kavafis i polis

Για τη μελέτη του Βασίλη Κολώνα «Η Πόλις: Ο αστικός χώρος στον Κ.Π. Καβάφη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press. 

Γράφει η Λίζυ Τσιριμώκου

Ο Βασίλης Κολώνας προτάσσει του κειμένου του, εν είδει προμετωπίδας, ένα από τα γνωστότερα ποιήματα του Καβάφη που επιγράφεται «Η πόλις». Το ποίημα είναι γραμμένο ήδη από τα 1894, αλλά πρωτοδημοσιεύεται, με κάποιες αλλαγές, το 1910, διατηρώντας ωστόσο τον βασικό νοηματικό πυρήνα του. Ποίημα αντιπροσωπευτικό της αμφιθυμίας του Καβάφη, για να μην πούμε της δυσφορίας του για την πόλη στην οποία βρίσκεται καθηλωμένος. Μετά τα έξι χρόνια της Αγγλίας (1872-1878) και τα τρία χρόνια της Κων/πολης (1882-1885), η επιστροφή στη γενέτειρα και η έναρξη των βιοποριστικών ασχολιών τον προσγειώνουν σε μια στενάχωρη έως και ασφυκτική καθημερινότητα. Το ποίημα αποδίδει περίφημα αυτό το αδιέξοδο, τον πνιγηρό περίγυρο που τον βυθίζει σε απόγνωση, μολονότι η «πόλις» είναι γενική και ανώνυμη· η Αλεξάνδρεια δεν αναφέρεται ρητά:

Ο νούς μου ώς πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.

university studio press kolwnas i polis

Έτσι, ο εναρκτήριος στίχος του ποιήματος (Είπες· θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα) ηχεί πικρά ειρωνικός, η δε κατάληξη στενεύει ακόμα περισσότερο τον ορίζοντα, μην αφήνοντας καμία ψευδαίσθηση αλλαγής:

Για τα αλλού – μη ελπίζεις –
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη τη μικρή, σ’ όλην τη γη την χάλασες.

politeia deite to vivlio 250X102

Στα χρόνια αυτά, λοιπόν (τα πριν από την τομή του 1911, το πέρασμα από τη στιχοποιία στην ποίηση), μιας υπό διαμόρφωση ακόμα ποιητικής συνείδησης κι ευαισθησίας, η Αλεξάνδρεια είναι για τον Καβάφη ό,τι περίπου ήταν η Πράγα για τον Κάφκα, που έλεγε: «Η Πράγα δεν σε αφήνει ποτέ να φύγεις· αυτή η αγαπητή μητερούλα έχει κοφτερά νύχια». Για παράδειγμα, σε δύο από τα Σημειώματα που σώζονται στο αρχείο Καβάφη παρακολουθούμε να αποτυπώνεται αυτή η διάθεση ανίας και βιωμένης αποτυχίας που του προκαλεί ο Αλεξανδρινός βίος, μια εξελισσόμενη σχέση αγάπης-μίσους, αλλά συνάμα να διακρίνεται και μια σταδιακή συμφιλίωση με την πόλη, μια στάση προσαρμογής και συμβιβασμού με τούτη την πόλη που δεν είναι πια παγίδα από την οποία προσπαθεί να ξεφύγει κανείς, αλλά προσφέρει δυνατότητες για μια νέα αρχή. Στο πρώτο, αναφέρεται σ’ έναν πάμπτωχο νέο ποιητή που τον επισκέπτεται. Ο Καβάφης νιώθει πως ο νέος τον ζηλεύει για τα ρούχα του, «τα καμωμένα σε καλό ράπτη», (1882-1885), το καλοσερβιρισμένο τσάι που του προσφέρει. Τον βγάζει από την πλάνη του λέγοντας πάνω-κάτω τα εξής:

«Δυσάρεστη και βαριά η θέσις του – αλλά τι ακριβά που με κόστιζαν εμένα οι μικρές μου πολυτέλειες. (...)

