Για τη συλλογή με ποιήματα και πεζά του Γιάννη Σ. Παπαδάτου «Η πολιτεία των γάτων» (σχέδια Φωτεινή Στεφανίδη, εκδ. Καλειδοσκόπιο).
Γράφει η Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου
Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου στο Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΤΕΠΑΕΣ}, όπου δίδασκε Ιστορία και Θεωρία της Παιδικής Λογοτεχνίας, Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία και άλλα μαθήματα σχετικά με το παιδικό βιβλίο, είναι κριτικός λογοτεχνικών βιβλίων, κυρίως παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας και ποιητής. Η Πολιτεία των γάτων είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται σε μεγάλους, όπως και η προηγούμενή του συλλογή Επιστροφή, που είχε εκδώσει σε ηλικία 25 ετών, καθώς και πολλά ποιήματά του που έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα περιοδικά.
Η Πολιτεία των γάτων εκδόθηκε πρόσφατα με ιδιαίτερη τυποτεχνική φροντίδα από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο και με σχέδια της εξαίρετης ζωγράφου και αγαπητής φίλης Φωτεινής Στεφανίδη.
Ο τίτλος του βιβλίου μας προϊδεάζει για την οπτική ματιά μέσα από την οποία ο συγγραφέας ως διεισδυτικός παρατηρητής όχι μόνο εποπτεύει τις ζωές των αγαπησιάρικων αυτών τετράποδων, αλλά τα αντιμετωπίζει ως μέλη μιας πολιτείας, αντίστοιχης με αυτήν των ανθρώπων.
Ο τίτλος του βιβλίου μας προϊδεάζει για την οπτική ματιά μέσα από την οποία ο συγγραφέας ως διεισδυτικός παρατηρητής όχι μόνο εποπτεύει τις ζωές των αγαπησιάρικων αυτών τετράποδων, αλλά τα αντιμετωπίζει ως μέλη μιας πολιτείας, αντίστοιχης με αυτήν των ανθρώπων. Αναδεικνύει δυσδιάκριτες πλευρές του χαρακτήρα τους, εστιάζει το βλέμμα του στις ομοιότητες, κυρίως όμως στις διαφορές τους, προβάλλοντας τη μοναδικότητά τους, την ατομικότητά τους. Τις αντιμετωπίζει ως αυτοτελείς οντότητες με τα διαφοροποιά χαρακτηριστικά τους. Έτσι μια τεράστια γκάμα χαρακτήρων παρουσιάζεται μπροστά μας από την παιχνιδιάρα και χαριτωμένη γάτα ως την θαρραλέα, τολμηρή, ριψοκίνδυνη αλλά και σκεπτική, ρεαλίστρια ή δειλή και νωχελική.
Ο Τζων Γκρέι, ομότιμος καθηγητής στο London School of Economics, στο βιβλίο του Αιλουροειδής φιλοσοφία, Οι γάτες και το νόημα της ζωής (μτφρ. Γιώργος Λαμπράκος, Εκδόσεις Οκτώ, τίτλος πρωτοτύπου: Feline Philosophy: Cats and the meaning of life) αναφέρεται σε έννοιες, όπως «ευτυχία, αγωνία, αγάπη, θάνατος, κλειδιά της φιλοσοφίας», που συνδέονται άμεσα με τις γάτες. Η ευτυχία είναι βασική κατάσταση της γάτας, γράφει ο Γκρέι. «Αυτός ίσως είναι ο κύριος λόγος που πολλοί από εμάς αγαπούμε τις γάτες. Κατέχουν μια έμφυτη ευτυχία την οποία οι άνθρωποι συνήθως αδυνατούν να κατακτήσουν» και συνεχίζει και με τις άλλες έννοιες, ενώ σε άλλο σημείο επισημαίνει: «Οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και οι γάτες είναι γάτες. Η διαφορά έγκειται στο ότι ενώ οι γάτες δεν έχουν τίποτα να μάθουν από εμάς, εμείς μπορούμε να μάθουμε από αυτές πώς να ελαφρύνουμε το φορτίο που βαραίνει την ανθρώπινη φύση».
