Μια μέρα σαν σήμερα, 27 Μαΐου 1939, πέθανε στο Παρίσι ο Αυστριακός συγγραφέας Γιόζεφ Ροτ.
Του Λεωνίδα Καλούση
Είχε γεννηθεί κάτι λιγότερο από 45 χρόνια νωρίτερα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1894 σε μια μικρή πόλη της ανατολικής Γαλικίας, το Μπρόντι. Ένα παιδί γεννημένο στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, σε έναν τόπο που σήμερα είναι ουκρανικό έδαφος, εγκαταλελειμμένο από πατέρα, τον Ναχούμ Ροτ, και μεγαλωμένο φτωχικά από τη μητέρα του και τον θείο του. Όλοι τους γερμανόφωνοι Εβραίοι που μαζί με τα γερμανικά, μιλάνε γίντις και πολωνικά. Τελείωσε το γυμνάσιο του Μπρόντι το 1913 έχοντας ήδη δείξει ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία και το γράψιμο.
Από τα στενά όρια του Μπρόντι μετακινήθηκε στο Λβιβ ή Λεοντόπολις για να γραφτεί στο Πανεπιστήμιο, αλλά το φθινόπωρο του 1913 τον βρίσκει στη Βιέννη φοιτητή στη Φιλοσοφική Σχολή. Εκείνη τη χρονιά, 19χρονος νεαρός, θα έχει και την εμπειρία της συμμετοχής στο 11ο Σιωνιστικό Συνέδριο, στο οποίο είχε συμμετάσχει ως σύνεδρος και ο Φραντς Κάφκα.
(...) το 1919 είναι πια ένας σοσιαλιστής που υπογράφει τα κείμενά του ως «κόκκινος Ροτ».
Μέχρι το 1916, απογοητευμένος από το επίπεδο των σπουδών που κρίνει χαμηλό, έχει πια διακόψει τις σπουδές του. Ήδη από το 1914 με την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η μητέρα του ζει μαζί του σε ένα ταπεινό διαμέρισμα στη Βιέννη. Αφήνοντας τις σπουδές, κατατάσσεται στον στρατό, κρίνεται όμως ανίκανος για στράτευση. Επιμένει και τελικά στέλνεται στο μέτωπο αλλά σε θέση γραφέα. Έχει αρχίσει να δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα. Επιστρέφοντας οριστικά στη Βιέννη το 1919 είναι πια ένας σοσιαλιστής που υπογράφει τα κείμενά του ως «κόκκινος Ροτ». Συνεργάζεται σε μόνιμη βάση με την εφημερίδα Neuer Tag και περιστασιακά με την Neues Wiener Tagelblatt. Είναι η χρονιά που θα γνωρίσει την μέλλουσα σύζυγό του, την Φρηντλ (φωτογραφία), και που θα βγάλει για πρώτη φορά αυστριακό διαβατήριο.
Επόμενος σταθμός της ζωής του το Βερολίνο και η συνεργασία με γερμανικές εφημερίδες (Berliner Tageblatt, Berliner Bõrsen-Courier και Frankfurter Zeitung). Το 1923 του δόθηκε έτσι, με την δημοσιογραφική του ιδιότητα η ευκαιρία να ταξιδέψει ανά την Ευρώπη, από τη νότια Γαλλία ως την Αλβανία και τη Σοβιετική Ένωση.
Επιστρέφοντας στη Βιέννη έχει ήδη γνωριστεί με τον περίφημο εκδότη, και στενό φίλο του Κάφκα, τον Μαξ Μπρόντι που θα γίνει και δικός του εκδότης. Το πρώτο του μυθιστόρημα Ο ιστός της αράχνης δημοσιεύτηκε σε συνέχεις στη σοσιαλιστική εφημερίδα της Βιένης Arbeiter-Zeitung τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1923. Αποδείχθηκε προφητικό καθώς στο βιβλίο περιέγραφε απευχόμενος να συμβεί αυτό που έγινε: το αποτυχημένο πραξικόπημα Χίτλερ-Λούντεντορφ ή «πραξικόπημα της μπιραρίας». Ένα χρόνο μετά, το 1924, με τη νουβέλα Hotel Savoy αποδεικνύει πόσο καλά έχει συλλάβει το πνεύμα του καιρού του και των δυσοίωνων γεγονότων που έρχονται.