«Δυσάρεστη και βαριά η θέσις του – αλλά τι ακριβά που με κόστιζαν εμένα οι μικρές μου πολυτέλειες. Για να τες αποκτήσω βγήκα απ’ την φυσική μου γραμμή κι έγινα ένας κυβερνητικός υπάλληλος (τι γελοίο), και ξοδιάζω και χάνω τόσες πολύτιμες ώρες την ημέρα (στες οποίες πρέπει να προστεθούν και οι ώρες καμάτου και χαυνώσεως που τες διαδέχονται). Τι ζημιά, τι ζημιά, τι προδοσία. Ενώ εκείνος ο πτωχός δεν χάνει καμία ώρα· είναι πάντα εκεί, πιστό και του καθήκοντος παιδί της Τέχνης.

Πόσες φορές μες στην δουλειά μου μ’ έρχεται μια ωραία ιδέα, μια σπάνια εικόνα, σαν ετοιμοκαμωμένοι αιφνίδιοι στίχοι, και αναγκάζομαι να τα παραμελώ – διότι η υπηρεσία δεν αναβάλλεται. Έπειτα σαν γυρίσω σπίτι μου, σαν συνέλθω κομμάτι, γυρεύω να τ’ ανακαλέσω, αλλά πάνε πια. Και δικαίως. Μοιάζει σαν η Τέχνη να με λέγει «Δεν είμαι μια δούλα εγώ για να με διώχνεις σαν έρχομαι, και νάρχομαι σαν θες. Είμαι η μεγαλύτερη Κερά του κόσμου. Και αν με αρνήθηκες για το το ελεεινά καλό σου σπίτι, για τα ελεεινά καλά σου ρούχα, για την ελεεινά καλή κοινωνική σου θέση, αρκέσου μ’ αυτά λοιπόν»1.

Στο δεύτερο, διακρίνεται ήδη μια τάση αναθεώρησης, συμφιλίωσης με τον αστικό περίγυρο:

«Την συνήθισα πια την Αλεξάνδρεια, και πιθανότατα και πλούσιος αν ήμουν, εδώ να έμνησκα. Αλλά μολοντούτο, πώς με στενοχωρεί. Τι δυσκολία, τι βάρος που είναι η μικρή πόλις – τι έλλειψις ελευθερίας.
Θα έμνησκα εδώ (δεν είμαι πάλι βέβαιος ολωσδιόλου αν θα έμνησκα) γιατί είναι σαν πατρίς, γιατί σχετίζεται με τες αναμνήσεις της ζωής μου. Αλλά πώς εχρειάζονταν σ’ έναν άνθρωπο σαν κι εμένα – τόσο διαφορετικό – η μεγάλη πόλις.
Η Λόνδρα, να πούμε…»2

Το «τη συνήθισα πια την Αλεξάνδρεια» υποδηλώνει μια μακρά ιστορία προσαρμογής που τώρα έχει φτάσει σε μια μάλλον οριστική απόφαση

Το «τη συνήθισα πια την Αλεξάνδρεια» υποδηλώνει μια μακρά ιστορία προσαρμογής που τώρα έχει φτάσει σε μια μάλλον οριστική απόφαση. Η νέα οπτική τού επιτρέπει να τροποποιήσει την αρχική απόλυτη ιδέα του για την περιοριστική και δεσμευτική όψη της πόλης, την αθλιότητά της, και να τη δει με άλλο μάτι, τόσο διαφορετικό ώστε στα 1917 να δημοσιεύσει ένα ποίημα που αναφέρεται στη σύγχρονή του Αλεξάνδρεια με έκδηλη τρυφερότητα:

Και βγήκα στο μπαλκόνι μελαγχολικά –
βγήκα ν᾽ αλλάξω σκέψεις βλέποντας τουλάχιστον
ολίγη αγαπημένη πολιτεία,
ολίγη κίνηση του δρόμου και των μαγαζιών.3

Τρυφερότητα που μεταγράφεται αργότερα σε ειλικρινή συγκίνηση για όσα εναύσματα τού έδωσε ο οικείος τόπος ώστε να δρομολογήσει την ιδιόμορφη ποιητική του – πέρασαν ωστόσο χρόνια ώστε να αποδεχθεί και να εσωτερικεύσει τούτη την αστική εμπειρία (1929):

Οικίας περιβάλλον, κέντρων, συνοικίας
που βλέπω κι όπου περπατώ· χρόνια και χρόνια.

Σε δημιούργησα μες σε χαρά και μες σε λύπες:
μέ τόσα περιστατικά, με τόσα πράγματα.