Η βεντάλια των θεμάτων επεκτείνεται έμμεσα και σε ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα, όπως ο πόλεμος και η προσφυγιά, η οικολογική καταστροφή, ενώ δεν μένουν απέξω θέματα που απασχολούν προσωπικά τον ίδιο τον συγγραφέα, όπως η εκπαίδευση, το σχολείο, η φιλαναγνωσία.
Θεωρώ ότι κάποιες απόψεις του Παπαδάτου συμπίπτουν με αυτές του καθηγητή Τζων Γκρέι. O Παπαδάτος όμως διευρύνει τη βεντάλια των εννοιών ή τις εξειδικεύει και με ποιητική εικονοποιία είτε στα ποιήματα είτε στα πεζά του συμβάλλει στη λογοτεχνική απαθανάτωσή τους. Έτσι έχουμε τον Τζάκυ τον χορευτή, την πάνσοφη Ραλλού, την ερωτική Σαπφώ, τη Χιονάτη της ελπίδας. Η βεντάλια των θεμάτων επεκτείνεται έμμεσα και σε ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα, όπως ο πόλεμος και η προσφυγιά, η οικολογική καταστροφή, ενώ δεν μένουν απέξω θέματα που απασχολούν προσωπικά τον ίδιο τον συγγραφέα, όπως η εκπαίδευση, το σχολείο, η φιλαναγνωσία. Όλα αυτά τα θέματα είναι ιδωμένα με τη ματιά της γάτας.
Θα σταθώ λίγο στο πεζό κείμενο «Ένας γάτος μιλάει για τους πολέμους ή πού είστε εσείς και δεν σας συναντώ;» που αφορά τον πόλεμο. Είναι ένα συγκλονιστικό κείμενο. Αφηγητής ο Γάτος Πλην Άπειρο συντρίβεται ψυχικά από σκηνές αλλοφροσύνης, που δημιουργεί ο πόλεμος στις γάτες, στους ανθρώπους, στον κόσμο. Οι κοφτές προτάσεις σε εναλλαγή με τον μακροπερίοδο λόγο που χαρακτηρίζεται όμως από ασθματικό ρυθμό, οι αλλεπάλληλες ερωτήσεις της τελευταίας περιόδου προσδίδουν στο κείμενο δραματικότητα και αποδίδουν τον τρόμο και την δυστυχία που προκαλεί ο πόλεμος. Η σύγκριση της αθλιότητας της καθημερινής ζωής σε καιρό ειρήνης φαντάζει όχι μόνο στα μάτια του γάτου αλλά και των ανθρώπων-αναγνωστών ως η αναγκαστικά καλύτερη επιλογή∙ αλλά και αυτή χάθηκε. Και μένει μόνο αναπάντητο το ερώτημα για τον αίτιο της ολικής καταστροφής: «Όλα μαυρίσανε, μα τι φταίει στ’ αλήθεια;» (σ.74).
Η διακειμενικότητα σε ένα μεγάλο αριθμό κειμένων συμβάλλει καθοριστικά στη γνωριμία του αναγνώστη με τη λογοτεχνία για γάτες και τη σχέση των δημιουργών, Ελλήνων και ξένων, με αυτές, ενώ μέσα από διακείμενα θίγονται και θέματα ιστορίας και λογοτεχνίας.
Η διακειμενικότητα σε ένα μεγάλο αριθμό κειμένων συμβάλλει καθοριστικά στη γνωριμία του αναγνώστη με τη λογοτεχνία για γάτες και τη σχέση των δημιουργών, Ελλήνων και ξένων, με αυτές, ενώ μέσα από διακείμενα θίγονται και θέματα ιστορίας και λογοτεχνίας. ‘Ετσι, παρακειμενικά στοιχεία, όπως κάποιοι υπότιτλοι ποιημάτων, μας παραπέμπουν σε λογοτεχνικά κείμενα, που αποτελούν πηγές έμπνευσης του Παπαδάτου. Π.χ. «Η γάτα του σπιτιού του» (με τον τρόπο του Νίκου Καββαδία), «Η Πούλια κι ο Αυγερινός (με τον τρόπο του Βιτσέντσου Κορνάρου) ή «Η Λίζα των δέντρων» στο ύφος της «Μαρίνας των βράχων» του Οδυσσέα Ελύτη). Πέρα από την στιχουργική ή και λεκτική επιρροή από τους ποιητές αυτούς και στα τρία ποιήματα η γάτα είναι το σύμβολο της γυναίκας, κάτι που ο Καββαδίας ήδη είχε ποιητικά σχολιάσει. Ο Παπαδάτος δεν παραλείπει να μας το υπομνήσει, παραθέτοντας ως μότο στο ποίημά του δυο στίχους του Μαραμπού: «Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν…/ είναι γι΄αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά».
