Για το βιβλίο του Τζέφρι Ρόμπερτς [Geoffrey Roberts] «Η βιβλιοθήκη του Στάλιν – Ένας δικτάτορας και τα βιβλία του» (μτφρ. Βαγγέλης Τσίρμπας, εκδ. Gutenberg).
Γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης
Ο Τζέφρι Ρόμπερτς, Βρετανός ιστορικός, ομότιμος καθηγητής στο University College Cork με κύριο αντικείμενό του τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τη σοβιετική ιστορία μάς παραδίδει ένα πρωτότυπο σε ιδέες και περιεχόμενο βιβλίο. Στον επιστημονικό κόσμο έχουν μεγάλη ανταπόκριση τα σχετικά με τη σοβιετική διπλωματική και στρατιωτική ιστορία βιβλία του. Στον παρόντα τόμο γράφει για τα βιβλία της βιβλιοθήκης του Στάλιν, τα οποία αυτός διάβαζε, σημείωνε και επιμελείτο. Αλλά μη σπεύσει ο αναγνώστης να καταλήξει πως έχει να κάνει μόνο με τα βιβλία του Στάλιν. Ο Ρόμπερτς χρησιμοποιεί τη βιβλιοθήκη του Στάλιν για να μας μιλήσει για τον χαρακτήρα και τις πράξεις του ηγέτη ενός από τα πιο ολοκληρωτικά συστήματα που γνώρισε η υφήλιος κατά τη διάρκεια όλης της γνωστής ιστορίας της.
Μαθαίνουμε πόσο ακόμη και οι διανοούμενοι ήταν αναγκασμένοι να «χαμαιλεοντίζουν» απέναντι σ’ αυτό το τέρας που αγαπούσε το διάβασμα και τη γνώση. Συναντάμε όμως και την αντίσταση ανθρώπων του πνεύματος όπως ο Μπουλγκάκοφ, ο Μπάμπελ και η Αχμάτοβα.
Μαζί με το τι διάβαζε ο Στάλιν, μαθαίνουμε και το πώς τον αντιμετώπιζαν οι «υποτακτικοί» του, οι στενοί συνεργάτες αλλά και αυτοί που στέκονταν έξω από τον κύκλο του. Μαθαίνουμε πόσο ακόμη και οι διανοούμενοι ήταν αναγκασμένοι να «χαμαιλεοντίζουν» απέναντι σ’ αυτό το τέρας που αγαπούσε το διάβασμα και τη γνώση. Συναντάμε όμως και την αντίσταση ανθρώπων του πνεύματος όπως ο Μπουλγκάκοφ, ο Μπάμπελ και η Αχμάτοβα. Μαθαίνουμε επίσης το πώς αυτό το τέρας δεν ήταν μόνο τέρας. Υπήρχαν σ’ αυτό στιγμές υψηλής συναισθηματικής νοημοσύνης, οι οποίες όμως εφάπτονταν μιας λογικής που δεν γνώριζε οίκτο. Η υψηλή ενσυναίσθησή του τον «καθοδηγούσε» στο να υποπτεύεται τους πάντες γύρω του, να επινοεί παντού προδοσίες και ν’ ανακαλύπτει προδότες. Τους οποίους και ως επί το πλείστον καταδίκαζε σε θάνατο ή σε εξορία. Γι’ αυτό και μιλώντας για τους μπολσεβίκους που ο ίδιος καταδίκασε σε θάνατο, αναφερόταν σε «δικούς μας που τρελάθηκαν». Ούτε καν μπορούσε να φανταστεί πως όλοι αυτοί είχαν δικαίωμα στη διαφορετική γνώμη.
