Ο Κωνσταντίνος Γαβριήλ μας συστήθηκε πρόσφατα με ένα πλούσιο και γεμάτο μυθιστόρημα με τίτλο «Η τυχερή Δάφνη» (εκδ. Key Books), ένα «ψυχολογικό θρίλερ σε ένα ηλιόλουστο ερημονήσι του Αιγαίου».
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Αν και συχνά θα το βρούμε στο ράφι με τα «αστυνομικά», πρόκειται για ένα ψυχολογικό θρίλερ. Τρεις άντρες και μια γυναίκα ξεκινούν ένα ταξίδι αναψυχής με ιστιοφόρο, όταν ένα αναπάντεχο γεγονός θα τους φέρει αντιμέτωπους με ένα ηθικό δίλημμα. Όντας εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες, θα διαχειριστούν τη νέα πραγματικότητα ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τη στιγμή που τα συνεχή αδιέξοδα που προκύπτουν τους αναγκάζουν να ανασύρουν από τα κατάβαθα της ύπαρξής τους ό,τι πιο σκοτεινό κρύβουν.
Μεγάλο μέρος της ιστορίας διαδραματίζεται σε ένα ηλιόλουστο ερημονήσι του Αιγαίου, ωστόσο η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι κλειστοφοβική, ο κίνδυνος επικρέμεται ήδη από τα πρώτα κεφάλαια, οι νύχτες μοιάζουν ολοένα και πιο μακριές, φορτισμένες με έντονους διαλόγους και αγωνιώδεις εσωτερικές σκέψεις. Εντέλει, ο αναγνώστης θα οδηγηθεί στο φινάλε μέσω ενός μονοπατιού χαραγμένου πάνω στην πιο απρόβλεπτη διαδρομή.
Oι νύχτες μοιάζουν ολοένα και πιο μακριές, φορτισμένες με έντονους διαλόγους και αγωνιώδεις εσωτερικές σκέψεις.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας. Τι το καινούριο φέρνει;
Ένας νέος συγγραφέας μπορεί να κομίζει πολλά, μπορεί και τίποτα. Όμως όλοι από κάπου ξεκινούν, πάντα θα υπάρχει το πρώτο βιβλίο. Εν προκειμένω, αρχικός μου στόχος ήταν να γράψω ένα βιβλίο που θα μπορούσε να σταθεί επάξια ανάμεσα σε άλλα καλά βιβλία, είτε Ελλήνων είτε ξένων συγγραφέων. Ήξερα εκ των προτέρων πως δεν θα με ικανοποιούσαν εκφράσεις του τύπου «Για πρώτο του βιβλίο μια χαρά τα κατάφερε» ή «για Ελληνικό καλό είναι». Βέβαια το αν πραγματικά πέτυχα, είναι κάτι που μόνο ο αναγνώστης μπορεί να το κρίνει.
Δεν ξέφυγα επίσης από τον κανόνα που θέλει το πρώτο βιβλίο να έχει έντονα βιωματικά στοιχεία. Όπως λοιπόν προανέφερα, η ιστορία εξελίσσεται στο Αιγαίο ένα περιβάλλον που γνωρίζω καλά, καθώς ως ιστιοπλόος έχω περιπλανηθεί στις πιο απόμερες γωνιές του. Επιπλέον ως πρώην αλπινιστής έτυχε να βιώσω δύσκολες καταστάσεις, στιγμές που εξαιτίας μιας λάθος επιλογής με έφεραν αντιμέτωπο με τον θάνατο. Νομίζω πως στην «Τυχερή Δάφνη» έχω αποτυπώσει αυτές τις δυνατές εμπειρίες.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου μου πήρε τεσσεράμισι χρόνια. Ξεκίνησα με ελάχιστη εμπειρία και περίεργος καθώς ήμουν για το αν μπορώ να αντιμετωπίσω το «τέρας» της λευκής σελίδας. Εκείνο λοιπόν τον πρώτο καιρό, διάβασα αμέτρητες συμβουλές καταξιωμένων συγγραφέων και λογοτεχνικών πρακτόρων του εξωτερικού. Ίσως η πιο σπουδαία που θυμάμαι είναι πως το μεγαλύτερο όπλο του συγγραφέα δεν είναι η πένα αλλά η γόμα. Και είναι αλήθεια πως σε αυτά τα χρόνια έσβησα και ξαναέγραψα εκατοντάδες χιλιάδες λέξεις (και αυτό δεν είναι υπερβολή). Πρέπει να μου πήρε κάπου δυο χρόνια μέχρι να βρω το συγγραφικό μου στυλ. Κατόπιν συνέχυσα να δουλεύω πάνω σε αυτό, να το εξελίσσω. Ίσως φαντάζει βασανιστικά δύσκολη αυτή η διαδρομή, όμως αλήθεια, την απόλαυσα. Η συγγραφή είναι καθαρή δημιουργία.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες -κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.- τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους.
Θεωρώ πως η κινητήρια δύναμή μου κατά τη συγγραφή είναι το συναίσθημα και η μουσική αποτελεί το καταλληλότερο μέσο για να το διεγείρει. Φυσικά δεν έχω τα ακουστικά στα αυτιά μου όταν γράφω, όμως έχω συλλάβει τις καλύτερες ιδέες με την διάθεσή μου απόλυτα εναρμονισμένη με τη μουσική που ακούω.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Είχα ακούσει για το πόσο δύσκολα βρίσκει ένας πρωτοεμφανιζόμενος εκδότη, πως οι περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι επενδύουν κυρίως στο «όνομα» του συγγραφέα και λιγότερο στην ποιότητα του έργου του. Ωστόσο έτεινα να αγνοώ αυτές τις προειδοποιήσεις καθώς πίστευα πολύ στο γραπτό μου. Βέβαια όταν εισέπραξα τα πρώτα «Όχι», προσγειώθηκα στην πραγματικότητα. Οι αρνητικές απαντήσεις (με τη μορφή ενός τυποποιημένου email ή ενός SMS ξημερώματα Κυριακής στο κινητό μου) συνεχίστηκαν για τουλάχιστον ένα χρόνο, διάστημα κατά το οποίο συνέχιζα να αναθεωρώ ακούραστα το γραπτό μου. Ώσπου μια μέρα οι πλανήτες ευθυγραμμίστηκαν και εντελώς τυχαία γνώρισα τον Βλάση και τον Βασίλη, τους εκδότες της KEY BOOKS. Και τότε τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.