Βέβαια ο συγγραφέας μας χρησιμοποιεί πολλούς τρόπους για να συνομιλήσει με κείμενα άλλων, άλλοτε αναφέροντας τα ονόματα των δημιουργών, άλλοτε λέξεις ή φράσεις από τα έργα τους.
Οι γάτες και οι γάτοι του μέρους αυτού είναι συγκεκριμένοι, γνωστοί στον ποιητή, όπως και τα μέλη της οικογένειας με την οποία ζουν. Τα ποιήματα αυτά αναφέρονται με «γατίσιο» τρόπο και στους ανθρώπους, στους οποίους ανήκουν οι γάτες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η Φωτεινή Φραγκούλη και οι γάτες της, η Μελένια και η Πουπέτα, από τις οποίες πολλές φορές έχει εμπνευσθεί τα απαράμιλλα σε λογοτεχνικότητα βιβλία της, ο Χρήστος Μπουλώτης με τους γάτους του Τον «γάτο της οδού Σμολένσκη» και τον «Ρομαντικό γάτο του βυθού» που ζωντανεύουν ονειρικά με την εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη και διασκεδάζουν δημιουργικά και απρόβλεπτα τα παιδιά αναγνώστες. Στην ίδια ενότητα ο βιβλιόφιλος «Νταλί και η Λέσχη ανάγνωσής του» προκαλούν τον συγγραφέα να αναφέρει πολλούς διάσημους έλληνες και ξένους συγγραφείς που έχουν εμπνευσθεί έργα τους από τις γάτες τους. Ανάμεσά τους ο Τζέιμς Τζόις, ο Ζαν Κοκτό, ο Σαρτρ, ο Μπάροουζ, ο Κέρουακ, ο Τουέιν, φυσικά ο Έλιοτ και πολλοί άλλοι. Από τούς Έλληνες ξεχωρίζουμε τον Νίκο Δήμου και Το βιβλίο των γάτων του, τη Λούλα Αναγνωστάκη, τον Ν. Καζαντζάκη, τη Μάρω Λοίζου, την Αργυρώ Πιπίνη, τη Μαριανίνα Κριεζή μαζί με την Αρλέτα και πολλούς άλλους.
Οι γάτες ή οι γάτοι όμως του Παπαδάτου «όπου υπάρχουν, εκεί κατοικούν τα όνειρα. Δίπλα στους ποιητές, στα σπίτια, στους δρόμους, στα νησιά, στους αιθέρες. Σε όλ’ αυτά –λέει η Μπουμπουκένια, το alter ego του Παπαδάτου- θα βρείτε εμάς να σκεφτόμαστε μόνο για εμάς, ίσως εμάς να σκεφτόμαστε για εσάς μέσα από εμάς …για πράγματα που κάνετε ή που δεν κάνετε…»(σ.9).
Έτσι ξεκινά το βιβλίο. Η Μπουμπουκένια, η γάτα του Παπαδάτου, περσόνα του συγγραφέα, προλογίζει το βιβλίο και ορίζει τις συντεταγμένες του. Οι γάτες συνδεδεμένες με την ευτυχία αλλά και τη δυστυχία σκέφτονται για τις ίδιες αλλά και για τους ανθρώπους. Δεν ανθρωποποιούνται όμως. Τα χαρακτηριστικά τους είναι γατίσια.
Στο πρώτο μέρος «Η γάτα και ο ποιητής» γίνεται αναφορά στη σχέση του Παπαδάτου –αλλά και κάθε ποιητή με τη γάτα του. Ιδιαίτερα στο ποίημα «Η γάτα και ο ποιητής» αποκαλύπτεται η ταύτιση που υπάρχει ανάμεσά τους.
Η ΓΑΤΑ Κ ΑΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ
Κάθε Ποιητής έχει μια Γάτα
που ελίσσεται
στα διάκενα των στίχων του.
Στων δικών της ματιών τις εκλάμψεις
ψαύει αινίγματα
(της αρέσει να του βάζει αινίγματα)
που ερμηνεύουν την αφή των ονείρων
στην οσμή του κινδύνου.
Μα ο Ποιητής το νόημά της ζηλεύει.
Ζηλεύει στην άχρονη σκέψη της
τις πόλεις της ουτοπίας του.
Στην ανάερη σιλουέτα της
την προσμονή του απρόσμενου,
του ανέφικτου την εμμονή,
την πλησμονή της ματαιότητας.
Κάθε Ποιητής έχει μια Γάτα.
Κάθε Γάτα έχει έναν Ποιητή.
Με νεοτερικό τρόπο γραφής, με αφαιρετικό λόγο και φιλοσοφούσα σκέψη, με αρμονία ήχων που οφείλεται στις επαναλήψεις λέξεων ή φθόγγων, όπως «προσμονή του απρόσμενου» «το νόημά της ζηλεύει. Ζηλεύει την άχρονη σκέψη της», «εμμονή – πλησμονή», «Κάθε Ποιητής έχει μια Γάτα./ Κάθε Γάτα έχει έναν Ποιητή» ο Παπαδάτος επισημαίνει τον βαθύ και ουσιαστικό δεσμό που δημιουργείται ανάμεσα στον ποιητή και το συμπαθές αυτό αιλουροειδές. Τα ποιήματα που ακολουθούν έχουν έναν προσωπικό, θα λέγαμε χαρακτήρα. Το δηλώνουν το όνομα της Μπουμπουκένιας και τα κτητικά «μου». Μέσω της γάτας αποκαλύπτονται οι ποιητικές και γενικότερα πολιτισμικές προτιμήσεις του Παπαδάτου Βλ. Καββαδίας, Μπετόβεν, Εμπειρίκος.
Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος |
Ακολουθεί, όπως είδαμε, η δεύτερη ενότητα με τους γάτους των σπιτιών – ονείρων» στους οποίους αναφερθήκαμε ήδη, και στη συνέχεια ο ποιητής εμπνέεται από τους « Γάτους και Γάτες των ονειρικών δρόμων». Παρά το γεγονός ότι οι γάτοι του τρίτου μέρους είναι οι ταλαιπωρημένοι κεραμιδόγατοι, ελεύθεροι αλλά ανασφαλείς, ο Παπαδάτος επιμένει να τους θεωρεί κατοίκους ονείρων, ονείρων που οι ίδιοι –φυσικά και ο ποιητής- νομίζουν ότι μπορούμε να υλοποιήσουμε με την φροντίδα μας για τα απροστάτευτα αυτά ζωάκια. Εξάλλου, όπως γράφει σε ένα από τα «Εννιά χαϊκού γάτας» «’Ενα χαϊκού /με τρεις στίχους ονείρου/ έγινε Γάτα» (σ.79).
Έτσι «ο γλυκός Αθηναίος Μπετόβεν μας επισημαίνει «πως όποιος δεν νιώθει αγάπη για μας/ δεν θα νιώσει ποτέ/ την ομορφιά των καιρών/ούτε και των πραγμάτων τη σπίθα». Για να καταλήξει «προσβλέπω σε μια ευτυχία μαζί σας…». Με τρόπο κουβεντιαστό, απλό, χωρίς συναισθηματικές υπερβολές, με πεζολογικό και συνάμα ποιητικό λόγο ο Παπαδάτος μέσα από τα λόγια του Μπετόβεν μας καλεί να συμβάλουμε όχι μόνο στην ευτυχία των γάτων αλλά και στη δική μας. Πιο επίμονος «Ο κόκκινος Ρούντυ» νιαουρίζει πολύ όχι μόνο γιατί πεινάει, αλλά και για να μας θυμίσει ένα μας όνειρο: «Φτιάξτε πολλούς κόσμους χαράς/ και σε κάθε τους άκρη αφήστε δυο μικρά κυπελλάκια./ Θα έχετε κάνει το πρώτο σας βήμα/στον παράδεισο που μάταια ψάχνετε./τον Παράδεισο όλων…»
Με τρόπο κουβεντιαστό, απλό, χωρίς συναισθηματικές υπερβολές, με πεζολογικό και συνάμα ποιητικό λόγο ο Παπαδάτος μέσα από τα λόγια του Μπετόβεν μας καλεί να συμβάλουμε όχι μόνο στην ευτυχία των γάτων αλλά και στη δική μας.
