
Τρεις νέες εκδόσεις με μεταφρασμένα ποιήματα των τριών σημαντικών ποιητών μάς δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσουμε το έργο τους εις βάθος. Οκτάβιο Πας, Υβ Μπονφουά, Έντουαρντ Χιρς: σε τρεις σημαντικές εκδόσεις που συγκεντρώνουν ποιήματα από όλο το έργο τους.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Οκτάβιο Πας, Υβ Μπονφουά και Έντουαρντ Χιρς. Ανήκουν σε διαφορετική γενιά, έλκουν την καταγωγή τους (γεωγραφική και ποιητική) από διαφορετικά σημεία και το ποιητικό τους αποτύπωμα φέρει τις δικές τους αισθητικές προσλήψεις. Εντούτοις, είναι από τις ανδρικές ποιητικές φωνές που μεταφράστηκαν πρόσφατα στα ελληνικά (ο Πας και ο Μπονφουά όχι για πρώτη φορά) και εύλογα τραβούν πάνω τους το ενδιαφέρον μας.
Εμβληματικός ποιητής
Ο Οκτάβιο Λοσάνο Πας (όπως είναι ολόκληρο το όνομά του) είναι μια εμβληματική μορφή για τα ισπανόφωνα γράμματα. Ο Μεξικανός ποιητής και διπλωμάτης βραβεύθηκε με το βραβείο Θερβάντες (1981), με το Διεθνές Βραβείο ογοτεχνίας Neustadt (1982) και φυσικά με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1990.
Δικαίως θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ισπανόφωνους λογοτέχνες του 20ου αιώνα. Ιδιαίτερα παραγωγικός, καθώς πέραν των πολυάριθμων ποιητικών συλλογών του μάς άφησε ως παρακαταθήκη μια σειρά από δοκίμια και ένα θεατρικό έργο.
Στο έργο του βρίσκει κανείς μαρξιστικές, αλλά και υπερρεαλιστικές επιρροές έως και βουδιστικές και ινδιουστικές αναφορές. Πρόκειται για ένα έργο πολύπλευρο, το οποίο έχει μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες.
Στο πολυσέλιδο βιβλίο που εξέδωσαν πρόσφατα οι εκδόσεις Gutenberg, Ποιήματα. Το ισπανόφωνο έργο, o μεταφραστής Γιώργος Κεντρωτής συγκεντρώνει δεκαέξι ποιητικές συλλογές του Πας που γράφτηκαν απευθείας στα ισπανικά και είναι χωρισμένες σε δύο διακριτά μέρη.
Ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνει συλλογές που γράφτηκαν σε άλλη γλώσσα και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στα ισπανικά, αλλά ούτε και ποιήματα που έγραψε από κοινού με τη γυναίκα του ή με τους φίλους του (αυτός στα ισπανικά και οι άλλοι στα αγγλικά).
Η παρούσα έκδοση λόγω του εύρους της, αλλά και των διαφορετικών χρονικών περιόδων που γράφτηκαν οι συλλογές που περιλαμβάνει μάς δίνει μια άκρως αντιπροσωπευτική εικόνα του ποιητικού εύρους του Οκτάβιο Πας.
ΕΙΣΠΝΟΗ
Ι
Ισκιοι της άσπρης μέρας
να μου χτυπούν στια μάτια. Δεν βλέπω
τίποτα – άσπρο, μόνο άσπρο:
την ώρα στα άσπρα, την ψυχή βγαλμένη,
έξω από τον πόθο και έξω από την ώρα.
Λευκότητα των στάσιμων νερών,
ώρα λευκή, τυφλότητα των ανοιχτών ματιών.
Εσύ τρίβε τον πυρόλιθό σου και καίγε, ως μνήμη,
καίγε κόντρα στην ώρα και στο αντίρευμά της αντίθετα.
Μνήμη, φωτιά, πλεούμενη.
Ο Μπουνφουά και ο Βαλερί
O Υβ Μπονφουά θεωρείται δικαίως ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους ποιητές της μεταπολεμικής γενιάς. Πέραν του σπουδαίου ποιητικού του έργου υπήρξε ένας από τους κορυφαίους μεταφραστές του Σαίξπηρ στα γαλλικά, αλλά και ένας σημαίνων κριτικός τέχνης στο πνεύμα του Μποντλέρ.
Έκανε αισθητή την παρουσία του στη γαλλική λογοτεχνική σκηνή το 1953 με μια μακρά ποιητική ακολουθία που περιστρεφόταν γύρω από μια μυστηριώδη γυναικεία φιγούρα, την Douve, της οποίας οι μεταβαλλόμενες μορφές επικαλούνταν τις δυνάμεις του θανάτου, της αναγέννησης και της ποίησης.
Το συγκεκριμένο έργο έχει συγκριθεί από τους Γάλλους κριτικούς με τη συλλογή του Πολ Βαλερί «La Jeune Parque», κυρίως για τον αντίκτυπο που είχαν και οι δύο στους ειδικούς και μη.