Κι αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο, για μένα.4

Εξαρχής, ο ποιητής είναι τέκνο της πόλης, του άστεως. Μεγαλωμένος σε αστικό περιβάλλον, ελάχιστη έως μηδαμινή σχέση έχει με τη συμβατική φυσιολατρία

Εξαρχής, ο ποιητής είναι τέκνο της πόλης, του άστεως. Μεγαλωμένος σε αστικό περιβάλλον, ελάχιστη έως μηδαμινή σχέση έχει με τη συμβατική φυσιολατρία: «Ποτέ μου δεν έζησα στην εξοχή», υπογραμμίζει ο ίδιος, και το μοναδικό εκείνο (και αποκηρυγμένο) ποίημα του 1892 για την ανοιξιάτικη αγροτική αιγυπτιακή γιορτή Σαμ ελ Νεσίμ το χαρακτηρίζει ως «το πιο ανειλικρινές πράγμα – σωστή ψευτιά».5 Παρά ταύτα, ήδη διακρίνεται σε αυτό η απόσταση που τηρεί ο αστός, φλεγματικός παρατηρητής του λαϊκού γλεντιού στην ύπαιθρο, κάτω από τον ήλιο και τη σκόνη και ο ελαφρά ειρωνικός τόνος που συνοδεύει τις περιγραφές του:

Διότι ο Αιγύπτιος και εις το πανηγύρι
διατηρεί την σοβαρότητά του.
Μ’ άνθη κοσμεί το φέσι του· αλλά το πρόσωπόν του
ειν’ απλανές. Μονότονον ασμάτιον μορμύρει,
χαρούμενος. […]

Εν μέσω κύκλου θαυμαστών θερμώς επευφημείται
γλυκύς μογάννι φήμης ευρυτάτης.
Εν τη τρεμούση του φωνή ερωτικαί οδύναι
στενάζουσι· το άσμα του πικρά παραπονείται
κατά της ελαφράς Φατμά ή της σκληράς Εμίνε,
κατά της Ζέναπ της πονηροτάτης.6

Το μειονέκτημα γίνεται πλεονέκτημα

Από ένα σημείο και πέρα, δηλαδή, ο Καβάφης θα εκμεταλλευτεί ποιητικά την πόλη που του έλαχε και θα αντιγυρίσει το μειονέκτημα σε πλεονέκτημα: αφενός θα εκτιμήσει την προνομιακή ιδιαιτερότητά της ως μαραμένης ομορφιάς, παρακμιακού μεγαλείου, ουράς ενός αλλοτινού μύθου· και αφετέρου, με βάση και αφετηρία τα ωραία ερείπια και ναυάγια, θα αφήσει ελεύθερη τη φαντασία του να πλάσει στα περιθώρια και στα υστερόγραφα της Ιστορίας και του λαμπρού παρελθόντος πόλεις «καθ’ ομοίωσιν» της αρχαίας φαντασμαγορικής, της ελληνικής Αλεξάνδρειας, πόλεις των ελληνιστικών χρόνων, ποιητικές, μυθικές (Αντιόχεια, Σελεύκεια, Σιδώνα, Σούσα κ.λπ.), αλλά συνάμα τόσο ρεαλιστικά αποτυπωμένες, θαρρείς οπτικοποιημένες, σαν να τις έχει περπατήσει και βιώσει ο ίδιος, περιγράφοντας σχολαστικές λεπτομέρειες και τριπλοελεγμένες πληροφορίες για τα έργα και τις ημέρες τους.

Ο ποιητής, απόλυτος κυρίαρχος των εκφραστικών του μέσων, επιδίδεται σ’ ένα συνεχές και διαλεκτικό παιχνίδι μυθολόγησης και απομύθευσης

