Μια συζήτηση με τον Τίνο Βιγιανουέβα, με αφορμή την έκδοση στα ελληνικά της ποιητικής συλλογής του «Τάδε έφη Πηνελόπη» (μτφρ. Αικατερίνη Γουλέτη, εκδ. Βακχικόν).
Της Αγγελικής Δημοπούλου
Τάδε έφη Πηνελόπη σαν ξύπνησε σήμερα το πρωί·
όταν το χρυσό πέπλο της αυγής ανέτειλε
μέσα από τη θάλασσα.
Ποιητής μα και ζωγράφος ο υπέροχος κύριος Τίνο Βιγιανουέβα είναι μια ιδιαίτερη, όσο και ενδιαφέρουσα λογοτεχνική και καλλιτεχνική προσωπικότητα. Μέσα από την συνέντευξη που ακολουθεί μας δίνει την δυνατότητα να γνωρίσουμε τον ίδιο και τα όσα συναρπαστικά έχει να πει για την ποίηση αλλά και να μιλήσουμε για την ποιητική του συλλογή «Τάδε έφη Πηνελόπη» που κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν. Μια ποιητική συλλογή που δίνει φωνή και υπόσταση στην Πηνελόπη του ομηρικού έπους λέγοντας την δική της πλευρά της ιστορίας.
Η ποιητική σας συλλογή «Τάδε έφη Πηνελόπη» με ιδιαίτερο ελληνικό ενδιαφέρον κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτό;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό αποτελεί, πράγματι, μια ευχάριστη έκπληξη. Ποιος θα πίστευε, όταν διάβαζα αποσπάσματα της Οδύσσειας στο βιβλίο της Edith Hamilton για τη μυθολογία (Πρωτοετής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, το Φθινόπωρο του 1966), ότι θα έγραφα μια μέρα ένα βιβλίο με τριάντα δύο ποιήματα για τον χαρακτήρα της Πηνελόπης, και πόσο μάλλον ότι μετά αυτό θα είχε την τύχη να μεταφραστεί στα ελληνικά και να εκδοθεί στην Αθήνα. Είμαι ιδιαίτερα ενθουσιασμένος με την έκδοση του βιβλίου στα ελληνικά, γιατί θεωρώ ότι το «Τάδε έφη Πηνελόπη» (2013) είναι η καλύτερη ποιητική συλλογή που έχω γράψει – κατά την προσωπική μου άποψη, φυσικά.
Επιλέξατε την Πηνελόπη, τη γυναίκα του Οδυσσέα, για να αφηγηθεί ποιητικά τη δική της οδύσσεια. Τι σας οδήγησε σε αυτή την έμπνευση; Σε αυτή την επιλογή;
Ο ισχυρισμός μου είναι ότι η Πηνελόπη είναι χωρίς αμφιβολία μια συναρπαστική φιγούρα στην Οδύσσεια, δίπλα στον Οδυσσέα, φυσικά. Παρουσιάζεται από τον Όμηρο ως «σοφή Πηνελόπη» και ως σύμβολο ακλόνητης πίστης. (Υπάρχει ένα σημείο στην αφήγηση όπου 108 μνηστήρες εμφανίζονται στο παλάτι, που θέλουν όλοι να την παντρευτούν· αλλά εκείνη τους απορρίπτει όλους.) Σε ένα άλλο επίπεδο είναι επίσης ένας χαρακτήρας που δεν έχει αναπτυχθεί αρκετά, ένας χαρακτήρας τον οποίο ο Όμηρος δεν τονίζει αρκετά. Για παράδειγμα, όταν η Πηνελόπη μιλά στους θεούς και τις θεές, τι τους λέει, τι ζητάει, πώς εκφράζεται; Ως μητέρα, πώς αλληλεπιδρά με τον γιο της Τηλέμαχο σε καθημερινή βάση; Πώς συμπεριφέρεται στην Ευρύκλεια και στους υπόλοιπους υπηρέτες στο παλάτι; Και τι έχει να πει η Πηνελόπη για την τέχνη της υφαντικής; Δεν τη βλέπω απλώς ως υφάντρια, αλλά ως καλλιτέχνη. Πώς λοιπόν φτιάχνει ένα κομμάτι ρούχου… Πώς επιλέγει τα χρώματα του νήματος καθώς προχωρά συνθέτοντας το κομμάτι; Δύο ποιήματα στο βιβλίο μου, «In Color and in Cloth» («Μοτίβα υφαίνω») και «A Width of Cloth» («Κομμάτι υφάσματος»), αποτελούν απόπειρες αντιμετώπισης αυτών των καλλιτεχνικών ανησυχιών.
