Για τη συλλογή διηγημάτων της Νικόλ Κράους (Nicole Krauss) «Τι σημαίνει να είσαι άντρας» (μτφρ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο).
Του Διονύση Μαρίνου
Για τους παρατυχόντες που με μια δόση πειρακτικού κυνισμού πιστεύουν πως οι άντρες είναι μια τελειωμένη περίπτωση που δεν μας προσφέρει και πολλές ελπίδες για το μέλλον της, υπάρχει ο στίχος του Σαίξπηρ για να επαναφέρει μια δόση μεγαλείου στην αρσενική οντότητα: «Τι έργο είναι ο άντρας. Πόσο ευγενής στη λογική. Πόσο άπειρος σε ικανότητες. Σε μορφή και κίνηση, πόσο εκφραστικός και αξιοθαύμαστος. Στη δράση, πόσο μοιάζει με άγγελο. Στην αντίληψη, πόσο μοιάζει με Θεό».
Εύκολα, φυσικά, μπορεί κανείς να εικάσει πως οι ποιητές διαθέτουν μια φωνή γεμάτη λαχτάρα για τα πράγματα και τους ανθρώπους, άρα η μαρτυρία τους δεν είναι οπωσδήποτε βάσιμη, ενώ άλλοι, περισσότερο καθαρογράφοι της αγγλικής γλώσσας, εύλογα μπορούν να αντικρούσουν πως ο τραγωδός από το Στράτφορντ μιλάει για τον άνθρωπο εν γένει και όχι για τον άντρα.
Αν η σημερινή εποχή επιφυλάσσει μια σκληρή μορφή κοινωνικής ευαλωτότητας στις γυναίκες –το κίνημα #MeToo έδειξε ολοκάθαρα σε τι κινδύνους εκτίθενται και τι είδους βαναυσότητες είναι αναγκασμένες ορισμένες φορές να υποστούν–, στους άντρες δεν προσφέρει, αντιστοίχως, ένα στέμμα επιβολής. Ας έχουμε κατά νου πως όλοι οι άντρες δεν είναι σαν τον Βασιλιά Ληρ ή σαν τον Κρέοντα.
Άντρες χωρίς γυναίκες. Άντρες που τρομάζουν μ’ αυτό που είναι. Άντρες που το ντύμα τους είναι φθαρμένο. Άντρες που το περίπλοκο φως τους είναι τόσο σιγανό, σαν κερί που τρεμοσβήνει. Άντρες που κάποιος πρέπει να μιλήσει γι’ αυτούς δίχως την ανοικτίρμονα διάθεση να αντιπαλέψει την διαχεόμενη αντρική τοξικότητα με περισσότερο οξύ στις λέξεις.
Άντρες χωρίς γυναίκες. Άντρες που τρομάζουν μ’ αυτό που είναι. Άντρες που το ντύμα τους είναι φθαρμένο. Άντρες που το περίπλοκο φως τους είναι τόσο σιγανό, σαν κερί που τρεμοσβήνει. Άντρες που κάποιος πρέπει να μιλήσει γι’ αυτούς δίχως την ανοικτίρμονα διάθεση να αντιπαλέψει την διαχεόμενη αντρική τοξικότητα με περισσότερο οξύ στις λέξεις. Η Νικόλ Κράους, ναι μια γυναίκα, αποφάσισε να μιλήσει για τους άντρες, για να καταλήξει να μιλάει για τους ανθρώπους. Μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μια σύγχυση γύρω από την έννοια του «man» στην αγγλική γλώσσα.
