Της Μαρίας Τζαμπούρα
Είμαι μια από τους πολλούς που η επαφή τους με το ρεμπέτικο, τα τραγούδια του και ό,τι αυτά συνεπάγονται άρχισε και τελείωσε με το σίριαλ της δεκαετίας του’80 “Το Μινόρε της Αυγής”. Την δε ταινία του Φέρρη μπορεί και να μην την έχω δει ποτέ.
Ας είναι καλά ο Ηλίας Πετρόπουλος, τα βιβλία του και κάνα δυό βιογραφίες λαϊκών μουσικών, που λίγο λίγο με τα χρόνια, με έμπασαν στο κλίμα της περιόδου εκείνης, τόσο όμως όσο να μην περνώ για αστοιχείωτη και να κερδίζω καμιά ερώτηση σε γνωστό επιτραπέζιο παιχνίδι γνώσεων.
Άλλα ακούσματα, άλλα βιώματα, άλλη γενιά.
Το ίδιο όμως, τηρουμένων των αναλογιών, ισχύει και για το γάλλο δημιουργό κόμικ David Prudhomme. Βέβαια, αυτός αξιοποίησε πολύ πιο δημιουργικά από εμένα αυτή του την απόσταση από το είδος, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα ιστορία, αποφεύγοντας κλισέ και γραφικότητες. Το γιατί επέλεξε να ασχοληθεί με το θέμα το περιγράφει ίσως καλύτερα ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου του “Ρεμπέτικο”, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις “9” της Ελευθεροτυπίας.
“Έλληνας δεν είμαι, ούτε μουσικός κι ούτε καν καπνίζω. Αλλά το ρεμπέτικο, αυτό το σύμπαν με το αναρχικό πνεύμα, με παρέσυρε από τότε που το ανακάλυψα.”
Ατμοσφαιρικό, εσωτερικό, το βιβλίο μοιάζει περισσότερο με ιδιότυπο φιλμ νουάρ. Τα στοιχεία της Ανατολής που το διέπουν, απαλλαγμένα από τη μοιραία “ελληνικότητα” που συνήθως τα χαρακτηρίζει, χαρίζουν μια διαχρονία στο ρεμπέτικο και στην ιστορία του, που δικαιωματικά του ανήκει. Η μετάφραση του Θανάση Πέτρου είναι εξαιρετική και σέβεται τον κόπο του David Prudhomme. Αλληλεγγύη μεταξύ δημιουργών; ( για όσους δεν γνωρίζουν ο Θανάσης Πέτρου είναι – μεταξύ άλλων – από τους πιο ενδιαφέροντες Έλληνες κομίστες ).
Όποιος ψάχνει να βρει σε αυτό το άλμπουμ τον αντίστοιχο Πάνο Γεραμάνη του ρεμπέτικου θα απογοητευτεί. Κυρίως, όμως, θα αδικήσει μια καλή ιστορία, που μας διηγείται πράγματα δικά μας, ειδωμένα με διαφορετικό τρόπο. Αυτός ο διαφορετικός τρόπος, δείχνει για μιαν ακόμη φορά πόσο κοινά χαρακτηριστικά μοιραζόμαστε και πόσο μοιάζουμε οι άνθρωποι της Μεσογείου. Αν ως λαός εστιάζουμε συνήθως στη μοναδικότητά μας και περιχαρακωνόμαστε μέσα σε αυτήν, είναι πραγματικά λυτρωτικό να σπάμε που και που την εθνική μας μοναξιά και να ενωνόμαστε με τον υπόλοιπο κόσμο.