Πρωτίστως μπολσεβίκος και έπειτα διανοούμενος
Σίγουρα πολλούς θα ξενίσει η θέση του συγγραφέα αυτού εδώ του τόμου πως ο Στάλιν πέραν από αιμοδιψής τύραννος ήταν και διανοούμενος. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε πως η έννοια και ο ρόλος του διανοούμενου δεν συνάδει με αυτόν του τυράννου. Κατά τον συγγραφέα όμως ο Στάλιν ήταν ένας αφοσιωμένος ιδεαλιστής και ένας ακτιβιστής διανοούμενος που διάβαζε πάρα πολύ. Αντίθετα με την εικόνα του Στάλιν που παρέδωσε ο Τρότσκι ως ενός μέτριου και ημιαμόρφωτου ανθρώπου, αυτός ήταν, κατά τον συγγραφέα, κάτι πολύ πιο πολύπλευρο. Την ίδια όμως στιγμή που αυτός χαρακτηρίζει τον Στάλιν διανοούμενο, τον θεωρεί και φανατικό που δεν είχε αμφιβολίες για ό,τι έπραττε. Η έλλειψη αμφιβολιών όμως δεν χαρακτηρίζει κανένα πραγματικό διανοούμενο.
Κάπως έτσι βλέπει τον Στάλιν και ο συγγραφέας, μόνο που γι’ αυτόν τελικά ο Στάλιν ήταν «πρωτίστως μπολσεβίκος και έπειτα διανοούμενος». Κατά τον Σέρτζο Μπέρια, γιο του Λαβρέντι Μπέρια, ο Στάλιν διάβαζε πεντακόσιες σελίδες την ημέρα.
Ο Λουνατσάρσκι θεωρούσε τον εαυτό του «διανοούμενο ανάμεσα σε μπολσεβίκους και μπολσεβίκο ανάμεσα σε διανοούμενους». Κάπως έτσι βλέπει τον Στάλιν και ο συγγραφέας, μόνο που γι’ αυτόν τελικά ο Στάλιν ήταν «πρωτίστως μπολσεβίκος και έπειτα διανοούμενος». Κατά τον Σέρτζο Μπέρια, γιο του Λαβρέντι Μπέρια, ο Στάλιν διάβαζε πεντακόσιες σελίδες την ημέρα. Ο Τζέφρι Ρόμπερτς, όμως, δεδομένων των υποχρεώσεων του ηγέτη, θεωρεί υπερβολικό αυτό το νούμερο. Κατά αυτόν απόδειξη για την κατάταξη στους διανοούμενους του Στάλιν ήταν η βιβλιοθήκη του και τα βιβλία πάνω στα οποία σημείωνε τις παρατηρήσεις του.
Βεβαίως, πιο σωστό είναι να μιλάμε για βιβλιοθήκες του Στάλιν, αφού τα βιβλία του ήταν διασκορπισμένα στα διάφορα γραφεία, κατοικίες και εξοχικά (ντάτσες) του. Επίσης αυτός «δανειζόταν» κι άλλα βιβλία από δημόσιες και ιδιωτικές βιβλιοθήκες, χωρίς συνήθως να τα επιστρέφει. Εντέλει η βιβλιοθήκη του Στάλιν, όπως αυτή καταγράφηκε στη λεγόμενη Κρατική Κοινωνικοπολιτική Βιβλιοθήκη που πλέον βρίσκεται στη Μόσχα, αγγίζει τα 25.000 βιβλία, φυλλάδια και περιοδικά, τα οποία αυτός διάβαζε, σημείωνε στο περιθώριο και σχολίαζε. Σχόλια τύπου «χα, χα», «αρλούμπες», «χαζομάρες», «παράτα μας», «παλιοτόμαρο», «έτσι, ε;», «σίγουρα;», αλλά και «συμφωνώ», «ναι, ναι».
