Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση της Casta Diva που εξακολουθεί να συνεγείρει με το θεϊκό ταλέντο, αλλά και την τραγωδία της προσωπικής της ζωής. Από τα αναρίθμητα βιβλία που έχουν γραφτεί γι' αυτήν επιλέξαμε αυτά που προσεγγίζουν τον μύθο, αλλά και το δράμα της, με πειστικό και ιδιαίτερο τρόπο.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Εκατό χρόνια έχουν περάσει από τότε που γεννήθηκε αυτή η σπουδαία ντίβα της όπερας, κι όμως εξακολουθεί να υπάρχει ως φωνή, ως μέγεθος, ως φιγούρα ανεξάντλητης καλλιτεχνικής δύναμης. Η Μαρία Κάλλας δεν θα σπρωχτεί ποτέ από το σάρωθρο του χρόνου.
Σίγουρα, η απομυθοποίηση είναι μέρος της σκληρής πραγματικότητας που έζησε. Η πίεση της φήμης, η ταραγμένη σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση, η μοναξιά της κορυφής που κάθισε σαν βαρύς ίσκιος στις πλάτες της, η κλονισμένη υγεία της και η τελική κατάρρευση, όλα αυτά συναποτελούν την άλλη όψη του ειδώλου. Ωστόσο, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με άλλες ντίβες του θεάματος όπου οι αποκαλύψεις σκιάζουν, αν δεν αμαυρώνουν, τη φήμη τους, στην περίπτωση της Κάλλας ενίσχυσαν την τραγικότητά της. Θα μπορούσε να πει κανείς πως εξηγούσαν εν μέρει και το δόσιμό της στην τέχνη ως μια λυτρωτική έξοδος από τα τρέχοντα που τη βάραιναν.
Σε εμάς μένει, πάντως, η επίδρασή της. Το αναντίρρητο γεγονός ότι υπήρξε μια μεγάλη που, γι' άλλη μια φορά, γίνεται πρωταγωνιστικός ρόλος σε ταινία με την Αντζελίνα Τζολί να φιλοδοξεί να φέρει κάτι από την αύρα της, ενώ η ζωή της αποτέλεσε το υλικό μιας πληθώρας εκδόσεων παγκοσμίως.
Η Λίντσι Σπενς [Lyndsy Spence] με το βιβλίο της Casta Diva, Μαρίας Κάλλας – Η κρυφή ζωή της (μτφρ. Χρύσα Φραγκιαδάκη, εκδ. Παπαδόπουλος) εισέρχεται στα άδυτα της ζωής της μεγάλης σοπράνο και μας δείχνει εκείνη την αθέατη πλευρά της ζωής της που ουδεμία σχέση είχε με τη λαμπρότητα των εμφανίσεών της επί σκηνής. Στο βιβλίο βρίσκουμε ένα είδωλο τσακισμένο εσωτερικά, γεμάτο συναισθηματικές αμυχές. Ενα μικρό κορίτσι που μεγάλωσε μεταξύ Νέας Υόρκης και Ελλάδας.
Μια γυναίκα που ο πρώτος της άντρας, Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, την έκλεβε και η οποία στη συνέχεια ερωτεύτηκε τον Ωνάση για να γνωρίσει τη βίαιη και απαξιωτική πλευρά του χαρακτήρα του. Με τα λόγια της ίδιας της Κάλλας, μαθαίνουμε πως ο Ωνάσης τη νάρκωνε, ο Μενεγκίνι έγραφε τα κέρδη της στο όνομά του και ο πατέρας της προσποιούνταν ότι πέθαινε πάμφτωχος σε νοσοκομείο, σε μία προσπάθεια να της αποσπάσει χρήματα.
Επίσης, γίνεται γνωστό πως η Κάλλας πάλεψε με τη νευρομυϊκή διαταραχή από την οποία έπασχε με αποτέλεσμα να χάσει τη φωνή της. Η πορεία προς το τέλος της είναι οδυνηρή, αντάξια μιας τραγικής πρωταγωνίστριας. Μόνη στο Παρίσι, ζητούσε από την αδερφή της ηρεμιστικά έως το σημείο όπου έσβησε το καντίλι της.
Η ιστορικός Λίντσι Σπενς περιγράφει το πώς προχώρησε στη συγγραφή του βιβλίου: «Απέκτησα πρόσβαση σε τρεις τεράστιες συλλογές επιστολών, που κληροδοτήθηκαν από διάφορα αρχεία το 2019 και, μέχρι τώρα, δεν έχουν δημοσιευτεί ποτέ. Μεταξύ των αρχείων ήταν και οι επιστολές της Κάλλας που αποκάλυπταν τις βαθύτερες σκέψεις της».