Ο ποιητής, απόλυτος κυρίαρχος των εκφραστικών του μέσων, επιδίδεται σ’ ένα συνεχές και διαλεκτικό παιχνίδι μυθολόγησης και απομύθευσης, «φλανάροντας» άνετα στους πραγματικούς και στους ιστορικούς χρόνους, μυθοποιώντας τη σύγχρονη, παρούσα κι ενύπαρκτη πόλη του, κλείνοντάς τη σε κάψουλες μνήμης, και απομυθοποιώντας τη μία ή τις πολλές «ιστορικές» Αλεξάνδρειες, όλες τις πόλεις που φθονούσαν το μεγαλείο της και μιμούνταν το παράδειγμά της, κι επέπρωτο να χαθούν μαζί της – ο ποιητής, ανακαλώντας τες, τούς χαρίζει μια δεύτερη ζωή, αλλιώς φωτισμένη, προβάλλοντας την ανάποδη όψη της επίσημης εικόνας· με το άλλοθι της δίδυμης φωνής, του παρόντος και του απόντος, του ζωντανού και του νεκρού, μπαινοβγαίνει σε αυτές τις διάτρητες μνήμες και σώζει κάτι από την αυθεντική παρουσία τους στις δέλτους της Ιστορίας. Είναι γνωστή άλλωστε η επιμονή με την οποία ο Καβάφης τόνιζε αυτή την ιστορικο-αρχαιολογική του συνείδηση: «Εγώ είμαι ποιητής ιστορικός», έλεγε συχνά. «Ποτέ μου δε θα μπορούσα να γράψω μυθιστόρημα ή θέατρον· αλλ’ αισθάνομαι μέσα μου 125 φωνές να με λέγουν ότι θα μπορούσα να γράψω Ιστορίαν» – ή, με μεγαλύτερη έμφαση: «Εγώ είμαι ποιητής του γήρατος».7

Κάπως έτσι θα πρέπει λοιπόν να προσεγγίσουμε την αστική αίσθηση, πραγματική ή φανταστική, με την οποία φοδράρει την ποίησή του

Κάπως έτσι θα πρέπει λοιπόν να προσεγγίσουμε την αστική αίσθηση, πραγματική ή φανταστική, με την οποία φοδράρει την ποίησή του – σοκάκια, δρόμοι, πλατείες, προάστια, λιμάνια, παραλίες, σπίτια, μαγαζιά, καφενεία, ταβέρνες κ.ο.κ. σκηνοθετούν μια πόλη, με την πολύβουη και αγοραία καθημερινότητά της, με τον ετερόκλητο πληθυσμό της, με την ομορφιά της ασχήμιας της, πολλές φορές. Μνημειώνονται ιδιωτικά τοπόσημα, συνδεδεμένα με προσωπικές μνήμες (κάμαρες, σπίτια, κακόφημα και μη, κ.λπ.):

Η κάμαρα ήταν πτωχική και πρόστυχη,
κρυμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Απ’ το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Από κάτω
ήρχονταν οι φωνές κάτι εργατών
που έπαιζαν χαρτιά και που γλεντούσαν.
Κι εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεβάτι
είχα το σώμα του έρωτος, κ.λπ…8

Παγιώνονται αναμνήσεις που κοντραστάρουν την τωρινή πραγματικότητα:

Την κάμαρην αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κι η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κι εμπόρων, κι Εταιρείες…9

Αποδίδεται εξωραϊσμένη η ασχήμια ή η ασημαντότητα:

Χθες περπατώντας σε μια συνοικία
απόκεντρη, πέρασα κάτω από το σπίτι
που έμπαινα σαν ήμουν νέος πολύ. […]
Και χθες
σαν πέρασ᾽ απ᾽ τον δρόμο τον παλιό,
αμέσως ωραΐσθηκαν απ’ την γοητεία του έρωτος
τα μαγαζιά, τα πεζοδρόμια, οι πέτρες,
και τοίχοι, και μπαλκόνια και παράθυρα·
τίποτε άσχημο δεν έμεινεν εκεί.10


Πρόκειται, όπως υπογραμμίζει και ο Βασίλης Κολώνας, για περιγραφές αταύτιστου, ανώνυμου αστικού χώρου, γωνιές και στέκια (καφενεία, ταβέρνες, καπνοπωλεία) μιας σύγχρονης μεγαλούπολης στην οποία κυκλοφορεί «ο άνθρωπος του πλήθους» (για να θυμηθούμε τον Πόου), ο μπωντλαιρικός flâneur-πλάνης-περιπατητής, με το μάτι-κάμερα που καταγράφει, αποτυπώνει, συγκρίνει, συνδυάζει. Τούτο τον αφηγητή της νεωτερικότητας θα τον εγκολπωθεί ο Καβάφης και, με τις απαραίτητες προσαρμογές, θα τον καταστήσει αναγνωρίσιμο alter ego του.

