Στο μυθιστόρημα της Nona Fernández Silanes «Space Invaders» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, Gutenberg) η Ιστορία διαβάζεται σαν βιντεοπαιχνίδι επιβίωσης.
Της Διώνης Δημητριάδου
Έχει η λογοτεχνία τη νομιμότητα να λειτουργεί ως συνδιαμορφωτής της ιστορικής εικόνας; Μπορεί να καταθέτει τη δική της οπτική στα γεγονότα του παρελθόντος αποκαλύπτοντας αλήθειες και διατυπώνοντας κρίσεις; Ακόμα κι αν αμφισβητηθεί η ιδιότητα αυτή, κανείς δεν μπορεί να αντικρούσει το ηθικό δικαίωμα της μυθοπλασίας να ανατρέχει στο παρελθόν και να φέρνει στην επιφάνεια μια άλλη όψη των πραγμάτων ή να αποκαλύπτει καλά κρυμμένα μυστικά και ψέματα. Το μυθιστόρημα της Φερνάντες απηχεί τη συνειδητή επιθυμία της να θέτει τη γραφή της στη υπηρεσία της ιστορικής αλήθειας. Όπως λέει η ίδια:
«Έχω ένα είδος εμμονής με το παρελθόν, με το να κατανοώ το παρόν με βάση το παρελθόν, κι εδώ η ιστορία έχει θεμελιώδη ρόλο. Στις λογοτεχνικές έρευνες που έχω κάνει έχω συνειδητοποιήσει πως υπάρχει μια ιστορία που είναι η επίσημη ιστορία, όμως είναι αρκετά αμφίβολη, έτσι δεν είναι;» (από το Επίμετρο του βιβλίου)
Γεννημένη το 1971 η Χιλιανή Φερνάντες συνδέει αναπόφευκτα την παιδική και πολύ νεαρή της ηλικία με τα χρόνια της δικτατορίας του Πινοσέτ, αλλά και κατόπιν, τα χρόνια της συνειδητής της παρουσίας στα πολιτικά πράγματα της χώρας της, με την προβληματική εν τη γενέσει της μεταδικτατορική εποχή. Η θεωρούμενη «κανονικότητα» της δικτατορίας και κατόπιν η «ομαλή» μετάβαση σε μια δημοκρατία ανάπηρη, στηριγμένη στα δεδομένα της φαύλης εποχής, αποτελούν την ιστορική πραγματικότητα που εισέπραξε η ίδια από εκείνα τα χρόνια. Νιώθει ότι πρέπει να μιλήσει για τον τρόπο που μεγαλώνει ένα παιδί μέσα σε ένα τέτοιο καθεστώς και για τον τρόπο που ως συνειδητοποιημένος ενήλικος πλέον πολίτης εξακολουθεί να αναπαράγει τα ίδια ψέματα της επίσημης εκδοχής της ιστορίας, σαν να είναι η μοναδική αλήθεια.
Νιώθει ότι πρέπει να μιλήσει για τον τρόπο που μεγαλώνει ένα παιδί μέσα σε ένα τέτοιο καθεστώς και για τον τρόπο που ως συνειδητοποιημένος ενήλικος πλέον πολίτης εξακολουθεί να αναπαράγει τα ίδια ψέματα της επίσημης εκδοχής της ιστορίας, σαν να είναι η μοναδική αλήθεια.
Η γενιά της Φερνάντες θα μπορούσε, κάτω από αυτή την εκδοχή, να αναλογεί με τη γενιά της μεταπολίτευσης στην ελληνική περίπτωση. Μια γενιά που γνώρισε τη δικτατορία σε πολύ νεαρή ηλικία για να μπορεί να εκτιμήσει το μέγεθος, τη σημασία του γεγονότος, και βρέθηκε να αποκτά τη συνείδηση του πολίτη μέσα σε μια ρέουσα πολιτική κατάσταση, στην οποία θα έπρεπε να ενσωματώσει τις μνήμες της ως ελλιπείς και αδιαμόρφωτες όμως εκτιμήσεις· δεν είναι πάντοτε εύκολο να αποκτηθεί μια καλά στερεωμένη άποψη, πολύ περισσότερο δεν είναι δυνατή η πλήρης εικόνα της διαδοχής του πολιτεύματος και η κατανόηση της συνακόλουθης ευθύνης που αναλογεί στα πολιτικά πρόσωπα.