Η ποίηση του Μπονφουά, όπως γίνεται εμφανές από την επιλογή των ποιημάτων που έκανε ο ποιητής και μεταφραστής Θανάσης Χατζόπουλος στη δίγλωσση έκδοση (ελληνικά-γαλλικά) Σε αναζήτηση τόπου (εκδ. Στερέωμα), είναι πλημμυρισμένη από την αναζήτηση της ενότητας και του νοήματος σε μια εποχή χωρίς νόημα. Ας μην ξεχνάμε πως ανδρώθηκε μέσα από τις στάχτες του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Στο κέντρο της ποιητικής προβληματικής του Μπονφουά είναι η έννοιας της «παρουσίας» και του χρόνου που μεταμορφώνεται μέσα σε μια στιγμή. Για τον ίδιο, η γλώσσα είναι το απαραίτητο κλειδί που ανοίγει και ταυτόχρονα κλειδώνει τις πόρτες της αντίληψης.
«Χρειαζόμαστε την ποίηση, όχι για να ανακτήσουμε αυτή οικειότητα με αυτό που είμαστε ή αυτό που είναι ο Άλλος, κάτι που είναι αδύνατο, αλλά να θυμόμαστε ότι μας λείπει και να αποδείξουμε στον εαυτό μας την αξία εκείνων των στιγμών που μπορούμε να συναντήσουμε άλλους ανθρώπους, ή δέντρα, ή οτιδήποτε, πέρα από λόγια, στη σιωπή», είχε σημειώσει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του στο The Paris Review, που δημοσιεύθηκε το 1994.
Η παρούσα έκδοση περιλαμβάνει ποιήματα από επτά συλλογές του Μπονφουά που εκτείνονται από το 1953 έως το 2001.
ΤΟ ΥΝΙ
Πέντε η ώρα. Χιονίζει πάλι. Ακούω φωνές
Στυην πλώρη του κόσμου.
Ένα υνί
Σαν μια σελήνη στο τρίτο τέταρτο
Λάμπει, αλλά το σκεπάζει
Η νύχτα με μια πτυχή από χιόνι.
Κι αυτό το παιδί, από δω και πέρα,
Εχει όλο το σπίτι δικό του. Πάει
Από το ένα παράθυρο στο άλλο. Πιέζει
Τα δάχτυλά του πάνω στο τζάμι. Βλέπει
Να σχηματίζονται σταγόνες εκεί όπου παύει
Να φυσάει την άχνα της ανάσας τουλάχιστον
Προς τον ουρανό που πέφτει.
Εντουαρντ Χιρς, ένας κομψός ποιητής
Ό Έντουαρντ Χιρς έχει χτίσει τη φήμη ενός προσεκτικού και κομψού ποιητή. Για χρόνια διατηρούσε στήλη στη Washington Post και παράλληλα με τις συλλογές ποίησης και κριτικής που εξέδωσε, δημιούργησε το προφίλ ενός δημιουργού που είναι κυκλωμένος από ποίηση.
Παρουσιάζοντάς τον στο National Arts Club, η βραβευμένη με Πούλιτζερ συγγραφέας Τζούμπα Λαχίρι παρατήρησε: «Το χαρακτηριστικό των ποιημάτων του είναι πράγματα που προσπαθώ να φέρω στη δική μου γραφή: να είμαι οικεία αλλά συγκρατημένη, να είμαι τρυφερή χωρίς συναισθηματισμό, να παρακολουθώ τη ζωή χωρίς να πτοούμαι, και κυρίως, να απομονώνω και να διατηρώ εκείνες τις λεπτομέρειες της ύπαρξής μας που τόσο συχνά παραβλέπονται, τόσο εύκολα ξεχνιούνται, αλλά είναι τόσο απαραίτητες για την ψυχή μας».
Η ποίηση του Χιρς είναι κατακλυσμένη από συναίσθημα, κάτι που φαίνεται εύγλωττα από το βιβλίο Ταξιδιωτικός οδηγός για το τραύμα (μτφρ. Βαγγέλης Αλεξόπουλος, Διώνη Δημητριάδου, εκδ. Βακχικόν), δίχως όμως αυτό να βαραίνει με ανούσιες συναισθηματολογίες.
Αντίθετα, υπάρχει πάντα μια αναγκαία απόσταση του ποιητικού υποκειμένου που βοηθάει να συλλέξει ο αναγνώστης το απόσταγμα των αισθήσεων και όχι το περιττό βάρος τους.
Η ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ ΠΥΛΗ
Μην ψάχνεις για το γκέτο της Βαρσοβίας
σε έναν χάρτη της Πολωνίας
στα 1974,
δεν είναι εκεί,
μην πας στη Σιδερένια Πύλη
και μην προσπαθήσεις να μπεις
στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία,
δεν υπάρχει ταξιδιωτικός οδηγός για το τραύμα
της γειτονιάς του Μουράνοφ,
δεν υπάρχει καμιά πινακίδα να σε οδηγήσει
μέσα στους αιματοβαμμένους δρόμους
της Εξέγερσης,
του Πολέμου
που κατέστρεψε την πόλη
εδώ που ήρθες
για να δεις τι έχει χαθεί,
τι έχει ξαναχτιστεί,
αν και περπατάς για μέρες
χωρίς τελικά να καταλαβαίνεις
πού βρίσκεσαι πού
ήσουνα, με την απελπισία
να μεγαλώνει μέσα σου
καθώς ξαπλώνεις τη νύχτα
σε μια πανσιόν
και νιώθεις το σκοτάδι
να σε πιέζει μέσα από τις κορφές των δέντρων,
έναν ήχο
από κάτι άγριο
να αγγίζει το παράθυρο,
έναν πυρετό του χειμώνα, έναν τρόμο
στον άνεμο, τα φαντάσματα
των προγόνων σου
να γκρεμίζουν τον φράχτη
έξω από το κτίριο.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο)