
Συνέντευξη της Αγκολέζας συγγραφέα και ποιήτριας Γιάρα Νακαχάντα Μοντέιρο (Yara Nakahanda Monteiro), με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματός της «Αυτή η κυρία δεν αστειεύεται!» (μτφρ. Ζωή Καραμπέκιου, εκδ. Βακχικόν).
Στη Βίκυ Πορφυρίδου
Το μυθιστόρημά σας Αυτή η κυρία δεν αστειεύεται! κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Τι σας ενέπνευσε να γράψετε αυτό το βιβλίο και τι μέρος του βασίζεται στις προσωπικές σας εμπειρίες ή σε εμπειρίες ανθρώπων του περιβάλλοντός σας;
Η έμπνευση για να γράψω αυτό το βιβλίο προέκυψε από την επιθυμία να φωτίσω παραμελημένες ιστορίες. Μία από τις βασικές μου κινητήριες δυνάμεις ήταν οι σε μεγάλο βαθμό άγνωστες ιστορίες των γυναικών της Αγκόλας που βρέθηκαν με θάρρος στην πρώτη γραμμή κατά τη διάρκεια του αγώνα ενάντια στη πορτογαλική αποικιοκρατία, αντιμετωπίζοντας όχι έναν, αλλά δύο εχθρούς: το βίαιο αποικιακό σύστημα και την πατριαρχία που ήταν βαθιά ριζωμένη, ακόμα και μέσα στους κόλπους του ίδιου του απελευθερωτικού αγώνα. Μετά την Ανεξαρτησία της Αγκόλας (η οποία θα γιορτάσει τα 50 χρόνια της στις 11 Νοεμβρίου 2025), η αναγνώριση και η τιμή που άξιζαν οι αγωνίστριες αυτές, κατά την άποψή μου, δεν αποδόθηκαν ισότιμα σε σύγκριση με τους άνδρες συναγωνιστές τους. Η συνεισφορά τους συχνά παραβλέφθηκε, ξεχάστηκε ή επισκιάστηκε – αυτή η σιωπή με κάλεσε.
Ένα ακόμα κίνητρο για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου ήταν η επιθυμία να ξεδιπλωθούν τα στρώματα τραύματος που επηρεάζουν όσους -όπως εγώ και η οικογένειά μου- επιβίωσαν από τον πόλεμο και τη μετανάστευση. Μπορεί να μην το αντιλαμβανόμαστε, αλλά κληρονομούμε οικογενειακές μνήμες και τραύματα. Το να γράψω το βιβλίο αυτό ήταν ένας τρόπος να κατανοήσω διαφορετικές οπτικές της Ιστορίας, και να συμφιλιωθώ, κατά κάποιον τρόπο, με το παρελθόν. Την περίοδο που έγραφα το μυθιστόρημα αναρωτιόμουν: Τι με κάνει γυναίκα; Είναι ο γάμος, ένα παιδί, ο σεξουαλικός μου προσανατολισμός; Όλα αυτά τα ερωτήματα ήταν επίσης σημαντικά για να δημιουργηθούν οι γυναικείοι χαρακτήρες του βιβλίου.
Συχνά λέω πως το μυθιστόρημά μου είναι εκατό τοις εκατό αυτοβιογραφικό και εκατό τοις εκατό μυθοπλασία.
Φυσικά και άντλησα έμπνευση από τη ζωή μου και από τους ανθρώπους γύρω μου! Συχνά λέω πως το μυθιστόρημά μου είναι εκατό τοις εκατό αυτοβιογραφικό και εκατό τοις εκατό μυθοπλασία. Οι ιστορίες και τα αρχεία της οικογένειάς μου, μαζί με τις προσωπικές μου εμπειρίες, αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία της αφήγησης και των χαρακτήρων. Ως ενήλικη γυναίκα έζησα για πέντε χρόνια στην Αγκόλα και αυτή η εμπειρία ήταν καθοριστική για να αποδοθούν πειστικά κάποιες καθημερινές λεπτομέρειες της ζωής στη Λουάντα, η ατμόσφαιρα και οι περιγραφές των τοποθεσιών.
Η Βιτόρια (η πρωταγωνίστρια) είμαι εγώ, αλλά εγώ δεν είμαι η Βιτόρια.
