Μια μέρα σαν σήμερα, 23 Σεπτεμβρίου 1973, έφυγε από την ζωή ο Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούδα. Ο ευγενικός γίγαντας με την τραγιάσκα, ο συγγραφέας του επαναστατικού Canto General, ένας ήρωας για τους συμπατριώτες τους κι ένα οικουμενικό σύμβολο, τιμήθηκε το 1971 με το βραβείο Νόμπελ.
Του Ευθύμιου Σακκά
Το όνομά του ήταν Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασοάλτο και πολύ αργότερα υιοθέτησε το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα, Ο πατέρας του δούλευε ως υπάλληλος στην σιδηροδρομική εταιρία της Χιλής και η μητέρα του ήταν δασκάλα, αλλά απεβίωσε χτυπημένη από φυματίωση λίγες μόνο μέρες μετά την γέννηση του γιου της στην πόλη Παράλ στις 12 Ιουλίου 1904. Έπειτα από τρία χρόνια θα μετακομίσει με τον πατέρα του στην πόλη Τεμούκο, όπου και θα περάσει την παιδική του ηλικία.
Δύο ευχάριστα γεγονότα συνέβησαν στο Νερούδα εκείνη την εποχή. Πρώτα ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά και η νέα σύζυγός του περιέβαλε με αγάπη και φροντίδα τον γιο τής οικογένειας μ’ αποτέλεσμα ο ποιητής να την αποκαλεί αργότερα «φύλακα άγγελο της νεαρής του ηλικίας» κι έπειτα είχε την ευτυχία να γνωριστεί με την διευθύντρια του τοπικού σχολείου θηλέων. Δεν ήταν άλλη από την συγγραφέα και μετέπειτα Νομπελίστρια Γκαμπριέλα Μιστράλ.Και οι δυο τους τιμώνται στην πατρίδα τους και το έργο τους αποτελεί αντικείμενο μελετών που διαρκώς ανανεώνονται.
Ο Νερούδα είχε αρχίσει από μικρή ηλικία να γράφει διηγήματα και ποιήματα που δημοσιεύονταν σε τοπικά έντυπα, αλλά ο πατέρας του αδιαφορούσε πλήρως γι’ αυτή του την κλίση κι έτσι βρήκε συμπαράσταση στην Μιστράλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απαξίωση του πατέρα του γι’ αυτή την ενασχόλησή του ήταν ο λόγος που είχε αρχίσει να υπογράφει με λογοτεχνικά ψευδώνυμα, ώσπου κατέληξε στο Πάμπλο Νερούδα. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νεφταλί Ρικάρντο Ρέγιες Μπασοάλτο.
Με την ενηλικίωσή του θα εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα της Χιλής για να σπουδάσει στο τμήμα της Γαλλικής Φιλολογίας, ενώ παράλληλα εκδίδει τα πρώτα χρόνια δύο ποιητικές συλλογές, με την δεύτερη ονόματι «Είκοσι ποιήματα αγάπης και ένα τραγούδι απόγνωσης» να γνωρίζει μεγάλη επιτυχία και να καθιερώνει το όνομά του στους ποιητικούς κύκλους της χώρας. Η συνέχεια θα είναι ανάλογη αλλά ο Νερούδα δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα προς το ζην μέσα από την γραφή κι έτσι διορίζεται στο Διπλωματικό Σώμα κι αρχίζει τα ταξίδια ανά την υφήλιο.
Η επαφή του με τα οικουμενικά προβλήματα θα στρέψει την ποίησή του σε πιο πολιτικοποιημένα θέματα και η γνωριμία του με τον Λόρκα θα δώσει το έναυσμα για την σουρεαλιστική αισθητική του. Το πιο αντιπροσωπευτικό ποίημα εκείνης της περιόδου είναι το «Canto General» (Οικουμενικό τραγούδι) που αποτυπώνει ξεκάθαρα τις μαρξιστικές θέσεις του ποιητή και που μελοποιήθηκε επικά από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Οι θέσεις αυτές είναι που θα του στοιχήσουν και την εξορία από την πατρίδα του το 1948 όταν επικρατεί η δικτατορία του Βιντέλα. Για την ακρίβεια επρόκειτο για απόδραση στην Αργεντινή με την συνδρομή του συγγραφέα Αστούριας κι από εκεί με την βοήθεια του Πάμπλο Πικάσο καταφέρνει να μεταβεί στο Παρίσι. Κατά το τετραετές αυτό διάστημα πάντως η πένα του δεν σίγησε, αλλά τουναντίον τον έκανε γνωστό σε όλη την υφήλιο, μ’ αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον ο κορυφαίος Λατινοαμερικάνος ποιητής στην ιστορία των γραμμάτων.