Το βιβλίο του Μιχάλη Δημητρίου Δεν είμαι η Μαρία… Είμαι η Κάλλας (εκδ. Bell) είναι αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας και εντάσσεται στην κατηγορία της ερευνητικής δημοσιογραφίας που διαθέτει και στοιχεία λογοτεχνίας. Με τη βοήθεια πρωτογενών πηγών, τεκμηρίων, πλήθους στοιχείων, αλλά και μαρτυρίων στενών φίλων και συνεργατών της Κάλλας, ο Δημητρίου προσπαθεί να δει πίσω από τον μύθο και τις λογής κακοήθειες που επιδίωξαν να τον αμαυρώσουν και να μας παρουσίασει την Μαρία Κάλλας όπως πραγματικά ήταν και όχι όπως ήθελε να την εμφανίσει μια μερίδα των ΜΜΕ της εποχής.
Επίκεντρο της αφήγησης είναι το τελευταίο, άγνωστο, το «ελληνικό καλοκαίρι διακοπών» της Κάλλας στην Ουρανούπολη, φιλοξενούμενης του Κώστα Πυλαρινού, με τη συντροφιά της Βάσως Δεβετζή και άλλων φίλων. Άγνωστο και σημαντικό γεγονός στη ζωή της, καθώς εκεί δίπλα στην Πολιτεία του Αγίου Όρους, παρθενική τότε περιοχή, η Κάλλας χαίρεται τη φύση, αναπολεί, στοχάζεται, συζητά και αξιολογεί τα πεπραγμένα του βίου και της Τέχνης της.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο καταρχήν στον Χρήστο Λαμπράκη, που έδωσε πολλές αξιόπιστες σχετικές πληροφορίες στον συντάκτη της εφημερίδας «Το Βήμα» Μιχάλη Δημητρίου. Προλογίζεται από τον Κώστα Πυλαρινό, Πρόεδρο του Ιδρύματος Υποτροφιών Κάλλας, μετά τον Χρήστο Λαμπράκη, και παλαιότερο –εν ζωή– φίλο της από τη δεκαετία του 1960.
Ο ηθοποιός Αλέξανδρος Αντωνόπουλος και ο Μιχάλης Ρέππας με το βιβλίο τους Μην ενοχλείτε τη μις Κάλλας (εκδ. Ψυχογιός) καταγράφουν προσωπικές μνήμες από την εποχή που ο πρώτος είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά τη μεγάλη ντίβα. Ο Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, λόγω της γιαγιάς του Κατίνας Παξινού και του παππού του Αλέξη Μινωτή, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον άκρως καλλιτεχνικό. Κάπως έτσι από πολύ μικρός ήρθε σε επαφή με θρυλικούς καλλιτέχνες, Έλληνες και ξένους.
Ωστόσο, η Κάλλας, για κάποιον περίεργο λόγο, του ενέπνευσε κάτι παραπάνω από θαυμασμό. Είχαν μόνο πέντε σύντομες συναντήσεις∙ σίγουρα ασήμαντες για εκείνη αλλά καθοριστικές για τον μικρό Αλέξανδρο. Την πρώτη φορά που βρέθηκαν μαζί, το 1958, ο Αλέξανδρος ήταν έντεκα ετών και αρχικά αισθάνθηκε απέναντί της φόβο, που εξελίχθηκε σχεδόν αμέσως σε μια ενθουσιώδη φιλία, όταν η Κάλλας τού χάρισε την πρώτη του λευκή σοκολάτα.
Χάρη σε αυτή τη λευκή σοκολάτα έγινε λάτρης της όπερας και παραμένει μέχρι σήμερα. Και όχι μόνο της όπερας αλλά και της ίδιας της Κάλλας, που σιγά σιγά αποτυπώθηκε στο μυαλό του ως μια συμβολική εικόνα πάθους και αφοσίωσης στην τέχνη. Το βιβλίο του είναι η ιστορία αυτής της εικόνας, όπως καταγράφηκε στην παιδική και νεανική ψυχή του Αλέξανδρου∙ μιας εικόνας, που βρίσκεται στον βυθό της μνήμης πια, ωστόσο εκπέμπει ακόμα την αινιγματική της σαγήνη.
Σημαντική έκδοση αποτελεί το βιβλίο του Τομ Βολφ [Tom Volf] Μαρία Κάλλας: Γράμματα και αναμνήσεις (μτφρ. Ανδρέας Παππάς, εκδ. Πατάκη). Το βιβλίο περιλαμβάνει επιστολές της μεγάλης υψιφώνου, καθώς και τις δύο απόπειρές της να γράψει τα απομνημονεύματά της (το 1957 και το 1977). Αλλωστε, η ίδια έλεγε πως θα ήθελε να γράψει μόνη της την αυτοβιογραφία της θέλοντας έτσι να αντικρούσει όσα είχαν γραφτεί κατά καιρούς για εκείνη.
Αυτές οι επιστολές αναφέρονται στα δύσκολα παιδικά της χρόνια στη Νέα Υόρκη έως τα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής στην Αθήνα. Κάνει λόγο για τα δειλά πρώτα της βήματα στον κόσμο της όπερας έως την παγκόσμια αναγνώρισή της.