Η ιστορία εμβαθύνει σε θέματα ταυτότητας, μετανάστευσης και αποικιοκρατίας. Τι ελπίζετε να αποκομίσουν οι αναγνώστες από την εξερεύνηση αυτών των ζητημάτων;
Ένας Έλληνας αναγνώστης ίσως σκεφτεί αρχικά: «Δεν θα μπορέσω να ταυτιστώ με θέματα όπως η μετανάστευση, η αποικιοκρατία και ο ξεριζωμός. Η δική μου εμπειρία είναι εντελώς διαφορετική». Όμως, διαβάζοντας το βιβλίο ελπίζω να καταλάβουν ότι τα ερωτήματα του ανήκειν, της διαγραφής, της αντίστασης και της ανθεκτικότητας διαπερνούν τα σύνορα. Τα θέματα του μυθιστορήματός μου έχουν απήχηση γιατί αγγίζουν τον πυρήνα τού τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος: να αναζητάς πατρίδα, φωνή, αναγνώριση, νόημα. Κάποια στιγμή στη ζωή μας, όλοι ψάχνουμε απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: «Ποιος είμαι;», «Τι κάνω εδώ;», «Πού πηγαίνω;»
Ελπίζω οι αναγνώστες να αποκτήσουν μια βαθύτερη κατανόηση του πώς οι ατομικές μας ζωές διαμορφώνονται από μεγαλύτερες ιστορικές δυνάμεις
Μπορεί να πιστεύουμε ότι «ο άλλος» δεν έχει σχέση με εμάς, αλλά είμαστε όλοι συνδεδεμένοι μέσω της κοινής μας ανθρώπινης υπόστασης. Ελπίζω οι αναγνώστες να αποκτήσουν μια βαθύτερη κατανόηση του πώς οι ατομικές μας ζωές διαμορφώνονται από μεγαλύτερες ιστορικές δυνάμεις (εκφρασμένες ή ανομολόγητες) και πώς αυτές οι δυνάμεις συνεχίζουν να αντηχούν μέσα από τις γενιές, αλλά και ότι το χιούμορ και το γέλιο είναι ένας τρόπος αντίστασης σε δύσκολες εποχές.
Το ταξίδι της Βιτόρια την οδηγεί από την Πορτογαλία στην Αγκόλα, αναδεικνύοντας τις αντιθέσεις ανάμεσα στους δύο πολιτισμούς. Πώς επηρέασαν οι δικές σας εμπειρίες από τη ζωή σας σε αυτές τις δύο χώρες την απεικόνιση του σκηνικού;
Έχοντας ζήσει και στις δύο χώρες, έχω βιώσει τις πολιτισμικές μετατοπίσεις, το συναισθηματικό βάρος της μετανάστευσης και την πολυπλοκότητα του να ανήκεις σε δύο μέρη που συνδέονται βαθιά ιστορικά αλλά συχνά μοιάζουν να απέχουν έτη φωτός μεταξύ τους. Έχω κινηθεί ανάμεσα σε δύο χώρες που διαμορφώθηκαν από μια κοινή αποικιοκρατική ιστορία αλλά είναι βαθιά διχασμένες ως προς το πώς αυτή η ιστορία παραμένει στη μνήμη — και συχνά, βολικά, ξεχνιέται. Αυτή η ένταση υπήρξε κεντρική στην κατανόηση της ταυτότητάς μου και επηρέασε βαθιά το πώς έγραψα το μυθιστόρημα. Επίσης, όταν επέστρεψα στην Αγκόλα, με συγκλόνισε ο συνεχής αντίκτυπος της αποικιακής νοοτροπίας αλλά και οι βαθιές πληγές που άφησε ο εμφύλιος πόλεμος. Αυτή η συνειδητοποίηση ήταν σημαντική για την ανάπτυξη διαλόγων και σκηνών στο βιβλίο.
Σήμαινε ότι έπρεπε να αντιμετωπίσω αντιφάσεις: πραγματικότητα και προσδοκίες, περηφάνια και πόνο, σωστό και λάθος.
Προσωπικά, ήταν οδυνηρό να συνειδητοποιώ πως ήμουν Πορτογαλίδα στην Αγκόλα και Αγκολέζα στην Πορτογαλία. Σήμαινε ότι έπρεπε να αντιμετωπίσω αντιφάσεις: πραγματικότητα και προσδοκίες, περηφάνια και πόνο, σωστό και λάθος.