Συχνά, όπως και ο Λένιν, χρησιμοποιούσε τη συντομογραφία NB (nota bene). Αυτά είναι τα περίφημα «πομέτκι» του Στάλιν. Πολλά εξ αυτών των βιβλίων έχουν τη σφραγίδα του Στάλιν. Αυτός δεν κρατούσε σημειώσεις πάνω στα μυθιστορήματα. Τα βιβλία στα οποία έχουν βρεθεί αυτά τα «πομέτκι», είχαν δηλαδή διαβαστεί, σημειωθεί και σχολιαστεί από τον Στάλιν υπολογίζονται στα τετρακόσια. Ο Λένιν είχε σημειώσει περίπου εννιακόσια βιβλία. Ο Στάλιν όμως δεν κρατούσε σημειώσεις μόνο σε βιβλία που ήδη είχαν εκδοθεί. Διάβαζε βιβλία και στο προσχέδιό τους και επέφερε σημαντικές αλλαγές σ’ αυτά με την επιμέλειά του και την προσθήκη ολόκληρων κομματιών δικών του. Όσο και να φαίνεται παράξενο, ο Στάλιν απεχθανόταν τους κόλακες και σιχαινόταν τις αγιογραφίες. Έβλεπε υποτίθεται την ιστορία υπό μαρξιστικό πρίσμα, σύμφωνα με το οποίο ο ρόλος της προσωπικότητας ήταν να διαβλέπει τις κοινωνικές νομοτέλειες και το πολύ να τις επιταχύνει. Πολλές φορές ζήτησε την απάλειψη των επαινετικών γι’ αυτόν αναφορών.
Ένας αχόρταγος βιβλιοφάγος τύραννος
Ο δεκαπεντάχρονος Στάλιν πριν μάθει για την επανάσταση διάβαζε τη Βίβλο και θεολογικά κείμενα όταν φοιτούσε στη Θεολογική Σχολή της Τιφλίδας, από την οποία δεν αποφοίτησε. Δεν αποβλήθηκε, όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά έμεινε από απουσίες. Η μετέπειτα «θεολογική» πίστη του στον μαρξισμό και στον Λένιν μπορεί να έχει τις ρίζες της στα πρώτα του αναγνωστικά βήματα. Αν και η σκέψη του είχε ορθολογικά μοτίβα, αυτή στηριζόταν σε ένα βαθύ πιστεύω πως ο Μαρξ και ο Λένιν είχαν ανακαλύψει τους νόμους της ιστορίας που οδηγούσαν στον επί γης παράδεισο. Στον ίδιο έλαχε να αναπτύξει περαιτέρω αυτούς τους νόμους και να τους εφαρμόσει.
Από τα νεανικά του χρόνια ήταν αχόρταγος βιβλιοφάγος. Μετά την Αγία Γραφή άρχισε να παθιάζεται με τα έργα των «κλασικών» του μαρξισμού, αλλά και με αυτά των Ρώσων κλασικών όπως ήταν οι Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Γκόγκολ, Τσέχοφ.
Από τα νεανικά του χρόνια ήταν αχόρταγος βιβλιοφάγος. Μετά την Αγία Γραφή άρχισε να παθιάζεται με τα έργα των «κλασικών» του μαρξισμού, αλλά και με αυτά των Ρώσων κλασικών όπως ήταν οι Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Γκόγκολ, Τσέχοφ. Από την αναγνωστική μανία του δεν έλειψαν και οι κλασικοί του δυτικού κανόνα: Σαίξπηρ, Θερβάντες, Σίλερ, Χάινε, Ουγκό, Θάκερι, Μπαλζάκ. Αλλά και πολλοί ελάσσονες, λιγότερο γνωστοί συγγραφείς συμπεριλαμβάνονταν στα αναγνώσματά του. Η βιβλιοφιλία του πάντως ήταν χαρακτηριστική για την αναγνωστική κουλτούρα των μπολσεβίκων. Διατήρησε αυτή τη βιβλιοφιλία και κουλτούρα ως την τελευταία μέρα της ζωής του. Η πνευματική του ζωή –σύμφωνα με τον συγγραφέα– παρέμεινε ενιαία, όσο κι αν τα διαβάσματά του μετά την εδραίωση του στην εξουσία άλλαξαν.
Ξακουστές ήταν οι παρατηρήσεις του στην κόπια του «Ιβάν του τρομερού» του Αϊζενστάιν, αλλά και άλλων ταινιών.
