Για το λεύκωμα της Ελένης Παπανδρέου «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία» (εκδ. Ιωλκός). Κεντρική εικόνα: Φωτογραφία της Ελένης Παπανδρέου από την έκδοση.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Στο Τσάι στη Σαχάρα (μτφρ. Νίκος Α. Μάντης, εκδ. Μεταίχμιο), ο Πολ Μπόουλς, διά στόματος της Κιτ, μιας εκ των βασικών ηρώων του μυθιστορήματος, εξηγεί τη διαφορά ανάμεσα στον τουρίστα και τον ταξιδιώτη.
Ο πρώτος ορίζει το χρόνο της αναχώρησης και της επιστροφής του από το ταξίδι με ακρίβεια λεπτολόγου. Δεν παρεκκλίνει του προγράμματος. Σε αντίθεση με τον δεύτερο που φεύγει δίχως να γνωρίζει πότε κι αν θα επιστρέψει.
Για τους ρέκτες, το ταξίδι είναι μια μορφή μέθης. Ο άλλος τόπος δημιουργεί μια ζωντανή οντότητα που περιβάλλεται από το ανόθευτο βλέμμα που καταγράφει εικόνες, τις λοιπές αισθήσεις που συναρμόζουν εμπειρίες και λέξεις που χρησιμοποιούνται ως μεταφορείς εντυπώσεων.
Για να παραφράσουμε τον Κωστή Παπαγιώργη: «Το βλέμμα είναι το πλαγκτόν της ταξιδιάρικης ψυχής». Υπό αυτό το πρίσμα, το βιβλίο της Ελένης Παπανδρέου Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία (εκδ. Ιωλκός) ξεφεύγει από τη χορεία των λευκωμάτων (καίτοι έχει όλα τα στοιχεία για να «τακτοποιηθεί» σ΄ αυτή την κατηγορία αναγνωσμάτων).
Ο συνδυασμός των ασπρόμαυρων φωτογραφιών της με εντυπώσεις που θα γεννούσαν οι λήψεις, θα μπορούσαν κάλλιστα να συμβάλλουν στην τυπική οριοθέτηση του βιβλίου, ωστόσο είναι φανερό πως εμπρόθετα η Ελένη Πανανδρέου χρησιμοποιεί τις λήψεις ως έναυσμα.
Η άλλη Συρία
Ο τόπος είναι η Συρία, όχι όμως τη μαρτυρική όψη που της έχει προκαλέσει ο δεκαετής πόλεμος ανάμεσα στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, τις πολυάριθμες οργανώσεις που δρουν στην περιοχή, αλλά και τη δραστήρια συμμετοχή τζιχαντιστικών οργανώσεων.
Μπορεί να μην είναι στρεβλωμένη η εικόνα που λαμβάνουμε από τη συγκεκριμένη χώρα, ωστόσο η άποψη ενός μέσου δυτικού πολίτη, συχνά, περιορίζεται στα προφανή: κατεστραμμένες πόλεις, ρημαγμένα τοπία, χιλιάδες πρόσφυγες που φεύγουν από τη χώρα με κάθε τρόπο. Ένα ταξίδι προς την ελευθερία.
Πίσω από το διαρκές ρήμαγμα του πολέμου, υπάρχει πάντα μια άλλη Συρία που κουβαλάει την αρχέγονη ιστορία της. Που είναι δεμένη με την τραχύτητα των εδαφών της και τις πλέριες ανοιχτωσιές που χρειάζεται να τις διασχίσεις με μια καμήλα.
Πίσω από όλο αυτό το διαρκές ρήμαγμα, υπάρχει πάντα μια άλλη Συρία που κουβαλάει την αρχέγονη ιστορία της. Που είναι δεμένη με την τραχύτητα των εδαφών της και τις πλέριες ανοιχτωσιές που χρειάζεται να τις διασχίσεις με μια καμήλα.
Η Ελένη Παπανδρέου με τις φωτογραφίες της μάς δίνει την ευκαιρία να μελετήσουμε (έστω και μακρόθεν) τις κρυφές πτυχές αυτής της χώρας, την άγρια ομορφιά της, αλλά και την ανεπιτήδευτη χάρη των ανθρώπων της που συνωθούνται στις αγορές, τα παζάρια, τα καφενεία και τους τόπους λατρείας.