Πόση επιρροή θα λέγατε ότι είχατε από τον Όμηρο και πόση απόσταση κρατήσατε στην προσπάθεια να γράψετε την ιστορία από την πλευρά της Πηνελόπης;
Έχω φροντίσει να κρατήσω την Πηνελόπη στον 8ο αιώνα π.Χ. Δεν έχω προσπαθήσει να την εκσυγχρονίσω. Ως εκ τούτου, στο επίκεντρο της αφήγησης της ιστορίας «από την πλευρά της Πηνελόπης», έχω βασιστεί πλήρως στην κλασική ιστορία του Ομήρου για την Οδύσσεια σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, σύμφωνα με τους μελετητές. Πέρα από αυτό, στόχος μου είναι να καλύψω τα κενά με αξιόπιστες λεπτομέρειες που ο Όμηρος δεν μπήκε στον κόπο να μας πει, καθιστώντας δυνατή την κατανόηση και την εκτίμηση της προσωπικότητας και του ψυχισμού της Πηνελόπης. Αυτό που έγραψα, λοιπόν, μπορεί να θεωρηθεί ένα μακροσκελές Μιδράς υπό μορφή ποιήματος. Εδώ είναι ο καλύτερος ορισμός του λογοτεχνικού Μιδράς που έχω βρει: «Το Μιδράς… γεμίζει τα κενά… βάζει σάρκα στα οστά… επαναερμηνεύει ιστορίες και χαρακτήρες… δίνει φωνή σε όσους στην ιστορία δεν έχουν φωνή».
Η απουσία του Οδυσσέα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την Πηνελόπη. Με ποιους τρόπους κατά την προσέγγισή σας;
Όταν συνέλαβα για πρώτη φορά την ιδέα για το βιβλίο και άρχισα να το γράφω, σκέφτηκα ότι η αγάπη θα ήταν η κινητήρια δύναμη από την αρχή μέχρι το τέλος. Αλλά όχι. Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι ήταν η ιδέα της απουσίας που θα καθοδηγούσε τα ποιήματα. Αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν μειώνει τη δύναμη της πανταχού παρούσας αγάπης ως μοτίβο στα ποιήματα, τελικά. Η Πηνελόπη περιμένει είκοσι χρόνια τον σύντροφό της, τον Οδυσσέα, να επιστρέψει από τον Τρωικό πόλεμο - είκοσι χρόνια περιμένει. Τι υπομονή, τι αγάπη!