Η θεοποίηση της πόλης 

Όπως «Η πόλις» προλογίζει, τρόπον τινά, τούτο το βιβλιαράκι, το «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» το επιλογίζει, κλείνει την αυλαία. Εδώ, η απωθητική εικόνα του προλόγου αντιστρέφεται: η πόλη θεοποιείται, γίνεται ο θεός που λατρεύει ο Ρωμαίος αξιωματούχος, από τη στιγμή που του δόθηκε ως δώρο η πόλη. Αυτός ο θεός που αποσύρεται τώρα με τις εξαίσιες μουσικές και φωνές των ακολούθων του, αφήνει τον Αντώνιο μόνο με τη γεύση της απώλειας, της έσχατης ήττας. Ο ποιητής νιώθει προνομιούχος που του δόθηκε μια τέτοια πόλη με όλα όσα αντιπροσωπεύει και ατενίζει προφητικά και θαρραλέα, με αξιοπρέπεια την επερχόμενη ήττα και απώλεια – η Αλεξάνδρειά του, το γνωρίζει, θα χαθεί μαζί του: αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει / Αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.

Μοναδική εξαίρεση σε τούτη την σύγχρονη αστική ανωνυμία (που την επισημαίνει κι ο Βασίλης Κολώνας) είναι το πεζό ποίημα «Εις το φως της ημέρας»

Μοναδική εξαίρεση σε τούτη την σύγχρονη αστική ανωνυμία (που την επισημαίνει κι ο Βασίλης Κολώνας) είναι το πεζό ποίημα «Εις το φως της ημέρας» [1896], όπου αναφέρονται ονομαστικά συνοικίες, πλατείες, κεντρικοί δρόμοι της Αλεξάνδρειας (Ράμλι, Ροσσίνι, Αμπουκίρ, Σίντι Γάβιρ, κ.ά.) καθώς και πασίγνωστα τοπόσημα (το καζίνο του Αγ. Στεφάνου, καφενείον «Παράδεισος», θέατρο «Ζιζίνια» κ.λπ.)11: ο ποιητής υπό τον αστερισμό ακόμα της μπωντλαιρικής νεωτερικότητας και του poème en prose, επιχειρεί ν’ αποτυπώσει και αυτός την ευρωπαϊκότητα της Αλεξάνδρειας, να την εντάξει στο πάνθεον των πολυπολιτισμικών μεγαλουπόλεων του 19ου αιώνα που είναι σε θέση να λειτουργήσουν μαγικά και διαστρωματωμένα – όπως, για παράδειγμα, επιχειρεί να δείξει στην υποδειγματική μελέτη του για την πόλη ο Edmund Keely: Η καβαφική Αλεξάνδρεια – εξέλιξη ενός μύθου.12 Η εικόνα που προωθεί εκεί ο Κήλυ είναι μιας προσχωσιγενούς πόλης που διαστρωματώνεται σε τέσσερα τουλάχιστον επίπεδα: η πραγματική πόλη / η μεταφορική πόλη / η αισθησιακή πόλη / και η μυθική Αλεξάνδρεια. Τα επίπεδα αυτά δεν είναι στεγανά, αλλά πορώδη, αλληλοπεριχωρούνται και δημιουργούν ένα σπάνιο, μοναδικό ίσως, αμάλγαμα. O Σαββίδης το διατυπώνει καλύτερα: Όλο το καβαφικό έργο, λέει, «μπορεί να παρομοιαστεί με ένα μονόπετρο -πες μπριλάντι- δουλεμένο επί σαράντα τόσα χρόνια, ώσπου να αποκτήσει 154 όψεις ή έδρες».

Κλείνοντας όμως το λογύδριό μου, θέλω να επισημάνω και μια άλλη διάσταση του μικρού αυτού βιβλίου: την εικονογραφική. Οι φωτογραφίες που παρεμβάλλονται στις σελίδες του, λήψεις του συγγραφέα, αποδίδουν δραστικά την άνοδο και την πτώση, το μεγαλείο και την αθλιότητα της μεγαλούπολης που άρδευσε την ποίηση του Καβάφη. Απομεινάρια θαυμαστά ερμιάς και μεγαλείου ενός άλλοτε κραταιού ελληνισμού που ξεθωριάζει και χάνεται σε μια τωρινή αραβική, κατά βάση, πολιτεία, σώζουν κάτι από εκείνη τη γοητεία της φθοράς που απαθανάτισε έξοχα ο Αλεξανδρινός στην τέχνη του. Και μόνο γι’ αυτό, το πόνημα του Β. Κολώνα θα άξιζε πολλούς επαίνους.

