανόηση του πρωτοτύπου, γνωριμία με τον δημιουργό και την εποχή του, επεξεργασία του λεξιλογίου, της σύνταξης, του ύφους του συγγραφέα και αναδημιουργία - αναδιατύπωση του λόγου και της σκέψης του συγγραφέα.
Εξυπακούεται, λοιπόν, ότι ο μεταφραστής λογοτεχνικών κειμένων καθίσταται συν-δημιουργός, δίνοντας αναπόφευκτα το προσωπικό του στίγμα σε ένα νέο προϊόν λόγου. Κατά τη μεταφραστική διαδικασία, προσπαθεί να μείνει πιστός τόσο στον συγγραφέα όσο και στον εαυτό του, αναζητώντας τον σωστό ρυθμό, τη σωστή κίνηση. Ο διαμεσολαβητικός του ρόλος τον αναδεικνύει, τον προβάλλει και ταυτόχρονα τον περιορίζει, τον καταπιέζει κάποιες φορές.
Η γλώσσα ως σκοπός
Στη λογοτεχνική μετάφραση, η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα μέσο, είναι κι ένας σκοπός. Ο μεταφραστής πρέπει να σέβεται την ποιητική - λογοτεχνική λειτουργία της γλώσσας, καθώς και το ύφος του συγγραφέα. Οφείλει να επεμβαίνει διακριτικά, θέτοντας στον εαυτό του κάποια όρια που του επιβάλλει η επαγγελματική του συνείδηση.
Ωστόσο, θα ήταν άστοχο και επικίνδυνο να περιορίσει την προσπάθειά του αποκλειστικά και μόνο στο επίπεδο της γλώσσας. Αξίζει εδώ να επισημάνουμε ότι μία μετάφραση που θυμίζει μετάφραση είναι κακή. Μία καλή μετάφραση πρέπει να μπορεί να σταθεί μόνη της, χωρίς συνεχείς επεξηγήσεις. Επομένως, δεν είναι καλό να μένει προσκολλημένη στο πρωτότυπο, όπως δεν πρέπει να είναι και πολύ ελεύθερη, γιατί σε αυτή την περίπτωση, θεωρείται απόδοση ενός έργου.
Όσον αφορά στα έργα προηγούμενων αιώνων, η μετάφραση πρέπει να ξεπερνάει τον χρόνο. Πρέπει να δίνει την αίσθηση πως ανήκει στην εποχή του συγγραφέα, αλλά να είναι κοντά και στη δική μας εποχή.
Όσον αφορά στα έργα προηγούμενων αιώνων, η μετάφραση πρέπει να ξεπερνάει τον χρόνο. Πρέπει να δίνει την αίσθηση πως ανήκει στην εποχή του συγγραφέα, αλλά να είναι κοντά και στη δική μας εποχή. Για να προσδώσει την πατίνα του χρόνου στο νέο κείμενο, ο μεταφραστής μπορεί, για παράδειγμα, να καταφύγει στη χρήση λόγιων λέξεων / φράσεων, εφόσον το ύφος του συγγραφέα το επιτρέπει.
Όπως και να ’ναι, ένα κείμενο είναι αδύνατο να μεταφερθεί στην ολότητά του από μία γλώσσα σε μία άλλη. Ένα μετάφρασμα είναι ανέφικτο να ταυτιστεί απολύτως με το πρωτότυπο. Το επιδιωκόμενο, το ποθητό αποτέλεσμα είναι δύο τεμνόμενα, μη ταυτιζόμενα, κείμενα. Για όλα αυτά χρειάζεται μέτρο.
Διαφορετικές αναγνώσεις
Ένα έργο επιδέχεται διαφορετικές αναγνώσεις. Αυτό ισχύει και για τη μετάφραση. Ένα έργο επιδέχεται διαφορετικές μεταφραστικές προσεγγίσεις. Μία μετάφραση ωστόσο αξιολογείται ως κείμενο. Κρίνεται σε αντιπαραβολή με το πρωτότυπο, σε σχέση με την πρόθεση του συγγραφέα και σε σύγκριση με το αποτέλεσμα επί του αναγνώστη. Ο αναγνώστης, που περιμένει τα πάντα από τον μεταφραστή.
Η λογοτεχνική μετάφραση μπορεί να εκληφθεί ως μία πράξη γενναιοδωρίας. Ο μεταφραστής είναι, πρωτίστως, ένας αναγνώστης. Έχει κι αυτός τις αναγνωστικές προτιμήσεις του. Διαβάζει έργα που τον ενδιαφέρουν, που τον συγκινούν.
Η λογοτεχνική μετάφραση μπορεί να εκληφθεί ως μία πράξη γενναιοδωρίας. Ο μεταφραστής είναι, πρωτίστως, ένας αναγνώστης. Έχει κι αυτός τις αναγνωστικές προτιμήσεις του. Διαβάζει έργα που τον ενδιαφέρουν, που τον συγκινούν και θέλει να τα μοιραστεί με τους άλλους. Έτσι, αρχίζει ενδόμυχα η μεταφραστική περιπέτεια.
Η αγάπη του για τη λογοτεχνία, καθώς και για τη γλώσσα–πηγή και τη γλώσσα–στόχο, τον παροτρύνει και τον στηρίζει καθ’ όλη αυτή την απαιτητική διαδικασία. Στην αρχή, ίσως κάποιες φορές κυριεύεται από άκρατο ενθουσιασμό. Τότε, προσπαθεί να επέμβει περισσότερο από όσο θα έπρεπε στο πρωτότυπο και να αφήσει ευδιάκριτο το δικό του αποτύπωμα. Με τον καιρό, αποκτά πείρα, γίνεται πιο προσεκτικός και έχει κατά νου να μην προδώσει τον δημιουργό.
Οι δεξιότητες του μεταφραστή
Ο μεταφραστής πρέπει να έχει γνώσεις, μέθοδο, γλωσσική δεξιότητα, πνευματική περιέργεια, συναισθηματικό πλούτο, έμπνευση, συγγραφικό ταλέντο. Είναι ένα μετριόφρον, ένα διαρκώς αυτοαναιρούμενο πρόσωπο. Δεν εφησυχάζει, δεν παραβλέπει τίποτα. Δεν διστάζει να ρωτά όταν δεν ξέρει. Όταν είναι εφικτό, απευθύνεται στον δημιουργό για να τον διαφωτίσει. Διαφορετικά, αναζητά έγκυρες πηγές από όπου αντλεί σαφείς πληροφορίες για να αποφύγει παρερμηνείες και λάθη.
Καμία θεωρία δεν μας μαθαίνει, άλλωστε, πώς να γράφουμε φράσεις που ηχούν ευχάριστα στα αυτιά μας. Ας μην ξεχνάμε ότι η λογοτεχνική μετάφραση είναι μία αδιάλειπτη αναζήτηση ενός ιδανικού πίστης και κάλλους· ένας αγώνας, πρώτον και κύριον, πολύ δημιουργικός και πολύ γοητευτικός.
* Η ΕΛΕΝΗ Γ. ΓΥΖΗ είναι μεταφράστρια.