Με αφορμή την παρουσία του στην 20η ΔΕΒΘ και την έκδοση του τελευταίου του βιβλίου «Μαστρο Τζεπέτο» (μτφρ. Δήμητρα Δότση, εκδ. Ίκαρος), συνομιλήσαμε με τον Ιταλό συγγραφέα Φάμπιο Στάσι [Fabio Stassi] για τη θεραπευτική δύναμη των βιβλίων.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Θεραπεία διά των βιβλίων; Μήπως να αφήσουμε κατά μέρος τα χάπια και τους γιατρούς; Ο Ιταλός συγγραφέας Φάμπιο Στάσι έχει αγαπηθεί και στην Ελλάδα για τα βιβλία του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος και έχουν, τα περισσότερα, κεντρικό ήρωα τον Βίντσε Κόρσο. Μια παράξενη φιγούρα που ως βιβλιοθεραπευτής λύνει μυστήρια, αλλά και θέτει τα βιβλία ως μέρος της αναγνωστικής θεραπείας των ανθρώπων.
Βρεθήκαμε με τον Φάμπιο Στάσι στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την 20ή ΔΕΒΘ και συζητήσαμε για τη ζωτική δύναμη της λογοτεχνίας.
Πώς προέκυψε ο Βίντσε Κόρσο; Πώς τον σκεφτήκατε;
Είχα την επιμέλεια ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε στην Ιταλία με θέμα «Θεραπεία με τα βιβλία». Είναι ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Το σχέδιο ήταν κάθε συγγραφέας από διαφορετική χώρα να προτείνει βιβλία. Εγώ, ως εκπρόσωπος της Ιταλίας, πρότεινα τα βιβλία του Καλβίνο, του Ταμπούκι, του Μοράβια για βιβλιοθεραπεία. Συγκεκριμένα, για κάθε ασθένεια πρότεινα έναν συγκεκριμένο συγγραφέα.
Με ποιο λογική, όμως; Πώς κάνατε την αντιστοίχιση;
Για να φέρω ένα παράδειγμα: ο Μπουζάτι είναι ιδανικός συγγραφέας για το φόβο των γηρατειών. Ο Μανγκανέλι, ένας δύσκολος και μπαρόκ, συγγραφέας, προτείνεται για τη δυσπραγία που είναι μια ασθένεια που έχουν οι άνθρωποι που δεν μπορούν να σκύψουν να δέσουν τα κορδόνια των παπουτσιών τους. Ο ίδιος, άλλωστε, έγινε συγγραφέας γι’ αυτόν το λόγο.
Πώς ήταν όλο αυτό ως εμπειρία;
Στην αρχή ήταν διασκεδαστικό, αλλά στη συνέχεια άρχισα να μελετώ λίγο περισσότερο το θέμα της βιβλιοθεραπείας. Συναντήθηκα με θεραπευτές και κατάλαβα πως όλο αυτό είναι κάτι πολύ σοβαρό. Στις φυλακές, ας πούμε, που επιτρέπουν τα βιβλία παρουσιάζεται μείωση των αυτοκτονιών κατά 1/3 σε σχέση με άλλες που τα απαγορεύουν. Επομένως, τα βιβλία σώζουν ζωές σε οριακές καταστάσεις όπως στα νοσοκομεία, σε φυλακές, αλλά και σε χώρες που βρίσκονται υπό δικτατορικό καθεστώς. Για να απαντήσω, λοιπόν, στην πρώτη ερώτηση, σκέφτηκα να φτιάξω έναν χαρακτήρα που θα είναι ντετέκτιβ. Ειδικότερα αυτός ο ντετέκτιβ θα είναι και αναναγνώστης, όπως συμβαίνει και στην πραγματικότητα.
Τα βιβλία σώζουν ζωές σε οριακές καταστάσεις όπως στα νοσοκομεία, σε φυλακές, αλλά και σε χώρες που βρίσκονται υπό δικτατορικό καθεστώς.
Αυτό που φτιάξατε, τελικά, ήταν ένα υβριδικό σχήμα. Γνωρίζουμε την παραδοσιακή αστυνομική λογοτεχνία με τους κλασικούς επιθεωρητές. Εδώ, όμως, έχουμε κάτι άλλο. Πιο εκλεπτυσμένο.
