Για τη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Κώστα Λάνταβου «Η αγρύπνια εντός μου – Ποιήματα 1980-2020» (εκδ. Αρμός).
Της Άλκηστης Σουλογιάννη
Μέσα στη συγχρονία της συγκεντρωτικής έκδοσης ακολουθούμε τη δημιουργική πορεία του Κώστα Λάνταβου στην ποικιλόμορφη, εκτενή περιοχή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, και παράλληλα παρακολουθούμε την ανάπτυξη μιας ενδιαφέρουσας πρότασης για τη βιωματική πρόσληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας στη διάσταση του καθημερινού βίου και περαιτέρω στη διάσταση των κοινωνικών, πολιτισμικών, ιστορικών, αστικών και φυσικών μεγεθών.
Κατά τη διαδοχή των ποιητικών συλλογών υπό τους ιδιαίτερους τίτλους: Πορεία (1980), Χαμαιλέοντες και σαλτιμπάγκοι (1985), Νυκτόβιος συλλέκτης (1989), Το σπάταλο φως (1993), Εκ Θεού αντιμισθία (1997), Η τρυφερότητα του φόβου (1999), Αντίνοος εν Κασσιώπη (2000), Felix culpa (2001), Μάθημα πρώτο (2004), Η δωρεά του κάμπου (2006), Εγκώμιο (2009), Τα ευτελή και τα σπουδαία (2013), Τα μάτια του μικρού θεού (2015), Καλημέρα (2018), βρίσκουμε ποικίλες ευκαιρίες για συναντήσεις με έναν εσωτερικό άνθρωπο, καθώς αυτός, συναποκομίζοντας το κοινωνικό προσωπείο του, διασχίζει φυσικές και κοινωνικές ατραπούς, συνδιαλέγεται με δεδομένα από το άμεσο και από το ευρύτερο περιβάλλον, συλλέγει βιωματικό και γνωστικό υλικό, θεραπεύει ελλείψεις και αποκαθιστά ισορροπίες, κυρίως καταδύεται στα βάθη της διαστρωμάτωσης του περιεχομένου του ατομικού του χωροχρόνου και παραμένει σε διαρκή εγρήγορση αναμοχλεύοντας στοιχεία που προσδιορίζουν την υποκειμενική πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτόν είναι δυνατόν να προσλάβουμε το σημασιολογικό ισοδύναμο για τον τίτλο της συγκεντρωτικής έκδοσης Η αγρύπνια εντός μου ως συνόλου που αντιστοιχεί σε ένα πρωτότυπο, ολοκληρωμένο κειμενικό σύμπαν (το οποίο πάντως φαίνεται ότι συνεχίζει να διαστέλλεται).
Κατά τη διαδοχή των ποιητικών συλλογών βρίσκουμε ποικίλες ευκαιρίες για συναντήσεις με έναν εσωτερικό άνθρωπο, καθώς αυτός συλλέγει βιωματικό και γνωστικό υλικό, θεραπεύει ελλείψεις και αποκαθιστά ισορροπίες.
