Για το μυθιστόρημα του Θόδωρου Φέστα «Stiu (Ξέρω)» (εκδ. Άγρα). Κεντρική εικόνα: © Aleksandar Savic (Unsplash).
Γράφει ο Μάνος Κοντολέων
Οδοντίατρος ο Θόδωρος Φέστας, με συγκροτημένη όσο και διακριτική ενεργό δράση σε ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής προσφοράς. Έχει γεννηθεί στην Αθήνα το 1959, αλλά ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Μέχρι τώρα στον χώρο της λογοτεχνίας είχε κάνει γνωστή την παρουσία του με δύο συλλογές διηγημάτων. Το τρίτο του αυτό βιβλίο –πάντα από τις εκδόσεις Άγρα– είναι μυθιστόρημα.
Δεν έτυχε να διαβάσω τις δυο συλλογές διηγημάτων, παρότι είχα ακούσει καλά λόγια γι' αυτές. Η ανάγνωση του τρίτου βιβλίου του Φέστα, που είναι μυθιστόρημα, με κάνει να μπορώ να υποψιαστώ το γιατί ο συγκεκριμένος συγγραφέας θέλησε να κάνει γνωστή την παρουσία του στο λογοτεχνικό χώρο πρώτα με δύο συλλογές διηγημάτων.
Ο Φέστας ακολουθεί μια όχι και τόσο συχνά απαντούμενη τη νεοελληνική λογοτεχνία τεχνική εξιστόρησης γεγονότων.
Η συνοπτικότητα της αφήγησης είναι με τόση σαφήνεια επιλεγμένη, ώστε ακόμα και μέσα στην άνεση ενός μυθιστορήματος, ο Φέστας δείχνει πως δεν θέλει να την εγκαταλείψει. Το ενδιαφέρον θέμα του το απλώνει σε 192 σελίδες και ο κεντρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος δείχνει πως μπορεί να μας το αφηγηθεί μέσω της γραφής του δημιουργού του. Δηλαδή έχουμε μια τριτοπρόσωπη μεν αφήγηση, που όμως καλύπτει απόλυτα τις σκέψεις και τις απόψεις του πρωταγωνιστή.
Ο Φέστας ακολουθεί μια όχι και τόσο συχνά απαντούμενη τη νεοελληνική λογοτεχνία τεχνική εξιστόρησης γεγονότων. Αν και ο αναγνώστης καλείται να γνωρίσει τον ήρωα από τα χρόνια της εφηβείας του, και ακολουθώντας τον θα εισέρχεται στα όσα μελλοντικά θα συμβαίνουν, εντούτοις ο συγγραφέας του δίνει συχνά ερεθίσματα που λες και φανερώνουν ότι η εξιστόρηση εκτελεί εντολές του πρωταγωνιστή και όχι του δημιουργού. Με άλλα λόγια, δεν είναι ο συγγραφέας που επιλέγει το τι και το πώς θα ειπωθεί, αλλά ο πρωταγωνιστής.
Ο Θόδωρος Φέστας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959. Ζει στη Θεσσαλονίκη και εργάζεται ως οδοντίατρος στο ΕΣΥ. Η πρώτη του συλλογή διηγημάτων Ο γέρος που φορούσε ένα καπέλο, με πρόλογο του Θωμά Κοροβίνη, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα το 2016 και η δεύτερη, Ιστορίες με φίδια, το 2019. |
Αυτός, λοιπόν, ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένας άνδρας εκεί γύρω στα 55 του χρόνια που σημαίνει πως μπορεί να θεωρηθεί ως εκπρόσωπος μιας γενιάς που δεν γνώρισε πόλεμο, που κληρονόμησε το όραμα της προηγουμένης για ένα δικαιότερο κόσμο, που εμπιστεύθηκε ιδεολογίες για να τις προδώσει μετά από κάποια χρόνια, που μαγεύτηκε από το εντυπωσιακό περιτύλιγμα μιας ζωής δοσμένης στην κατανάλωση και υπάκουης προς τους νόμους ενός ανερμάτιστου καπιταλισμού. Εκπρόσωπος εκείνων που γρήγορα ανέβηκαν και γι' αυτό και πολύ γρήγορη και οδυνηρή ήταν η πτώση τους.