Δεν παραλείπει να μιλήσει για τα σκάνδαλα και τις προσωπικές της δοκιμασίες, από την εξιδανικευμένη αγάπη της για τον σύζυγό της έως τον παθιασμένο έρωτά της για τον Ωνάση. Στο βιβλίο, άλλοτε ξεδιπλώνεται μπροστά μας η Μαρία, μια γυναίκα ευαίσθητη και εύθραυστη, και άλλοτε ο θρύλος Κάλλας, συχνά θύμα του μεγάλου ονόματός της, σε συνεχή αγωνία για την κατάσταση της φωνής της, έως και τον πρόωρο θάνατό της, σε ηλικία μόλις 53 ετών, στη μοναξιά του παρισινού διαμερίσματός της.
Η Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ υπογράφει το βιβλίο Μαρία Κάλλας. Ζώντας μόνο για την τέχνη (εκδ. Πατάκη), μια εξόχως ενδιαφέρουσα σπουδή για τη ζωή της μεγάλης ντίβας, τη ζωή της οποίας ντύνουν περισσότερο εικόνες και λιγότερο λέξεις. H εικογράφος Betrayal, Studded (Χριστίνα Δημητρά) ανέλαβε το «καθήκον» να ντύσει με εικόνες, τη ζωή της Κάλλας.
Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως σε παιδιά που έρχονται σε επαφή με έναν μύθο της τέχνης, αλλά και της ζωής. Η Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ μιλάει για τη Μαρία Κάλλας σαν να αφηγείται παραμύθι. Σαν να πρόκειται για κάποιον κοντινό της άνθρωπο. Όχι το θρυλικό πρόσωπο της παγκόσμιας μουσικής σκηνής.
Το βιβλίο της κινείται ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό και δίνει στα παιδιά όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να έρθουν σε επαφή πρώτη φορά με την Κάλλας.
+
Ξεχωριστό από όλα τα προαναφερθέντα βιβλία είναι αυτό του Βασίλη Βασιλικού, καθώς εδώ υπερτερεί η μυθοπλαστική εκδοχή της Ντίβας σε σχέση με την πραγματική. Πρόκειται για το βιβλίο Ντίβα – Το χρονικό μιας μαρτυρίας που δεν γράφτηκε (εκδ. Άγρα). Μεταξύ χρονικού, ντοκουμέντου και μυθοπλασίας, αυτή η νουβέλα μας προσφέρει μια άλλη θέαση της Κάλλας μέσα από τα μάτια τρίτων.
Ο Βασιλικός έγραψε το βιβλίο στη Ρώμη το Μάη του 1987, δέκα περίπου χρόνια μετά το θάνατο της Μαρίας Κάλλας και ένα χρόνο μετά τη συνάντησή του με τη Ζωή (την πιανίστα Βάσω Δεμετζή), φίλη της, που ήταν μαζί της τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής της.
Ο συγγραφέας-αφηγητής (το alter ego του Βασιλικού) δέχεται μια πρόσκληση από τη Ζωή να μεταβεί στο Παρίσι. Του ζητούσε τη συνδρομή του, καθώς ήθελε να γράψει ένα βιβλίο με τα απομνημονεύματά της για τη Μεγάλη Φίλη της, την Divina, που είχε πεθάνει στο «μελαγχολικό, μα ολοζώντανο Παρίσι εννέα χρόνια πριν».
Ο Βασιλικός, όντως, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα και επισκέφτηκε τη Ζωή στο διαμέρισμά της στο Πασσύ. Εκείνη ισχυρίστηκε πως είχε χρέος να πει την αλήθεια για να μπει επιτέλους ένας φραγμός στα ασύστολα ψέματα και στους μύθους που είχαν κυκλοφορήσει για τη Μαρία Κάλλας, ώστε να μπορέσει και η ίδια να φύγει κάποτε από τη ζωή ξαλαφρωμένη.
Το θέμα είναι ότι η Ζωή έθεσε εξαρχής έναν χρονικό περιορισμό, ενώ δεν του επέτρεπε να χρησιμοποιεί μαγνητόφωνο ούτε να χρησιμοποιήσει τα πράγματα που είχε αφήσει η Ντίβα στο σπίτι. Τα γεγονότα που η Ζωή διηγήθηκε με ενάργεια συνοψίζονται: 1η δεκαετία (1949- 1959) η τέχνη, 2η δεκαετία (1959- 1969) η ζωή, 3η δεκαετία (1969-1977) ο θάνατος.
Το βιβλίο ήταν προορισμένο να βγει σε αμερικανικό εκδοτικό οίκο. Ωστόσο, το σχέδιο δεν προχώρησε με αποτέλεσματα ο Βασιλικός να το γράψει για δικό τους λογαριασμό χρόνια μετά, ενόσω βρισκόταν στη Ρώμη. Τα γεγονότα της ζωής της είναι γνωστά, ωστόσο έχει ενδιαφέρον πώς τα διαχειρίζεται ένας συγγραφέας αιχμής όπως είναι ο Βασίλης Βασιλικός. Το αποτέλεσμα, αν μη τι άλλο, τον δικαιώνει.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο).