Για το μυθιστόρημα του Joseph Andras «Για τα πληγωμένα μας αδέρφια» (μτφρ. Γιώργος Καράμπελας) που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
Του Δημήτρη Αναστασόπουλου
Ξημέρωμα της 11ης Φεβρουαρίου του 1957 ένα κομμένο κεφάλι πέφτει στην λάσπη της φυλακής Μπαρμπρούς στο Αλγέρι. Ο τριαντάχρονος Φερνάν Yβτόν, εργάτης, εκτελείται από το Γαλλικό Κράτος ως τρομοκράτης και δυνάμει φονιάς αθώων πολιτών. Μπορεί η καταδίκη του σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο να θεωρήθηκε δυσανάλογη των διαπραχθέντων αδικημάτων ακόμα και από τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Ρενέ Κοτί, όμως αυτός ο «πιε νουάρ» που συνελήφθη να τοποθετεί έναν εκρηκτικό μηχανισμό πρέπει να πεθάνει. Όχι μόνο γιατί είναι τρομοκράτης αλλά γιατί ως λευκός πρόδωσε την φυλή του και συντάχτηκε με τους άραβες που ζητούσαν ανεξαρτησία και ισότητα. Άλλωστε σε μία εποχή που το Απελευθερωτικό Μέτωπο της Αλγερίας, το FLN, τοποθετεί τυφλές βόμβες στα καφενεία των Γάλλων ως αντίποινα στις εκτελέσεις των μελών του, κανείς πολιτικός δεν τολμάει να στηρίξει έναν -έστω και αδέξιο- βομβιστή.
Ο Φερνάν Yβτόν συλλαμβάνεται την ώρα που δουλεύει στο πόστο του ως τορναδόρος στην Εταιρεία Ηλεκτρικού και Γκαζιού στο Αλγέρι. Έχει ήδη τοποθετήσει την βόμβα σε ένα απόμερο κτίριο ώστε όταν εκραγεί να μην υπάρξουν θύματα παρά μόνο υλικές ζημιές.
Ο Φερνάν Yβτόν συλλαμβάνεται την ώρα που δουλεύει στο πόστο του ως τορναδόρος στην «Εταιρεία Ηλεκτρικού και Γκαζιού» στο Αλγέρι. Έχει ήδη τοποθετήσει την βόμβα σε ένα απόμερο κτίριο ώστε όταν εκραγεί να μην υπάρξουν θύματα παρά μόνο υλικές ζημιές. Από την στιγμή της σύλληψης και της μεταφοράς του στο κτίριο της αστυνομίας αρχίζουν τα βασανιστήρια. Ξύλο, ηλεκτροσόκ, εικονικός πνιγμός μέχρι να «σπάσει» και να αποκαλύψει ποιoς του έδωσε την βόμβα. Ο Φερνάν αντέχει, δοκιμάζει να αποδράσει, παραπλανεί τους διώκτες του με ψέματα και ύστερα ανακτά τις δυνάμεις του στο κελί της φυλακής.
Ένας ιδεαλιστής «πιέ νουάρ» στη γκιλοτίνα
Οι αστυνομικοί που δρουν ως κατοχικές δυνάμεις στο Αλγέρι ξεκινούν το ανθρωποκυνηγητό. Κάποιοι σύντροφοί του συλλαμβάνονται, άλλοι γλιτώνουν αλλά ο ίδιος παραμένει ο μόνος βέβαιος ένοχος. Η κατάσταση στην Αλγερία είναι έκρυθμη, έχει επιβληθεί καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Ο Τύπος ζητάει την εκτέλεσή του, οι Γάλλοι της Αλγερίας συντάσσονται μαζί του. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, παρόλο που ο Φερνάν είναι μέλος του και είναι αυτό που συμμάχησε με το FLN, είναι διχασμένο σχετικά με τον αγωνιστή του και τηρεί ουδέτερη στάση. Ο Φερνάν καταδικάζεται σε θάνατο σε μiα παρωδία δίκης όπου το δικαστήριο δεν δέχεται ούτε το ελαφρυντικό των μη ταπεινών κινήτρων. Ο Αλμπέρ Καμί, «πιε νουάρ» κι αυτός προσπαθεί να παρέμβει για να τον σώσει. Ο Φρανσουά Μιτεράν, υπουργός Δικαιοσύνης, νίπτει τας χείρας του. Και το κεφάλι του εργάτη που τόλμησε να υπερασπιστεί την υπόθεση των Αράβων πέφτει στην γκιλοτίνα.
Ο Ζοζέφ Αντράς γράφει την πρώτη του νουβέλα επικεντρωμένος σε αυτόν τον ιδεαλιστή Γάλλο που πέθανε προσπαθώντας να δώσει ένα συμβολικό χτύπημα στην αποικιοκρατία.
