
Για τη συλλογή με διηγήματα του Λάζαρου Αλεξάκη «Mind the gap» (εκδ. Διόπτρα).
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Αποτέλεσμα παρατήρησης που ξεκίνησε από μια συγκυρία, είναι τα διηγήματα που περιλαμβάνονται στο νέο βιβλίο του Λάζαρου Αλεξάξη Mind the gap. Όπως σημειώνει ο ίδιος προλογικά, υπήρξε μια περίοδος που εργαζόταν σε ένα περίπτερο και για να γεμίζει τις ατέλειωτες ώρες του άρχισε να παρατηρεί κάποιους ανθρώπους που του έκαναν εντύπωση επειδή έδειχναν κάτι να κρύβουν μέσα τους. Άνθρωποι απλοί, με τα ριγέ πουκάμισα, τα κουρασμένα παπούτσια και τα τριμμένα παντελόνια. Σαν να λέμε: άνθρωποι που συναντάμε καθημερινά στον δρόμο, στο μετρό ή ακόμη και στον καθρέφτη μας. Αυτοί είναι οι ήρωες των ιστοριών του Αλεξάκη.
Το στοιχείο της οικείωσης μαζί τους είναι κάτι παραπάνω από δεδομένο. Ακόμη και στις στιγμές που, μυθοπλαστικώ τω τρόπω, διαφεύγουν από αυτό που θα έκαναν, ενδεχομένως, στην πραγματικότητα. Ακόμη κι εκεί, ο αναγνώστης τούς αντιλαμβάνεται και τους συμπονά. Αρκετοί από τους ήρωες κουβαλούν μνήμες από την παιδική και σχολική ηλικία, σαν το κενό μεταξύ της παιδικότητας και της ενηλικίωσης να μην έχει γεφυρωθεί. Μια τέτοια περίπτωση είναι τουλάχιστον τρία διηγήματα («Αμπάουτ», «Κοτελέ και μοκασίνια», «Λειψά»).
Χαμένοι σε ψευδαισθήσεις και σε δυσκολίες συναισθηματικής και οικονομικής φύσης, φτιάχνουν έναν δικό τους κόσμο που περιλαμβάνει όνειρα ανεκπλήρωτα. Ακόμη κι αν είναι το αποτέλεσμα μιας ομάδας ποδοσφαίρου στο στοίχημα. Μόνο και μόνο για να αποδειχθεί πως δεν είναι το κέρδος, αλλά η εκπλήρωση του ονείρου που μετράει (βλ. «Άντερλεχτ»). Άντρες που η ζωή τους δεν είχε να επιδείξει τίποτα το σπουδαίο σε μια δημόσια υπηρεσία, παρά μόνο την προαγωγή τους από ένα γραφείο στο άλλο, έως τη στιγμή που όλη αυτή η πορεία μοιάζει σαν δανεική, σαν κάτι να μην της δόθηκε από την αρχή. Σαν να ποντίστηκε πριν την ώρα της. (βλ. «Ατλαντίδα»).
Αυτοκίνητα, μηχανές και μια φανέλα adidas
Οι μηχανές και τα αυτοκίνητα παίζουν καθοριστικό ρόλο στις ιστορίες του Αλεξάκη. Δεν είναι άψυχα μεταφορικά μέσα, αλλά γίνονται το άπαν κάποιων ηρώων. Τα νίκελ, οι αναρτήσεις, τα εξωτερικά περιβλήματά τους, είναι μέρος μιας προσωπικής μυθολογίας. Η μόνη που τους επιτρέπει να αντέχουν τις ζωές τους (βλ. «Mercedes», «Μάστορας», «Κοψοχρονιά», «ΚΤΕΟ»).
Ένα από τα πιο ευθύβολα διηγήματα της συλλογής είναι αυτό που τιτλοφορείται «Adidas».
Ένα από τα πιο ευθύβολα διηγήματα της συλλογής είναι αυτό που τιτλοφορείται «Adidas». Κουβαλάει κι αυτό το ανήμερο στοιχείο μιας παιδικότητας που έχει φωλιάσει μέσα στον ήρωα και δεν τον αφήνει να μεγαλώσει ήσυχα. Μια μπλούζα Adidas που βλέπει σε ένα κατάστημα που ετοιμάζεται να κλείσει, του θυμίζει εκείνη που φορούσε μικρός και τον είχε κάνει ήρωα κατά λάθος στο ποδόσφαιρο της αλάνας. Ξάφνου, ο λογιστής-ήρωας του διηγήματος, γίνεται κάτι άλλο, ή, τουλάχιστον, φαντάζεται πως η εσωτερική αντιστροφή του χρόνου, σαν μια βουτιά στο παρελθόν, θα τον ξαναφέρει κοντά σε πράγματα που ήθελε να κάνει στη ζωή του και δεν θα ακολούθησε.