Στην ενότητα αυτή μιλώντας για τις γάτες τόσο στα ποιήματα όσο και στα πεζά κάνει αναφορά στη φτώχια, τη δυστυχία και τον θάνατο. Η ζωή των γάτων στους δρόμους δεν είναι εύκολη και είναι διαφορετική για τον καθένα. Εξαρτάται από τις συνθήκες στις οποίες ζει, τις ανάγκες του, την έγνοια ή όχι των απλών ανθρώπων γι’ αυτούς. Την ποικιλία των καταστάσεων ο ποιητής ζωντανεύει και με διαφορετικό ύφος, λυρικό, σατιρικό - χιουμοριστικό, σκληρά ρεαλιστικό και με διαφορετικής τεχνοτροπίας στιχουργική. Άλλα ποιήματα είναι γραμμένα στον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, όπως «Είμαι ο γάτος που ψάχνει όνομα», ή «Η Πούλια κι ο Αυγερινός» (με τον τρόπο του Βιτσέντσου Κορνάρου), σε ανάπαιστο, όπως στο ποίημα« Σιρχάν και Τρούφας», σε ελευθερωμένο στίχο με κάποιους στίχους να ομοιοκαταληκτούν, όπως στη «Μικρή χαράς και θλίψης όπερα για τον γάτο Τζατζά» και πολλά σε ελεύθερο στίχο, όπως στα ποιήματα της ενότητας «Σε πρώτο πρόσωπο», «Η πάνσοφη Ραλλού», «Ψίψη, η φίλη της Άνοιξης» και σε πολλά άλλα μέτρα που αναφέρει ο ίδιος στο τέλος.
Συγκλονιστικές είναι και οι στιγμές θανάτου. Ο πεζός λόγος ευνοεί περισσότερο την εκδίπλωση της θλίψης, της μελαγχολίας ή της συντριβής που συνοδεύουν το αμετάκλητο αυτό γεγονός. Έτσι η μελαγχολία και η νοσταλγία κυριαρχούν στο κείμενο για τον «Σαρλώ, τον ερημίτη»:
«Κάθε πρωί να μας λες καλημέρα με φως από τ’ άστρα που έκλεβες γεμάτος χαρά, το χαλάκι να ξύνεις. Με τα λευκά σου πατουσάκια και του άλλου Σαρλώ το μουστάκι, άηχος και αθέατος, ιδανική μου φιγούρα, σε βλέπω να ζυμώνεις ψωμάκια για όσους έχουν ανάγκη, για όσα δεν σου δώσαμε, για όσα μας έδωσες…»
Συγκλονιστική είναι η αντίδραση στον βίαιο θάνατο της μικρούλας κόρης της Κίκης και του Τζατζά.:
«Ένα μήνα πριν γεννήθηκ[ε]. Ένα βράδυ πέρασε εκείνος με τη βενζίνη στο αίμα και με τα λάστιχα στα πόδια. Το στόμα της έμεινε ανοιχτό και τα ματάκια της απορημένα. Ένα κόκκινο μικρό ρυάκι και μια σκιά που έχει μείνει στο δρόμο. Αμέσως η πολιτεία των Γάτων και των Γατών, η ορατή και η αόρατη, η πανταχού παρούσα, σαν τη μεγάλη ανάσα του Απηλιώτη, τρέξαν εκεί […]. Ήρθαν από παντού, από το πριν και το τώρα, κι έκαναν κύκλο. Έναν κύκλο φωτιάς! Κι ακούστηκαν φωνές που έφταναν ψηλά ως το Μάτι της Γάτας. Φωνές με ερωτήματα μύρια που καίγαν, ικεσία των πλάνητων. Δυο μεγάλα ουράνια μάτια κοίταζαν την εικόνα. Εκείνο το βράδυ έβρεξε κι η βροχή πήρε μαζί της τα δάκρυα, το μικρό ρυάκι, όχι όμως και τη σκιά» (σ. 62).