Στο πλαίσιο αυτό αναγνωρίζουμε διαδικασίες, με τις οποίες ο Κώστας Λάνταβος προσδίδει ιδιαίτερο σημασιολογικό αντίκρισμα σε έννοιες με γενικό ενδιαφέρον και με γενική εφαρμογή, όπως είναι το ευρύ φάσμα των διαπροσωπικών σχέσεων και οι αισθήσεις ως όχημα επικοινωνίας, ατομικές διαδρομές με ή χωρίς προορισμό, η διελκυστίνδα ανάμεσα στη ζωή, στον θάνατο και στην αθανασία, η απουσία ως ακύρωση της φυσικής/υλικής παρουσίας και η συνοδός απώλεια, η ροή του προσωπικού χρόνου, η σχέση σώματος και ψυχής, η σχέση του χρόνου με το κάλλος, η αντιπαράθεση ανάμεσα στη νεότητα και στη φθορά, η μνήμη με όσα αποθησαυρίζει στη βαθιά αν και με ρωγμές δεξαμενή της και η λήθη με όσα διαφυλάσσει στις σκοτεινές αλλά και υπό όρους προσπελάσιμες περιοχές της, τα όνειρα ως θεραπεία της αντικειμενικής πραγματικότητας και προέκταση της μνήμης, το φως, το σκότος αλλά και η σκοτεινή πλευρά του φωτός, η μοναξιά ως παραμυθία, το διφυές σχήμα αγάπη-έρως, ο λόγος ως υποκατάστατο παρουσίας για τη διεκπεραίωση σημαινομένων και η πλήρης σημασιών σιωπή. Επίσης: η προσδοκία, η ελπίδα, η ευτυχία, η βούληση, ο πόθος, ο πόνος, η ενοχή, η αγωνία, οι τύψεις, ο στοχασμός, η ματαιοδοξία και η ματαιότης, η νοσταλγία, η τιμωρία και η μεταμέλεια, η αλήθεια και το ψεύδος, η απειλή, η λύπη, η φιλανθρωπία, η οργή, το μίσος, η θλίψη, η ήττα, η τύχη, η γνώση. Η διαχείριση αυτών των εννοιών σε ποικίλες εκδοχές αξιοποίησης προσδιορίζει την οργάνωση εσωτερικών τοπίων που κατάγονται από τον εξωτερικό κόσμο, είναι όμως σαφές ότι η έμφαση εντοπίζεται στον χαρακτήρα των σημαινομένων και όχι στις καταστάσεις της εξωτερικής, αντικειμενικής πραγματικότητας.
Τα εσωτερικά τοπία αποκαλύπτουν την ένταση και την ποιότητα όπως αναγνωρίζουμε στο πλούσιο περιεχόμενο του εσωτερικού ανθρώπου, και αποτελούν υλικό για μια εκτενή πινακοθήκη γραμματικών εικόνων. Εδώ συναντούμε πορτρέτα προσώπων και προσωποποιημένων εννοιών, σε συνδυασμό και με ανιχνευόμενες εκδοχές αυτοπροσωπογραφίας, σε φόντο από δεδομένα της αντικειμενικής πραγματικότητας, την αξιοποίηση ή μεταποίηση των οποίων ο Κώστας Λάνταβος επεκτείνει για τη σύνθεση τοπιογραφιών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εντοπίζουμε στοιχεία από τον αστικό ιστό και στοιχεία από τον ιστό της Ιστορίας, στοιχεία από τη φύση, την προβολή του χρόνου επάνω στον τόπο, τη βιωματική επίσκεψη του εσωτερικού ανθρώπου στον τόπο και στον χρόνο. Στο πλαίσιο αυτό λεπτομέρειες, όπως είναι τεκμήρια ιστορικής διαχρονίας και κοινωνικο-πολιτισμικής συγχρονίας στην πόλη της Λάρισας, ο Πηνειός ποταμός, τα όρη Κίσσαβος και Όλυμπος, ο θερμός άνεμος Λίβας, υπερβαίνουν τις πραγματικές διαστάσεις τους και προβάλλουν ένα μυθικό περιεχόμενο που εξασφαλίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα στους κειμενικούς κόσμους του Κώστα Λάνταβου. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, συγκρατούμε και εντυπωσιακές συνθέσεις με θεσσαλικά άλογα ανάμεσα σε τοπιογραφίες εξαιρετικής αισθητικής ως κειμενικές εκδοχές για την παραστατική απόδοση του θεσσαλικού κάμπου στις ανθρωπομετρικές λεπτομέρειές του, όπου ανιχνεύουμε και στοιχεία κειμενικής εφαρμογής για το κιαροσκούρο.
