Mε αφορμή την επανέκδοση του μυθιστορήματός της «Πατρίδα από βαμβάκι» (εκδ. Πατάκη), η συγγραφέας Έλενα Χουζούρη μάς μιλάει για τη λιγότερη γνωστή ιστορία των ανθρώπων που αναγκάστηκαν να φύγουν από την Ελλάδα μετά το τέλος του Εμφυλίου και τη σημερινή συγκυρία με το πρόβλημα της μετανάστευσης και της προσφυγιάς.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Η λογοτεχνία θα έχει πάντα τους δικούς της χρόνους. Κατ’ αντιστοιχία, τα βιβλία που γράφτηκαν στο παρελθόν μπορούν να αποκτήσουν νέα ζωή όχι μόνο γιατί το επιθυμεί ο συγγραφέας τους, αλλά διότι η ιστορική συγκυρία τα ανασύρει από τη σκόνη της λήθης και τους δίνει το «δικαίωμα» να συνομιλήσουν με νέους -αλλά και παλαιότερους- αναγνώστες υπό άλλους όρους.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει με το μυθιστόρημα της Έλενας Χουζούρη Πατρίδα από βαμβάκι (εκδ. Πατάκη) που επανεκδόθηκε έπειτα από 15 χρόνια σε μια νέα, αναθεωρημένη έκδοση. Μπορεί να έχουν γραφτεί πολλά βιβλία (μυθοπλασίας και μη) για τον Εμφύλιο Πόλεμο, αλλά λιγότερα πράγματα γνωρίζουμε για τη δύσκολη επόμενη ημέρα των ανθρώπων που χρειάστηκε να φύγουν άρον άρον από την Ελλάδα με προορισμό τις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ.
Μια τέτοια ιστορία αφηγείται το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, και στις σημερινές συνθήκες όπου η μετανάστευση και το προσφυγικό πρόβλημα παροξύνονται συνεχώς, η Πατρίδα από βαμβάκι διαβάζεται ξανά με έντονο ενδιαφέρον.
Είστε από τους συγγραφείς που θα έλεγε κανείς αναμετράται με τη μεγάλη Ιστορία με όρους καθαρής λογοτεχνίας. Σα να θέλετε να φωτίσετε τις απρόσμενες δυνατότητες της, όπως σημειώνει και ο Κούντερα. Τί είναι αυτό που σας τράβηξε στην «Πατρίδα από βαμβάκι»;
Με εντυπωσιάζει πραγματικά η Ιστορία για το πόση δύναμη έχει να ανατρέπει εν μια νυκτί τις ζωές των ανθρώπων, να τις οδηγεί όπου εκείνη επιθυμεί και πόσο μέσα σε αυτές τις τραυματικές εν γένει αλλαγές, διαφοροποιείται και ο ψυχισμός των ανθρώπων. Δεν συμφωνώ με την μη διαλεκτική άποψη ότι ο άνθρωπος μένει πάντα ο ίδιος μέσα στον ιστορικό χρόνο και τις αλλαγές που επιφέρει. Από την άλλη ψάχνοντας στις σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας και φωτίζοντάς τες ανακαλύπτεις πόσα κλειδιά μπορούν να σου προσφέρουν για να διαβάσεις καθαρότερα το παρόν και να καταλάβεις γιατί συμβαίνει τώρα αυτό η εκείνο. Διότι όλα μα όλα πίσω από την πρόσοψη κρύβουν πολύ παλιές αιτίες όσο και αν τις περισσότερες φορές γίνεται μια πολύ μεγάλη προσπάθεια από τις εκάστοτε εξουσίες να πατικωθούν αυτές οι αιτίες.