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με τον «Επίλογο» που αποτελείται από «Εννιά χαϊκού Γάτας» που με τη νοηματική και υφολογική πυκνότητα που επιβάλλει η στιχουργική τους λιτότητα αποκαλύπτουν την ικανότητα του Παπαδάτου να ανταποκρίνεται με την ίδια τέχνη τόσο στα σύντομα όσο και σε μακροσκελή ποιήματα και ποιητικά πεζά.
Το υστερόγραφο μας οδηγεί σε ένα κείμενο ποιητικής. Ο Παπαδάτος με το προσωπείο της γάτας σε ένα θεατρικό σκηνικό με το πρόσχημα απαγγελίας ενός ποιήματος αναφέρεται στις στιχουργικές επιλογές του, στους ποιητικούς ρυθμούς και τις επιρροές της ποίησής του. Εκπλήσσοντας το φανταστικό κοινό του φεύγει χωρίς να απαγγείλει το ποίημά του, αφήνοντας ανοιχτές απαντήσεις, αν η απόσυρσή του οφείλεται στη σεμνότητα ή στην απογοήτευσή του από το σύγχρονο ποιητικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Τέλος, η μάσκα πέφτει και ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος στα «Λίγα λόγια μετά το …τέλος» αναφέρεται στις γάτες και τους γάτους ξένων διάσημων συγγραφέων και σε βιβλία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων που μιλούν για γάτες, διακηρύσσοντας, θα έλεγα, την αγάπη του γι’ αυτά τα αγέρωχα ζώα και το χρέος όλων μας να τα φροντίζουμε είτε στους δρόμους είτε στα σπίτια μας.
Το βιβλίο συμπληρώνεται με τις απαραίτητες σημειώσεις που διευκολύνουν τον αναγνώστη στην ανεύρεση των πηγών, των βιβλίων στα οποία παραπέμπει ο Παπαδάτος.
Η παρουσίαση της Πολιτείας των γάτων δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς αναφορά στα αέρινα και αιλουροειδή σχέδια της ζωγράφου και εικονογράφου Φωτεινής Στεφανίδη. Κάθε ποίημα συνοδεύεται από ένα σκίτσο γάτας που εκφράζει είτε κάποιες στιγμές της ποιητικής ιστορίας του αγαπημένου αυτού ζώου, όπως συμβαίνει στη σ. 30 όπου εικονογραφείται η Φωτεινή Φραγκούλη με την Πουπέτα και τη Μελένια που «από το Πίσω το μπαλκόνι των αστερισμών/χαμογελούν και μας θυμίζουν/ την ποίηση που έχει ανάγκη ο καθείς» ή οπτικοποιεί χαρακτηριστικά της, όπως της Ψίψης που «σαν πεταλούδα διαγράφει τη φθορά/ που προχωρεί και δεν φαίνεται» (σ. 71) ή ακόμη κατορθώνει να αφηγηθεί ολόκληρη την ιστορία, όπως συμβαίνει με τη «Σύνθια, τη μαύρη θεά»( σ. 37-38).
Η Φωτεινή Στεφανίδη με τα ασπρόμαυρα σχέδια της, τις φευγαλέες κινήσεις των γάτων και γατών αισθητοποιεί οπτικά το ουσιώδες χαρακτηριστικό κάθε γάτας, προσδίδοντας στον αναγνώστη πέρα από τη λεκτική και την οπτική απόλαυση.
* Η ΑΝΤΑ ΚΑΤΣΙΚΗ-ΓΚΙΒΑΛΟΥ είναι Ομ. Καθηγήτρια Ελληνικής Φιλολογίας ΕΚΠΑ