Tεκμήρια ιστορικής διαχρονίας και κοινωνικο-πολιτισμικής συγχρονίας στην πόλη της Λάρισας, ο Πηνειός ποταμός, τα όρη Κίσσαβος και Όλυμπος, ο θερμός άνεμος Λίβας, υπερβαίνουν τις πραγματικές διαστάσεις τους και προβάλλουν ένα μυθικό περιεχόμενο που εξασφαλίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα στους κειμενικούς κόσμους του Κώστα Λάνταβου.
Με αυτές τις προϋποθέσεις, είναι δυνατόν να εκτιμήσουμε την εμπλοκή του φαινομένου της μεταφοράς ως ισχυρού υφολογικού παράγοντος. Παραδείγματος χάρη: «Τα σπίτια ιδρώνουν / οι τοίχοι δακρύζουν / κι ο δρόμος ζωνάρι / που πνίγει κραυγές», «τώρα που οι μνήμες σ’ έριξαν / στο γυρογιάλι της σιωπής», «Η καταχνιά αργόσβηνε / σ’ ένα νωχελικό περίπατο», «Θύματα οι ώρες σύρονται στο άρμα του καύσωνα», «Οι μέρες μου / άγρια κύματα / και με βουλιάζουν», «βλέπεις τις μέρες τις σαρκοβόρες», «μετακομίζω σε κλειδωμένες μεταμέλειες», «οι μυώνες βοσκότοποι / χειμάζουν μέσα τους / αγρίμια σαρκοβόρα», «Όταν ο φόβος υποδύεται / Χαιρετισμό ανέμου», «παίγνιο του λιθοξόου ύπνου», «Κάποτε ηχεί στον κρόταφο / απελπισία», «αναρριπίζοντας τους αρμούς του χρόνου», «μένει η ψυχή μετέωρη / δέντρο που το ποτάμι / τού έφαγε τις ρίζες», «Μέσα στο πλήρες ενός κενού / […] / φυλλορροεί το ύφασμα του Χρόνου», «εκεί που ακούγεται γδαρμένος / ο θρήνος του νερού», «όταν ξορκίζει ο θεριστής καιρός / με ρήτρα αιχμαλώτου χρόνου», «όταν του σώματος οι αρμοί / τρίζουν ανησυχία», «Μονομάχος. Εξακοντίζομαι / κατά εκεί που έχει εύκολο πέρασμα / η απώλεια», «ένα ανάλγητο ερπετό σκοτάδι» (ευρηματικό σύνταγμα με ουσιαστικό σε χρήση επιθετικού προσδιορισμού), «στροβιλίζεται / η μνήμη / απλώνεται στο χρόνο / […] / ανακαλεί την απουσία / χωρίς ν’ αφήνει / ίχνη», «Φορώντας τον κάμπο κατάσαρκα», «Ο νεκρός κάμπος του καλοκαιριού / κι ο λυγμός του ανέμου / συνομιλούν με τις φωνές της γης / που έρχονται απ’ το σκοτάδι», «ήχος σαν λίκνισμα ανέμελης αιώρας», «Όσο πετροβολώ τον χρόνο / […] / η μέρα παίρνει το μαχαίρι / και κόβει τη γαλήνη / σε μερίδες θλίψης», «πότε το φως καλπάζει απαρηγόρητο», «Πόρτες σ’ ορίζοντα αγνό / τα βλέφαρα ανοίγουν», «το φεγγάρι ξέλυτο / στα σκοτεινά μυαλά σαν άνεμος φυσάει», καθώς επίσης και οι παραστατικές αποδόσεις του θανάτου: «Μόνον ο θάνατος / - δίχως καμιά έπαρση / […] / ακολουθεί δική του διαδρομή», «Ο κοσμικός θάνατος δεν έχει όνομα, ούτε / ευσπλαχνικό μανδύα», «περίλυπος εισέρχεται / στο ευρύχωρο κοχύλι του θανάτου», «όπου ματώνει η σκέψη / μετράει ο Λόγος τη ζωή / με σπιθαμές θανάτου», «αναζητώντας κόκκους ζωής / στις εκβολές του θανάτου», «Ενίοτε ο θάνατος μοιάζει με κάλεσμα αγωνίας / που οι ζωντανοί το εκπέμπουν / ωσάν αντίδοτο στην ηδονή της μοναξιάς / που στη ζωή χαρίζει την πικρή της γεύση», «Δεν υπάρχει τίποτα στο βυθό / μόνον η θηλιά περιδέραιο του θανάτου».
Σε ομόλογο υφολογικό κλίμα, και σε άμεση συσχέτιση με τη μεταφορά, εντοπίζεται η αφοριστική διατύπωση. Παραδείγματος χάρη: «Ένας ωκεανός από συντρίμμια / και / μαρτυρικές φωνές / είν’ η ζωή μας», «Γύρω τριγύρω / λυμφατικοί μικροαστοί / ψαχουλεύουν στα ερμάρια / της ματαιοδοξίας», «Πολλές ανώδυνες στιγμές συνθέτουν / την ανυπαρξία», «Η ακατανίκητη ομορφιά σου / κατίσχυσε ενός ευφρόσυνου μέλλοντος», «Η ζωή συντελείται εν απουσία», «δεν είναι η ζωή / συνώνυμο της μνήμης / Περιγιάλι εξόριστο είναι / τροφή πριν απ’ το τελευταίο αρμένισμα», «το πεπρωμένο σκόπελος / έλκος φθοράς τον ουρανίσκο διαβρώνει / για πάντα ακυρώνοντας την επίγεια οίηση», «Όλος ο χρόνος μια πληγή / που εκλιπαρεί το θαύμα», «Όταν λιμνάζει η σιωπή / γίνεται πιο προσιτή η αλήθεια», «Και είν’ η ζωή ένα ταξίδι - / σα να κοιμάσαι στη ράχη του ψαριού», «Κρατώ το νού μου στο σκοτάδι / κι από το μαύρο τρέφομαι», «Η μνήμη αντιστέκεται / γεννάει το παρελθόν / μετακινεί το σήμερα, / σπάει την αρμονία / Η μνήμη δεν αντέχεται», «Δύσκολη η λήθη - / Οι άνθρωποι θέλουν να θυμούνται», «Ο καιρός πιασμένος / στα νύχια του παρελθόντος», «Κανένα εγκώμιο νεκρούς δεν ανασταίνει / κι είναι το πένθος ύβρις γι’ αυτούς», «Οι άνθρωποι την ποθητή αγάπη κομματιάζουν / κι απ’ τα κομμάτια της πλέκουν βρόχους», «Όταν επιλέγω τη σιωπή / ξέρω σε τί κίνδυνο μπαίνω», «Τον Χρόνο μου αδειάζει η σιωπή».
Κυρίως, κατά τη διαδοχή των ποιητικών συλλογών ανιχνεύουμε ενδιαφέροντα στοιχεία μεταγλωσσικότητας, αφενός στη διάσταση της μεταγλωσσικής ποίησης (αξιοποίηση γλωσσικών στοιχείων και φαινομένων ως υλικού σύνθεσης ποιημάτων, ανεξάρτητα από την κοινή χρήση της γλώσσας ως οχήματος για τη διατύπωση και διεκπεραίωση πληροφοριών), και αφετέρου στη διάσταση της ποιητικής μεταγλώσσας (στη σύνθεση των ποιημάτων εμπλέκονται απόψεις του Κώστα Λάνταβου για τη δημιουργία στον χώρο της τέχνης του λόγου, τόσο γενικές όσο και ειδικές για το δικό του έργο ως αυτοαναφορικότητα της λογοτεχνικής γραφής), ενίοτε σε συνδυασμό και με το φαινόμενο της μεταφοράς.
