Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενη, η μεταφράστρια και συγγραφέας Μαρία Αγγελίδου, με αφορμή το μυθιστόρημα της Hannah Kent «Λατρεία» (εκδ. Ίκαρος).
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η Λατρεία είναι το τρίτο βιβλίο μιας πολύ ξεχωριστής και αγαπημένης συγγραφέως: μετά το εντυπωσιακό πρώτο της μυθιστόρημα Έθιμα Ταφής ακολούθησαν οι (καλύτεροι ακόμα) Καλοί. Και τώρα, τρίτη στη σειρά, η Λατρεία. Που μας γυρίζει στην ίδια εποχή, όπου διαδραματίζονται και τα πρώτα δύο, στις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά, ενώ ξεκινάει από τη βόρεια Ευρώπη (γεωγραφικά κοντά στην Ισλανδία και στην Ιρλανδία των Εθίμων και των Καλών) ταξιδεύει στη μακρινή (και γενέτειρα της Κεντ) Αυστραλία. Μα το ταξίδι αυτό δεν είναι το μόνο για την νεαρή Χάννε. Η κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια της Λατρείας θα κατορθώσει από την αγάπη και για την αγάπη ένα ταξίδι πολύ πιο μακρινό και πολύ πιο δύσκολο, ένα ταξίδι αιωνίως και αεί επαναλαμβανόμενο, καταργώντας τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου. Η Λατρεία είναι ένα βιβλίο που καταφέρνει να μεταμορφώσει τη σιωπή σε μουσική, την απουσία σε παρουσία. Μια περιπέτεια που σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι για τα όρια φαντασίας και πραγματικότητας.
Ως αναγνώστρια αγαπώ πολύ τη Χάνα Κεντ. Αγαπώ τις ιστορίες της, τις πλοκές της, τις ιδέες της, τους σταθερούς, στέρεους ρυθμούς. Ως μεταφράστρια τη λατρεύω. Γιατί αγαπάει με επιμονή και υπομονή τις λέξεις, τις κεντάει, τις φωτίζει, τις τραγουδάει μία μία, δεν κουράζεται ποτέ να τις μαζεύει και να τις συγυρίζει σαν πολύτιμα κουμπάκια, κλωστούλες, πετραδάκια – και μη σας πλανέψουν τα υποκοριστικά, αυτή η αγάπη δεν έχει τίποτα χαδιάρικο ή απλώς γλυκό ή απλώς απλό. Κρύβει πίσω της πολλή και σκληρή και ασταμάτητη και υπέροχη δουλειά. Κι αν θέλω η φωνή μου να γίνει η δική της, την ίδια δουλειά (πολλή, σκληρή, ασταμάτητη, υπέροχη) πρέπει να κάνω κι εγώ.
Ως αναγνώστρια αγαπώ πολύ τη Χάνα Κεντ. Αγαπώ τις ιστορίες της, τις πλοκές της, τις ιδέες της, τους σταθερούς, στέρεους ρυθμούς. Ως μεταφράστρια τη λατρεύω.
Να βρίσκω λέξεις που θα μας πηγαίνουν στη χωρίς φυλακές και χωρίς δημίους Ισλανδία του 1828, στην καθημερινότητα ανθρώπων που τη ζωή τους σφραγίζει ο πάγος και ο Θεός· στα φυτά και στα βοτάνια της Ιρλανδίας των τρομακτικά πραγματικών ξωτικών και των τρομακτικά φτωχών ανθρώπων, της τρομακτικής δύναμης που είχαν (και συχνά έχουν ακόμα) ο Θεός και ο Φόβος· και τώρα σ’ ένα καράβι που το 1838 ξεκίνησε από την Αλτόνα με προορισμό την Αντελαΐντ, και σ’ ένα νησί (και πάλι) με αφθονία λέξεων παρμένων από το βιβλίο της εξωτικής και ξένης Φύσης από τη μία και της Ορθόδοξης αλλά κι Αιρετικής Πίστης στο Θεό από την άλλη. Αυτό είναι το γλωσσικό υφάδι της Λατρείας, που και σ’ αυτήν την περίπτωση αποτέλεσε για μένα πρόσκληση και πρόκληση, πειρασμό στον οποίο ενέδωσα με μεγάλη και βαθιά προθυμία. Γιατί αυτές οι ιδιαιτερότητες της γραφής της Κεντ, που είναι οι δυσκολίες της, είναι και οι ομορφιές της.
Αλλά το διάβασμα δεν σταματάει εκεί. Εκεί αρχίζει. Γιατί διαβάζω πολλές φορές και το ίδιο το βιβλίο, πολλές φορές πριν αρχίσω να το μεταφράζω – μία φορά τουλάχιστον με δυνατή φωνή.
