Για το μυθιστόρημα του Stephen King «To Ινστιτούτο» (μτφρ. Έφη Τσιρώνη, εκδ. Κλειδάριθμος).
Του Διονύση Μαρίνου
Άσχετο και σχετικό: έχουμε ταυτίσει –και όχι άδικα– τα βιβλία του Στίβεν Κινγκ με τη σκοτεινή γοητεία του τρόμου, με την υποκείμενη βία των πρωταγωνιστών του, με τις παραψυχολογικές προεκτάσεις που προσφέρει αφειδώς και, γενικώς, με τη «μηχανική» του φόβου που ξέρει να χειρίζεται με μαεστρία.
Ξεχνάμε πως πάνω από όλα είναι ένα συγγραφικό δαιμόνιο από μόνος του, ένας μάστορας των ιστοριών. Για όσους, τυχόν, το προσπερνούν απροβλημάτιστα, καλό είναι να διαβάσουν τις πρώτες σαράντα σελίδες του Ινστιτούτου. Σε αυτές τίποτα το εξτρεμιστικό δεν συμβαίνει. Θα έλεγε κανείς πως είναι σελίδες ήρεμου τόνου και χαμηλού ρίσκου ως προς την έκθεση στην τρομώδη ανησυχία. Στην ουσία, ο Κινγκ σ’ αυτές τις εναρκτήριες σελίδες «στήνει» το σκηνικό, μάς προσφέρει μια πειστική απεικόνιση της περιοχής στην οποία θα κινηθεί το μυθιστόρημα. Και, φυσικά, μας ξαναθυμίζει πόσο ελκυστικός παραμυθάς παραμένει.
Αυτοί που λατρεύουν τον «Βασιλιά» για τα κακόβουλα όντα που εμφανίζει κατά καιρούς, τους υπερβατικούς κακούς και τα δαιμονικά πνεύματα που δεσμεύει η φαντασία του, εδώ, ενδεχομένως, θα βρεθούν σε ένα ενδιαφέρον παράδοξο. Στο Ινστιτούτο δεν εμφανίζονται ούτε φαντάσματα, ούτε βαμπίρ, ούτε εισβολείς από κάποια άλλη διάσταση. Τα αθώα παιδιά που δέχονται λογής βασανισμούς στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι άνθρωποι που μας μοιάζουν και τους μοιάζουμε. Κι αυτό, προφανώς, κάνει το πράγμα ακόμη πιο τρομακτικό.
Φευ, το περιβόητο Ινστιτούτο δεν είναι κάποιο σεπτό ίδρυμα στο οποίο φοιτούν οι εκλεκτοί της μάθησης. Δεν είναι χώρος έρευνας, ούτε κάποιο εκκολαπτήριο νέων επιστημόνων. Είναι ένα σύμπλεγμα κτιρίων κάπου βαθιά στο Μέιν όπου κυβερνητικοί υπάλληλοι φυλακίζουν παιδιά που έχουν απαγάγει.
Tο περιβόητο Ινστιτούτο δεν είναι κάποιο σεπτό ίδρυμα στο οποίο φοιτούν οι εκλεκτοί της μάθησης. Δεν είναι ένας χώρος έρευνας, ούτε κάποιο εκκολαπτήριο νέων επιστημόνων.