«Αλλόκοτο» ενδιαφέρον έχει και το διήγημα «Σταμπάι», όπου ένας κασκαντέρ και μια ηλικιωμένη πρωταγωνίστρια αποφασίζουν πάνω σε μια σκηνή καταδίωξης, να αλλάξουν μόνοι τους το σενάριο, να κινηθούν κόντρα σε όσα περίμενε ο σκηνοθέτης (της ζωής τους, άραγε;), να στρίψουν το τιμόνι και να βρεθούν στο άγνωστο αλλού. Κι εδώ, το «κενό» που μας προδιαθέτει ο τίτλος της συλλογής εμφανίζεται με έναν δραστικό τρόπο.
Η κουζίνα του συγγραφέα
Το τελευταίο διήγημα της συλλογής, με τίτλο «Φοντάν», και ένα από τα μεγαλύτερα σε έκταση του βιβλίου, θα έλεγε κανείς πως είναι μια ευθεία αναφορά στην κουζίνα του συγγραφέα. Ακόμη κι αν αυτός είναι εκκολαπτόμενος ή, έστω, κατά φαντασία συγγραφέας.
Μαζί με μια έντονα φιλοπαίγμονα διάθεση, σαν παιδί που παίζει και κάνει πλάκα, ο ήρωας του διηγήματος φαντάζεται πως γίνεται συγγραφέας
Μαζί με μια έντονα φιλοπαίγμονα διάθεση, σαν παιδί που παίζει και κάνει πλάκα, ο ήρωας του διηγήματος φαντάζεται πως γίνεται συγγραφέας και συνομιλεί με τους εκδοτικούς για να πάρουν τα δέκα βιβλία που έχει έτοιμα, δίχως μάλιστα να μπαίνει σε διαδικασία διαπραγμάτευσης μαζί τους. Στο μεταξύ, δοκιμάζει αρχικές φράσεις στα βιβλία του, πετάγεται από το ένα στο άλλο, σαν πουλί που μαζεύει σπόρους από τον δρόμο, πετάει τα φοντάν που έχει στον δρόμο και γενικώς αναλώνεται έως τη στιγμή που κι αυτός θα έρθει αντιμέτωπος με το κενό της παιδικότητάς του.
Αναθηματικός ρεαλισμός
Ο ρεαλισμός του Αλεξάκη είναι αναθηματικός. Οι κρούσεις που έρχονται από το παρελθόν είναι αυτές που αναγκάζουν τους ήρωές του να ξεφύγουν από τη θέση που βρίσκονται. Τους κάνουν να πάνε είτε μπρος είτε πίσω, πολύ πίσω. Να ενώσουν τα κομμάτια της ζωής τους, τα οποία έχουν μείνει μετέωρα.
Ωστόσο, ό,τι και να κάνουν, αυτό το κενό δεν πληρώνεται. Χάσκει και το κοιτάζουν από το ύψος της ενηλικιότητά τους. Το παιδί που κάποτε κουβαλούσαν πάει, χάθηκε, βούλιαξε κάτω από το βάρος των υποχρεώσεων και της ανάγκης για επιβίωση. Οι στιγμές συγκίνησης και κωμωδίας δίνουν μια καλή ισορροπία στα διηγήματα, αν και το δράμα, συνήθως, είναι αυτό που υπερισχύει. Εντέλει, είναι μια συλλογή με ανθρώπους της λεγόμενης διπλανής πόρτας που αρχικά δεν τους πιάνει το μάτι σου, αλλά αν τους παρατηρήσεις καλά, βλέπεις πως κουβαλούν το δικό τους βουνό στην πλάτη.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Δυο λόγια για τον συγγραφέα
Ο Λάζαρος Αλεξάκης γεννήθηκε επιτυχώς στο Ηράκλειο της Κρήτης και πέρασε την εφηβική ζωή του προσπαθώντας να δραπετεύσει από αυτό.
Σπούδασε Λογοτεχνία, Φιλοσοφία και αργότερα Ψυχολογία στην Αγγλία, όπου βράχηκε αρκετά, φορώντας πάντα λάθος ρούχα. Φρόντισε κατά τη διάρκεια των σπουδών του να έρθει σε επαφή με ένα ευρύ φάσμα επιστημών, κυρίως μπαίνοντας σε λάθος αίθουσες. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στο Ηράκλειο και αρθρογραφεί στο περιοδικό ΜΟΤΟ. Έχει εκδώσει αρκετά μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων και κόμικς. Γράφει μανιωδώς παντού εκτός από τα σημειωματάριά του, γιατί είναι πολύ όμορφα για να τα χαλάσει.