ΛΙΖΥ ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΥ είναι συγγραφέας, μεταφράστρια και ομότιμη καθηγήτρια Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Κ. Π. Καβάφη, Ανέκδοτα σημειώματα ποιητικής και ηθικής, παρουσιασμένα από τον Γ. Π. Σαββίδη, Ερμής, 1983, σ. 32-33: Σημείωμα Ι΄ (Ιούνιος 1905)
Αυτ., σ. 40 : Σημείωμα ΙΖ΄ (28/4/1907).
3 «Εν εσπέρα». Κ. Π. Καβάφη Ποιήματα, τόμ. Α΄ (1897-1918), Ίκαρος, 1993, σ. 91. Το ποίημα είναι γραμμένο τον Μάρτιο του 1916 με τίτλο «Αλεξανδρινόν».
«Στον ίδιο χώρο». Ποιήματα, ό.π., τόμ. Β΄ (1919-1933), σ. 86. Το ποίημα μάς χαρίζει την «πρωτάκουστη, ακριβολογημένη λέξη. αισθηματοποιήθηκες», σημειώνει ο Γ. Π. Σαββίδης – λέξη πεποιημένη από τον Καβάφη κατ΄ αναλογίαν: αισθηματοποιώ κατά το αισθητοποιώ.
Κ. Π. Καβάφη, Ανέκδοτα σημειώματα, ό.π., σ. 21. Σημείωμα Α΄ (5/7/1902). Για την ουσιαστική, ωστόσο, σχέση φύσης και τέχνης (και όχι μονοσήμαντα αντίθεσής τους) στην ποιητική του, χρήσιμο είναι το μάθημα του Γιώργου Σαββίδη που επιχειρεί να την αναδείξει στις σωστές διαστάσεις της. Βλ. «Φύση και τέχνη», Βασικά θέματα της ποίησης του Καβάφη (τρία δημόσια μαθήματα στη Βικελαία – 1990), Ίκαρος, 1993, σ. 17-38.
«Σαμ ελ Νεσίμ», στον τόμο Κ. Π. Καβάφη, Τα αποκηρυγμένα, Ίκαρος, 1983, σ. 23-24.
Δηλώσεις που υπογραμμίζει ο Σεφέρης, σχολιάζοντας τον Αλεξανδρινό στο γνωστό δοκίμιό του «Καβάφης-Έλιοτ, παράλληλοι», Δοκιμές, Α΄ , Ίκαρος, 1974³, σ. 340, και στο συμπλήρωμά του «Ακόμα λίγα για τον Αλεξανδρινό», αυτ., σ. 398.
«Μια νύχτα». Ποιήματα, ό.π., τόμ. Α΄, σ. 59
«Ο ήλιος του απογεύματος», αυτ., τόμ. Β΄ , σ. 13.
10 «Κάτω απ᾽το σπίτι», αυτ., τόμ. Α´ , σ. 93.
11 «Εις το φως της ημέρας». Στον τόμο Κ. Π. Καβάφη Τα πεζά (1882;-1931), Ίκαρος, 2010, σ. 174-183.
12 Edmund Keely, Η καβαφική Αλεξάνδρεια. Εξέλιξη ενός μύθου. Μετάφραση: Τζένη Μαστοράκη, Ίκαρος, 1979.


Δυο λόγια για τον συγγραφέα

Ο Βασίλης Κολώνας, ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και τελείωσε τις σπουδές του στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ. Συνέχισε τις σπουδές του στους τομείς της Συντήρησης Μνημείων, της Ιστορίας της Τέχνης και της Μουσειολογίας στο Παρίσι, όπου, παράλληλα, εργάστηκε στη Γαλλική Ακαδημία Αρχιτεκτονικής. Από το 1992 είναι Διδάκτωρ του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ. Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικές συναντήσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και ξένα βιβλία και περιοδικά.

vasilis kolonas

Κύριος άξονας των δραστηριοτήτων του είναι η μελέτη και η έρευνα της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής του 19ου και 20ού αιώνα στην Ελλάδα και τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου. Έχει διδάξει στο μεταπτυχιακό σεμινάριο του Τμήματος Ιστορίας της Τέχνης - Νεότερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (2000-2002, 2005) και από το 2002 είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.

