Για τη νουβέλα του Βέρνερ Χέρτσογκ [Werner Herzog] «Το λυκαυγές του κόσμου» (μτφρ. Γιώτα Ποταμιάνου, εκδ. Βακχικόν). Κεντρική φωτογραφία: ο περίφημος Ιάπωνας στρατιώτης Χίρου Ονόντα που έμεινε κρυμμένος στη ζούγκλα για 30 χρόνια.
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
Ο Βέρνερ Χέρτσογκ, ο πρωτοπόρος, τολμηρός, ανορθόδοξος, ασυμβίβαστος δημιουργός του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, έχει γυρίσει ταινίες που έγραψαν ιστορία: Αγκίρε, η μάστιγα του Θεού (1972), Ο άνθρωπος γκρίζλι (2005), Σπήλαιο των ξεχασμένων ονείρων (2010), Νοσφεράτου, ο δράκουλας της νύχτας (1979), και πολλές ακόμα. Το 1997 ο Χέρτσογκ βρέθηκε στην Ιαπωνία για να σκηνοθετήσει μια όπερα.
Είχε την ευκαιρία, ή μάλλον είχε πρόσκληση να επισκεφτεί τον αυτοκράτορα, την οποία όμως εκείνος αρνήθηκε. Όταν τον ρώτησαν ποιον θα ήθελε να συναντήσει αν όχι τον αυτοκράτορα, εκείνος απάντησε ότι ήθελε να συναντήσει τον Χίρου Ονόντα, τον στρατιώτη-σύμβολο της αυτοθυσίας, ο οποίος στη χώρα του αντιμετωπίζεται ως ένα είδος αγίου.
Στο Λυκαυγές του κόσμου (μτφρ. Γιώτα Ποταμιάνου, εκδ. Βακχικόν) ο Χέρτσογκ αναπλάθει την ιστορία του Ονόντα, ο οποίος αφιέρωσε τριάντα χρόνια από τη ζωή του, προσηλωμένος σε αυτό που θεωρούσε καθήκον του προς την πατρίδα.
Όταν η ιστορία σε αφήνει απ’ έξω
Ο Χίρου Ονόντα, λοιπόν, Ιάπωνας αξιωματικός του Αυτοκρατορικού στρατού, τον Δεκέμβριο του 1944 πηγαίνει στο νησί Λουμπάνγκ των Φιλιππίνων, το οποίο έχει καταληφθεί από τον ιαπωνικό στρατό, με σαφείς διαταγές να καταστρέψει τον διάδρομο προσγείωσης και την προβλήτα, έτσι ώστε να μην μπορούν να επιβιβαστούν οι Αμερικανοί.
Επίσης υποχρεούται να κατασκοπεύει ακατάπαυστα τον εχθρό, κάνοντας παράλληλα αντάρτικο κατά των αμερικανικών δυνάμεων. Συμπληρωματικά, η διαταγή λέει ότι δεν επιτρέπεται να παραδοθεί ακόμα κι αν είναι ο μόνος επιζών της ομάδας, ούτε και να αυτοκτονήσει.
Ο Ονόντα παρατηρεί τη φύση, διδάσκεται από το πώς αμύνονται και πώς προστατεύονται τα πλάσματά της από τους εχθρούς τους και εφαρμόζει κι εκείνος το ίδιο.
Καθήκον του είναι να παραμείνει ζωντανός, αλλά ταυτόχρονα, να είναι αόρατος. Ο Ονόντα παρατηρεί τη φύση, διδάσκεται από το πώς αμύνονται και πώς προστατεύονται τα πλάσματά της από τους εχθρούς τους και εφαρμόζει κι εκείνος το ίδιο. Η επιβίωση στη ζούγκλα απαιτεί σκληρή πειθαρχία, αυστηρούς κανόνες, πείσμα κι αποφασιστικότητα, δύναμη σώματος και ψυχής.
Οι ακραίες συνθήκες ζωής καθορίζουν τον ρυθμό της καθημερινότητας του Ονόντα, τον τρόπο λειτουργίας του, τις αντιλήψεις του. Δεν είναι πια ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Οι χωρικοί τον φοβούνται, αν και δεν τον έχουν δει ποτέ. Είναι ένα φάντασμα, ένας δαίμονας της ζούγκλας, είναι το πνεύμα του δάσους, είναι ένας μύθος.