Μετά τον θάνατο του Λένιν, το 1924, μελετά τους εσωκομματικούς του αντιπάλους (Τρότσκι, Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Μπουχάριν). Κατέταξε τον Τρότσκι έκτο στη λίστα των μαρξιστών συγγραφέων και κρατούσε σημειώσεις που ενέκριναν κάποιες από τις απόψεις του μεγάλου αντιπάλου του. Γενικά αν και «αντιμετώπιζε τους αντιπάλους του με σφοδρότητα, αυτό δεν τον εμπόδισε ποτέ να μελετήσει τα γραπτά τους» (σ. 39). Ενώ ταυτοχρόνως βυθιζόταν και στα κείμενα που έγραψαν μετά την επανάσταση ο Γκόρκι, ο Αλεξέι Τολστόι, ο Έρενμπουργκ, ο Σόλοχοφ, ο Ισαάκ Μπάμπελ. Βεβαίως, δεν είχε πρόβλημα το 1940 να διατάξει την εκτέλεση του τελευταίου. Μελετά τα πάντα. Πολιτικά κείμενα, ρωμαϊκή ιστορία, ιστορία των πολέμων των τσάρων, τους οποίους κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου φροντίζει ν’ αποκαταστήσει ως σωτήρες του έθνους, θέλοντας φυσικά να δείξει τις αναλογίες με αυτόν.
Δεν τον άφηνε όμως αδιάφορο και η γλωσσολογία με την οποία κυριολεκτικά ταλαιπώρησε τους γλωσσολόγους της εποχής του, αλλά και τις γλωσσικές μειονότητες στ’ όνομα της μεγάλης και ενιαίας Ρωσίας. Τον ενδιαφέρει επίσης η χεγκελιανή και μαρξιστική «διαλεκτική», η πολιτική οικονομία, η βιολογία, η στρατιωτική στρατηγική. Δεν έμεινε όμως έξω από το κύκλο των ενδιαφερόντων του και ο κινηματογράφος. Ξακουστές ήταν οι παρατηρήσεις του στην κόπια του «Ιβάν του τρομερού» του Αϊζενστάιν, αλλά και άλλων ταινιών. Ο Στάλιν από μια στιγμή και ύστερα έβλεπε τον εαυτό του ως σύγχρονο Ιβάν Δ’, όπου στη θέση των βογιάρων τοποθέτησε τους παλαιούς μπολσεβίκους συντρόφους του.
Ο Τζέφρι Ρόμπερτς [Geoffrey Roberts] είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας στο University College Cork και μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας της Ιρλανδίας. Είναι κορυφαίος ερευνητής της σοβιετικής ιστορίας και έχει δημοσιεύσει πολλά βιβλία, μεταξύ των οποίων η βραβευμένη βιογραφία “Stalin’s General: The Life of Georgy Zhukov”, και το “Stalin’s Wars: From World War to Cold War” που έχει λάβει εξαιρετικές κριτικές. |
Ο φόβος απέναντί του είναι η αιτία που οι απόπειρες συγγραφής της βιογραφίας του ήταν ατελείς. Κοντινοί του άνθρωποι έγραψαν βιογραφίες τις οποίες ο ίδιος ο Στάλιν απέρριπτε ως αγιογραφίες. Ακόμη και ο Μπέρια αλλά και ο Γάλλος Ανρί Μπαρμπίς έγραψαν βιογραφίες του, οι οποίες δεν μακροημέρευσαν. Ιδιαίτερα επικριτικός ήταν σε βιογραφίες που αφορούσαν τα παιδικά του χρόνια. Ζήτησε να κάψουν το βιβλίο της Β. Σμιρνόβα με τίτλο «Ιστορίες από τα παιδικά χρόνια του Στάλιν». Η απόρριψη της αγιογραφίας του όμως δεν οφειλόταν –θεωρώ– σε κάποιες δεύτερες αρετές που του αποδίδει ο συγγραφέας, αλλά σε πολιτικές σκοπιμότητες. Ο Στάλιν ήθελε να τον φοβούνται, αλλά και να τον σέβονται. Ήθελε να είναι αλεπού για να αναγνωρίζει τις παγίδες, αλλά και λιοντάρι για να φοβίζει τους λύκους, όπως έγραφε για τον ηγεμόνα ο Μακιαβέλι. Ήταν όμως ακόμη πιο κοντά στην άποψη του Τζον Λοκ πως «οι άνθρωποι είναι τόσο άμυαλοι ώστε φροντίζουν να αποφύγουν τις βλάβες από τα κουνάβια και τις αλεπούδες, αλλά είναι ικανοποιημένοι, και μάλιστα το θεωρούν ασφάλεια, αν καταβροχθίζονται από τα λιοντάρια» [1]. Αυτόν τον φόβο, να τους καταβροχθίσει το λιοντάρι, ένιωσαν και αυτοί που καταπιάστηκαν με τα Άπαντα του Στάλιν και δεν ήξεραν τι από τα γραπτά του να εντάξουν σε αυτά και τι όχι.