Πρόκειται, ωστόσο, για ξεχωριστά παιδιά. Καθένα από αυτά έχει απαχθεί διότι φέρει κάτι το ιδιαίτερο. Ο βαθμός ευφυΐας τους είναι υψηλότατος, διαθέτουν τηλεπαθητικές ικανότητες, είναι εκλεκτά μέλη μιας νέας γενιάς. Τα παιδιά αυτά υπόκεινται σε διάφορα βασανιστήρια, μετατρέπονται βαθμηδόν σε πειραματόζωα, γίνονται παίγνιο στα χέρια επιστημόνων που θα μπορούσαν να έχουν ως ίνδαλμα τον μακελάρη Μένγκελε. Σκοπός τους είναι να τα μετατρέψουν σε «ζωντανά όπλα» κατά των εχθρών των ΗΠΑ. Ποιος μπορεί να πιστεύει πως το τέλος αυτών των παιδιών θα είναι ευτυχές;
Το Ινστιτούτο είναι ένα κλασικό κολαστήριο. Είναι σαν ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, ένα σύγχρονο Άουσβιτς όπου η «ιδιαιτερότητα» των τροφίμων του εργαλειοποιείται με ανήθικο τρόπο. Τα παιδιά φέρουν στο αυτί τους ένα εμφυτευμένο πομπό που καταγράφει κάθε τους κίνηση. Το άγρυπνο μάτι των καμερών ασφαλείας είναι συνεχώς πάνω από το κεφάλι τους, ενώ ακόμη και η σκέψη για απόδραση προσκρούει στη λογική. Τα κτίρια περιβάλλονται από συρματόπλεγμα, οι φρουροί είναι πάνοπλοι και έτοιμοι να ανοίξουν πυρ, ενώ τριγύρω από το Ινστιτούτο αναπτύσσεται ένα πυκνό και αδιάβατο δάσος. Τι μπορεί να γίνει, όμως, όταν αυτά τα παιδιά καταφέρουν να συσπειρωθούν;
Αυτά τα παιδιά δεν είναι «δεύτερης διαλογής» για τους δεσμώτες τους. Δεν έχουν περάσει τα σύνορα, δεν ανήκουν στις μεταναστευτικές ροές. Είναι προικισμένα και προορισμένα να μετατραπούν σε όργανα επιβολής.
Ο Κινγκ μάς εισάγει στα έγκατα αυτής της κόλασης σταδιακά, παίζει με τις διαθέσεις μας. Εφορμά εκεί που δεν το περιμένει κανείς (όπως κάνει σχεδόν σε όλα τα βιβλία του). Αρχικά μας εμφανίζει έναν αστυνομικό, τον Τιμ Τζέιμισον που έχει αποταχθεί από το Σώμα. Καταλήγει να είναι ένας κλασικός πλάνης του Νότου ώσπου βρίσκει δουλειά νυχτοφύλακα σε μια απομακρυσμένη κωμόπολη-κόμβο για τις εμπορικές αμαξοστοιχίες. Εν συνεχεία, στην ιστορία εισάγεται ο πιτσιρικάς Λουκ Έλις, που είναι μια πραγματική διάνοια. Μπορεί ως κλασικός δωδεκάχρονος να βλέπει Μπομπ Σφουγγαράκη στην τηλεόραση, αλλά του αρέσει να ξεκοκαλίζει τα μυθιστορήματα του Κόρμακ ΜακΚάρθι, να αποστηθίζει ποιήματα έως και να… κινεί με το μυαλό του (η τηλεπάθεια και η τηλεκίνηση είναι κάτι που έχει απασχολήσει και παλαιότερα τον Κινγκ, για παράδειγμα στο Κάρι) μια ολόκληρη πίτσα. Πώς να μη γίνει δεκτό αυτό το μυαλό από το ΜΙΤ και το κολέγιο Emerson. Αλίμονο, ο Λουκ δεν θα καταφέρει να ξεφύγει από τα νύχια των διωκτών του. Οι γονείς του δολοφονούνται, το ίδιο απάγεται και γίνεται ένας ακόμη τρόφιμος του Ινστιτούτου.
