kourtovik o hxos kentriki

Για το μυθιστόρημα «Ο ήχος της σιωπής της» τους Δημοσθένη Κούρτοβικ (εκδ. Εστία), «ένα βιβλίο-επιστέγασμα, όπου όλες οι πλευρές του συγγραφέα, ο λογοτέχνης, ο δοκιμιογράφος, ο αθηναιογράφος, ο ανθρωπολόγος, αλλά και ο πληγωμένος γιος, συναιρούνται αρμονικά, σε έναν καμβά προσωπικό, ελληνικό και συνάμα πανανθρώπινο».

Γράφει ο Κ.Β. Κατσουλάρης

Δεκάξι χρόνια έχουν περάσει από την κυκλοφορία του προηγούμενου μυθιστορήματος του Δημοσθένη Κούρτοβικ, Τι ζητούν οι βάρβαροι (Ελληνικά Γράμματα, 2008, Εστία 2012), αλλά στο μεταξύ έχει εκδοθεί η συλλογή διηγημάτων Λαχανόρυζο του Σταυρού (Εστία 2012), την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε προάγγελο του βιβλίου που συζητάμε σήμερα, τουλάχιστον από δύο πλευρές: Έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, που σπάνιζαν στα προηγούμενα πεζογραφικά έργα του ΔΚ, και διακρίνεται από παρόμοια θερμοκρασία γραφής [1]. Τούτων λεχθέντων, το Ο ήχος της σιωπής της αποτελεί τομή στη μέχρι σήμερα πεζογραφία του Κούρτοβικ, και την ίδια στιγμή συνιστά μια στιβαρή πρόταση για ένα μοντέρνο, αυτομυθοπλαστικό, υβριδικό μυθιστόρημα. 

hestia kourtovik hxos siopis tis

Ένα αξέχαστο καλοκαίρι

Το βιβλίο αρχίζει να γράφεται μετά τον θάνατο της μητέρας του συγγραφέα, το καλοκαίρι του 2015, ένα καλοκαίρι πυκνό σε γεγονότα (δημοψήφισμα, κλείσιμο των τραπεζών, άρον άρον υιοθέτηση μνημονίων από την αντιμνημονιακή συγκυβέρνηση και πολλά ακόμη λιγότερο προφανή). Ο θάνατος της μητέρας, σχεδόν στα 100 της χρόνια, συνέπιπτε έτσι με μια οριακή στιγμή για την Ελλάδα, καθόλου άσχετη με τα βαθύτερα θέματα του μυθιστορήματος. Έμπειρος συγγραφέας, ο ΔΚ, δεν θα άφηνε τη συγκυρία ανεκμετάλλευτη.

Το κεντρικό εύρημα του βιβλίου, που προβάλει ως μυστήριο προς διαλεύκανση, αφορμάται από κάποιες παράξενες φράσεις που φαίνεται να ψέλλισε η μητέρα στο νεκροκρέβατο, λίγο πριν φύγει οριστικά από τη ζωή. Καθ’ όλο το ξετύλιγμα της αφήγησης οι φράσεις αυτές λειτουργούν ως χρησμός, οδηγώντας τον αφηγητή-γιο-συγγραφέα σε διαδοχικές υποθέσεις για το βαθύτερο νόημά τους. Το αίνιγμα αυτό (είτε πρόκειται για πραγματικό γεγονός είτε για επινόηση) αποδεικνύεται χρυσάφι για το «δέσιμο» του βιβλίου. Τα «τελευταία λόγια της» γίνονται το νήμα που μας καθοδηγεί από τη μία φάση αυτεπίγνωσης στην άλλη. Ταυτόχρονα λειτουργούν ως ζωντανή υπόμνηση για τη μεταφορική χρήση της γλώσσας, για το πώς οι λέξεις δύναται να αποτελέσουν μοναδικό κόμβο ανταπόκρισης της μνήμης σε συναισθήματα και αισθήσεις – δεν είναι «άδεια καύκαλα»...