Η Φερνάντες συνδέει την πλοκή της ιστορίας της με ένα βιντεοπαιχνίδι επιβίωσης, το “Space Invaders” (που τιτλοφορεί ευφυώς και το βιβλίο), στο οποίο η εξόντωση των εισβολέων από το διάστημα αποτελεί για τον παίκτη την αναπόφευκτη προϋπόθεση της προσωπικής του διάσωσης, της επιβίωσής του. Παραπέμπει, έτσι, στην εφιαλτική κατάσταση που επικρατούσε στα χρόνια του καθεστώτος Πινοσέτ, με τις μαζικές εξοντώσεις των αντιπάλων αντιφρονούντων πολιτών. Το γεγονός ότι το παιχνίδι περνά στη συνείδηση των μικρών παιδιών άρρηκτα δεμένο με τη λειτουργία του τηλεοπτικού μηνύματος, σε διαδοχή εικόνας με τις ομάδες κρούσης του καθεστώτος και το κυνηγητό των «εχθρών» του, εξισώνει απολύτως ως προς την απειλητική παρουσία τους εισβολείς από το διάστημα με τους αντιτιθέμενους στη δικτατορία, καθιστώντας έτσι τα παιδιά δυνάμει υπερασπιστές της κρατικής μηχανής – the medium is the message, όπως πολύ εύστοχα εντόπισε ο Μάρσαλ μακ Λούαν τον κίνδυνο της ιδεολογικής καθοδήγησης όχι τόσο στο ίδιο το μήνυμα όσο στο μαζικό μέσο από το οποίο αυτό εκπορεύεται.
«Στην ίδια τηλεοπτική οθόνη στην οποία πριν έπαιζαν Space Invaders τώρα εμφανίζονται οι καραμπινιέροι που είναι υπεύθυνοι για τους φόνους». (σελ. 101)
Μέσα από ένα τοπίο γεμάτο από μνήμες της παιδικής ηλικίας, η Φερνάντες θα επισημάνει την ανάγκη να ακουστεί η αλήθεια, να μη δοθεί περιθώριο στη λήθη να καλύψει τα γεγονότα, να μην επαναπαυθεί κανείς στη δικαιολογία της ανευθυνότητάς του. Γιατί και η σιωπή είναι συνειδητή πράξη, είναι ανάληψη ευθύνης. Και ποιος αντέχει την ενοχοποίηση, τη σύμπραξη (με τον ένα ή τον άλλο τρόπο) με το καθεστώς της δικτατορίας και με τα επακόλουθά του; Στο κέντρο της ιστορίας η δεκάχρονη Εστρέγια, κόρη στελέχους της κυβέρνησης Πινοσέτ, παρούσα-απούσα, καθώς μόνο μέσα από τις μνήμες των συμμαθητών της τη βλέπουμε να στοιχειώνει τον ύπνο τους. Χτίζεται έτσι σιγά σιγά η εικόνα της μέσα από τη συλλογική μνήμη, και παράλληλα ψηφίδα την ψηφίδα η εικόνα του καθεστώτος της βίας. Με τον ευρηματικό αυτό τρόπο η Φερνάντες αποκαλύπτει την άλλη εκδοχή των ιστορικών γεγονότων (πόσο μακριά από την επίσημη που διδάσκεται στα σχολεία), ταυτόχρονα δικαιολογεί τη δική της γραφή, σαν μια απόπειρα να αντιπαραθέσει στην παιδική αθωότητα των χρόνων εκείνων τον μηχανισμό που με ακρίβεια έχτιζε τις συνειδήσεις των αυριανών πολιτών – μας είπαν τι να θυμόμαστε και τι όχι, θα πει σε μια συνέντευξή της στην εφημερίδα El Pais.