Με αυτή την προϋπόθεση, εντοπίζουμε μορφές σύνθεσης κειμένου, όπως: «Δεν ξέρω δεν ξέρω / μα ξεχνάω τη λέξη. / Οι πόρτες παγίδες / η γραμμή τεθλασμένη / κι ο κώδικας δέσμιος / στη φενάκη των λόγων», «Όναρ / ενύπνιον / όνειρο / τρεις / λέξεις / δύο / - μάλλον - / οι εκδοχές / καμμία / όμως / διέξοδος», «Όλον τον καιρό λέξεις ξεδιάλεγα / φιλοτεχνώντας ανάγλυφα τη μορφή σου» (αναφορά στις γραμματικές εικόνες), «Γύρω απ’ τη σιωπή δένει / ο λόγος», «χάνομαι στο τυφλό βασίλειο των λέξεων», «Η νιότη είναι απειλή / ένας χρησμός πολύσημος / […] / ασθμαίνουσες συλλαβές», «Μ’ ένα μαχαίρι φέτες κόβω τη σιωπή μου / και επανέρχομαι στο πρώτο αλφάβητο», «Το πέρασμα ανάμεσα από λέξεις δύσβατες / σε μονοπάτια λάμψης παγιδεύει», «Γυρεύω αυτή την ψυχή / που την καίρια λέξη θα πει», «η σιωπή την άλλη θα φέρει σιωπή / τη λέξη εκστομίζοντας - / αυτήν που καίει τα χείλη», «Το μέλλον αινιγματικό / - σε έξι γράμματα είναι καλά κρυμμένο», «πότε οι λέξεις θα εκραγούν / και πέρασμα θα γίνουν / για αποδημητικά πουλιά», «Ζωή δισύλλαβη απλώνει βήματα δειλά / ρουφώντας του πρώτου ήλιου τις ριπές», «η ψυχή μου μάχεται / σε μοναξιά ανάμεσα και λέξεις», επίσης το εμβληματικό: «Η μάνα μου νεκρή / εδώ και τόσα χρόνια / μα ο Λόγος της βγαίνει περίπατο / όταν με σφίγγει η καταφρόνια» (ο προσωποποιημένος λόγος ως ισχύουσα μορφή αθανασίας), καθώς και ολόκληρα τα ποιήματα «Μεταμέλεια» από τη συλλογή Felix culpa, «Λέξεις», «Υπόσχεση», «Δυνητικό» από τη συλλογή Καλημέρα. Επίσης, περαιτέρω: «Γράφω / θα πει: / ματώνω / καθώς φυλλομετρώ τις μνήμες μου», και ολόκληρα τα ποιήματα «Διαδικασία» και «Πορεία» από τη συλλογή Πορεία, «Εσωτερικός μονόλογος του ποιητή» και «Οι ποιητές» από τη συλλογή Νυκτόβιος συλλέκτης, και το χωρίς ιδιαίτερο τίτλο ποίημα με τον εναρκτήριο στίχο «Σήμερα γράφω για την Κόλαση» από τη συλλογή Εγκώμιο.
Στους υφολογικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την ποιότητα της λογοτεχνικής παραγωγής του Κώστα Λάνταβου, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και ορισμένες διακειμενικές αναφορές, μάλλον ορισμένες δημιουργικές αναγνώσεις διακειμένων, καθώς και αναφορές σε ποικίλα πραγματολογικά στοιχεία ιστορικού και πολιτισμικού χαρακτήρα.
Στους υφολογικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την ποιότητα της λογοτεχνικής παραγωγής του Κώστα Λάνταβου, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και ορισμένες διακειμενικές αναφορές, μάλλον ορισμένες δημιουργικές αναγνώσεις διακειμένων, καθώς και αναφορές σε ποικίλα πραγματολογικά στοιχεία ιστορικού και πολιτισμικού χαρακτήρα. Οι αναφορές αυτές (φαίνεται να) αποκαλύπτουν μια προσωπική μυθολογία με επιλεκτική επισήμανση πληροφοριών, σύμφωνα με υλικά από ένα πλούσιο βιωματικό και γνωστικό φορτίο (όπου εντοπίζουμε και τον ψυχίατρο Μάκη Λαχανά, 1924-2010), και με συνεπαγόμενες εκλεκτικές συγγένειες. Τα σημαινόμενα των ποιητικών συλλογών διεκπεραιώνει λόγος βιωματικός, παραστατικός, ιδιαιτέρως ρυθμικός, στοχαστικός, πνευματώδης, απροσδόκητος, αφοριστικός, ειρωνικός, σαρκαστικός έως περιπαικτικός και κυνικός, ενισχυμένος αφενός με την αμεσότητα της προφορικής επικοινωνίας και αφετέρου με τη συνεχή ροή της αφηγηματικότητας.