Έχει γράψει βιβλία για την ιστορία και την Αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης καθώς και το βιβλίο-μελέτη Σμύρνη, 1870-1922 - Πόλη και αρχιτεκτονική, η συμβολή των Ελλήνων. Τα περισσότερα βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις University Studio Press. 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Ταξιδεύοντας στη χώρα της ουτοπίας» της Έλενας Παπαλεξίου (κριτική) – Ιχνηλατώντας τη μοναδική πορεία της Αριάν Μνουσκίν

«Ταξιδεύοντας στη χώρα της ουτοπίας» της Έλενας Παπαλεξίου (κριτική) – Ιχνηλατώντας τη μοναδική πορεία της Αριάν Μνουσκίν

Για το βιβλίο της Έλενας Παπαλεξίου «Ταξιδεύοντας στη χώρα της ουτοπίας – Η Αριάν Μνουσκίν και το Θέατρο του Ήλιου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καπόν. Κεντρική εικόνα: Η Αριάν Μνουσκίν (Ariane Mnouchkine).

Γράφει η Ελευθερία Ράπτου

...
«Ένα κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίψεν – Δραματουργική ανάλυση από κοινωνιολογική οπτική» της Μαρίας Μανωλοπούλου (κριτική)

«Ένα κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίψεν – Δραματουργική ανάλυση από κοινωνιολογική οπτική» της Μαρίας Μανωλοπούλου (κριτική)

Για το δοκίμιο της Μαρίας Μανωλοπούλου «Ένα κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίψεν – Δραματουργική ανάλυση από κοινωνιολογική οπτική» (εκδ. Υψικάμινος). Στην κεντρική εικόνα, στιγμιότυπο από την κινηματογραφική διασκευή του σκηνοθέτη Πάτρικ Γκάρλαντ, με την Κλαιρ Μπλουμ και τον Άντονι Χόπκινς (1973). 

...
«Lost words lost worlds» του Πίτερ Κόνστανταϊν (κριτική) – Έργο αγάπης και μνήμης για τις γλώσσες που χάνονται

«Lost words lost worlds» του Πίτερ Κόνστανταϊν (κριτική) – Έργο αγάπης και μνήμης για τις γλώσσες που χάνονται

Για το λεύκωμα του Πίτερ Κόνστανταϊν (Peter Constantine) «Lost words lost worlds» (εκδ. Freigeist Verlag, Βερολίνο). Στην κεντρική εικόνα, το έργο του Κόνστανταϊν «First Women and Their Hieroglyph», από το βιβλίο. 

Γράφει ο Γιάννης Γρηγορίου

...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Πάουλο Σκοτ: «Το μυθιστόρημά μου βοήθησε κάποιος ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν πως δεν είναι “λευκοί”»

Πάουλο Σκοτ: «Το μυθιστόρημά μου βοήθησε κάποιος ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν πως δεν είναι “λευκοί”»

«Νομίζω πως οι Φαινότυποι έτυχαν θερμής υποδοχής επειδή δείχνουν το πόσο δύσκολο είναι να χτίσεις γέφυρες μεταξύ ανθρώπων που ζουν στην ίδια χώρα και μιλούν την ίδια γλώσσα, επηρεασμένοι από την αδράνεια που υπάρχει ακόμα εξαιτίας του αποικιοκρατικού παρελθόντος» μας είπε ο Βραζιλιάνος Πάουλο Σκοτ (Paulo Scott), που...

Φεστιβάλ ΛΕΑ 2025 – Τι θα δούμε σήμερα, Παρασκευή 20 Ιουνίου

Φεστιβάλ ΛΕΑ 2025 – Τι θα δούμε σήμερα, Παρασκευή 20 Ιουνίου

Ποικιλία εκδηλώσεων συναντάμε στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ ΛΕΑ (Λογοτεχνία εν Αθήναις) 2025 για την Παρασκευή 20 Ιουνίου : εργαστήρια μετάφρασης, αφιερώματα σε νομπελίστες συγγραφείς, συναντήσεις και συζητήσεις με αγαπημένους πεζογράφους της ισπανόφωνης λογοτεχνίας και προβολές ταινιών. Κεντρική εικόνα: Φερνάντο Αραμπ...