Ο χαρακτήρας του στρατηγού Ζακαρίας Βίντου είναι γοητευτικός και πολυεπίπεδος. Τι αντιπροσωπεύει στην ιστορία και πώς αναπτύξατε αυτό τον ήρωα;
Ήταν περίπλοκο να ζωντανέψω τον στρατηγό Ζακαρίας Βίντου. Ο εύκολος δρόμος θα ήταν να τον παρουσιάσω σαν τέρας, κάποιον πραγματικά σκληρό, χωρίς καμία ποιότητα. Όμως, στην πραγματική ζωή κανείς δεν είναι έτσι, σωστά;
Από τη μία πλευρά, ήθελα ο Ζακαρίας να αντανακλά τις αντιφάσεις της Αγκόλας μετά την ανεξαρτησία: βία, φροντίδα, εξουσία, ευαλωτότητα και το παράδοξο ενός στρατηγού που πολέμησε τον αποικιοκράτη, αλλά επιβιώνει με διεφθαρμένο τρόπο σε ένα άνισο σύστημα που τρέφεται από τη μεταπολεμική ελίτ. Μέσα από αυτόν, το μυθιστόρημα διερευνά τη ηθική ασάφεια της εξουσίας. Από την άλλη, το να αποκαλυφθεί η πιο τρυφερή του πλευρά ήταν επίσης σημαντικό. Ο Ζακαρίας αγαπά την ποίηση και κάτω από το σκληρό του περίβλημα υπάρχει συναισθηματικό βάθος, μια ανάγκη να συμφιλιωθεί με το σκοτεινό πολεμικό του παρελθόν.
Η γραφή σας συνδυάζει πρόζα με ποιητική ευαισθησία. Πώς επηρεάζει το ποιητικό σας έργο σας την προσέγγισή σας στο μυθιστόρημα;
Είναι πάντα δύσκολο να μιλήσω για τη γραφή μου. Λοιπόν, ο Ζακαρίας αγαπά την ποίηση γιατί κι εγώ αγαπώ την ποίηση. Είμαι όλοι οι χαρακτήρες των βιβλίων μου. Χωρίς καμία εξαίρεση. Απλώς μπορώ να πω ότι για μένα η ποίηση είναι πρόζα με στίχο και ρυθμό.
Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε όταν γράφατε για ευαίσθητα θέματα όπως το αποικιοκρατικό παρελθόν και η αφρικανική διασπορά, και πώς τις διαχειριστήκατε;
Ειδικά κατά τη δημιουργία των χαρακτήρων του βιβλίου ήμουν πολύ προσεκτική, ώστε να μείνω μακριά από στερεότυπα. Ήταν σημαντικό να έχω συνεχώς στο μυαλό μου ότι, όπως και στην πραγματική ζωή, οι κακοί άνθρωποι κάνουν καλές πράξεις και οι καλοί άνθρωποι κάνουν κακές πράξεις.Μια μεγάλη παγίδα είναι μια αφήγηση που στοχεύει να διδάξει τον αναγνώστη για την αποικιοκρατική ιστορία, τον πόλεμο, τον ρατσισμό ή οποιοδήποτε άλλο θέμα.Γι’ αυτό, πάντα είχα στο μυαλό μου: «Κάνε ερωτήσεις, μη δίνεις απαντήσεις».
(...) η ιδέα να τοποθετήσω το «κέντρο του κόσμου» στο Μπιέ -ένα μέρος που εμφανίζεται στην αφήγηση- γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της επίσκεψής μου στους Δελφούς, όταν ζούσα στην Ελλάδα.
Κλείνοντας, θα θέλατε να πείτε κάτι στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό;
Χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία να μοιραστώ ένα ενδιαφέρον στοιχείο από τα παρασκήνια του μυθιστορήματός μου: η ιδέα να τοποθετήσω το «κέντρο του κόσμου» στο Μπιέ -ένα μέρος που εμφανίζεται στην αφήγηση- γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της επίσκεψής μου στους Δελφούς, όταν ζούσα στην Ελλάδα. Συγκινήθηκα βαθιά από την ιστορία και τον συμβολισμό του τόπου. Αυτή η εμπειρία με σημάδεψε και τελικά βρήκε τον δρόμο της μέσα στον ιστό του βιβλίου μου. Για τον Έλληνα αναγνώστη ίσως έχει ενδιαφέρον να γνωρίζει ότι επεξεργάστηκα εκ νέου την ιδέα αυτή και την αναδιαμόρφωσα μέσα σε ένα αγκολέζικο πλαίσιο, και πως οι ελληνικοί μύθοι μπορούν να διασχίσουν σύνορα και να βρουν νέα ζωή.