Ποιοι ήταν όλοι εκείνοι οι άγνωστοι και άγνωστες που συνέρρευσαν στην κηδεία της, πλήθος δυσανάλογο με την αθόρυβη και ηθελημένα διακριτική ζωή της, όλοι και όλες τους με έναν καλό λόγο στο στόμα τους; Και συνεκδοχικά: Ποιος, πραγματικά, είμαι εγώ;

Η μητέρα, τώρα που δεν βρίσκεται στη ζωή, γίνεται το μεγάλο μυστήριο απέναντι στο οποίο στέκεται ο συγγραφέας, που κι αυτός πλέον διανύει την έβδομη δεκαετία της ζωής του, κάτι που προσδίδει μια υπαρξιακή επιτακτικότητα στην όλη του αναζήτηση. Ποια ήταν αυτή η γυναίκα, πραγματικά; Ποιοι ήταν όλοι εκείνοι οι άγνωστοι και άγνωστες που συνέρρευσαν στην κηδεία της, πλήθος δυσανάλογο με την αθόρυβη και ηθελημένα διακριτική ζωή της, όλοι και όλες τους με έναν καλό λόγο στο στόμα τους; Και συνεκδοχικά: Ποιος, πραγματικά, είμαι εγώ; Γιατί πέρασα όλη μου τη ζωή με το αίσθημα ότι πουθενά δεν χωράω ολόκληρος, ότι είμαι αταίριαστος και διαφορετικός; Κι ακόμη βαθύτερα: Έχει αυτό το μυστήριο να κάνει και με την αμφιθυμία μου απέναντι στη μητέρα-πατρίδα, από την οποία θέλησα να φύγω πολύ νέος, για να διαπιστώσω ότι «κοντά της δεν αντέχω και μακριά της δεν μπορώ»;

sepolia 2

Διπλή αναδρομή

Με αυτά τα ερωτήματα στην καμπούρα του (ή στη φαρέτρα του, σε μια πιο θετική προοπτική), ο συγγραφέας ξεκινά μια διεργασία που έχει διπλό χαρακτήρα: Μιας αναδρομής μέσω της μνήμης και του σκαψίματος στον εαυτό, αλλά και μιας έρευνας σε χώρους, τόπους, φωτογραφίες και λογής λογής τεκμήρια. Απόφαση πρώτη: Επιστροφή, μετά από πολλά χρόνια, στον «τόπο του εγκλήματος», στα Σεπόλια. Στο σπίτι και τη γειτονιά όπου κατέφυγαν οικογενειακά, μετά τον θάνατο του πατέρα, εκείνος και η αδερφή του με τη μητέρα τους, κοντά στην ευρύτερη μητρογονική οικογένεια. Μια λαϊκή και συνάμα αστυακή συνοικία, όπου ο δεκάχρονος αφηγητής γεννήθηκε για δεύτερη φορά. Η επιστροφή αυτή είναι ταυτόχρονα μια κατάδυση στην παιδική-εφηβική ηλικία, που μας δίνει μερικές από τις πιο γλαφυρές και συγκινητικές σελίδες του βιβλίου (η συγκίνηση εδώ δεν πυροδοτείται από «συγκινημένες εκφράσεις», το συναίσθημα προκύπτει φυσικά, δεν εκβιάζεται).

Μια υπόμνηση: Όλα όσα μας εκθέτει ο συγγραφέας για τα Σεπόλια, και πρωτίστως ό,τι αφορά τους ανθρώπους που γνώρισε εκεί (ο μανάβης ο αγριάνθρωπος και η κυρα-Μαρία του, ο «Σχολαστικούρας», το ζεύγος Αλίκης και Παύλου Σ., και τόσες άλλες μορφές που παρελαύνουν ζωντανεμένες από τις λέξεις και τις θύμησες) δεν υπηρετούν μια νοσταλγική διάθεση αναψηλάφησης του παρελθόντος· συναποτελούν μέρος της λύσης του μυθιστορήματος όπως αυτή αρθρώνεται στα τελευταία κεφάλαια, με την προσθήκη και άλλων ανθρωπότυπων στην άτυπη πινακοθήκη παλιών Ελλήνων