Αν λοιπόν στον Σκοτεινό Βαρδάρη, το πρώτο μου μυθιστόρημα, ήρθαν στο φως, για πρώτη φορά μυθιστορηματικά, οι παλιές βαλκανικές έχθρες που ταλάνισαν κόσμο και κοσμάκη, και που μετά τους βαλκανικούς πολέμους γέμισαν τα δυτικά Βαλκάνια από πρόσφυγες κάθε εθνότητας και θρησκεύματος που είχαν ξεριζωθεί από τις πατρίδες τους, στην Πατρίδα από βαμβάκι το ζήτημα της πολιτικής προσφυγιάς, του ξεριζωμού, της διαγραφής των ανθρώπων από τα μητρώα της πατρίδα τους, της πλήρους απαγόρευσης να την ξαναδούν έστω και για λίγο, παίρνει τρομακτικές διαστάσεις, και δημιουργεί ένα ανεπούλωτο τραύμα. Και αυτό γιατί εδράζεται στον πιο καταστροφικό πόλεμο, ανάμεσα στους πολέμους, τον Εμφύλιο πόλεμο. Αυτό και μόνον αυτό με συγκλόνισε και σκέφτηκα πως μόνο ένα μυθιστόρημα μπορεί να το πλησιάσει, να το ψάξει, να αφουγκραστεί το τραύμα του.
Υπάρχει μια στιβαρή διακειμενική συνομιλία με την αυτοβιογραφία του πολιτικού πρόσφυγα στην Τασκένδη, θείου μου, Στέφανου Χουζούρη «Γιατρός σε τρεις πολέμους», με την Πτέρυγα Καρκινοπαθών του Σολζενίτσιν, με τον Μιχαήλ Στρογκώφ του Ιουλίου Βερν.
Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 2009. Ποιες είναι οι επεμβάσεις που έχετε κάνει; Συνομιλείτε με τα προηγούμενα βιβλία σας ή εδώ έχουμε μια ιδιαίτερη περίπτωση;
Δεν μπορώ να πω ότι έγιναν δομικές παρεμβάσεις στη νέα έκδοση. Νομίζω ότι το ελάφρυνα κάπως σε σχέση με τις διακειμενικές του συνομιλίες. Λόγου χάριν διέγραψα μια μεγαλούτσικη συνομιλία του μυθιστορήματος με την Μενεξεδένια Πολιτεία του Άγγελου Τερζάκη, η απάλειψα κάποιες επαναλήψεις, ή πρόσεξα περισσότερο κάποιες εκφράσεις που είχαν σχέση με το γνωστό μας «μακεδονικό» πρόβλημα υπό το φως πλέον της Συμφωνίας των Πρεσπών και άλλα παρόμοια. Όσο για τις συνομιλίες μου με τα άλλα μυθιστορήματα μου, βέβαια υπάρχει η απάντηση για το τι συνέβη στην ηρωίδα μου, του Σκοτεινού Βαρδάρη, και νύξεις που θα τις βρούμε στο Δύο φορές αθώα (εκδ. Κέδρος) το οποίο αποτελεί μια συνέχεια, μια διλογία με την Πατρίδα από βαμβάκι. Επίσης υπάρχει μια στιβαρή διακειμενική συνομιλία με την αυτοβιογραφία του πολιτικού πρόσφυγα στην Τασκένδη, θείου μου, Στέφανου Χουζούρη «Γιατρός σε τρεις πολέμους», με την Πτέρυγα Καρκινοπαθών (εκδ. Βιβλιοθήκη για όλους) του Σολζενίτσιν, με τον Μιχαήλ Στρογκώφ (μτφρ. Τίνα Χάρη, εκδ. Εστία) του Ιουλίου Βερν, καθώς και με την ποίηση της Άννα Αχμάτοβα. Πιστεύω, όμως, ότι όταν ένας συγγραφέας επανεκδίδει ένα μυθιστόρημα του μετά από τόσα χρόνια, παύει ο ρόλος του ως συγγραφέα και αρχίζει εκείνος του αναγνώστη. Εγώ λοιπόν τώρα αντιμετώπισα την Πατρίδα από βαμβάκι ως αναγνώστρια και δεν σας κρύβω ότι είναι ένα πολύ ενδιαφέρον συναίσθημα.