Ο Ονόντα αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, έχοντας αρχικά άλλους τρεις στρατιώτες μαζί του. Γίνονται διάφορες συγκρούσεις με τον στρατό των Φιλιππίνων, στις οποίες οι σύντροφοί του χάνουν τη ζωή τους, και στο τέλος μένει μόνος, να φυλάει ένα νησί από έναν ανύπαρκτο εχθρό. Ακόμα και τότε όμως, μένει προσηλωμένος στο καθήκον, και για κανέναν λόγο δεν παρεκκλίνει από τον στόχο του.
Η αποστολή του θα τελείωνε όταν θα επιβιβάζονταν στο νησί ο Αυτοκρατορικός στρατός, κάτι που δεν έγινε ποτέ.
Τίποτα δεν κλονίζει την πίστη του στην πατρίδα. Η αποστολή του θα τελείωνε όταν θα επιβιβάζονταν στο νησί ο Αυτοκρατορικός στρατός, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Η Ιαπωνία θα παραδοθεί τον Σεπτέμβριο του 1945. Ο Ονόντα δεν μαθαίνει το τέλος του πολέμου, δεν ξέρει τίποτα για τις δύο ατομικές βόμβες, για τον πόλεμο της Κορέας, για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Εκείνος ελευθερώνεται από τα καθήκοντά του το 1974.
Ο Ονόντα μένει στο περιθώριο των γεγονότων, όχι τόσο επειδή οι ανώτεροί του αδιαφορούν. Ίσα ίσα στέλνουν κατά καιρούς εφημερίδες και φυλλάδια για να τον ενημερώσουν ότι ο πόλεμος τελείωσε, κι ότι πρέπει να πάψει να κρύβεται, όμως ο Ονόντα πιστεύει ότι αυτά είναι παγίδες του εχθρού. Μέχρι που έρχεται ο Νόριο Σουζούκι, ο εξερευνητής που βρίσκει τρόπο, είκοσι εννέα χρόνια μετά, να τον πείσει για το τέλος του πολέμου.
Ο Βέρνερ Χέρτσογκ [Werner Herzog] (το πραγματικό του επίθετο είναι Στίπετιτς) γεννήθηκε στο Μόναχο στις 5 Σεπτεμβρίου 1942 και μεγάλωσε σ' ένα απομονωμένο χωριό στα βουνά της Βαυαρίας. Στη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας δεν είδε ποτέ κινηματογράφο και τηλεόραση και δεν χρησιμοποίησε ποτέ τηλέφωνο. Την πρώτη του τηλεφωνική συνομιλία την έκανε στα 17 του χρόνια. Άρχισε να ταξιδεύει, πάντα πεζοπορώντας, από την ηλικία των 14. Στη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων, δουλεύει νυχτερινή βάρδια ως ηλεκτροσυγκολλητής σε μια χαλυβουργία για να μπορέσει να γυρίσει τις πρώτες του ταινίες. Το 1961, στα 19 του χρόνια, κάνει την πρώτη κινηματογραφική προσπάθεια στη σκηνοθεσία και το 1963 ιδρύει στο Μόναχο τη δική του εταιρεία παραγωγής Werner Herzog Filmproduction. Την ίδια χρονιά κερδίζει μια υποτροφία για κινηματογραφικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, αλλά ύστερα από λίγες εβδομάδες τις εγκαταλείπει κι αρχίζει τα ταξίδια στις ΗΠΑ και στο Μεξικό, ενώ συμμετέχει και στο σχέδιο θεμελίωσης μιας ουτοπικής κοινότητας στη Γουατεμάλα. Το 1965 κερδίζει το βραβείο Καρλ Μάγιερ για το σενάριο της πρώτης του ταινίας μεγάλου μήκους “Σημάδια Ζωής» την οποία και θα γυρίσει το 1968 στην Ελλάδα, στο νησί της Κω. Από τότε σκηνοθέτησε πάνω από 50 ταινίες, πολλές λυρικές όπερες, ενώ έγραψε και βιβλία. |
Το υποκειμενικό βίωμα πιο σημαντικό από τα ίδια τα γεγονότα
Ο Χέρτσογκ δεν εστιάζει τόσο στα γεγονότα. Το διευκρινίζει άλλωστε ότι κάποιες λεπτομέρειες της ιστορίας δεν είναι αληθινές. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι το πώς βίωσε την όλη κατάσταση ο Ονόντα, το πώς αφιερώθηκε στην επιτυχία του στόχου του, το πόσο ευρηματικός έγινε για να καταφέρει να επιβιώσει στη σκληρή ζωή της ζούγκλας, το πώς η ζούγκλα έγινε η ζωή του και εκείνος έγινε μέρος της, το πώς ανέπτυξε μια διαφορετική αίσθηση του χρόνου.