Για να γράψετε το «Τάδε έφη Πηνελόπη» κάνατε μια σημαντική έρευνα αλλά επισκεφτήκατε και το νησί της Ιθάκης. Πώς θα λέγατε ότι συνέβαλε αυτό το ταξίδι;
Α, ναι, ήταν επιτακτική ανάγκη να επισκεφτώ την Ιθάκη, και το έκανα τον Μάρτιο του 2004, κατά τη διάρκεια του ανοιξιάτικου διαλείμματος στο Bowdoin College, όπου δίδασκα εκείνη την εποχή. Η παραμονή μου στο Βαθύ για μια εβδομάδα ήταν καθοριστική για την κατανόηση της δυναμικής του ενός νησιού και της σημασίας του μα βρίσκεσαι δίπλα στο νερό. Είχα ήδη επισκεφτεί τις Σπέτσες, το καλοκαίρι του 2001, αλλά ήταν η Ιθάκη που ήθελα πολύ να εξερευνήσω για χάρη του βιβλίου που έγραφα. Έχετε υπόψη σας ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα στο εσωτερικό της πολιτείας του Τέξας, στο νοτιο-κεντρικό Τέξας, μακριά από το νερό – μακριά από το Γκάλβεστον, το Χιούστον, το Κόρπους Κρίστι, το Πορτ Άρθουρ και άλλες πόλεις και κωμοπόλεις της Ακτής του Κόλπου. Αυτό που χρειαζόμουν περισσότερο ήταν η εμπειρία του νερού γύρω μου, ώστε να μπορώ να αρχίσω να κατανοώ τους χαρακτήρες της Οδύσσειας. Ήθελα να ακούσω τον ήχο του νερού, και χρειαζόμουν επίσης να δω τον ήλιο να αλληλεπιδρά με το νερό – τον ήλιο να λάμπει στο νερό. Τον ήλιο που αναπηδά από το νερό· τον ήλιο που βγαίνει από το νερό και τον ήλιο που βυθίζεται στο νερό (ηλιοβασίλεμα). Αυτή η περιβαλλοντική έκθεση, σκέφτηκα, θα με έφερνε πιο κοντά στην εμπειρία του νησιού και τους χαρακτήρες που εισάγει ο Όμηρος στο διάσημο έπος του. Είχα ακούσει ότι κάποιοι ποιητές «ξέρουν πώς να χειρίζονται το νερό», καθώς είχαν περιτριγυριστεί από αυτό όταν μεγάλωναν. «Ξέρουν τι να κάνουν με το νερό» στα ποιήματά τους. Ο ένας είναι ο Derek Walcott (γεννήθηκε και μεγάλωσε στο νησί της Αγίας Λουκίας). η άλλη είναι η Αμερικανίδα ποιήτρια Ελίζαμπεθ Μπίσοπ (γεννημένη στις Η.Π.Α., αλλά μεγαλωμένη στη Νέα Σκωτία του Καναδά).
Είστε ποιητής και ζωγράφος. Βρίσκετε τη μια τέχνη μέσα στην άλλη;
Το μόνο που μπορώ να πω εδώ είναι ότι όταν έρχεται η έμπνευση, ακούω και βλέπω λέξεις /φράσεις στο κεφάλι μου τις οποίες γράφω. Όταν συμβαίνει αυτό και αυτές οι ίδιες οι λέξεις φέρουν κάποιο είδος σπίθας, ξέρω ότι μπορούν να γίνουν η γένεση ενός ποιήματος ή θα τις χρησιμοποιήσω σε ένα ποίημα που βρίσκεται σε εξέλιξη. Άλλες φορές βλέπω εικόνες, άλλες ασπρόμαυρες, άλλες έγχρωμες. Αυτά τα γράφω σε ένα κομμάτι χαρτί και, αν είμαι τυχερός, θα μπορέσω αργότερα να δημιουργήσω ένα σχέδιο ή έναν πίνακα από αυτά. Και στις δύο περιπτώσεις κάποιο είδος δημιουργικού πνεύματος δημιουργεί τις λέξεις καθώς και τις οπτικές εικόνες.
