Για τη συλλογή διηγημάτων του Αχιλλέα ΙΙΙ «Τέλος πάντων» (εκδ. Ίκαρος). Κεντρική εικόνα: από την ταινία «Αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού» του Michel Gondry.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Τέλος ατελεύτητο για κάτι που ουδείς είναι βέβαιος πώς ξεκίνησε και πώς του μέλλει να ολοκληρώσει τον κύκλο του. Αυτός ο κόσμος, ο μικρός, ο μέγας μπατάρει εδώ και καιρό. Το ξέρουμε, το βλέπουμε, συχνά το προσπερνάμε, αλλά το λάδι σώνεται. Δεν θέλει και πολλή σκέψη να καταλάβεις πως ένα «τέλος πάντων» μάς χωρίζει από το απευκταίο.
Δύσκολη υπόθεση που, όμως, μπορεί να οδηγήσει -λογοτεχνικώ τω τρόπω- σε κάμποσες ευφάνταστες ιδέες για το πώς θα μοιάζει αυτό το τέλος του κόσμου. Ο Αχιλλέας ΙΙΙ, ήδη από τον βραβευμένο Παραχαράκτη του (εκδ. Νεφέλη), αλλά και τον Δεσμοφύλακα (εκδ. Νεφέλη) είχε δείξει τις προθέσεις του. Βλέπει τις ιστορίες, τους ήρωές του και τη σημασία της μυθοπλαστικής καταγραφής υπό διαφορετική, συχνά ιδιοσυγκρασιακή, οπτική γωνία. Στο νέο του βιβλίο Τέλος πάντων (εκδ. Ίκαρος) πραγματεύεται το τέλος του κόσμου (του κάθε κόσμου) με όρους καινοφανείς και πολύτροπους.
Ομόκεντρες ιστορίες
Να τοποθετηθεί ειδολογικά τούτο το βιβλίο στην κατηγορία των διηγημάτων; Τυπικά δεν γίνεται αλλιώς. Κάθε ιστορία διατηρεί την αυτοτέλειά της, ολοκληρώνεται με την ακροτελεύτια πρότασή της και ο κύκλος της κλείνει για να αρχίσει κάποιος άλλος. Κλείνει, όντως;
Το βιβλίο ξεκινάει ουσιαστικά με τον συγγραφέα-δημιουργό σε κατάσταση ληθαργικής εγρήγορσης και ολοκληρώνεται πάλι μ’ αυτόν. Ή, μάλλον, με τον Δημιουργό που αποφασίζει στην αναστροφή της Γέννησης του κόσμου και τον δημιουργό του βιβλίου (συν τον εκδότη του) που απονεκρωμένος από συγγραφική ορμή και έμπνευση αποχαιρετάει τη συγγραφή και ρίχνει τους δικούς του τίτλους τέλους.
Μοιάζει σαν ουροβόρος όφις αυτό το βιβλίο. Έχει σκοπό να φάει την ουρά του και δεν θα σταματήσει να το προσπαθεί έως τη στιγμή που θα το πετύχει.
Ανάποδη αρίθμηση
Ακόμη και η αρίθμηση των σελίδων ξεκινάει ανάποδα. Σαν να συμβαίνει εντός του μια αντίστροφη μέτρηση έως την πρώτη σελίδα (που είναι τελευταία) και μοιάζει με τον ελάχιστο κόκκο της κλεψύδρας που τελειώνει. Ναι, κάποια στιγμή και το βιβλίο συναντάει το τέλος του.
Ως εκ τούτου, έχουμε να κάνουμε με μια δέσμη ιστοριών που αναπτύσσονται ομόκεντρα, ακολουθούν πιστά την ίδια θεματική (ιδωμένες κάθε φορά από άλλη σκοπιά), ενώ υφολογικά σου δίνουν την αίσθηση ενός ρεαλισμού που ρέει αντίθετα. Το πιο προφανές θα ήταν θα πει κανείς πως ο Αχιλλέας ΙΙΙ τού… δίνει και καταλαβαίνει σ’ αυτές τις «καταστροφολογικές» ιστορίες. Θα μπορούσες κάλλιστα να υποσημειώσεις τον βαθμό της επινοητικότητάς του. Όλα αυτά είναι και ακούγονται λογικά.
Ουδείς γνωρίζει αν ο κόσμος θα τελειώσει με έναν λυγμό κι όχι με έναν πάταγο, όπως έγραφε ο Τ.Σ. Έλιοτ, αλλά γιατί να μην τελειώσει με μια από τις εκδοχές που μάς προσφέρει το Τέλος πάντων;
Το σημαντικότερο, όμως, μήνυμα που σου μεταφέρουν αυτές οι ιστορίες είναι ο δυνητικός ρεαλισμός τους. Ήτοι, σε πείθουν πως, ενώ βρίσκονται καλά στεγασμένες μέσα σε ένα κειμενικό, άρα μυθοπλαστικό, πλαίσιο, θα μπορούσαν να συμβούν έτσι ή περίπου έτσι και στον πραγματικό κόσμο.
