Μια μέρα σαν σήμερα, 8 Απριλίου 1909, γεννήθηκε ο Αμερικανός συγγραφέας Τζον Φάντε. Ποιος; Ο Τζον Φ-Α-Ν-Τ-Ε! όπως θα απαντούσε ο άνθρωπος που ακούμπησε στο συγγραφικό του έργο και εκτόξευσε το δικό του, ο Τσαρλς Μπουκόβσκι.
Του Λεωνίδα Καλούση
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Γεννημένος στο Ντένβερ του Κολοράντο των Ηνωμένων Πολιτειών από γονείς ιταλικής καταγωγής, μεγάλωσε σε μια βαθιά συντηρητική και θρησκευόμενη οικογένεια. Οι εμπειρίες του στο σχολείο Ιησουητών του γέννησε την επιθυμία να σπάσει το κατεστημένο, να αποκτήσει ελευθερία, σεξουαλικές εμπειρίες και τελικά να γράψει. Οι απόπειρες του να κάνει πανεπιστημιακές σπουδές αποτυγχάνουν. Το 1929, την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, σε ηλικία 20 ετών φτάνει στο Λος Άντζελες όπου αρχικά πιάνει δουλειά σε εργοστάσιο κονσερβοποιΐας ψαριών κι ακολουθούν άλλες προσωρινές δουλειές.
Διαβάζει μανιωδώς. Το 1932 τον ανακαλύπτει ο διαβόητος δημοσιογράφος Χένρι Λούις Μένκεν και δημοσιεύονται τα πρώτα κείμενά του στο περιοδικό The American Mercury. Το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο The Road to Los Angeles απορρίπτεται ως υπερβολικά ωμό στις περιγραφές του και ιδιαίτερα προκλητικό. Θα κυκλοφορήσει το 1985, δυο χρόνια μετά τον θάνατό του. Θα κάνει το ντεμπούτο του με ένα ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα με ήρωα τον γιο Ιταλών μεταναστών Αρτούρο Μπαντίνι που εγκαταλείπει την γενέθλια γη του Κολοράντο για να αναζητήσει πιο φωτεινά μονοπάτια. Είναι ο ήρωας που θα συναντήσουμε σε όλο τον κύκλο των αυτοβιογραφικών μυθιστορημάτων του Ρώτα τη σκόνη (1939) και πολλές δεκαετίες αργότερα Dreams from Bunker Hill (1982) που εξαιτίας της απώλειας της όρασής του λόγω του διαβήτη δεν μπόρεσε να γράψει αλλά το υπαγόρευσε στη σύζυγό του.
Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί στους ανθρώπους είναι η πικρία. Όλοι γίνονται τόσο πικροί.
Όταν κυκλοφορεί το Ρώτα τη σκόνη (μτφρ. Γιάννης Λειβαδάς, εκδ. Μεταίχμιο) είναι ακόμη ένας παρορμητικός νεαρός έτοιμος για ρήξη. Ζει έντονα και αυτοκαταστοφικά και έχει πάθος με τον τζόγο. Το 1937 γνωρίζει και παντρεύεται. Η σύζυγός του Τζόυς είναι κόρη ευκατάστατης οικογένειας, εκδότρια και συγγραφέας κι η ίδια. Το 1952 κυκλοφορεί η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του, το μυθιστόρημα Full of Life που εκτός του ότι τον ανεβάζει οικονομικά του ανοίγει και τις πόρτες του Χόλιγουντ. Μέχρι το 1956 δουλεύει ως σεναριογράφος για τα στούντιο της Fox και της MGM. Το "Full of Life" του μεταφέρεται στον κινηματογράφο σε δικό του σενάριο κι ο Φάντε κερδίζει αναγνώριση και βραβεία. Ο σκληρός και προκλητικός συγγραφέας της νιότης, είναι πια κατευνασμένος αλλά σιγά σιγά περνά στη λήθη. Είναι ο Τσαρλς Μπουκόβσκι που όταν τον ανακαλύπτει συγγραφικά κάνει ό,τι μπορεί για να τον επανασυστήσει στο αναγνωστικό κοινό και τα καταφέρνει σε ένα βαθμό μέσω του εκδοτικού οίκου Black Sparrow Books. Η γραφή του εξέφρασε το ελεύθερο πνεύμα μιας γενιάς και μιας κατηγορίας ανένταχτων ανθρώπων και θεωρήθηκε προάγγελος του κινήματος των beatniks.