Πώς αντιμετωπίσατε λογοτεχνικά ένα τόσο ζόρικο για την σύγχρονη ελληνική Ιστορία και σχετικά παρασιωπημένο κεφάλαιο, αυτό των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στην Τασκένδη; Γενικότερα πώς μεταπλάθετε την Ιστορία σε λογοτεχνία, σε μυθιστόρημα συγκεκριμένα; Ποια είναι η οπτική σας;
Πιστεύω ότι όταν δεν έχεις βιώσει προσωπικά τραυματικές και όχι μόνον, ιστορικές περιόδους δεν μπορείς να τις αντιμετωπίσεις λογοτεχνικά παρά μόνον αποσπασματικά, σα να βλέπεις, λόγου χάριν, ένα ντοκιμαντέρ, και να υπενθυμίζεις στον αναγνώστη ότι αυτό που διαβάζει δεν είναι παρά μια κατασκευή, όπου οι όποιες αλήθειες που του παρουσιάζονται είναι υπό αίρεση. Με τον τρόπο αυτό δεν πέφτεις στην παγίδα της, έτσι κι αλλιώς, υποκειμενικότητας του παντογνώστη αφηγητή που ενέχει μια κλασική ευθύγραμμη αληθοφανή αναπαράσταση. Το λέω αυτό γιατί όταν έχουμε πια στα χέρια μας τόσες ιστοριογραφικές προσεγγίσεις και τόσες πληροφορίες για καίριες και εξαιρετικά φορτισμένες στον καιρό τους εποχές, η μυθιστορηματική τους μετάπλαση με την μέθοδο του παντογνώστη αφηγητή και των όσων εκείνος φαινομενικά ή υπογείως πρεσβεύει, μου φαντάζει εντελώς ξεπερασμένη. Ευτυχώς εδώ και αρκετά χρόνια το μυθιστόρημα που έχει ως αφορμή την Ιστορία, απέχει, στις περισσότερες των περιπτώσεων, από αυτήν την προσέγγιση.
Σχετικά με βασικό μου ήρωα, τον γιατρό Στέργιο Χ, θέλω να πω ότι η έμπνευση για να τον πλάσω μυθιστορηματικά ήταν όντως η περίπτωση του θείου μου, γιατρού Στέφανου Χουζούρη.
Αν και έχουμε πλείστα όσα μυθιστορήματα για τον Εμφύλιο πόλεμο για τους μετεμφυλιακούς πρόσφυγες γνωρίζουμε ελάχιστα. Ήταν κι αυτός ένας λόγος για να ασχοληθείτε με την ζωή του Στέργιου Χ;
Έχετε δίκαιο ότι λογοτεχνικά, αν εξαιρέσουμε το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της Άλκης Ζέη Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (εκδ. Μεταίχμιο), το δικό μου μυθιστόρημα που δεν βασίζεται σε προσωπικά βιώματα ήταν το πρώτο που κυκλοφόρησε το 2009 με θέμα αυτήν την ελάχιστα γνωστή, σελίδα της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Και ναι, εγώ ήθελα να την ψάξω, να την φωτίσω, ήταν για μένα μια πρόκληση. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι δεκαπέντε χρόνια μετά παραμένει το μοναδικό επινοημένο μυθιστόρημα με αυτό το θέμα, γεγονός που μου προξενεί μεγάλη εντύπωση. Σχετικά τώρα με τον βασικό μου ήρωα, τον γιατρό Στέργιο Χ, θέλω να πω ότι η έμπνευση για να τον πλάσω μυθιστορηματικά ήταν όντως η περίπτωση του θείου μου, γιατρού Στέφανου Χουζούρη, που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, τον Αύγουστο του 1949. Ώς εκεί όμως, όλα τα άλλα είναι καθαρή επινόηση. Εξάλλου, αυτόν τον θείο τον είχα γνωρίσει ελάχιστα από το 1982 που είχε επαναπατριστεί και έμενε στην Θεσσαλονίκη, όπου και πέθανε το 1993.
Ο «δικός» μου γιατρός χαρακτηριολογικά και ιδεολογικά είναι πιο κοντά στο γιατρό του Πάστερνακ, τον Δρ. Ζιβάγκο, παρά στο θείο μου. Έναν γιατρό που ναι μεν είναι προσηλωμένος στο όραμα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της έλλειψης εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, της ισότητας και της αλληλεγγύης, όπως εκφραζόταν τότε από τον κομμουνισμό της εποχής εκείνης, αλλά ταυτόχρονα παραμένει πιστός στον όρκο του Ιπποκράτη που έδωσε όταν ορκίστηκε γιατρός. Επίσης διαπνέεται χωρίς και ο ίδιος να το συνειδητοποιεί από έναν βαθιά ριζωμένο μέσα του ανθρωπισμό που τον κάνει να βασανίζεται από μια σειρά ενοχές και διλήμματα ως προς τις επιλογές του. Ουσιαστικά είναι ένα τραγικό πρόσωπο, όπως είμαι σίγουρη πια, ότι θα ήταν και πολλοί άλλοι που βίωσαν αυτό το τεράστιο τραύμα. Δεν είναι τυχαίο ότι πενήντα χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου, ο επαναπατρισθείς ηλικιωμένος πια ήρωας μου, στην επίσκεψη μνήμης που κάνει μαζί με άλλους παλιούς συντρόφους του, στον Γράμμο, πετάει πέρα μακριά την σφαίρα που βρίσκει αντί να την κρύψει στην τσέπη του, θέλοντας να βάλει ένα οριστικό τέλος σε όλα αυτά.