Ο Στίβεν Κινγκ έχει πάρει δηλώσει αρκετές φορές τη διαφωνία του με την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση των Η.Π.Α. ενώ σφοδρή είναι και η αντιπαράθεσή του με τον Ντόναλντ Τραμπ. Μεταξύ άλλων έχει δηλώσει: «Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πιο τρομακτικός από κάθε ιστορία τρόμου που έχω γράψει». Ο Τραμπ έχει μπλοκάρει από το τουίτερ του τον συγγραφέα.
|
Τα παιδιά στο Ινστιτούτο αναγκάζονται να ζήσουν υπό το κράτος σιδερένιων κανόνων, εικονικών πνιγμών, εξανδραποδισμού, με μόνη παρηγοριά την προοπτική πως κάποια στιγμή θα επιστρέψουν στα σπίτια τους, όπως τους υπόσχονται οι φύλακες. Μπορεί τα παιδιά να μην το πολυπιστεύουν, δεν είναι ανόητα, αλλά δεν παύουν να είναι ακόμη πιτσιρίκια και να διατηρούν άσβεστη την ελπίδα μέσα τους.
Ηθική, πολιτική και κοινωνική διάσταση
Υπάρχει μια ηθική διάσταση στο Ινστιτούτο που δεν γίνεται να μην προσμετρηθεί: πώς γίνεται μικρά παιδιά να φέρουν το χαρακτηρισμό «πόροι» ενός σκοτεινού και πολυπλόκαμου συστήματος που με πρόσχλημα την εθνική ασφάλεια δεν ντρέπεται να τα χρησιμοποιεί με τον χείριστο τρόπο; Αυτά τα παιδιά δεν είναι «δεύτερης διαλογής» για τους δεσμώτες τους. Δεν έχουν περάσει τα σύνορα, δεν ανήκουν στις μεταναστευτικές ροές. Είναι προικισμένα και προορισμένα να μετατραπούν σε όργανα επιβολής.
Υπάρχει επίσης, σε δεύτερο επίπεδο, μια πολιτική διάσταση, την οποία ο Κινγκ προφανώς και θέλει να αναδείξει από τη στιγμή που δημόσια –και όχι μία φορά– έχει καταφερθεί εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ για τον τρόπο που διαχειρίζεται το μεταναστευτικό πρόβλημα. Είναι γνωστό ότι στα γυάλινα σύνορα (όπως τα ονόμαζε ο Κάρλος Φουέντες) μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού, συνωθούνται και στοιβάζονται αθώες ψυχές παιδιών, αλλά και ενηλίκων που υφίστανται με τον πιο σκληρό τρόπο την απάνθρωπη πολιτική του Αμερικανού προέδρου.
Τέλος, δεν μπορεί να μην υποσημειωθεί η κοινωνική διάσταση (εξόχως πολιτική κι αυτή) του ολοένα και αυξανόμενου ολοκληρωτισμού που επιδιώκει να καταπνίξει εξαρχής το μέλλον των κοινωνιών, που είναι τα νέα παιδιά. Ο Κινγκ μεταχειρίζεται με αλληγορικό τρόπο το υλικό του (συνηθισμένο στην περίπτωσή του). Μπορεί να το ενδύει με τον απαραίτητο τρόμο, όμως τούτη τη φορά δεν είναι το εξωλογικό που τρομάζει, αλλά το οικείο, αυτό που δείχνει σαν εμάς. Ένας από τους λόγους που το συγκεκριμένο μυθιστόρημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, καίτοι ο Κινγκ δεν είναι ένας συγγραφέας της ρεαλιστικής αφήγησης, είναι το αποτύπωμα που αφήνει στο ζήτημα της άλογης βίας και της καθυπόταξης του ατόμου από έναν «άοκνο» μηχανισμό. Ιδιαιτέρως όταν θύματά του είναι μικρά παιδιά. Αρκετά λειτουργική είναι η μετάφραση της Έφης Τσιρώνη.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή «Ποτέ πια εμείς» (εκδ. Μελάνι).
→ Στην κεντρική εικόνα, πλάνο από την τηλεοπτική σειρά Stranger Things, όπου η εικονιζόμενη ηρωίδα, όπως και άλλα χαρισματικά παιδιά, χρησιμοποιούνται από την Κυβέρνηση για ειδικούς σκοπούς.
To Ινστιτούτο
STEPHEN KING
Μτφρ. ΕΦΗ ΤΣΙΡΩΝΗ
ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ 2019
Σελ. 688, τιμή εκδότη €17,70