Ωστόσο, και πάλι η μετά-αφήγηση του ταξιδιού που πραγματοποίησε στη Συρία θα ήταν μερική και περιοριστική αν αποτυπωνόταν μόνο σε φωτογραφίες, δίχως τη διήθηση τους στις λέξεις, τις ιστορίες και τους μύθους που γεννούν.
Αν και ποιήτρια, η Ελένη Παπανδρέου επέλεξε να διηγηθεί ιστορίες που γεννήθηκαν μέσα της τη στιγμή που αποτύπωνε τοπία, ανθρώπους, ακίνητους ουρανούς, ερείπια ναών ή όψεις της καθημερινότητας.
Η δύναμη του παραμυθιού
Η παραμυθητική δύναμη των ιστοριών που συνοδεύουν τις φωτογραφίες είναι κάτι παραπάνω από πρόδηλη. Κουβαλούν κάτι από την παράδοση της Ανατολής που μας έχει προσφέρει θαυμαστές ιστορίες σαν τις Χίλιες και μία νύχτες, αλλά και από μπορχεσιανές αντανακλάσεις στον καθρέφτη του τοπίου (εσωτερικού και εξωτερικού).
Ιστορίες για μια κολόνα, μια καμήλα, έναν παραμυθά, την απώλεια μιας ολόκληρης οικογένειας. Ενέλει για τη ζωή την ίδια. Έχεις την αίσθηση πως η Παπανδρέου συνομιλεί με την Μαργκερίτ Γιουρσενάρ και το βιβλίο της Ιστορίες της Ανατολής (μτφρ. Γιάννης Στρίγκος, εκδ. Πατάκη).
Ως εκ τούτου, η αφήγηση δεν σκοπεί να είναι φολκλόρ, χρονογραφική ή αμιγώς ταξιδιωτική. Είναι περισσότερο ποιητική, εσωτερική, ιμπρεσιονιστική. Οι ιστορίες του βιβλίου δεν περιορίζονται από τις φωτογραφίες.
Όπως κι εκείνες δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα συνδεδεμένες με τις λέξεις που έπονται ή ακολουθούν. Η μεταξύ τους σχέση είναι περισσότερο υπόγεια και λιγότερο προφανής. Θα έλεγε κανείς πως αμφότερα τα μέρη που συγκροτούν αυτό το βιβλίο σε προτρέπουν να κάνεις τους δικούς σου συνειρμούς και να συνταιριάξεις λέξεις και εικόνες όπως εσύ θέλεις.
Πέραν της λογικής
Άλλωστε, η έννοια των παραμυθιών αυτή ακριβώς είναι: να μπορείς να λάβεις από αυτά το μήνυμα που εσύ θέλεις, Να μπορείς να αφεθείς στη μαγγανεία του απροσπέλαστου από τη λογική πράγματος που μας περιβάλλει. Ειδικά όταν βρίσκεσαι σε τόσο μυστηριακούς τόπους όπως η Συρία.
Αυτό το βιβλίο διαβάζεται με την απλόχωρη λογική του ταξιδιώτη-αναγνώστη που στο τέλος δεν ξέρει αν μπορεί να επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησε. Ίσως, βέβαια, να μην χρειάζεται να το ξέρει.
Αυτό το βιβλίο διαβάζεται με την απλόχωρη λογική του ταξιδιώτη-αναγνώστη που στο τέλος δεν ξέρει αν μπορεί να επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησε. Ίσως, βέβαια, να μην χρειάζεται να το ξέρει.
Φτάνει να έχει συχνά το συγκεκριμένο βιβλίο δίπλα του, να το ξεφυλλίζει ενίοτε, σε ώρες βαριές σαν αυτές που γνωρίζει να «φτιάχνει» η πνιγηρή πραγματικότητα, και τότε να ανασυνθέτει το δικό του ταξίδι ξανά και ξανά.
Εντέλει, αυτή ενδέχεται να είναι και η σημαντικότερη συνεισφορά του συγκεκριμένου βιβλίου: να έχεις στο σπίτι σου ένα βιβλίο-πόρτα (μαγική, φυσικά) για το διαρκές ταξίδι. Ως γνωστόν: ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τα πιο μακρινά ταξίδια του μέσα σε ένα δωμάτιο.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Σαν Νορμάλ» θα κυκλοφορήσει στις 12 Μαρτίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.