Ουδείς γνωρίζει αν ο κόσμος θα τελειώσει με έναν λυγμό κι όχι με έναν πάταγο, όπως έγραφε ο Τ.Σ. Έλιοτ, αλλά γιατί να μην τελειώσει με μια από τις εκδοχές που μάς προσφέρει το Τέλος πάντων;
Ο Αχιλλέας ΙΙΙ γεννήθηκε στην Καβάλα. Το Τέλος πάντων είναι το τέταρτο βιβλίο του μετά το Κομπλεξικό (2016) και τις συλλογές φωτογραφηγημάτων Παραχαράκτης (2019, Κρατικό Βραβείο Διηγήματος – Νουβέλας 2020) και Δεσμοφύλακας (2022). Από το 2003 είναι μέλος του container rock συγκροτήματος Bog art. |
Από το τέλος κάποιων άοκνων μυρμηγκιών που τα καταβρέχουν άπονα δύο πιτσιρίκια έως την ερωτική σχέση του φεγγαριού με τη Γη που ολοκληρώνεται για χάρη ενός νέου έρωτα (του πλανήτη Άρη) κι από τον πονεμένο λαιμό μιας αιωνόβιας γυναίκας που όταν θα σταματήσει να ψιθυρίζει τις ιστορίες των ανθρώπων θα τελειώσει και ο κόσμος έως τις δύο κατσαρίδες με όνομα «Φραντς» και «Γκρέγκορ» (ένα ωραιότατο κλείσιμο του ματιού στον Κάφκα) που αντικρίζουν κατάμονες έναν ερειπωμένο κόσμο, οι ιστορίες του Αχιλλέα ΙΙΙ συνενώνονται δημιουργικά στο πεδίο της καταστροφής.
Μπορεί μια γυναίκα αστικής καταγωγής να βλέπει τα κλέη της να χάνονται, το σπίτι της να αδειάζει από τον δικαστικό κλητήρα και στο τέλος να εξαχνώνεται κι αυτή; H απάντηση είναι «ναι».
Mπορεί ένα βαρετό μάθημα γεωγραφίας να οδηγήσει σε ένα πλανητικό ταξίδι έναν -επίσης- βαρετό καθηγητάκο; Η απάντηση είναι «ναι». Μπορεί μια γυναίκα αστικής καταγωγής να βλέπει τα κλέη της να χάνονται, το σπίτι της να αδειάζει από τον δικαστικό κλητήρα και στο τέλος να εξαχνώνεται κι αυτή; Κι εδώ η απάντηση είναι «ναι».
Το παράδοξο
Ακούγονται παράδοξες αυτές οι ιστορίες; Πόση δημιουργία μπορεί να κρύβεται μέσα στην καταστροφή; Πόση χάρη ενδέχεται να διαθέτει κρυμμένη ο ολετήρας που τρέφει στα φυλλοκάρδια του αυτός ο κόσμος; Αν κρίνουμε από τις ιστορίες του βιβλίου, πολλή.
Είναι, λοιπόν, ένα παιχνίδι όλα; Μια μορφή ζαριού που ανάλογα σε ποια πλευρά θα πέσει και τι αριθμό θα φέρει θα οδηγήσει αλυσιδωτά στο ένα ή το άλλο αποτέλεσμα;
Ας μην ξεχνάμε αυτό που έλεγε και ο Κώστας Αξελός: «Ο άνθρωπος δεν είναι μόνον ο παίκτης, είναι επίσης ο ‘’εμπαιζόμενος’’, το άθυρμα».
Ο Αχιλλέας ΙΙΙ φέρνει με τα βιβλία του αυτή τη μορφή του παιγνίου, λογοτεχνικού αυτή τη φορά, στο προσκήνιο. Μόνο που το κάνει με σοβαρά μέσα. Δεν σπάει πλάκα, όσο κι αν το σκώμμα αρκετές φορές κρύβεται κάτω από τις ιστορίες του. Φευ, πικρό συχνά για τη μοίρα μας.
Το Τέλος πάντων ακολουθεί τα χνάρια των προηγούμενων βιβλίων του, αλλά προσθέτει και μια επιπλέον δόση παραδοξότητας, η οποία λείπει από την ημεδαπή λογοτεχνική παραγωγή.
Τι παράξενο αλήθεια: να διαβάζεις ιστορίες που κινούνται γύρω από κάτι επαπειλούμενο, κάτι που επικρέμαται πάνω από τα κεφάλια μας, κάτι που αναμένεται να συμβεί κάποια στιγμή και στο τέλος (να, πάλι η κωδική λέξη) ως άλλος Michael Stipe (ο frontman των R.E.M.) να τραγουδάς: «It's the end of the world as we know it and I feel fine». Τα καλά της ενδιαφέρουσας λογοτεχνίας.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Γεν. 1:20 Και έγινεν εσπέρα και έγινε πρωί και συνεπληρώθη η έκτη ημέρα της συντέλειας
Γεν. 1:21 Και ο Θεός εκατέστρεψε εντελώς το σύμπαν, τον ουρανόν και τη γην, και ήτο έτοιμος να ξεκινήσει να τα ποιεί όλα ξανά από την αρχή.
Και εκεί στην απόλυτη ηρεμία, ο απειροτέλειος Θεός έμεινε μόνος και θαύμασε το έργο Του, καθώς η σκόνη από διαλυμένα άστρα και κονιορτοποιημένους πλανήτες γαργαλούσε γλυκά τις γυμνές Του πατούσες. Και θυμήθηκε πώς ακριβώς και γιατί είχε πλάσει τον κόσμο και πώς έγινε αυτός στη συνέχεια» (σελ. 4).