Για το βιβλίο της Ελένης Λαδιά «Η εσωγραφία μιας πεζογράφου» (εκδ. Αρμός).
Του Γιώργου Ρούσκα
«Κάθε ταξίδι και μία ζωή, κάθε βιβλίον και μία περιπέτεια» λέει η Ελένη Λαδιά, αλλά πού να φανταστείς ότι τούτο της το βιβλίο θα ήταν η αναγνωστική περιπέτεια. Διαβάζοντάς το, έφερα στο μυαλό μου πολλές φορές τη σκέψη της: «Κι όλο σκεφτόμουν: τι ωραία που υπάρχουν βιβλία των αγαπημένων ποιητών και συγγραφέων, που διαμόρφωναν έναν κόσμο τόσο πραγματικό, που καμιά πραγματικότητα δεν τον έφτανε».
«Η έμπνευση, το ασυνείδητον και ο εγκέφαλος ανήκουν στην ίδια συνομοταξία: είναι πάνω από εμάς, στα "ουκ εφ’ ημίν", γι’ αυτό και τα σεβάστηκα απολύτως. Η έμπνευση είναι σαν το πνεύμα. Κι όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης "το πνεύμα όπου θέλει πνει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και πού υπάγει"».
Με αφορμή μια περίοδο (ζωής) εβδομήντα τριών ετών, η αναγνωστική περιπέτεια εκτείνεται χρονικά από την αρχαία Ελλάδα έως σήμερα, με επιλεγμένους διακτινισμούς σε καθοριστικούς για την ανθρωπότητα χωροχρονικούς σταθμούς. Χωρικά, έχοντας ως βάση τη γενέθλια πόλη Αθήνα, εξορμά στην Ελλάδα και σε επιλεγμένες χώρες, με έναν εντελώς ιδιαίτερο τρόπο, και φτάνει έως τις πύλες του Άδη, έχοντας ως ταξιδιωτική οδηγό και ξεναγό τη συγγραφέα. Μυημένη στα Ορφικά, έχει το προνόμιο να επικοινωνεί με το υπερπέραν μέσα από τις ενεργειακές Πύλες που απέμειναν πίσω, με πρώτη αυτή της Ελευσίνας.
Είναι σπάνιες οι στιγμές που βιώνεις τέτοια αναγνωστική απόλαυση, ακραγγίζοντας τα όρια της μέθεξης. Δεν ξέρω ποια καλή τύχη έφερε το βιβλίο στα χέρια μου. Ήταν τυχαίο; Κατά τη συγγραφέα: «Δεν ξέρω αν οι συνθήκες της ζωής διαμορφώνουν τα γεγονότα ανεξαρτήτως από εμάς ή αν εμείς τα δημιουργούμε με τις υποχθόνιες επιθυμίες και αναζητήσεις». Αυτό που ξέρω είναι ότι οι φορμαλιστές, οι δομιστές και οι ασκούντες ψυχαναλυτική κριτική θα ενθουσιαστούν, καθώς το κείμενο υπερπληροί κάθε προαπαιτούμενό τους.
Το πρώτο στοιχείο που δηλώνει παρουσία είναι η γλώσσα. Ζωντανή, σωστή, καθάρια, ρέουσα, κατανοητή, σε πολυτονικό βεβαίως στο βιβλίο, αστράφτει σε κάθε βήμα: «Η έμπνευση, το ασυνείδητον και ο εγκέφαλος ανήκουν στην ίδια συνομοταξία: είναι πάνω από εμάς, στα "ουκ εφ’ ημίν", γι’ αυτό και τα σεβάστηκα απολύτως. Η έμπνευση είναι σαν το πνεύμα. Κι όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης "το πνεύμα όπου θέλει πνει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και πού υπάγει"».
Αυτό που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι η αποσπασματική δομή της διάρθρωσης. Επειδή δεν γίνεται επί τούτου, αλλά ξεπηδά από μια αίσθηση κατακτημένης πια ελευθερίας, είναι τόσο συνεκτική, που αίρεται η αποσπασματικότητά της και καθετί προβάλλει αυτόφωτο ως μέρος του ενιαίου φωτός. Θα χαρακτήριζα τον τρόπο ως «αναρχική συγγραφή», με τόση (προσωπική) αλήθεια δοσμένο ώστε να σπάει εύκολα κάθε εμπόδιο βίας, καθωσπρεπισμού, προσποίησης. Η ειλικρίνεια, η αμεσότητα, η ευθύτητα και η εξομολόγηση, σπάνιας ποιότητας επιπρόσθετες αρετές: «Εκείνη την εποχή συνέβησαν γεγονότα που μου προξένησαν βαθιά τραύματα από άγαρμπα και ανάρμοστα τολμήματά μου. Κι ακόμη όμως δεν με ενδιαφέρει ο πόνος μου, όσο βαθύτερος τόσο πιο εξαγνιστικός, αλλά τα λάθη μου. Το είπα και το έγραψα πολλές φορές: τον πόνο μου τον θέλω, τα λάθη μου όχι».
«Ο Γιουνγκ το έλεγε αλλά εγώ το είχα καταλάβει και βιώσει νωρίτερα: το σωσίβιον για να μην πνιγείς στα φαντάσματά σου ήταν οι δύσκολες εξωτερικές συνθήκες. Και ευτυχώς ή δυστυχώς η ζωή μού έφερε πολλές».
Οι ψυχολογικοί διάλογοι έρχονται να συναρμόσουν τον άνθρωπο με τον τόπο, τον χρόνο, την ιστορία, τη θεολογία, τη φιλοσοφία, την τέχνη (με έμφαση στην κεραμική) αλλά και με τις δυσκολίες: «Ο Γιουνγκ το έλεγε αλλά εγώ το είχα καταλάβει και βιώσει νωρίτερα: το σωσίβιον για να μην πνιγείς στα φαντάσματά σου ήταν οι δύσκολες εξωτερικές συνθήκες. Και ευτυχώς ή δυστυχώς η ζωή μού έφερε πολλές».