Ο Κώστας Λάνταβος έχει οργανώσει τα κείμενα των ποιητικών συλλογών του με επιλογές από την κοινή χρήση της γλώσσας, όπου έχει εντάξει με ιδιαιτέρως ευρηματικό τρόπο και με τη σταθερή εμπλοκή της μεταφοράς στοιχεία που προσκαλούν για μια δημιουργική επίσκεψη στην ιστορική καταγωγή μέχρι τον ομηρικόν «ορίζοντα» του γλωσσικού εργαλείου, όπως είναι το ουσιαστικό «μύση» (μύσις: σύσφιξη, σύγκλειση ματιών), ή τα επίθετα «αμβληχρός» (ασθενής, αδύναμος, απαλός), «εφάμαρτος» (σφαλερός), «νυκτίμορφος» (σκοτεινός), «νυκτιπόλος» (ο περιπλανώμενος μέσα στη νύχτα), «παλίμβιος» (ο ανανεωμένος), «πανάφθιτος» (άφθαρτος), «σιτοβρύτις [Δήμητρα]» (η παρέχουσα αφθονία σίτου).
Ο Κώστας Λάνταβος γεννήθηκε στη Λάρισα το 1949 από ηπειρώτες γονείς. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στην παθολογία την οποία ασκεί στη Λάρισα από το 1981. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος και αντιδήμαρχος Πολιτισμού του Δήμου Λαρισαίων και πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας (Θεσσαλικό Θέατρο). Ιδρυτής και διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού ΓΡΑΦΗ από το 1989 έως το 2004. Έχει εκδώσει 12 ποιητικές συλλογές και μια νουβέλα. |
Στη συγκεντρωτική έκδοση συναντούμε ποιήματα σύντομα και εκτενή, με ποικίλους συνδυασμούς ελεύθερων στίχων και με την παρέμβαση ενίοτε τόσο της παρήχησης όσο και παραδοσιακών μέτρων, με ενιαία μορφή ή με σύνθεση ενοτήτων ως ανάπτυξη σημαινομένων σε συνακόλουθες κειμενικές εκδοχές, στο πλαίσιο της ενιαίας ή της σπονδυλωτής δομής των ποιητικών συλλογών. Εδώ συναντούμε και την εκδοχή του επιγράμματος (π.χ.: «Ο πόνος / δίδυμος αδελφός της δυστυχίας / γυρεύει αδύνατα κορμιά / να κατοικήσει», ή «Όταν ο φόβος υποδύεται / Χαιρετισμό ανέμου / Ο αέρας γεμίζει κραυγές και / θρήνους»), καθώς και ενδιαφέρουσες προτάσεις για το χαϊκού (έστω κατ’ απόκλιση από την παραδοσιακή μορφή του είδους, π.χ.: «Χιλιάδες σού έδωσε / η Φύση χρώματα / ένα για κάθε μέρα», «Ήσουν καρπός που έφαγα / μεστός / και δε χάθηκες», «Τα σύννεφα / κρόταφοι γκρίζοι τ’ ουρανού / φεύγουν κυνηγημένα»).