Η Nicole Krauss γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1974. Το πρώτο της μυθιστόρημα, Man Walks Into a Room, ανακηρύχθηκε Βιβλίο της Χρονιάς από τους Los Angeles Times. Έργα της έχουν παρουσιαστεί στα The New Yorker, Esquire, Best American Short Stories. Ζει στο Brooklyn της Νέας Υόρκης. Τα βιβλία της κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. |
Η πρώτη συλλογή διηγημάτων της Τι σημαίνει να είσαι άντρας (μτφρ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο) στηρίζεται στο στοιχείο της πολυπρισματικής διερεύνησης, κάτι που διαφαίνεται εύλογα από το γεγονός ότι κάθε διήγημα μας προσφέρει διαφορετική εστίαση, μας μεταφέρει σε διαφορετικά γεωγραφικά σημεία (από τη Νέα Υόρκη στο Τελ Αβίβ και από την Ευρώπη στη Λατινική Αμερική) και ψαύει όλες τις πιθανότητες / ιδιότητες που μπορεί να λάβει εν ζωή ένας άντρας (πατέρας, σύζυγος, εραστής, αδελφός, φίλος κλπ).
Η καλύτερη ένδειξη για το πόσο η Κράους προσπαθεί να κατανοήσει το φαινόμενο «άντρας», με τρόπο μεστό και ακριβή, βρίσκεται σε εκείνα τα διηγήματα που ρόλο αφηγητή αναλαμβάνει μια γυναίκα. Αυτές οι πρωτοπρόσωπες θηλυκές ανάσες είναι που μας παρέχουν τη βεβαιότητα ότι η συγγραφέας δεν είχε βασικό σκοπό να κάνει μια αξιομνημόνευτη βουτιά στα αντρικά υφάλμυρα νερά, αλλά να απλωθεί στη μεγάλη θάλασσα της ανθρωπινότητας. Κάπως έτσι το ερώτημα που τίθεται μεταλλάσσεται από το προφανές «πώς είναι να είσαι άντρας;» στο πιο βαθύ «πώς είναι να είσαι άνθρωπος με καλό χαρακτήρα;». Δεν είναι τυχαίο ότι οι ήρωες των διηγημάτων της, διαφορετικοί μεταξύ τους, διαθέτουν μια ιδιαίτερη ποιότητα χαρακτήρα και μια ορισμένη μορφή ορθότητας.
Το να είσαι άντρας είναι, μεταξύ άλλων, μια προσπάθεια να αποδεχθείς πως σε περιμένουν ποικίλες αποτυχίες να πετύχεις τους στόχους σου και να εκπληρώσεις τις ελπίδες σου.
Υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα και ουσιώδης διαγενεακή συνομιλία στις περισσότερες ιστορίες. Από το εναρκτήριο διήγημα «Ελβετία» έως την τελευταία ιστορία «Τι σημαίνει να είσαι άντρας», η Κράους εξετάζει αυτό το τρεμάμενο φορτίο συναισθηματικής κληρονομίας που παραθέτουν οι προηγούμενοι στους επόμενους. Εμφανίζεται μια απόχρωση βιώματος σε αρκετά διηγήματα και μια τάση συνειδητοποίηση, επίσης, ότι το να είσαι άντρας είναι, μεταξύ άλλων, μια προσπάθεια να αποδεχθείς πως σε περιμένουν ποικίλες αποτυχίες να πετύχεις τους στόχους σου και να εκπληρώσεις τις ελπίδες σου. Σαν τον πρωταγωνιστή του διηγήματος «Ο Ζούσια στη στέγη». Η έννοια της κληρονομιάς (σε παιδιά, εραστές, συμπαίκτες εν όπλοις) εμφανίζεται, ομοίως, στα διηγήματα «Εγώ κοιμόμουν, μα ξαγρυπνά η καρδιά μου», «Σύζυγος» και «Στον κήπο».
Σε κάθε περίπτωση, η Κράους αποδεικνύεται οξυδερκής στις παρατηρήσεις της. Σε αρκετές περιπτώσεις καταφέρνει να οριοθετήσει την πληγή με περισσή δεινότητα κι άλλες, με ελάχιστη διάθεση να φανεί παντογνώστρια, ακολουθεί τα βήματα των ηρώων της με θαυμαστή ενσυναίσθηση. Δεν λείπει, πάντως, και μια δόση χιούμορ για να χαλαρώσει τις συστολές που προκαλεί ο πόνος της ματαίωσης και της απουσίας στη ζωή των περισσότερων ηρώων.