Η κυκλοφορία των 13 τόμων ολοκληρώθηκε μετά τον θάνατό του το 1953, οι οποίοι σιωπηρά «παραμερίστηκαν» τα επόμενα χρόνια. Διάβασμα, συγγραφή και επανάσταση είναι δρόμοι παράλληλοι στη ζωή του, συνοδοιπόροι όμως αυτών των τριών είναι ο ζόφος και η διαρκής απειλή κατά της ζωής των άμεσων συνεργατών του. Ενδεικτικά αναφέρω πως στο 19ο Συνέδριο (1939) του ΚΚΣΕ (μπολσεβίκοι) το 80% των συνέδρων του προηγούμενου 18ου Συνεδρίου (1934) που αποθέωναν τις επιτυχίες του Στάλιν ήταν ήδη νεκροί.
Τον Μάϊο του 1925 ανέθεσε στην πρώην βιβλιοθηκονόμο του Λένιν Σουσάνικα Μανουτσαριάντς, η οποία πλέον δούλευε γι’ αυτόν, την ταξινόμηση της βιβλιοθήκης του κατά περίπου 43 κατηγορίες.
Τον Μάϊο του 1925 ανέθεσε στην πρώην βιβλιοθηκονόμο του Λένιν Σουσάνικα Μανουτσαριάντς, η οποία πλέον δούλευε γι’ αυτόν, την ταξινόμηση της βιβλιοθήκης του κατά περίπου 43 κατηγορίες. Αυτή είχε απομακρυνθεί από το Κρεμλίνο το 1935 και γλύτωσε από τις διώξεις κατά των υπηρετριών, διοικητικών υπαλλήλων, φυλάκων και των βιβλιοθηκονόμων που κατηγορήθηκαν πως σχεδίαζαν τη δολοφονία του και άλλων ηγετών. Η παράνοια σ΄ όλο της το μεγαλείο. Ο συγγραφέας θεωρεί πως αυτή η παράνοια ήταν πολιτική και όχι προσωπική. Σωστό, αλλά έστω και έτσι δεν έπαυε να είναι παράνοια. Υψηλή θέση στη βιβλιοθήκη του κατείχαν και οι χάρτες. Αυτός ενδιαφερόταν πολύ για την πολιτική χαρτογραφία. Στην ντάτσα του με όνομα Μπλίζνιγια (κοντινή), επειδή ήταν κοντά στο Κρεμλίνο, βρέθηκαν τα περισσότερα βιβλία του. Σ’ αυτή την ντάτσα με τα βιβλία άφησε και την τελευταία του πνοή.