Η Έλενα Χουζούρη έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές και µία συγκεντρωτική συλλογή των ποιηµάτων της (2011). Στην πεζογραφία εµφανίστηκε το 2004 µε το µυθιστόρηµα Σκοτεινός Βαρδάρης (νέα έκδοση, Εκδόσεις Πατάκη, 2019) και ακολούθησαν τα µυθιστορήµατά της Πατρίδα από βαµβάκι (νέα έκδοση, Εκδόσεις Πατάκη, 2024), Δύο φορές αθώα (Κέδρος, 2013), Ο θείος Αβραάµ µένει πάντα εδώ (Εκδόσεις Πατάκη, 2016), Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μια παλιά ιστορία (Εκδόσεις Πατάκη, 2021). Κυκλοφορούν επίσης η συγκεντρωτική έκδοση κριτικών και δοκιµίων της για την ποίηση Εξ αγχιστείας (Γαβριηλίδης, 2001) και οι µελέτες της Η Θεσσαλονίκη του Γιώργου Ιωάννου (Επίκεντρο, 2012) και Η στρατιωτική ζωή στη νεοελληνική λογοτεχνία (Επίκεντρο, 2020). Τα µυθιστορήµατά της έχουν µεταφραστεί στα γερµανικά, γαλλικά, σερβικά, βουλγαρικά και τουρκικά. Επίσης έχουν συµπεριληφθεί στις βραχείες λίστες των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων, των βραβείων των περιοδικών Διαβάζω και Αναγνώστης και του The Athens Prize of Literature. Το βιβλίο της Ο θείος Αβραάµ µένει πάντα εδώ τιµήθηκε µε το βραβείο πεζογραφίας 2016 του περιοδικού Κλεψύδρα. Ως κριτικός της λογοτεχνίας έχει συνεργαστεί µε µεγάλες αθηναϊκές εφηµερίδες και γνωστά λογοτεχνικά περιοδικά, έντυπα και ηλεκτρονικά. Για πολλά χρόνια εργάστηκε ως δηµοσιογράφος στον τοµέα πολιτισµού και βιβλίου, στον ηµερήσιο και περιοδικό τύπο, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση. Είναι µέλος της ΕΣΗΕΑ καθώς και της Εταιρείας Συγγραφέων, στο ΔΣ της οποίας χρηµάτισε Αντιπρόεδρος (δις) και Γενική Γραμματεας (δις). |
Ο γιατρός Στέργιος Χ. παραμένει πιστός στην ιδεολογία του μέχρι το τέλος του μυθιστορήματος. Αυτό που θα κλυδωνιστεί μέσα του είναι η εμπιστοσύνη προς τα πρόσωπα που εφάρμοσαν στρεβλά τον κομμουνισμό. Είναι και αυτό ένα στοιχείο που ορίζει την τραγικότητα του;
Νομίζω ότι είναι πιο πολύπλοκο το δικό του όραμα από αυτό που αποκαλείτε «ιδεολογία». Από την άλλη ίσως, δεδομένων και των τότε ιστορικών συμφραζομένων, να μην μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μια άλλη λέξη. Πάντως το δικό του όραμα έχει μεγαλύτερο εύρος από αυτό που όριζαν και καθόριζαν οι ισχύουσες κομματικές Γραφές γι’ αυτό και τον βασανίζουν τόσες ενοχές, τόσοι εφιάλτες.