Στάσεις σε κομβικές στιγμές

Το μυθιστόρημα κάνει στάσεις σε κομβικές στιγμές της ζωής του αφηγητή, από την παιδική του ηλικία μέχρι και την απόλυσή του από τον στρατό (η σκηνή με τους δύο εχθρευόμενους μονιμάδες που «τα βρίσκουν» με ένα ζεϊμπέκικο είναι πολύ δυνατή), αφού πρώτα ολοκληρώνει ένα μεγάλο πέρασμα από τα πρώτα «γερμανικά χρόνια» του: Συγκρίσεις νοοτροπιών, έντονη πολιτικοποίηση αλλά και πρώτες αποστάσεις, ανάμιξη σε θεατρικά δρώμενα, τουλάχιστον ένας μεγάλος και ματαιωμένος έρωτας.

Χωρίς να υπερερμηνεύει, συνδέοντας λέξεις-κλειδιά από τα «τελευταία λόγια» της μητέρας του, ο αφηγητής καταφέρνει να υποβάλει τη συναισθηματική ματαίωση που ίσως σήμαινε για εκείνη αυτή η απαγόρευση, ένα εξηγητικό πλαίσιο για κατοπινές αινιγματικές πλευρές της.

Συναισθηματικό αλλά και δραματουργικό highlight του βιβλίου αποτελεί η ανακάλυψη μιας παλιάς φωτογραφίας της μητέρας του, πριν από τον γάμο της, να ποζάρει μαζί με άλλες κοπέλες κι έναν μεγαλύτερο άντρα, από την εποχή που σπούδαζε σε δραματική σχολή – περίοδος που έληξε κακήν κακώς με την επέμβαση του συντηρητικού αδερφού. Συνδέοντας λέξεις-κλειδιά από τα «τελευταία λόγια» της μητέρας του με μια αφιέρωση πάνω στη φωτογραφία («Στη Νόρα» γράφει η αφιέρωση, πιθανή αναφορά στην ιψενική ηρωίδα του Κουκλόσπιτου), ο αφηγητής καταφέρνει να υποβάλει τη συναισθηματική ματαίωση που ίσως σήμαινε για εκείνη αυτή η απαγόρευση, ένα εξηγητικό πλαίσιο για κατοπινές αινιγματικές πλευρές της.

Ένθετα στην όλη σύνθεση εντάσσονται δύο μισοτελειωμένα κείμενα, εν είδει διάλεξης που θα έδινε ο συγγραφέας σε ένα συνέδριο στη Γερμανία, όπου τελικά ποτέ δεν πήγε. Αυτά του δίνουν την ευκαιρία να εκφράσει απόψεις για ζητήματα ταυτότητας, στο ευρωπαϊκό πλαίσιο αλλά και σε σχέση με τον «δικαιωματισμό», που συνομιλούν έμμεσα με το υλικό του βιβλίου.

Και πάλι όμως, στο όνειρο όπως και στη ζωή, η μητέρα δεν ανοίγει πλήρως τα χαρτιά της, η κρούστα δεν σπάει, κι ο ήρωας δεν παίρνει τις πληρέστερες απαντήσεις που θα επιθυμούσε...