4ο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Tο πρόγραμμα των εκδηλώσεων μέρα τη μέρα

4ο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Tο πρόγραμμα των εκδηλώσεων μέρα τη μέρα

Το αναλυτικό πρόγραμμα όλων των εκδηλώσεων του 4ου Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων. Στην κεντρική εικόνα, στιγμιότυπο από το 2ο Φεστιβάλ Χανίων, έξω από την αίθουσα Μίκης Θεοδωράκης. 

Επιμέλεια: Book Press

4ο Φεστιβάλ Βιβλίου...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Κοίτα τα φώτα, αγάπη μου» της Ανί Ερνό (προδημοσίευση)

«Κοίτα τα φώτα, αγάπη μου» της Ανί Ερνό (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της Ανί Ερνό [Annie Ernaux], «Κοίτα τα φώτα, αγάπη μου» (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 24 Ιουνίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο 

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Τα σουπερμάρκετ και ο...

«Η απόδραση της τελείας» του Γιάννη Ζευγώλη (προδημοσίευση)

«Η απόδραση της τελείας» του Γιάννη Ζευγώλη (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Γιάννη Ζευγώλη «Η απόδραση της τελείας», η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες ημέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

«Σας μάζεψα, αγαπημένα μου σημεία, όλα εδώ για να σας ανακοινώσω την ...

«Μου πέθανες» του Ζοζέ Λουίς Πεϊσότο (προδημοσίευση)

«Μου πέθανες» του Ζοζέ Λουίς Πεϊσότο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το αφήγημα του Πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Λουίς Πεϊσότο [José Luís Peixoto], «Μου πέθανες» (μτφρ. Ζωή Καραμπέκιου), το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Μπήκα σ...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τι διαβάζουμε τώρα; 10 πρόσφατα κουίρ βιβλία για τον «μήνα υπερηφάνειας»

Τι διαβάζουμε τώρα; 10 πρόσφατα κουίρ βιβλία για τον «μήνα υπερηφάνειας»

Ιούνιος, μήνας υπερηφάνειας και διεκδικήσεων για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Επιλέξαμε 10 βιβλία του 2025 με κουίρ χαρακτήρες που απομακρύνονται από τη στερεοτυπική αναπαράσταση και αποκτούν ρεαλιστικές διαστάσεις. Στην κεντρική εικόνα, έργο της κουίρ καλλιτέχνιδας των αρχών του 20ου αιώνα Gluck. 

Γράφει η ...

Τραύμα σε ψυχή και σώμα: Πέντε πρόσφατα δοκίμια ψυχανάλυσης που ξεχωρίζουν

Τραύμα σε ψυχή και σώμα: Πέντε πρόσφατα δοκίμια ψυχανάλυσης που ξεχωρίζουν

Πέντε μελέτες που κυκλοφόρησαν προσφάτα πραγματεύονται τη σχέση του νου με το σώμα, την έννοια του «τραύματος», αλλά και τη θέση της ψυχανάλυσης στον σύγχρονο κόσμο. Κεντρική εικόνα: Ο Σίγκμουντ Φρόιντ.

Γράφει ο Σόλωνας Παπαγεωργίου

...
Καρδιά, εγκέφαλος, τραύμα, αυτισμός: Τέσσερα βιβλία για την κατανόηση του ανθρώπινου οργανισμού από τις εκδόσεις Gutenberg

Καρδιά, εγκέφαλος, τραύμα, αυτισμός: Τέσσερα βιβλία για την κατανόηση του ανθρώπινου οργανισμού από τις εκδόσεις Gutenberg

Ποιος είναι ο ακριβής ρόλος της καρδιάς και ποιος του εγκεφάλου; Ποιοι μύθοι σχετικά με αυτά τα δύο όργανα καλλιεργούνται από τη σύγχρονη κουλτούρα; Τι αποτελεί «τραυματική εμπειρία» και πώς μπορούμε να αλληλεπιδράσουμε αποτελεσματικά με τα νεαρά αυτιστικά άτομα; Τέσσερα νέα βιβλία από τις εκδόσεις Gutenberg καταπιά...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