Η γυναίκα του, Σταυρούλα, αντιπροσωπεύει μια άλλη περίπτωση πολιτικού πρόσφυγα. Αρνείται την ενσωμάτωση στη νέα πατρίδα. Τι είναι αυτό που την κρατά δέσμια ακόμα κι όταν ο νόστος της μετριάζεται;
Το δεύτερο τραγικό πρόσωπο είναι βέβαια η γυναίκα του γιατρού, Σταυρούλα. Και η τραγικότητά της είναι πολύπλευρη. Πρώτον, βρίσκεται στην πολιτική προσφυγιά, στην Τασκένδη, ενώ δεν έχει καμιά σχέση με τα οράματα και την ιδεολογία που έχει ο γιατρός και οι άλλοι/άλλες γύρω της. Είναι ένα δεκαοχτάχρονο κορίτσι από ένα χωριό της Θεσσαλίας, που κατέφυγε άρον άρον στο βουνό, για να μην τη βιάσουν και τη σκοτώσουν οι ακροδεξιές, αντικομμουνιστικές συμμορίες της περιοχής, εξαιτίας του αδελφού της που ήταν στον Δημοκρατικό Στρατό. Δεύτερον, δεν μπορεί να προσαρμοστεί ούτε στο βουνό, ούτε, πολύ περισσότερο στην Τασκένδη. Αρνείται να μάθει την ρωσική γλώσσα, εκτός από τα στοιχειώδη. Το μόνο όνειρό της είναι πότε θα επιστρέψει στο χωριό της, να ξαναδεί τη μάνα της. Αντί για το περίφημο «το όπλο παρά πόδα» εκείνη ζει με «τη βαλίτσα παρά πόδα». Τρίτον, παντρεύεται τον γιατρό με τον οποίο είναι ερωτευμένη, θαυμάζοντας τον απεριόριστα. Δεν γνωρίζει όμως ότι εκείνος δέχεται να την παντρευτεί όχι γιατί τρέφει τα ίδια συναισθήματα με εκείνη, αλλά επειδή τον υποχρεώνουν από την κομματική καθοδήγηση. Και έτσι πολύ σύντομα διαισθάνεται την αλήθεια και τραυματίζεται για μια ακόμη φορά. Τραγική φιγούρα όμως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και η Ρωσίδα γιατρός Όλγα Κυριλένκο της οποίας η ζωή συνθλίβεται, αφενός κάτω από τα σοβιετικά γρανάζια και αφετέρου από την κακία και τον φθόνο ενός κομματικού στελέχους της ελληνικής πλευράς, ενός δευτερεύοντα αλλά κομβικού χαρακτήρα που συγγενεύει με το «ανθρωπάκι» του Στρατή Τσίρκα. Τα υπόλοιπα στο….μυθιστόρημα.
Αλλοίμονο αν οι άνθρωποι δεν πίστευαν σε απελευθερωτικά οράματα, αν δεν έδιναν και τη ζωή τους για αυτά, ο κόσμος μας θα ήταν πολύ χειρότερος από ότι είναι σήμερα.
Η αίσθηση που αποκομίζεις τελικά από το μυθιστόρημα είναι, ότι οι απλοί άνθρωποι, ακόμα και οι αγνοί ιδεολόγοι, είναι ανίκανοι να εναντιωθούν στην Ιστορία. Γιατί πέφτουμε πάντα στην ίδια πλάνη ότι μπορούμε να τη φέρουμε στα μέτρα μας;
Σε αρκετές περιπτώσεις ισχύει δυστυχώς κάτι τέτοιο και το βλέπουμε αν ρίξουμε μια ματιά στο διάβα της παγκόσμιας ιστορίας. Όμως αλλοίμονο αν οι άνθρωποι δεν πίστευαν σε απελευθερωτικά οράματα, αν δεν έδιναν και τη ζωή τους για αυτά, ο κόσμος μας θα ήταν πολύ χειρότερος από ότι είναι σήμερα. Χρωστούμε πολλές από τις κατακτήσεις μας σήμερα στο επίπεδο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αυτές τις «υπέροχες πλάνες» στις οποίες, ευτυχώς, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, από δρόμους διαφορετικούς τις συνεχίζουμε έως σήμερα. Την Ιστορία δεν την κάνουν μόνον οι ισχυροί αλλά κάποια στιγμή, απροσδόκητα, και οι ανίσχυροι, οι ονειροπόλοι και οι πείσμονες. Έστω και αν χάσουν πάντα κάτι καλύτερο θα αφήσουν πίσω τους…
Λέτε σε κάποιο σημείο ότι κάθε άπιαστο όραμα «σκοντάφτει στην ίδια την άχαρη ανθρώπινη φύση». Είναι λοιπόν το ανθρώπινο πεπερασμένο αυτό που ορίζει τις αντιφάσεις της Ιστορίας;
Πάντα και παντού υπάρχει και ο ανθρώπινος παράγοντας που όσο και αν ενδύεται την πιο ανθοστόλιστη ιδεολογία , αν μέσα του κουβαλάει τις χίλιες μύριες σκοτεινιές, απωθημένα και προσωπικά ανικανοποίητα, μπορεί να ξεράνει τα άνθη εν μια νυκτί. Ένα από τα προβλήματα της λενινιστικής, κυρίως, ιδεολογίας ήταν η αντιμετώπιση του ανθρώπου ως κομμάτι μιας απρόσωπης μάζας και όχι ως αυτόνομης προσωπικότητας. Έτσι η μάζα επηρεάζει την Ιστορία, όχι ο ανθρώπινος παράγοντας καθεαυτός. Δυστυχώς η ίδια η Ιστορία έδειξε το αντίθετο σε ουκ ολίγες των περιπτώσεων.