Προς το τέλος της δεκαετίας του '20 είναι καταξιωμένος και καλά αμειβόμενος για τις δημοσιογραφικές αποστολές που αναλαμβάνει και που καταλήγουν στη συγγραφή ταξιδιωτικών δοκιμίων («Στη νότιο Γαλλία», «Γράμματα από τη Γερμανία», «Ταξίδι στην Αλβανία»). Τα χρόνια αυτά σημαδεύονται από τη γνωριμία και τη φιλία που αναπτύσσει με τον Στέφαν Τσβάιχ και τη σύζυγό του αλλά και από την ψυχική νόσο της Φρηντλ και την έναρξη των νοσηλειών της σε νευρολογικές κλινικές.
Το μυθιστόρημα του Ιώβ, η ιστορία ενός απλού ανθρώπου γίνεται μεγάλη εμπορική επιτυχία και τυγχάνει αναγνώρισης από ομότεχνούς του όπως οι Ρόμπερτ Μούζιλ και Τόμας Μαν. Το 1932 κυκλοφορεί Το Εμβατήριο του Ραντέτσκυ, που θεωρείται το κορυφαίο μυθιστόρημά του. Ο σπουδαίος νομπελίστας Νοτιοαφρικανός συγγραφέας Τζ. Μ. Κουτσί έχει πει για αυτό:
«Το Εμβατήριο του Ραντέτσκυ είναι μια μεγαλειώδης ελεγεία για την Αυστρία των Αψβούργων, την οποία συνέθεσε κάποιος από τις παρυφές της αυτοκρατορικής επικράτειας. Ένα μεγάλο γερμανικό μυθιστόρημα από έναν συγγραφέα που μετά βίας ακροπατούσε στη γερμανική λογοτεχνική κοινότητα».
«Είναι καιρός να φεύγουμε. Θα καίνε τα βιβλία μας εννοώντας εμάς τους ίδιους».
Το 1933 είναι μια σημαδιακή, από κάθε άποψη χρονιά, για τον Ροτ. Η άνοδος του Χίτλερ τον ωθεί στο να εγκαταλείψει τη Γερμανία για πάντα. Άλλωστε είναι ο άνθρωπος που λίγο νωρίτερα έλεγε, έχοντας «διαβάσει» με απόλυτη διαύγεια τα μηνύματα της εποχής:
«Είναι καιρός να φεύγουμε. Θα καίνε τα βιβλία μας εννοώντας εμάς τους ίδιους. Όποιος λέγεται Βάσσερμαν, Ροτ, Ντέμπλιν, δεν έχει καιρό για χάσιμο. Πρέπει να φύγουμε για να ριχτούν μόνο τα βιβλία στην πυρά».
Από το '33 ζει στη Γαλλία, αρχικά στο Παρίσι, για λίγο στη Μασσαλία και τη Νίκαια και λίγο μετά οριστικά στο Παρίσι. Προοδευτικά γλιστράει στην αποχαύνωση του αλκόολ και αρχίζει να κλονίζεται η υγεία του. Το 1937 βαφτίζεται χριστιανός. Ζει σε ξενοδοχεία του Παρισιού και εκείνη την περίοδο κυκλοφορεί Το κάλπικο ζύγι - Η ιστορία ενός επιθεωρητή επί των μέτρων και σταθμών.
Πέθανε στο παρισινό νοσοκομείο Νεκέρ και η διάγνωση ήταν κίρρωση του ήπατος από την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Ένα χρόνο μετά τον θάνατό του οι Ναζί μπήκαν στο Παρίσι. Η Φρηντλ θα βρει φριχτό θάνατο, θύμα των ναζί, που το 1940 θα την μεταφέρουν στο Σλος Χαρτχάιμ, κοντά στο Λιντς, κέντρο ευθανασίας για ψυχικά νοσούντες, μαζί με άλλους νοσηλευόμενους σε ψυχιατρικά ιδρύματα.