Η τελευταία ιστορία που έδωσε και τον τίτλο της συλλογής, συγκεντρώνει όλες τις θεματικές που αναπτύχθηκαν στις προηγούμενες. Η πατρότητα, η γονεϊκότητα, η φιλία μεταξύ ανδρών και γυναικών, το αποτύπωμα που αφήνει η μητέρα στα αγόρια της, οι γλυκασμοί και τα πικροφιλήματα των εραστών. Το βιβλίο κλείνει με μια άκρως υποβλητική σκηνή που μπορεί εύκολα να ανακαλέσει κάθε άντρας αναγνώστης από τα δικά του πρώιμα χρόνια: Μια μητέρα καληνυχτίζει τον γιο της που βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ παιδικότητας και ενηλικίωσης. Σαν να στέκεται ανάμεσα στην ακτή και τη θάλασσα με το απέραντο νερό να ανεβαίνει· ολοένα να ανεβαίνει. Κάπως έτσι, μέσες άκρες, είναι και η ζωή ενός άντρα.
Χρονικά τα διηγήματα εκτείνονται μέσα σε εικοσαετία. Γράφτηκαν για τις ανάγκες ονομαστών περιοδικών που παράγγελναν κατά καιρούς διηγήματα για την Κράους (κάτι πολύ συνηθισμένο στα λογοτεχνικά πράγματα της ΗΠΑ). Αυτή η χρονική απόσταση μεταξύ των ιστοριών μπορεί να μην δημιουργεί μια συγκεκριμένη συνοχή ύφους, αλλά το μοτίβο σε όλες είναι παρόμοιο και ξεπερνάει την ατομική εμβέλεια κάθε ιστορίας διερευνώντας κάτι πολύ ευρύτερο. Η μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη ακολουθεί τη ζεστασιά της γραφής της Κράους. Μια χαμηλότονη επισκόπηση των κοινωνικών ρόλων, αλλά ταυτόχρονα και μια συγγραφική χειρονομία όχι να τους ξεπεράσει, αλλά να τους διερευνήσει εις βάθος. Αυτή η βαθύνοια δηλώνεται σε υπαινιγμούς, με μια στακάτη πρόζα και με έναν χείμαρρο συνειδητότητας που με κάποιο τρόπο εμφανίζεται στο τέλος.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Μπλε ήλιος» (εκδ. Μεταίχμιο).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ο μικρός είναι ακόμη πολύ μικρός για να βιάζεται να ερωτευτεί. Περιβάλλεται από αγάπη, και αυτό εξακολουθεί να του είναι αρκετό. Ο μεγάλος έχει ήδη αρχίσει να λαχταράει τον έρωτα, αλλά το σώμα του δεν τον έχει προφτάσει ακόμη. Μπορεί ακόμη να αστειεύεται μαζί μου γι’ αυτό. Προς το παρόν το θέμα της επιθυμίας και των λειτουργιών του σώματος εξακολουθεί να σηκώνει χιούμορ, όμως καθώς περνούν οι μήνες και αρχίζει να διαγράφεται πίσω του, ολοένα και μεγαλύτερο. Περιμένει τις αλλαγές που βλέπει να συμβαίνουν στους φίλους του και ανησυχεί ότι δεν θα έρθουν ποτέ για εκείνον, ότι δεν θα ποθήσει ποτέ με τον τρόπο που ποθούν οι άλλοι. Είναι σαν διακόπτης, μου λένε φίλες που έχουν αγόρια: Μια μέρα γυρίζει κι ύστερα απ’ αυτό τα πράγματα ποτέ δεν είναι ξανά όπως πριν, η πόρτα κλείνει από τη μια πλευρά και ανοίγει από την άλλη, και αυτό ήταν».