Πώς ήρθε η ποίηση στη ζωή σας; Τι θα λέγατε ότι δίνετε και τι παίρνετε από αυτή;
Το 1967, όταν ήμουν στο δεύτερο έτος στο κολέγιο, ένας καθηγητής μου έδειξε μερικά ποιήματα του Ουαλού ποιητή, Ντίλαν Τόμας. Με γοήτευσε η δουλειά του Τόμας. Θα πείτε ότι τα ποιήματά του με σαγήνευσαν και άρχισα να γράφω ποιήματα σαν εκείνον. Ήθελα τόσο πολύ να γράψω σαν αυτόν, να γίνω σαν αυτόν, έτσι έγραψα τρία ποιήματα που ακούγονταν κάπως στη γλώσσα του. Ήταν μιμητικά ποιήματα πέρα ως πέρα. Και ήμουν περήφανος γι’ αυτά, γιατί δημοσιεύτηκαν -φανταστείτε- σε μια εφημερίδα του Σαν Αντόνιο στο Τέξας. Το ότι έβλεπα τα ποιήματά μου σε έντυπη μορφή έδινε αξία σε αυτό που έκανα, επικύρωνε τη σκληρή δουλειά μου και ταυτόχρονα μου έδινε την ώθηση να συνεχίσω να γράφω. Ωστόσο, σύντομα συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω να ακούγομαι σαν τον Τόμας. Την επόμενη χρονιά άρχισα να γράφω με διαφορετικές μορφές, σε διαφορετικά στυλ, για να βρω τη δική μου φωνή, όπως συνηθίζει να κάνει κάθε ποιητής. Μου αρέσει να πιστεύω ότι τα ποιήματά μου προσφέρουν στον αναγνώστη σενάρια που παρουσιάζονται με αφηγηματικούς και λυρικούς τρόπους που συνεργάζονται. Όποιες κι αν είναι οι συνθήκες ενός συγκεκριμένου ποιήματος, η γλώσσα περιλαμβάνει γενικά ρυθμούς και κυματισμούς, καθώς η μουσική δίνει επίσης σχήμα στο έργο μου. Από τότε θα χρειαστούν άλλα πέντε χρόνια πριν αυτά τα πρώιμα ποιήματα -συνολικά τριάντα- εμφανιστούν στο πρώτο μου βιβλίο, Hay Otra Voz Poems (Μαδρίτη - Νέα Υόρκη, Editorial Mensaje, 1972). Γράφω και στα ισπανικά, όπως λέει και ο τίτλος. Θεωρώ τον εαυτό μου πλήρως δίγλωσσο.
Τι παίρνω από την ποίηση; Έχω την αίσθηση της καλλιτεχνικής και τεχνικής επιτυχίας στο να έχω διαμορφώσει τη γλώσσα για να πω αυτό που θέλω να πω. Το να γράφω ποιήματα δεν μου ήταν ποτέ εύκολο. Μερικά ποιήματα περνούν από πενήντα, εξήντα και μερικές φορές πάνω από εκατό προσχέδια (αναθεωρήσεις) πριν καταλήξω σε ένα τελικό αντίγραφο. Είμαι βέβαιος ότι ο Ισπανός συγγραφέας Miguel de Unamuno (1864 - 1936) θα με είχε ταξινομήσει ως ωοτόκο συγγραφέα (κάποιον που «κάθεται» στο έργο του για λίγο, το αναθεωρεί, το τροποποιεί πολλές φορές), όχι ως ζωοτόκο συγγραφέα (κάποιον που δημιουργεί το έργο του στο κεφάλι του/της, και μόλις τελειώσει καθώς το μεταφέρει στο χαρτί, το έργο γεννιέται, είναι ζωντανό, απαιτώντας πολύ λίγες αλλαγές στη συνέχεια).
Πώς βλέπετε τον ρόλο της ποίησης σήμερα; Τι πιστεύετε ότι μπορεί να μας προσφέρει;
Πιστεύω ότι ένας βασικός ρόλος της ποίησης είναι αυτός της αποκάλυψης. Τα καλοδουλεμένα ποιήματα πρέπει να μας αποκαλύπτουν πράγματα μέσω νέων αληθειών ή μέσω των ίδιων αληθειών, αλλά εκφρασμένων με διαφορετικό τρόπο. Επειδή η ποίηση είναι γλώσσα σε μια αλλοιωμένη κατάσταση ύπαρξης, κάθε ποίημα πρέπει να κάνει τον αναγνώστη να σκεφτεί ή/και να αισθανθεί. Είναι ένας πολύπλοκος κόσμος εκεί έξω, όπως επίσης και κάθε άτομο ξεχωριστά. Έτσι η ποίηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτή την πολυπλοκότητα. Ένα ποίημα μπορεί να είναι διδακτικό ή όχι. Μπορεί να είναι τέχνη για την τέχνη ή να είναι στρατευμένο κοινωνικοπολιτικά. Πάνω απ' όλα όμως πρέπει να είναι έργο τέχνης. Το καθήκον του συγγραφέα, είπε κάποιος, είναι να γράφει ένα αριστούργημα κάθε φορά.