Συγγραφέας, ηθοποιός, σεναριογράφος, η Νόνα Φερνάντες (γεν. 1971), θεωρείται κορυφαία εκπρόσωπος της γενιάς των συγγραφέων που μεγάλωσαν επί Πινοτσέτ - συγγραφέων για τους οποίους ο Ρομπέρτο Μπολάνιο είχε δηλώσει: «γράφουν σαν δαίμονες» και «θα μας κατατροπώσουν όλους τους υπόλοιπους». Έχει τιμηθεί με πλήθος βραβείων, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το βραβείο Sor Juana Ines de la Cruz για την καλύτερη ισπανόφωνη συγγραφέα. |
Μέσα από την περιγραφή των δολοφόνων και βασανιστών κατορθώνει να δώσει μια διαχρονική αλήθεια για την κοινοτοπία του κακού, όπως το έχει περιγράψει η Χάνα Άρεντ. Οι χειρότεροι εγκληματίες που βασανίζουν και δολοφονούν υπακούοντας σε στρεβλά ιδεολογήματα απόλυτης ισχύος ίσως δεν διαφέρουν πολύ από τον γείτονα της διπλανής πόρτας που επιστρέφει στο οικογενειακό του σκηνικό ήσυχος μετά τη δουλειά του. Και αυτό όχι γιατί έχει την ικανότητα της συγκάλυψης των εγκλημάτων του ή την εύκολη απόσειση των ευθυνών από πάνω του, αλλά γιατί το κακό εμφωλεύει δυνάμει στον καθένα μας απειλώντας μας με μια ύπουλη εξοικείωση μαζί του, με την έννοια της κανονικότητας να καλύπτει κάθε άνομη πράξη. Μπορεί, έτσι, ο καθένας να μεταλλαχθεί σε εγκληματία κάτω από ικανές συνθήκες και να υπηρετήσει τη βία είτε με τις πράξεις του είτε ακόμη με τη σιωπηρή αποδοχή των βίαιων πράξεων.
Αναλογίες με τη δική μας Χούντα
Η Φερνάντες προκαλεί τον αναγνώστη της να διακρίνει, μέσα από τα ιστορικά γεγονότα που αφορούν την πατρίδα της, τη διαχρονική αξία όσων αφηγείται. Όσο για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, νομίζω πως η πρόκληση καθίσταται ακόμη πιο ενδιαφέρουσα, όσο θα ανακαλύπτει ομοιότητες και αναλογίες με την ελληνική περίπτωση βίωσης της δικτατορίας από τις γενιές που είτε την έζησαν ασύνειδα λόγω ηλικίας είτε (ακόμη χειρότερα) τη βλέπουν ακόμη σαν μια γραφική εικόνα του απώτερου παρελθόντος. Όσο μάλιστα απομακρυνόμαστε από την εποχή εκείνη, τόσο περισσότερο θα χρειάζονται φωνές, όπως αυτή της Φερνάντες, να λειτουργήσουν στη κατεύθυνση μιας συλλογικής αφύπνισης και ενός επαναπροσδιορισμού της θέσης απέναντι στην ιστορία.
Η έκδοση, όπως πάντα πολύ προσεγμένη στη σειρά Aldina. Η μετάφραση είναι του Κώστα Αθανασίου που επιπλέον γράφει την Εισαγωγή και επιμελείται το Επίμετρο του βιβλίου, δείχνοντας πως δεν αρκεί η γνώση της ξένης γλώσσας για να παρουσιαστεί ένα βιβλίο ξένης λογοτεχνίας αλλά απαιτείται και η γνώση γύρω από πρόσωπα και πράγματα. Για μια ακόμη φορά ένα μπράβο στις εκδόσεις Gutenberg.
* Η ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ είναι συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Ο ευτυχισμένος Σίσυφος» (εκδ. ΑΩ).
Space Invaders
Nona Fernández Silanes
Μτφρ. Κώστας Αθανασίου
Gutenberg 2020
Σελ. 144, τιμή εκδότη €12,00