Το αστυνομικό είδος είναι κατ’ ουσίαν μπουρζουά. Στην αρχή συμβαίνει μια ρήξη της τάξης μέσω του εγκλήματος, αλλά στο τέλος η τάξη αποκαθίσταται. Η λογοτεχνία είναι αταξία, ακαταστασία. Ήθελα να φτιάξω έναν ήρωα που είναι ανασφαλής, μπερδεμένος, αλλά που θέτει συνεχώς ερωτήματα στον εαυτό του. Όπως κάνουν και οι αναγνώστες.
Επιστρέφω, για το επάγγελμα του βιβλιοθεραπευτή. Ξέρω πολλούς βιβλιόφιλους που εύκολα θα το ακολουθούσαν.
(Γελάει) Στη Σαρδηνία σε μια παρουσίαση που με κάλεσαν μου έδωσαν να φορέσω μια λευκή ιατρική μπλούζα, μου έδωσαν ένα στηθοσκόπιο και ένα βιβλίο. Είχα ως βοηθούς μου δύο βιβλιοθηκονόμους. Αυτή ήταν η παρουσίαση. Μπήκαν στη σειρά όσοι ήρθαν στην παρουσίαση και φτάσαμε ως τη νύχτα κι ακόμη ήμασταν εκεί. Έρχονταν άνθρωποι και μου έλεγαν πράγματα για τη ζωή τους.
Απίστευτο…
Εντελώς! Μιλάμε για ανθρώπους άγνωστους σε εμένα που μου έλεγαν πράγματα που δεν είχαν πει καν σε οικείους τους. Είχα, δε, και βιβλίο συνταγών με σφραγίδα και τους έγραφα τα βιβλία που έπρεπε να πάρουν. Για μια εβδομάδα οι βιβλιοπώλες στο Κάλιαρι με έπαιρναν τηλέφωνο και μου έλεγαν πως χάρη σ’ αυτό πουλούσαν βιβλία που είχαν στοκάρει εδώ και δέκα χρόνια.
Δεν είναι επικίνδυνο όλο αυτό; Αντιλαμβάνεστε την ευθύνη του πράγματος;
Φυσικά και είναι επικίνδυνο. Εκείνο το βράδυ έφυγα πολύ κουρασμένος. Η λογοτεχνία μιλάει για τα πάντα, αλλά αν κάνεις λάθος στο βιβλίο που θα προτείνεις; Αυτοί οι άνθρωποι είχαν ανάγκη να μιλήσουν και τα βιβλία ήταν η πρόφαση, μια γέφυρα. Η διαδικασία ήταν τόσο σοβαρή που επέτρεψε στους ανθρώπους να ανοιχτούν περισσότερο από όσο θα το έκαναν σε έναν πραγματικό γιατρό.
Μικρός ήμουν ένα λιγομίλητο παιδί που είχε φτιάξει έναν δικό του φανταστικό κόσμο.
Εσείς πώς προσεγγίσατε τη λογοτεχνία μικρός;
Μικρός ήμουν ένα λιγομίλητο παιδί που είχε φτιάξει έναν δικό του φανταστικό κόσμο. Μου άρεσαν πολύ τα βιβλία περιπέτειας.
Από βιβλίο σε βιβλίο έχω διαπιστώσει πως δεν μετασχηματίζεστε, αλλάζετε. Δεν κρατάτε μια μανιέρα.
Τα βιβλία μάς αλλάζαν, αλλά κι εγώ αλλάζω μέσα στα χρόνια. Ο Σαρλό και ο Μαστρο-Τζεπέτο είναι μέλη της οικογένειάς μου. Η οικογένειά μου είναι οικογένεια εσωτερικών μεταναστών. Φύγαμε από τη Σικελία για τη Ρώμη. Η γιαγιά μου γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες και ο παππούς μου στην Τυνησία. Μια προγιαγιά μου έρχεται από Μπιζνόνε και μια άλλη από την Καταλονία. Ολο αυτό είναι μια μίξη. Ολοι αυτοί λάτρευαν τον Σαρλό ως μια ποιητική αναπαράσταση αυτού που ήταν οι ίδιοι.