Ο Παύλος, νεαρός μεσοαστός, με ασαφή σχέδια για το μέλλον του, βρίσκεται να σπουδάζει οικονομικά στη Ρουμανία και εκεί πολύ γρήγορα θα ξεκινήσει να αντιστέκεται με ερασιτεχνική νεανικότητα στο απολυταρχικό καθεστώς. Ως λογική συνέπεια μιας τέτοιας δράσης, θα είναι η απέλασή του και ο νεαρός Παύλος θα ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Αθήνα, ενώ θα έχει αρχίσει να πιστεύει περισσότερο στο «εγώ» από το «εμείς». Θα ακολουθήσουν μεταπτυχιακά στο εξωτερικό και, επιστρέφοντας στην πατρίδα, θα αναρριχηθεί σε θέσεις με υψηλούς μισθούς που όμως θα απαιτούν ένα θάψιμο ιδεολογικών και συναισθηματικών προβληματισμών.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ο Θόδωρος Φέστας με το μυθιστόρημά του αυτό περιγράφει την ιστορία της χώρας μας από τα χρόνια της μεταπολίτευσης έως τις μέρες μας.
Καθώς θα έχει εμπιστευθεί και μαγευτεί από τις προτάσεις της κατανάλωσης, η οικονομική κρίση θα τον χτυπήσει χωρίς να το περιμένει και θα τον στείλει στην ανεργία, ενώ τα όσα χρήματα είχε επενδύσει στο χρηματιστήριο χάνονται. Από εκεί και πέρα, θα πρέπει μόνος του να επιλέξει όχι μόνο το πώς θα συνεχίσει τη ζωή του, αλλά και το με ποιους. Στην ουσία η πτώση του είναι παρόμοια με πολλών άλλων που τους έχει κι αυτούς βρει στο μέσο της ζωής τους και που γι' αυτό χρειάζεται έναν ριζικό ανασχεδιασμό στόχων και απόψεων για να μπορέσουν να βρούν μια νέα ισορροπία.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ο Θόδωρος Φέστας με το μυθιστόρημά του αυτό περιγράφει την ιστορία της χώρας μας από τα χρόνια της μεταπολίτευσης έως τις μέρες μας. Η περιγραφή του είναι ρεαλιστική, σκληρή, σαφέστατα πολιτική, μα προς το τέλος δείχνει πως υιοθετεί μια αισιόδοξη άποψη. Αισιόδοξη, αλλά όχι ανερμάτιστη. Και πάντα πολιτική.
Ο Φέστας ως πολιτικό ον, δείχνει πως εναποθέτει τη συνέχεια της ύπαρξης μιας ατομικής ευτυχίας πάνω σε βάσεις θεμελιωμένες στη συμμετοχή στα κοινά και στην εσωτερική γαλήνη του καθενός ανθρώπου. Στάση άξια σεβασμού, που δυστυχώς δεν είναι συχνά απαντούμενη.
Το μυθιστόρημα, αν και κρατά πάντα το φώτα του πάνω στον κεντρικό χαρακτήρα, διαθέτει και αρκετά ακόμα άλλα πρόσωπα που όλα μαζί μπορεί κανείς να πει πως δημιουργούν μια συνοπτική απεικόνιση της ελληνικής κοινωνίας προς τα τέλη του 20ού αιώνα και στα πρώτα χρόνια του 21ου.
Ενδιαφέρον αφήγημα που –τελευταίο το αναφέρω, αν και είναι ένα από τα βασικά προσόντα του– έχει μια αρσενική τρυφερότητα, μια διαρκώς παρούσα αναζήτηση χαμένης παιδικότητας.
* Ο ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Ποτέ πιο πριν» (εκδ. Πατάκη).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όταν ο κόσμος σηκώθηκε να χορέψει κοιτούσε τις γυναίκες και σκεφτόταν πόσο περισσότερο ευρηματικές και αποτελεσματικές γίνονται όταν ξεφεύγουν απ΄ τους κατεστημένους ρόλους. Μετά κατέβασε μερικά ποτηράκια, πριν αρχίσει να τραγουδάει με την πονεμένη του φωνή που έκανε κάτι ανυπόφορα κοκοράκια.» (σελ. 189)