Ο συγγραφέας, όπως και ο ήρωάς του, είναι ένας ταλαντούχος παρατηρητής. Παρατηρεί και καταγράφει εξονυχιστικά το κάθε τι, αφουγκράζεται τον κάθε ήχο, μεταφράζει τον κάθε θόρυβο που ακούει.
Ο συγγραφέας, όπως και ο ήρωάς του, είναι ένας ταλαντούχος παρατηρητής. Παρατηρεί και καταγράφει εξονυχιστικά το κάθε τι, αφουγκράζεται τον κάθε ήχο, μεταφράζει τον κάθε θόρυβο που ακούει. Γι’ αυτό και αποδίδει γλαφυρότατα τον ρυθμό της ζωής στη ζούγκλα, την ανελέητη δύναμη των στοιχείων της φύσης, την ευελιξία που απαιτείται για να επιβιώσει κανείς στο ακραίο αυτό περιβάλλον.
Κυρίως όμως περιγράφει με πολύ ιδιαίτερο τρόπο την ψυχική κατάσταση του Ονόντα, που βλέπει εχθρούς παντού γύρω του, που υπηρετεί έναν άγραφο κώδικα τιμής, και βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση πολέμου. Υπογραμμίζει την ψυχική και σωματική αντοχή του, αποτυπώνει τις σκέψεις και τους συλλογισμούς του. Κι όλα αυτά με έντονα ποιητικό λόγο, πυκνό και γοητευτικό, που εισάγει τον αναγνώστη σε μια ατμόσφαιρα ονειρική, παράξενη, εξωτική.
Πώς μπορούμε να έχουμε μια σαφή εικόνα της πραγματικότητας;
«Πού αρχίζει αυτό που μπορεί κανείς ν’ αγγίξει και πού η ανάμνησή του;» Όταν ο Χέρτσογκ συναντά τον Ονόντα, έχουν περάσει είκοσι πέντε χρόνια από την απελευθέρωσή του από τα στρατιωτικά του καθήκοντα. Αναρωτιέται αν όλα αυτά που συνέβησαν στο νησί Λουμπάνγκ τα έζησε πραγματικά, ή αν τα ονειρεύτηκε, αν τα βίωσε ως υπνοβάτης.
Ο συγγραφέας λατρεύει την περιπέτεια, τη γυμνή καταγραφή των συναισθημάτων, γοητεύεται από ανθρώπους που φτάνουν τον εαυτό τους στα όρια, που δοκιμάζουν τις αντοχές τους, που έχουν πείσμα και επιμονή, και δεν παραιτούνται ποτέ.
Στόχος του να μιλήσει για το θάρρος του ανθρώπου, που, όταν είναι υπερβολικά υψηλό, αγγίζει τα όρια της ανοησίας, και να περιγράψει καταστάσεις και εμπειρίες εξωπραγματικές κι ανήκουστες, οι οποίες πάντα συνοδεύονται από μια δόση τρέλας.
Η μετάφραση της Γιώτας Ποταμιάνου ανιχνεύει αυτό το κάτι βαθύ και ουσιαστικό, αυτή την «εκστατική αλήθεια» που αναζητά ο συγγραφέας, και αποδίδει επαρκώς τον έντονα ποιητικό του λόγο.
*Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η μέρα δεν έρχεται και δεν έρχεται και δεν έρχεται. Ο χρόνος έξω από τη ζωή μας φαίνεται πως έχει την ιδιότητα των ξαφνικών παροξυσμών, χωρίς να μπορεί να ταρακουνήσει το σύμπαν από την αδιαφορία του. Ο πόλεμος του Ονόντα είναι ασήμαντος για το σύμπαν, τη μοίρα των λαών, την έκβαση του πολέμου. Ο πόλεμος του Ονόντα έχει σχηματιστεί από την ένωση ενός φαντασιακού τίποτα κι ενός ονείρου, αλλά ο πόλεμος του Ονόντα, σε τέτοιο βαθμό γεννημένος από το τίποτα, είναι ένα συντριπτικό γεγονός, ένα γεγονός που έχει αποσπαστεί με τη βία από την αιωνιότητα».