Επιπλέον, προς το τέλος εντάσσονται δύο ακόμη ετερογενή αφηγηματικά υλικά: Πρώτον, η επιστολή μιας αναγνώστριας που έχει διαβάσει το μυθιστόρημα περί του οποίου γίνεται λόγος, και ασκεί μια ορισμένη κριτική, από γυναικεία ή και φεμινιστική σκοπιά. (Προφανής η ειρωνική ή προληπτική λειτουργία αυτής της παρέμβασης). Δεύτερον, παρατίθεται, εν είδει ονείρου ή ζωντανής ονειροπόλησης, ένας διάλογος με τη μητέρα του, όπου ο αφηγητής τής θέτει, με σπαρακτικό τρόπο, τα ερωτήματα που τον βασανίζουν μέσα και έξω από το βιβλίο. «Μεγάλωσα σε έναν κόσμο με χαραμισμένα ταλέντα, με ακρωτηριασμένες προσωπικότητες», της λέει κάποια στιγμή, ελπίζοντας ίσως σε μια πιο συναισθηματική αντίδραση. Η ίδια, άλλωστε, είχε αναγκαστεί να αφήσει το θέατρο, είχε υποστεί έναν «ακρωτηριασμό»... Και πάλι όμως, στο όνειρο όπως και στη ζωή, η κρούστα δεν σπάει, κι ο ήρωας δεν παίρνει τις πληρέστερες απαντήσεις που θα επιθυμούσε (παίρνει, ωστόσο, μια κάποια απάντηση). Η σκηνή αυτή, με την οποία το βιβλίο κλείνει, μετά από όσα έχουν προηγηθεί, είναι έξοχη: Άνοιγμα στην επουλωτική λειτουργία της λογοτεχνίας, αλλά χωρίς υπερβολές: Η ίαση μέσα από τις λέξεις είναι πάντα μερική.

Ενα σύγχρονο μυθιστόρημα

Καταλήγοντας: Ο Δημοσθένης Κούρτοβικ πέτυχε όλους τους στόχους που φαίνεται να έθεσε με το μυθιστόρημά του: προσωπικούς, αισθητικούς, φιλοσοφικούς (with flying colors, που λέει μια ωραία έκφραση στα αγγλικά). Σε προσωπικό επίπεδο η ανάδυση αυτού του τόσο ευαίσθητου αυτοβιογραφικού υλικού ενέχει αναμφίβολα μια παρηγορητική διάσταση. Είναι ένας πολλαπλός αποχαιρετισμός: στη γνωστή άγνωστη μητέρα, στην παιδική και εφηβική ηλικία, σε μια ολόκληρη εποχή. Σε αισθητικό επίπεδο, Ο ήχος της σιωπής της είναι ένα σύγχρονο μορφολογικά μυθιστόρημα, που συνδυάζει την προσωπική εκμυστήρευση με την μαρτυρία, το δοκίμιο και την αναδίφηση σε αρχεία, ενώ εμπλουτίζεται και από ετερογενή αφηγηματικά υλικά, χωρίς να πέφτει στην παγίδα της μεταμοντέρνας φλυαρίας («anything goes, ας ρίξω μέσα ό,τι έχω και δεν έχω να βγει χορταστικό») – εξού και είναι ένα εξαιρετικά οικονομημένο βιβλίο.

Στο επίπεδο της φράση-τη-φράση γραφής είναι σε όλο του το εύρος απολαυστικό, χωρίς εκφραστικούς ακκισμούς ή φιγουρατζίδικες γλωσσικές πιρουέτες...

Στο επίπεδο της φράση-τη-φράση γραφής είναι σε όλο του το εύρος απολαυστικό, χωρίς εκφραστικούς ακκισμούς ή φιγουρατζίδικες γλωσσικές πιρουέτες (δεν θα χρειαστεί να ανατρέξεις στο λεξικό, η γλώσσα είναι απλή, αλλά κάθε λέξη είναι στη θέση της), ενώ συχνότατα είναι και εξόχως ευρηματικό. Μιλώντας, για παράδειγμα, για τη σχέση του με τα Σεπόλια και την Ελλάδα, γράφει: «Γεννήθηκα δέκα χρονών στα Σεπόλια. Αυτά έγιναν η πατρίδα μου, αυτά το πρόπλασμα της δικής μου Ελλάδας, που θα με βασάνιζε ολοένα σαν μια αναπάντητη απορία, […] μια σκοτεινή έλξη, όπως του ανάπηρου για την αναπηρία του» (σ. 32). Και λίγο παρακάτω: «Οι μυρωδιές, ο άυλος σκελετός της μνήμης» (σ. 33). Όταν πάλι χρειάζεται απλώς να περιγράψει, το κάνει με ακρίβεια και παραστατικότητα, χωρίς υπερχειλίζοντα λυρισμό: «Τα ξέφραγα οικόπεδα όπου θρασομανούσαν τσουκνίδες κι αγριόχορτα και ανάμεσά τους έβλεπες παλιόχαρτα, σαμπρέλες αυτοκινήτου και σκουριασμένα κονσερβοκούτια. Τις υγρές μέρες το μαύρο χώμα τους ανάδινε μια σάπια μυρωδιά». (σ. 41)

Το προσωπικό αίνιγμα συναντά το συλλογικό δράμα

Τέλος, σε φιλοσοφικό επίπεδο είναι έντιμο και βαθύ: Φέρνει μια οικογενειακή υπόθεση στο σημείο της σύντηξής της με το κοινό μας δράμα. Η λύση του προσωπικού μυστηρίου («τι ήθελε να μας πει η μητέρα με τα τελευταία λόγια της») συναντά την έκφραση της υπαρξιακής αγωνίας («ποιος είμαι, πού είναι το σπίτι μου») και μαζί ανταμώνουν το συλλογικό αίσθημα, αυτό μιας οριστικής απώλειας που τόσο όμορφα αναδεικνύεται μέσα από τους ανθρωπότυπους που χάνονται μαζί με την εποχή που τους γέννησε. Ο μανάβης των Σεπολίων και οι στρατιωτικοί συναντούν μορφές της σύγχρονης αθηναϊκής ζωής, μαζί με σκέψεις για το πώς η απώλεια αυτή (απώλεια ενός τρόπου ζωής, μια πατρίδας, μιας γλώσσας, μα πρωτίστως μιας στάσης) εκφράζεται ως σύμπτωμα σε φαινομενικά ασήμαντες πλευρές της σύγχρονης ζωής, όπως οι ελληνοπρεπείς ταμπέλες πολλών μαγαζιών («Θερμοπώλιον», «Ορθοποτείον» κ.ά.). Αλλά και το ίδιο αυτό το συλλογικό αίνιγμα, δεν λύνεται ποτέ οριστικά. Ετούτος ο Οιδίποδας παραμένει μέχρι τέλους χωρίς απόλυτη λύτρωση.

Ένα βιβλίο-επιστέγασμα, όπου όλες οι πλευρές του συγγραφέα, ο λογοτέχνης, ο δοκιμιογράφος, ο αθηναιογράφος, ο ανθρωπολόγος, αλλά και ο πληγωμένος γιος συναιρούνται αρμονικά, σε έναν καμβά προσωπικό, ελληνικό και συνάμα πανανθρώπινο...

Θα αδικούσα παλιότερες δουλειές του αν ισχυριζόμουν ότι Ο ήχος της σιωπής της είναι το καλύτερο μυθιστόρημα του Δημοσθένη Κούρτοβικ; Ενδεχομένως. Σε κάθε περίπτωση, είναι ένα βιβλίο-επιστέγασμα, όπου όλες οι πλευρές του συγγραφέα, ο λογοτέχνης, ο δοκιμιογράφος, ο αθηναιογράφος, ο ανθρωπολόγος, αλλά και ο πληγωμένος γιος, συναιρούνται αρμονικά σε έναν καμβά προσωπικό, ελληνικό και συνάμα πανανθρώπινο.

 1. Εννιά χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το Η ελιά και η φλαμουριά – Ελλάδα και κόσμος, άτομο και ιστορία στην ελληνική πεζογραφία, 1974-2020 (Πατάκης, 2021), που αποτελεί την ολοκληρωμένη κατάθεση του κριτικού Δημοσθένη Κούρτοβικ στην πάντα ανοιχτή και γόνιμη συζήτηση για την ελληνική πεζογραφία από τη Μεταπολίτευση μέχρι και πρόσφατα. Αν και οι θεματικές που τον απασχολούν στην Ελιά απαντούν και στο τελευταίο του μυθιστόρημα, διαχωρίζω το κριτικό του έργο από το αμιγώς πεζογραφικό που μας απασχολεί σε αυτό το σημείωμα.

Ο Κ.Β. Κατσουλάρης είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. 

politeia deite to vivlio 250X102

 

 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Η κούκλα» της Δάφνης ντι Μωριέ – Ιδανική εισαγωγή στο έργο της σπουδαίας Αγγλίδας συγγραφέα

«Η κούκλα» της Δάφνης ντι Μωριέ – Ιδανική εισαγωγή στο έργο της σπουδαίας Αγγλίδας συγγραφέα

Tη Δάφνη ντι Μωριέ [Daphne du Maurier] τη γνωρίζουμε ήδη, αν όχι από τα βιβλία της, σίγουρα μέσα από κάποια από τις θαυμάσιες ταινίες που βασίστηκαν σε αυτά. Παράδειγμα, η «Ρεβέκκα» ή «Τα πουλιά», δυο από τις γνωστότερες ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ, ή το υποβλητικό «Με...

«Deepfake» του Μάκη Μαλαφέκα – Νουάρ με ελληνικό χρώμα

«Deepfake» του Μάκη Μαλαφέκα – Νουάρ με ελληνικό χρώμα

Για το μυθιστόρημα του Μάκη Μαλαφέκα «Deepfake» (εκδ. Αντίποδες), ένα σπινταριστό νουάρ που μας μιλάει για σκοτεινές πλευρές της σύγχρονης Ελλάδας.

Γράφει ο Κ.Β. Κατσουλάρης

Ο Μάκης Μαλαφέκας γράφει πεζογραφήματα του είδους που αποκαλούμε νουάρ. Σ...

Γνωρίστε τους Νετανιάχου! – το αστείο και ιδιοφυές μυθιστόρημα του Τζόσουα Κοέν για τις ποικίλες εκδοχές της εβραϊκότητας

Γνωρίστε τους Νετανιάχου! – το αστείο και ιδιοφυές μυθιστόρημα του Τζόσουα Κοέν για τις ποικίλες εκδοχές της εβραϊκότητας

Για το βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημα του Τζόσουα Κοέν «Οι Νετανιάχου» (μτφρ. Παναγιώτης Κεχαγιάς, εκδ. Gutenberg), ένα μυθιστόρημα για τις ποικίλες εκδοχές της εβραϊκότητας, από τη Διασπορά μέχρι εκδοχές του Σιωνισμού. Στην κεντρική εικόνα, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, νεότερος, μαζί με τον αγαπημένο του πατέρα, Μπ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Τα άπαντα» του Φραντς Κάφκα (κριτική) – Ταξικό στοιχείο και εξουσία στο έργο του Κάφκα

«Τα άπαντα» του Φραντς Κάφκα (κριτική) – Ταξικό στοιχείο και εξουσία στο έργο του Κάφκα

Για την έκδοση του τόμου του Φραντς Κάφκα [Franz Kafka] «Τα Άπαντα: Πρόζες – Διηγήματα – Παραβολές – Στοχασμοί» (μτφρ. Χρίστος Αγγελακόπουλος, εκδ. Οξύ). Σκίτσα © Φραντς Κάφκα.

Γράφει η Λαμπριάνα Οικονόμου

Η τάξη και η λογ...

Το Βακχικόν Βιβλιοπωλείο επιστρέφει στη Στοά Φέξη

Το Βακχικόν Βιβλιοπωλείο επιστρέφει στη Στοά Φέξη

Το Βακχικόν Βιβλιοπωλείο επιστρέφει από τη Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024 στη νέα του στέγη, Πατησίων 14, στην ιστορική Στοά Φέξη, στο κέντρο της Αθήνας.

Επιμέλεια: Book Press

Ο νέος, ανανεωμένος χώρος που δημιούργησαν οι εκδόσεις Βακχικόν θα λειτουργεί ως έκθεση (showroom) όλων των νέ...

«Στάχτη στο στόμα» της Μπρέντα Ναβάρο (κριτική) – Ένας χειμαρρώδης μονόλογος για το πένθος και την τρωτότητα

«Στάχτη στο στόμα» της Μπρέντα Ναβάρο (κριτική) – Ένας χειμαρρώδης μονόλογος για το πένθος και την τρωτότητα

Για το βιβλίο της Μπρέντα Ναβάρο [Brenda Navarro] «Στάχτη στο στόμα» (μτφρ. Ασπασία Καμπύλη, εκδ. Carnivora). Στην κεντρική εικόνα, ο πίνακας «Στάχτες» [1895], του Edvard Munch.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

Με μια πτώση ε...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Ανταρκτική» της Κλερ Κίγκαν (προδημοσίευση)

«Ανταρκτική» της Κλερ Κίγκαν (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη συλλογή διηγημάτων της Κλερ Κίγκαν [Claire Keegan] «Ανταρκτική» (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου), η οποία θα κυκλοφορήσει στις 3 Δεκεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

ΟΙ ...

«Σωματογραφία» της Εύας Στάμου (προδημοσίευση)

«Σωματογραφία» της Εύας Στάμου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Εύας Στάμου «Σωματογραφία», το οποίο κυκλοφορεί στις 2 Δεκεμβρίου από τος εκδόσεις Αρμός.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Κεφάλαιο 2ο

Εκείνη την εποχή καταπιανόμουν με την κατα...

«Μπάρμπα Μάρογιε» του Μάριν Ντζιτς (προδημοσίευση)

«Μπάρμπα Μάρογιε» του Μάριν Ντζιτς (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το θεατρικό έργο του Μάριν Ντζιτς [Marin Držić] «Μπάρμπα Μάρογιε» (μτφρ. Irena Bogdanović), το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

ΤΡΙΤΗ ΠΡΑΞΗ


...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τρεις νέες πεζογραφικές φωνές από τις εκδόσεις Βακχικόν

Τρεις νέες πεζογραφικές φωνές από τις εκδόσεις Βακχικόν

Τρία μυθιστορήματα που μόλις κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Βακχικόν με τα οποία οι συγγραφείς τους συστήνονται στο αναγνωστικό κοινό με σύγχρονες και ιδιαίτερες ιστορίες.

Επιμέλεια: Book Press

Γιούλη Γιανναδάκη ...

Βία κατά των Γυναικών: 5 βιβλία σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας μας αφυπνίζουν

Βία κατά των Γυναικών: 5 βιβλία σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας μας αφυπνίζουν

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, προτείνουμε πέντε σύγχρονα βιβλία ελληνικής πεζογραφίας που καταπιάνονται με τη λεκτική, σωματική και σεξουαλική έμφυλη βία. «Σήκω από πάνω μου» (Μεταίχμιο) της Λίνας Βαρότση, «Μια γυναίκα απολογείται» (Τόπος) της Μαρίας Λούκα, «Διήγημας (Ακυ...

Μητέρα, κόρη, άλλο: Πέντε μυθιστορήματα για τη σχέση μάνας παιδιού

Μητέρα, κόρη, άλλο: Πέντε μυθιστορήματα για τη σχέση μάνας παιδιού

Πέντε σύγχρονα βιβλία μεταφρασμένης πεζογραφίας, τα οποία αναδεικνύουν τις πολλές εκφάνσεις της μητρότητας και την πολυσήμαντη σχέση μάνας-κόρης (τα τέσσερα από τα πέντε).

Γράφει η Φανή Χατζή

Ο E.M. Forster έγραψε στην ...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2023

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book

ΦΑΚΕΛΟΙ