Για το τι σημαίνει ο Φάντε και το έργο του για τον Μπουκόβσκι, τα λέει όλα ο ίδιος στο βιβλίο του Γυναίκες όπου βάζει μια, μιας κάποιας ηλικίας, γυναίκα να του συστήνεται ως φιλόλογος και να τον ρωτά:
- Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας;
- Ο Φάντε.
- Ποιος;
- Ο Τζον Φ-Α-Ν-Τ-Ε.
«Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί στους ανθρώπους είναι η πικρία. Όλοι γίνονται τόσο πικροί» είχε πει ο Φάντε στον Μπουκόφσκι σε μια συνάντησή τους προς το τέλος της ζωής του.
Σε μια εισαγωγή επανέκδοσης του βιβλίου του Φάντε «Ρώτα τη σκόνη», ο Μπουκόβσκι γράφει για την πρώτη «συνάντησή τους» και την επίδραση που είχε:
«Ήμουν νέος, πεινασμένος και πότης και προσπαθούσα να γίνω συγγραφέας. Τα περισσότερα διαβάσματά μου τα έκανα στη δημόσια βιβλιοθήκη του Λος Άντζελες και με τίποτα από αυτά που διάβαζα δεν μπορούσα να συνδεθώ ή να έχει σχέση με τη ζωή στους δρόμους ή ανθρώπους σαν κι εμένα. Τότε, μια μέρα, πήρα ένα βιβλίο και το άνοιξα και ήταν όλα εκεί. Στάθηκα για μια στιγμή και διάβασα. Και όπως ένας άνθρωπος που μόλις έχει βρει χρυσό στη χωματερή, πήρα το βιβλίο και κάθισα σε ένα τραπέζι. Οι γραμμές κυλούσαν με ευκολία από σελίδα σε σελίδα, υπήρχε ροή. Κάθε γραμμή είχε τη δική της ενέργεια και την ακολουθούσε μια άλλη όμοιά της. Η ίδια η ουσία της κάθε μιας γραμμής έδινε στις σελίδες μια φόρμα, την αίσθηση πως κάτι ήταν χαραγμένο πάνω της. Επιτέλους, ένας άνθρωπος που δεν φοβόταν το συναίσθημα. Το χιούμορ και ο πόνος συνδυάζονταν με μια υπέροχη απλότητα. Το ξεκίνημα αυτού του βιβλίου ήταν για μένα ένα άγριο και τεράστιο θαύμα».
Η νουβέλα του με τίτλο Ο σκύλος μου, ο ηλίθιος (μτφρ. Θάνος Σαμαρτζής, εκδ. Δώμα) κυκλοφόρησε το 1985 ως τμήμ του βιβλίου West of Rome. Το 2019 έγινε η κινηματογραφική της μεταφορά σε σκηνοθεσία Ιβάν Ατάλ με τον ίδιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο και την Σαρλότ Γκενσμπούρ. Για το βιβλίο που έχει υπότιτλο «Μια πατρική νουβέλα» γράφει στην bookpress η Εύα Στάμου:
«Μέσω της σάτιρας, του αυτοσαρκασμού, ενίοτε και της αυτολύπησης, ο Φάντε φωτίζει και επικρίνει την περιοριστική ομοιομορφία του μεσοαστικού τρόπου ζωής. Ο κεντρικός ήρωάς του, πατέρας τεσσάρων παιδιών με τα οποία βρίσκεται διαρκώς σε ρήξη, αποτυχημένος συγγραφέας με οικονομικά προβλήματα, ανίκανος να ενσωματωθεί στην κοινότητα, και με όνειρο ζωής τη διαφυγή στη Ρώμη, επαναστατεί υιοθετώντας ένα σκυλί που με την εμφάνιση και τη συμπεριφορά του αντιπροσωπεύει την παρέκκλιση από την ζηλευτή κανονικότητα της Νότιας Καλιφόρνιας».
Ο Τζον Φάντε πέθανε το 1983, σε ηλικία 72 ετών στο Λος Άντζελες, ξεχασμένος και άγνωστος στο ευρύ κοινό. Από το 2006, στο χωριό καταγωγής του πατέρα του, την Τοριτσέλα Πελίνια, διοργανώνεται το λογοτεχνικό φεστιβάλ “Il Dio de mio padre”, από τη νουβέλα του Φάντε «Ο θεός του πατέρα μου» (1975).