Είναι δύσκολη η μετάφραση του πρώτου βιβλίου ενός συγγραφέα. Δεν έχεις άλλα έργα του ν’ ακουμπήσεις, δεν μπορείς να διασταυρώσεις τη χαρτογράφηση του ύφους του όπως προκύπτει από το ένα και μοναδικό του έργο με χάρτες, εντυπώσεις ή οδηγίες που δίνει η ανάγνωση και άλλων έργων – ή και όλων. Γιατί είμαι από τους μεταφραστές που στηρίζονται πολύ στο διάβασμα. Διαβάζω ό,τι έχει γράψει ο συγγραφέας που θα μεταφράσω. Διαβάζω ό,τι μπορώ να βρω που να ξετυλίγεται την ίδια εποχή και στην ίδια περιοχή με την ιστορία που αφηγείται στο συγκεκριμένο βιβλίο. Αν δεν είναι η πρώτη φορά που το βιβλίο μεταφράζεται στα ελληνικά, διαβάζω όπωσδήποτε και τις προηγούμενες αυτές μεταφράσεις. Πράγμα φυσικά αδύνατον στην περίπτωση πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων, συγχρόνων μας. Διαβάζω και όλες τις μεταφράσεις του βιβλίου αυτού σε γλώσσες που να καταλαβαίνω – όσες υπάρχουν και αν υπάρχουν, βέβαια.
Στην περίπτωση της Κεντ δεν είχα αυτή την τύχη. Αν και μεταφράστηκε (και συνεχίζει να μεταφράζεται) σε πολλές γλώσσες, αυτό γινόταν παράλληλα και ταυτόχρονα με τη μετάφραση του κάθε βιβλίου και προς τα ελληνικά. Στην περίπτωση του εν ζωή συγγραφέως, ωστόσο, έχει κανείς το μεγάλο πλεονέκτημα της ερώτησης: εξ ορισμού είναι αυτός που μπορεί να σου δώσει τις καλύτερες απαντήσεις στους όποιους προβληματισμούς σου, τις καλύτερες λύσεις στις όποιες απορίες σου, τις καλύτερες οδηγίες στις όποιες αβεβαιότητές σου. Αυτό έγινε πράγματι με τα Έθιμα Ταφής. Στους Καλούς και στη Λατρεία δεν χρειάστηκε. Αλλά το διάβασμα δεν σταματάει εκεί. Εκεί αρχίζει. Γιατί διαβάζω πολλές φορές και το ίδιο το βιβλίο, πολλές φορές πριν αρχίσω να το μεταφράζω – μία φορά τουλάχιστον με δυνατή φωνή.
Θέλω πολύ να είμαι πιστή στον συγγραφέα που μεταφράζω. Θέλω πολύ να «κατα-φέρνω» στη γλώσσα μου αυτά που «κατά-φερε» αυτός στη δική του. Καταφέρνω ωστόσο μόνον ό,τι καταλαβαίνω. Ό,τι μπορώ να καταλάβω. Κι αυτά που μπορώ να καταλάβω εξαρτώνται σε τεράστιο βαθμό από την εποχή μου, από τη γλώσσα μου. Από τους συγχρόνους μου, που είναι οι συν-αναγνώστες μου. Κι έτσι, θέλοντας και μη, είμαι τελικά πιο πιστή στον αναγνώστη. Όχι και τόσο «μη θέλοντας». Θα ήταν ψέμα αν έλεγα ότι κάνω την ανάγκη φιλοτιμία. Όταν χρειάζεται, όταν πρέπει, όταν δεν γίνεται αλλιώς κι αναγκάζομαι να διαλέξω, τότε είμαι πάντα (και πάντα και πάντα) με το μέρος του αναγνώστη. Όπως άλλωστε ήταν και είναι και μάλλον θα είναι και ο συγγραφέας ο ίδιος.
Info
Η Μαρία Αγγελίδου γεννήθηκε το 1957 στην Αθήνα και σπούδασε κλασική φιλολογία σε Αθήνα, Γερμανία και Ελβετία. Τα περισσότερα βιβλία της είναι ιστορικά παραμύθια και έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ισπανικά. Ασχολείται, επίσης, με τη λογοτεχνική μετάφραση και έχει μεταφράσει πάνω από 500 βιβλία, τα μισά από τα οποία είναι για παιδιά. Έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Stefan Zweig, Ian Fleming, Hannah Kent, Joseph Roth και Judith Hermann.
Για τις μεταφράσεις της έχει βραβευτεί τρεις φορές από τη Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας. Διετέλεσε πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Επαγγελματιών Μεταφραστών και μέλος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, μεταξύ 2000-2004.