
Με αφορμή την επέτειο 20 χρόνων από την κυκλοφορία του μυθιστορήματός του «Μην μ’ αφήσεις ποτέ» (εκδ. Ψυχογιός), ο Καζούο Ισιγκούρο [Kazuo Ishiguro] καταθέτει τους προβληματισμούς του για την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Επιμέλεια: Book Press
Η αφορμή για τη συνέντευξη που έδωσε στη βρετανική εφημερίδα Guardian o Καζούο Ισιγκούρο δόθηκε με την επανακυκλοφορία του μυθιστορήματός του Μην μ’ αφήσεις ποτέ (μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Ψυχογιός).
Είκοσι χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του πιο επιτυχημένου βιβλίου του που συνεχίζει να ανανεώνει το κοινό του ενώ έχει μεταφερθεί τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο, ο Ισιγκούρο λέει ότι μαζί με τον Θαμμένο γίγαντα και την Κλάρα και τον ήλιο (μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Ψυχογιός, αμφότερα), το βιβλίο πραγματεύεται την ανάγκη κάθε ανθρώπου για επιβίωση και τον φόβο του θανάτου. Η παράκληση στον τίτλο δεν απευθύνεται μονάχα σε κάποιον εραστή, αλλά στην ίδια τη ζωή:
«Υπάρχει κάποιου είδους θάρρος, μια επιβεβαίωση της θετικής πλευράς του να είσαι ζωντανός, στο ένστικτο που σε κάνει να λες: κοίτα, δεν ήταν εύκολο να αποκτήσω αγάπη, οικογένεια και φίλους, αλλά το έχω κάνει και σίγουρα μπορούμε όλοι μας να αποκτήσουμε λίγο περισσότερα».
Στο βιβλίο, που έχει στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, πρωταγωνιστεί μια ομάδα τριών νεαρών κλώνων, δημιουργημένοι αποκλειστικά για να γίνουν δωρητές οργάνων. Η τριάδα προσπαθεί να πείσει τους δημιουργούς της πως αξίζουν να ζήσουν μετά από τις εγχειρήσεις στις οποίες πρόκειται να υποβληθούν, εφόσον αγαπούν πραγματικά ο ένας τον άλλον, επομένως αποτελούν «πραγματικούς ανθρώπους».
Η επιτυχία του μυθιστορήματος, κατά τον Ισιγκούρο, οφείλεται στο ότι το βιβλίο ήταν, κατά κάποιον τρόπο, μέρος της «λογοτεχνίας για νεαρούς ενήλικες» («Young adult fiction»), προτού «εφευρεθεί» η συγκεκριμένη ταμπέλα, που χρησιμοποιείται εν μέρει για λόγους μάρκετινγκ. «Δεν απευθύνεται απαραίτητα σε νέους, αλλά έχει πολλά από τα στοιχεία που στις μέρες μας χαρακτηρίζουν τη λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες: παιδιά που πηγαίνουν μαζί σχολείο, ζήλια, μικρές αψιμαχίες για εξουσία· είναι ένα βιβλίο για νέους που ύστερα επεκτείνεται αλλού», λέει.
Αν και το βιβλίο του διαβάζεται ως ένα YA μυθιστόρημα έχει ενδιαφέρον ότι Ισιγκούρο φαίνεται να απορρίπτει τους όρους «νεανική μυθοπλασία» και «επιστημονική φαντασία», δηλώνοντας τον θαυμασμό του για εκείνα τα έργα που αναμειγνύουν συστατικά από διάφορα είδη. Ιδιαίτερα ο όρος «επιστημονική φαντασία» αρχίζει να μοιάζει παρωχημένος στις ημέρες μας, με την τόσο εκτεταμένη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης.
«Έχω γίνει αρκετά επιφυλακτικός ως προς τη δύναμη να προκαλώ συναισθήματα»
Ο Ισιγκούρο καταθέτει κι έναν πολύ γόνιμο προβληματισμός του αφορά την πρόκληση συναισθημάτων: «Έχω γίνει αρκετά επιφυλακτικός ως προς τη δύναμη να προκαλώ συναισθήματα στους αναγνώστες - και αυτό είναι το χάρισμα, αν θέλετε, για το οποίο με έχουν επαινέσει - το βραβείο Νόμπελ λέει μάλιστα για τη γραφή μου ότι είναι «συναισθηματικά ισχυρή». Και στο μεγαλύτερο μέρος της συγγραφικής μου ζωής, έτσι εξηγούσα τη δουλειά μου. Θα έλεγα ότι δεν θα μάθετε πολλά για την ιστορία από εμένα ·πηγαίνετε σε έναν ιστορικό. Ωστόσο, ένας μυθιστοριογράφος μπορεί να δώσει τη συναισθηματική διάσταση. Προσφέρουμε κάποιο είδος συναισθηματικής αλήθειας που δεν υπάρχει στη μη μυθοπλασία, όσο σχολαστικά καλά και αν είναι ερευνημένη και τεκμηριωμένη».