Περιμένατε πως μεγαλώνοντας θα γράφατε γι’ αυτούς;
Όχι, ποτέ! Η γιαγιά μου στο τραπέζι του Πάσχα έβαζε πιάτο και γι’ αυτούς, τον Σαρλό και τον Μαστρο-Τζεπέτο. Επίσης, έβαζαν πιάτο και για τους συγγενείς που βρίσκονταν στην Αμερική. Τα Χριστούγεννα συνέβαινε το ίδιο. Οι άλλοι που βρίσκονταν στο τραπέζι διηγούνταν στους απόντες όλα τα σημαντικά γεγονότα της οικογένειας. Κάποια στιγμή άρχισαν να ετοιμάζουν τραπέζι και για τους νεκρούς. Για μένα αυτό ήταν λογοτεχνία, ήταν φαντάσματα. Μπορεί όλοι οι άνθρωποι να ήταν αγράμματοι, αλλά ήξεραν να διηγούνται ιστορίες, όπως συνέβαινε με τους παλαιότερους. Αυτή ήταν η πρώτη μου εκπαίδευση στην αφήγηση.
Μπορεί όλοι οι άνθρωποι να ήταν αγράμματοι, αλλά ήξεραν να διηγούνται ιστορίες, όπως συνέβαινε με τους παλαιότερους. Αυτή ήταν η πρώτη μου εκπαίδευση στην αφήγηση.
Τώρα καταλαβαίνω γιατί όλο το έργο σας κινείται γύρω από το θέμα της μνήμης.
Πράγματι. Στην Ιταλία θα βγει ένα καινούργιο βιβλίο που θα μιλάει για τα βιβλία που κάηκαν κατά τη διάρκεια του φασισμού και την επόμενη χρονιά θα βγάλω ένα αυτοβιογραφικό για την οικογένειά μου. Εκεί η μνήμη θα παίξει καθοριστικό ρόλο. Ήταν μια αγαπημένη λέξη για τον Λεονάρντο Σάσα. Η μπλε σειρά των εκδόσεων Selerio, του εκδοτικού μου, έχει τον τίτλο «Μνήμη».
Αυτό δεν ζητάμε, άλλωστε, από την λογοτεχνία; Να συνδεθούμε με το παρελθόν. Ακόμη και μ’ αυτό που δεν έχουμε ζήσει.
Περιγράφοντας τις πυρές που άναβαν οι Γερμανοί για να κάψουν τα βιβλία, ανακάλυψα πως τέτοια πράγματα γίνονταν και πολύ παλιότερα. Στην Κίνα, το 213 π.Χ. ο τότε Αυτοκράτορας έκαψε όλα τα βιβλία με σκοπό να ξεκινήσει η Ιστορία από αυτόν. Αυτό έκανε και ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ. Ήθελαν να κάψουν τη Γαλλική Επανάσταση. Η λογοτεχνία έχει να κάνει με την προστασία της μνήμης. Ακόμη κι αν είναι τραγική, επώδυνη και αρνητική.
Παλαιότερα δουλεύατε σε εκδοτικό οίκο. Πώς ήταν η εμπειρία να πρέπει να «πεις» όχι σε έναν συγγραφέα; Δεν σας στεναχωρούσε που κι εσείς ήσασταν συγγραφέας;
Ισχύει αυτό. Σταμάτησα αυτή τη δουλειά γιατί απαντούσα σε όλους γιατί καταλάβαινα την αγωνία τους. Μακάρι να έλεγα σε όλους «ναι», αλλά αυτό ήταν αδύνατο να συμβεί. Ωστόσο, είχα και μια μεγάλη ικανοποίηση. Ενας συγγραφέας που είχα προτείνει εγώ πήρε το βραβείο Καμπιέλο που είναι σαν να παίρνει το πρωτάθλημα μια ομάδα Γ’ Εθνικής. Ολοι έχουμε ευθύνη να μιλάμε για ωραία βιβλία.
...ο τωρινός μου εκδοτικός. Τότε με είχε απορρίψει. Μάλιστα ένα από τα απορριπτικά σημειώματα το έχω κάνει κορνίζα στο γραφείο μου.
Εσάς σας έχουν απορρίψει ποτέ;
Βέβαια (γελάει), για είκοσι χρόνια. Και μάλιστα ο τωρινός μου εκδοτικός. Τότε με είχε απορρίψει. Μάλιστα ένα από τα απορριπτικά σημειώματα το έχω κάνει κορνίζα στο γραφείο μου. Η αλήθεια είναι ότι οι εκδόσεις Selerio μου είχαν ετοιμάσει ένα συμβόλαιο που χάθηκε και δεν μου το έστειλαν ποτέ. Επομένως, θα μπορούσα να είχα ξεκινήσει πιο νωρίς. Όλα στη ζωή είναι μοίρα. Συμβαίνουν όταν είναι να συμβούν.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.