Έχει ενδιαφέρον «ο πειραματικός» τρόπος με τον οποίο αναπτύσσεται το μυθιστόρημα. Ωσάν η συγγραφέας και ο ήρωας βαδίζουν εκ παραλλήλου και ο ένας αντικρύζει τον άλλον. Είχατε έντονη την αίσθηση του Στέργιου Χ. όταν γράφατε το μυθιστόρημα;
Δεν θα συμφωνήσω με τον όρο «πειραματικό» που χρησιμοποιείτε για τον τρόπο που δομείται το μυθιστόρημα. Να θυμίσω ότι τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιώ και για τον Σκοτεινό Βαρδάρη (εκδ. Πατάκη) και για το μυθιστόρημα Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ (εκδ. Πατάκη). Πρόκειται για μια μετα-μοντέρνα προσέγγιση, η οποία συμφωνεί πλήρως με το πώς αντιμετωπίζω λογοτεχνικά την Ιστορία, όπως ήδη σας εξήγησα παραπάνω. Το ότι χρησιμοποιώ το δεύτερο ενικό όταν απευθύνομαι στον ήρωα μου και φαίνεται σαν να συνομιλώ μαζί του είναι ένα ακόμα τέχνασμα για να δείξω ότι πρόκειται για κατασκευή και μάλιστα υπό αίρεση ανά πάσα στιγμή. Το δεύτερο ενικό χρησιμοποιώ και στον Σκοτεινό Βαρδάρη. Πάντως όχι μόνον ο Στέργιος Χ. αλλά και τα υπόλοιπα πρόσωπα που πηγαινοέρχονται στις σελίδες του μυθιστορήματος ακόμα και ….ο Στάλιν κανοναρχούσαν τη ζωή μου όσον καιρό έγραφα το μυθιστόρημα.
Το μυθιστόρημα σας επανεκδίδεται έπειτα από δεκαπέντε χρόνια, που σημαίνει ότι έχει μεσολαβήσει μια ολόκληρη νέα γενιά από τότε και βέβαια έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές και στην Ελλάδα και στον κόσμο μέσα σε αυτό διάστημα. Τι πιστεύεται ότι έχει να πει στο κοινό του 2024;
Νομίζω ότι και σήμερα επειδή αναφέρεται σε μια ζόρικη σελίδα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας που ακόμη δεν έχει ψαχτεί ιδιαίτερα, θα μπορούσε το μυθιστόρημα να αποτελέσει πηγή αναστοχασμού για τους νεότερους και μάλιστα σε μια συγκυρία όπου οι πάσης φύσεως εξόριστοι [πολιτικοί, κοινωνικοί, φυλετικοί] βρίσκονται και πάλι στους δρόμους, διωγμένοι κακήν κακώς από τις εστίες τους. Διότι δυστυχώς η προσφυγιά, πολιτική, κοινωνική, οικονομική, εξακολουθεί να ταλανίζει αλλά και να ντροπιάζει τον κατά τα άλλα…πολιτισμένο μας κόσμο.