Και έτσι αισθάνομαι ότι αυτή η δύναμη να προκαλείς πραγματικά συναισθήματα στους ανθρώπους και να δημιουργείς φαινομενικές συναισθηματικές αλήθειες, είναι ένα αρκετά περίεργο πράγμα».
Τα τελευταία χρόνια, όμως, ανησυχεί όλο και περισσότερο ότι οι πολιτικοί απευθύνονται στα ένστικτα των ανθρώπων και όχι σε απτά στοιχεία. «Στην εποχή της μετα-αλήθειας (post truth) του Τραμπ, υπάρχει αυτή η ανελέητη επίθεση στα μέσα ενημέρωσης. Δεν είναι μόνο ο Τραμπ: είναι μια γενική ατμόσφαιρα ότι όποια και αν είναι τα στοιχεία, αν δεν σας αρέσουν, μπορείτε απλώς να διεκδικήσετε κάποια εναλλακτική συναισθηματική αλήθεια για τον εαυτό σας. Το όλο καθεστώς του τι μπορεί να είναι αλήθεια έχει θολώσει πολύ τελευταία. Και έτσι αισθάνομαι ότι αυτή η δύναμη να προκαλείς πραγματικά συναισθήματα στους ανθρώπους και να δημιουργείς φαινομενικές συναισθηματικές αλήθειες, είναι ένα αρκετά περίεργο πράγμα».
Και συνεχίζοντας τη σκέψη του, ο Ισιγκούρο λέει ότι «η Τεχνητή Νοημοσύνη θα γίνει πολύ καλή στη χειραγώγηση των συναισθημάτων. Νομίζω ότι βρισκόμαστε πολύ κοντά σε μια τέτοια κατάσταση. Προς το παρόν σκεφτόμαστε απλώς την ΤΝ να επεξεργάζεται δεδομένα ή κάτι τέτοιο. Αλλά πολύ σύντομα, η ΤΝ θα είναι σε θέση να καταλάβει πώς προκαλούνται ορισμένα είδη συναισθημάτων στους ανθρώπους, όπως θυμός, θλίψη, γέλιο».
«Είναι κάτι που όλο και περισσότερο με κάνει να αισθάνομαι άβολα, επειδή δεν έχω επαινεθεί για το απίστευτο στυλ μου ή επειδή στη μυθοπλασία μου εξέθεσα μεγάλες αδικίες στον κόσμο. Συνήθως με επαινούν επειδή παράγω πράγματα που κάνουν τους ανθρώπους να κλαίνε».
Σε μια κοινωνία μετα-αλήθειας, λοιπόν, στην οποία η τεχνητή νοημοσύνη και οι αλγόριθμοι είναι ισχυρά εργαλεία, αρκεί η μυθοπλασία να δίνει μια συναισθηματική γροθιά, είναι το ερώτημα που του θέτει ο Guardian. Και απαντά: «Αν χρησιμοποιούσα αυτού του είδους το χάρισμα για την υπηρεσία ενός πολιτικού ή για μια μεγάλη εταιρεία που ήθελε να πουλήσει φαρμακευτικά προϊόντα, δεν θα το θεωρούσατε απαραίτητα αξιέπαινο, θα ήσασταν ιδιαίτερα καχύποπτοι. Αλλά αν το κάνω στην υπηρεσία της αφήγησης μιας ιστορίας, αυτό θεωρείται κάτι πραγματικά πολύτιμο. Είναι κάτι που όλο και περισσότερο με κάνει να αισθάνομαι άβολα, επειδή δεν έχω επαινεθεί για το απίστευτο στυλ μου ή επειδή στη μυθοπλασία μου εξέθεσα μεγάλες αδικίες στον κόσμο. Συνήθως με επαινούν επειδή παράγω πράγματα που κάνουν τους ανθρώπους να κλαίνε». Και όπως σημειώνει ο Guardian, συμπληρώνει γελώντας: «Μου έδωσαν βραβείο Νόμπελ γι' αυτό».
Εκφράζοντας τους παραπάνω προβληματισμούς, ο Ισιγκούρο ζητά από τη βρετανική κυβέρνηση να προστατέψει τα δικαιώματα των συγγραφέων και των καλλιτεχνών, καθώς, όπως λέει, εκείνοι γνωρίζουν πραγματικά πόσο σημαντική είναι η αφήγηση των ιστοριών για τον πολιτισμό μας.