Ο αρχισυντάκτης, δημοσιογράφος και επιμελητής Στάλιν
Αξιοσημείωτη είναι η πληροφορία του συγγραφέα την οποία άντλησε από ένα εσωκομματικό ερωτηματολόγιο στο οποίο ο Στάλιν στη στήλη «ειδικές δεξιότητες» συμπλήρωσε «δημοσιογράφος». Ο Στάλιν θεωρούσε τον εαυτό του δημοσιογράφο. Ομολογώ πως δεν το ήξερα αυτό. Ο κατά δήλωσή του δημοσιογράφος Στάλιν ή ο κατά τον συγγραφέα «αρχισυντάκτης της ΕΣΣΔ» ήταν και επιμελητής. Έτσι κατά σειρά «επιμελήθηκε» την επανέκδοση των δυο πρώτων τόμων και συμμετείχε στη συγγραφή του τρίτου τόμου της Ιστορίας του εμφυλίου πολέμου στην ΕΣΣΔ (1935), το Σύντομο εγχειρίδιο της ιστορίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (1938), την Ιστορία της Διπλωματίας (1945) και τη Σύντομη Βιογραφία του (1947).
Ενώ μεγάλης σημασίας ήταν η επιμέλεια και οι σελίδες με τις οποίες συμπλήρωσε κείμενο του Βισίνσκι με το οποίο απαντούσε στις κατηγορίες για το Σύμφωνο μη επίθεσης με τη χιτλερική Γερμανία. Ο τίτλος αυτού του φυλλαδίου ήταν «Οι παραποιητές της Ιστορίας» και αποτέλεσε την κύρια προσπάθεια να απαλλαγεί ο Στάλιν από την κατηγόρια για το μοίρασμα των εδαφών που βρίσκονταν δυτικά της ΕΣΣΔ και την υπογραφή του Συμφώνου Μολότοφ- Ρίμπεντροπ.
Το συγγραφικό έργο του τελείωσε με την επιμέλεια και τη συγγραφή σημείων στο περιβόητο Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας (1952). Αυτό υποτίθεται ότι ήταν μια προσπάθεια περιγραφής της σοσιαλιστικής οικονομίας ή της μετάβασης στον σοσιαλισμό, στην ουσία όμως ήταν απόπειρα να δικαιολογηθούν οι οικονομικές πολιτικές του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Τελικά ο Στάλιν, σύμφωνα με τον στενό συνεργάτη του Λάζαρ Καγκανόβιτς, που γλύτωσε, όπως και ο Μολότοφ, του οποίου όμως η γυναίκα εξορίστηκε, ήταν πέντε ή έξι διαφορετικοί Στάλιν, σε διαφορετικές περιόδους. Ο ίδιος ο συγγραφέας τον περιγράφει ως επαναστάτη, θεμελιωτή του κράτους, εκσυγχρονιστή, τέρας, ιδιοφυΐα, γενοκτόνο και πολέμαρχο. Ό,τι γράφει είναι καλά τεκμηριωμένο στα σοβιετικά αρχεία. Καλογραμμένο βιβλίο σε προσεκτική μετάφραση και εφοδιασμένο με Ευρετήριο Ονομάτων, Έργων και Όρων. Μια ακόμη καλή έκδοση από τον Gutenberg.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ. Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Απόσπασμα από τιο βιβλίο
«Όλα τα παραπάνω παραδείγματα από τη δραστηριότητα του Στάλιν ως συντάκτη και επιμελητή κειμένων δείχνουν ότι ήταν πρωτίστως μπολσεβίκος και έπειτα διανοούμενος. Θεωρητικά τασσόταν υπέρ της αλήθειας και της πνευματικής ακεραιότητας. Στη πράξη, όμως, πίστευε σ’ ένα πολιτικό δόγμα. Εκθείαζε την αυστηρότητα της ιστορικής επιστήμης, αλλά την παραμέριζε όποτε το έκρινε σκόπιμο. Πίστευε ότι η μαρξιστική φιλοσοφία είναι ορθολογική και εμπειρικά επαληθεύσιμη, αλλά συγχρόνως θεωρούσε πως τα οντολογικά της θεμέλια δεν επιδέχονται καμία αμφισβήτηση. Υποστήριξε ότι ο μαρξισμός- λενινισμός είναι μια δημιουργική προσέγγιση κατανόησης του κόσμου, ένας οδηγός για δράση και ένα εργαλείο για την προοδευτική αλλαγή, πίστευε όμως ακλόνητα ότι ο σοσιαλισμός είναι εξίσου επιθυμητός και αναπόφευκτος» (σ. 336).