Ο Ζοζέφ Αντράς γράφει την πρώτη του νουβέλα επικεντρωμένος σε αυτόν τον ιδεαλιστή Γάλλο που πέθανε προσπαθώντας να δώσει ένα συμβολικό χτύπημα στην αποικιοκρατία. Οι γρήγορες εικόνες της σύλληψης εναλλάσσονται με τις αναμνήσεις του με την αγαπημένη του Ελέν. Ο βασανισμένος θανατοποινίτης ονειρεύεται τις ανέμελες βόλτες στον Σηκουάνα και το κρασί στα μπαρ του Αλγερίου. Στο εδώλιο υπερασπίζεται τον εαυτό του αλλά σχεδιάζει τις ερωτικές επιστολές που στέλνει στην γυναίκα του. Ενώ οι δικηγόροι του παλεύουν να του δοθεί χάρη αυτός μαθαίνει αραβικά. Η καφκική παράνοια της στρατιωτικοποιημένης Αλγερίας που αρνείται την ισότητα στους πολίτες αραβικής καταγωγής ηττάται από την προσήλωση ενός μαχητή στην ελευθερία ενός λαού.
Στρατευμένη λογοτεχνία ή προσήλωση στα ιδεώδη;
Το Για τα πληγωμένα μας αδέρφια είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που έμπλεξε σε μια υπόθεση που τον ξεπερνούσε. Παρόλα αυτά, με μόνο του όπλο την συνείδησή του και χωρίς κανέναν συμπαραστάτη παρά μόνο την αγαπημένη του, ο Φερνάν υπερασπίστηκε την πράξη και τις ιδέες του, στηλίτευσε την υποκρισία των συμπατριωτών του και έγινε σύμβολο για τον αγώνα των καταπιεσμένων.
Ο Ζοζέφ Αντράς αρνήθηκε το βραβείο Γκονκούρ πρώτου μυθιστορήματος με μια απλή και καθόλου επηρμένη δήλωση. «Ευχαριστώ ειλικρινά όσους βρήκαν κάποιο ενδιαφέρον σε αυτό το βιβλίο. Το βραβείο ωστόσο δεν μπορώ να το δεχτώ. Ο ανταγωνισμός και η αντιπαλότητα φαντάζουν στα μάτια μου έννοιες ξένες προς τη γραφή και τη δημιουργία. (...). Ας μη θεωρηθούν αλαζονικές ή αυθάδεις οι φράσεις αυτές, θέλουν να δηλώσουν απλώς τη βαθιά μου επιθυμία να μείνω στο κείμενο, στις λέξεις, στα ιδεώδη. Στην καταπνιγμένη φωνή ενός εργάτη και αγωνιστή της κοινωνικής και πολιτικής ισότητας».
(...) η δική του νουβέλα δεν είναι απλά «στρατευμένη» λογοτεχνία αλλά κατάθεση ενός συγγραφέα για μια ξεχασμένη ιστορία που δεν χωράει στα εθνικά στερεότυπα της Γαλλίας.
Κάπως έτσι η δική του νουβέλα δεν είναι απλά «στρατευμένη» λογοτεχνία αλλά κατάθεση ενός συγγραφέα για μια ξεχασμένη ιστορία που δεν χωράει στα εθνικά στερεότυπα της Γαλλίας. Είναι η υπόθεση που αμαυρώνει τον μύθο περί χώρας του δικαίου που το γόητρο της ακτινοβολεί σε όλο τον κόσμο. Και οι περισσότεροι πολιτικοί της −όπως και οι περισσότεροι διανοούμενοί της− όταν αντιμετωπίζουν κρίσιμες καταστάσεις κρύβονται πίσω από το γράμμα του νόμου σαν φοβισμένα ανθρωπάκια.
* Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Για τα πληγωμένα μας αδέρφια
Joseph Andras
Μτφρ. Γιώργος Καράμπελας
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 2016
Σελ. 136, τιμή εκδότη €12,70
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ο πρόεδρος αρχίζει την ανάγνωση του κατηγορητηρίου πριν δηλώσει ότι αντιμετωπίζει την θανατική ποινή, εκτός αν βεβαιώσει και αποδείξει, επομένως, την ύπαρξη ελαφρυντικών. Έπειτα ρωτάει απευθείας τον Φερνάν. "Ναι, είμαι στρατευμένος κομμουνιστής". Ο Φερνάν έχει ξανασηκώσει το κεφάλι. Τον κοιτάζει. Και συνεχίζει, με το γραμματέα να τον ακούει προσεκτικά: "Το αποφάσισα επειδή θεωρούσα τον εαυτό μου Αλγερινό και δεν μπορούσα να μείνω απαθής μπροστά στον αγώνα που διεξάγει ο αλγερινός λαός. Δεν είναι σωστό, θα έλεγε κανείς, να μείνουν οι Γάλλοι έξω από τον αγώνα. Αγαπώ την Γαλλία, αγαπώ πολύ την Γαλλία, αγαπώ απεριόριστα την Γαλλία, αλλά δεν αγαπώ καθόλου τους αποικιοκράτες"».