Αυτά τα δεδομένα και όσα άλλα ομοειδή είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν ως οδοδείκτες κατά την ελεύθερη περιήγησή μας μέσα στο κειμενικό σύμπαν του Κώστα Λάνταβου, όπως έχει (μέχρι στιγμής, τουλάχιστον) αναπτυχθεί και αποτυπώνεται με τον πλέον παραστατικό τρόπο στη συγκεντρωτική έκδοση (έστω και με ελάχιστα, σχεδόν μηδενικά παροράματα) των συγκεκριμένων ποιητικών συλλογών. Έχει ενδιαφέρον να επιμείνουμε ιδιαιτέρως σε ποιήματα, όπως: «Ο γέροντας» και η ενότητα των δεκατεσσάρων μικρών ποιημάτων χωρίς ιδιαίτερους τίτλους από τη συλλογή Πορεία· το ποίημα II της ενότητας «Σεργιάνι» από τη συλλογή Χαμαιλέοντες και σαλτιμπάγκοι· η ενότητα «Νύχτες του Αυγούστου» από τη συλλογή Νυκτόβιος συλλέκτης· το ποίημα δ’ χωρίς ιδιαίτερο τίτλο (εναρκτήριος στίχος: «Ζωσμένος φλόγα και σκοτάδι») από τη συλλογή Μάθημα πρώτο· Το ποίημα «Τα άλογα» και τα ποιήματα της ενότητας «Του κάμπου» από τη συλλογή Η δωρεά του κάμπου.
Ποιήματα όπως αυτά, τεκμηριώνουν με σαφήνεια την ιδιαίτερη, αναγνωρίσιμη παρουσία του Κώστα Λάνταβου ήδη από τη δεκαετία 1980 μέσα στο ευρύ πεδίο της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Παράλληλα, θα ήταν χρήσιμο να συγκρατήσουμε και τη συνεπή συμμετοχή του στην καθ’ ημάς σύγχρονη αγορά του πολιτισμού με προϊόντα αφενός μετάφρασης ξένων λογοτεχνικών έργων και αφετέρου απόδοσης κειμένων από την κλασική γραμματεία στη νέα ελληνική γλώσσα, καθώς επίσης και με την αποφασιστική πρωτοβουλία του για την ίδρυση του καλού περιοδικού Γραφή της Λάρισας, του οποίου ο Κώστας Λάνταβος υπήρξε για ένα μεγάλο διάστημα και διευθυντής (στη συντακτική ομάδα του περιοδικού συναντήσαμε, μεταξύ άλλων, και τον συγγραφέα Βασίλη Μπούτο).
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά» (εκδ. Παρατηρητής).
→ Στην κεντρική φωτογραφία: Γνέσιμο μαλλιού (1955) © Τάκης Τλούπας
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Αερικά που κάλπαζαν / σ’ ανατολή και δύση / εύρωστα άλογα θεσσαλικά / αμέριμνα βοσκούσαν / σε τέλματα κοντά / ρουμάνια και λοφοπλαγιές / κι έσβηναν τη δίψα τους / μ’ ένα προσκύνημα / στου Πηνειού την κοίτη».
(από το ποίημα «Τα άλογα», στη συλλογή Η δωρεά του κάμπου)
«Βγαίνω στον κάμπο / προστάτη δε βρίσκω ένα δέντρο / τον ήλιο που με κατακαίει ν’ αποθέσω, / να πάρω μιαν ανάσα, / πριν παρανάλωμα παραδοθώ / στον Λίβα που θερίζει».
(από το ποίημα «Θέρος», στη συλλογή Η δωρεά του κάμπου)
«Ακόμα και στα όνειρα ζούμε τις ζωές των άλλων. / Καταμεσής του ύπνου, όταν η παλίρροια / ανεβαίνει, κύματα αφρισμένα / ορθώνονται οι “άλλοι”».
(από το δέκατο, χωρίς ιδιαίτερο τίτλο, κείμενο στη σειρά των ποιημάτων της συλλογής Εγκώμιο)
Η αγρύπνια εντός μου
Ποιήματα 1980-2020
Κώστας Λάνταβος
Αρμός 2020
Σελ. 552, τιμή εκδότη €22,00