Στην ψυχανάλυση δεν χωράει ντροπή. Τώρα γιατί χωράει στη ζωή, τεράστιο θέμα, δεν είναι της παρούσης. Όταν η αυτοψυχανάλυση γίνεται εργαλείο αυτογνωσίας και ιδίως όταν κοινοποιείται δημόσια, είναι ένα ανεπίστροφο ανέβασμα στο επόμενο σκαλί, είτε πρόκειται για φοβική προβολή-εξορκισμό: «Δεν έμπλεξα με την αυτοκτονία· αυτή θα ήταν μία τίμια πράξη. Τώρα σκέφτομαι πως θα γίνω ό,τι φοβάμαι. Μία κωλόγρια πού θα τρέμει για μία ημέρα ζωής», είτε για συνειδότητα ευγνωμοσύνης: «Είμαι βαθιά ευγνώμων για την ζωή πού μέχρι τώρα έζησα: για τον πόνο, τα βάσανα, την ενοχή και τις ασθένειές μου, όπως για τη χαρά, την αγάπη, τις διακρίσεις για τα αγαπημένα μου Γραπτά, τα διαβάσματα και τα ταξίδια. Κι όπως είμαι τώρα εδώ χαρούμενη και καρτερική, έτσι θέλω να φύγω προστατευμένη από την Santa Clementia, την αγία ευσπλαχνία...», είτε για εμμονή στο φως: «Ακόμα και τώρα στα 73 μου χρόνια εξακολουθώ να πιστεύω πως μπορεί να νικηθεί το κακόν, μολονότι η πραγματικότητα με διαψεύδει κάθε φορά».
Η Ελένη Λαδιά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Σπούδασε Αρχαιολογία και Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια και αρχαιογνωστικά έργα, ενώ άρθρα της δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά και ἐφημερίδες. Έχει τιμηθεί με κρατικό βραβείο το 1981 για τον Χάλκινο ύπνο (διηγήματα), με βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 1991 για την Ωρογραφία (διηγήματα), βιβλίο που ήταν υποψήφιο και για το ευρωπαϊκό βραβείο του 1993, καθώς και με κρατικό βραβείο το 2006 για την Γυναίκα με το πλοίο στο κεφάλι. |
Το σύνολο κοσμεί με την ουσία του αέναη εικονοπλαστική δυναμική, η οποία ενίοτε συνδυάζεται με πηγαίο ανεπιτήδευτο λυρισμό, σημαίνοντας το υψηλόν της τέχνης του λόγου: «Αλεξάνδρεια του απομεσήμερου, ξεπλυμένη από τη μεγάλη βροχή, λαμπυρίζουσα από το φως ενός αναιμικού ήλιου, πόλη των μεγάλων αποτυπωμάτων και των εκδοχών, χοάνη των αντιφάσεων, των ιδεολογιών και θρησκειών, σκεπασμένη τώρα από την αραβική μονομανία. Πόλη που ξεπερνούσες τη φαντασία, πόλη της ελληνικής φωνής για εκατοντάδες χρόνια, ο αέρας σου ακόμη φέρνει τα Ελληνικά των Γνωστικών Βασιλίδου και Βαλεντίνου, ενώ πλούσια κοιτάσματα σοφίας και γνώσης κρύβονται στα σπλάχνα σου. Κι αν αληθεύει –όπως ισχυρίζεται η παραψυχολογία– πως ο τόπος εγκλωβίζει τη δράση του παρελθόντος, κάποτε στο μέλλον θα ξανακουσθεί η αλεξανδρινή πολυφωνία».
Παράλληλα με μια διαρκή αναζήτηση, συνδυαζόμενη με οπτική των παγιωμένων ως αναθεωρήσιμων (πάντα ρει), διατυπώνονται με τόλμη βιωμένα αποστάγματα ζωής, και μέσα από αυτά, ύμνος για την ίδια τη ζωή: «Έρως είναι οι παρατεταμένες ρομαντικές χειραψίες, τα βαθιά βλέμματα πού λυγίζουν τα γόνατα, τα σφηνωμένα λόγια στο μυαλό. Να φυτρώνουν φτερά στο αυτοκίνητό σου για να τον συναντήσεις, να αναβοσβήνεις ολόκληρα τσιγάρα από την αδημονία, να κρεμιέσαι σαν αράχνη από τα τηλέφωνα».
Δεν ξέρω τι να πρωτοπώ για το βιβλίο. Αμεσότητα, αλήθεια, ακομπλεξάριστη κατάθεση ψυχής, διασύνδεση λογοτεχνίας και ζωής, αρχαιοελληνικές συνάψεις στο σήμερα, γνώσεις, μαρτυρίες, επιγράμματα, αυθαίρετη μα τόσο ζωντανή πλοκή, συναρπαστικός τρόπος.
Αμεσότητα, αλήθεια, ακομπλεξάριστη κατάθεση ψυχής, διασύνδεση λογοτεχνίας και ζωής, αρχαιοελληνικές συνάψεις στο σήμερα, γνώσεις, μαρτυρίες, επιγράμματα, αυθαίρετη μα τόσο ζωντανή πλοκή, συναρπαστικός τρόπος.
Δεν κατατάσσεται εύκολα σε κατηγορία, αφού είναι και μυθιστόρημα, εξιστόρηση, αυτοβιογραφία –ιστορική, θεολογική, υπαρξιακή, αρχαιοελληνική–, ταξιδιωτική μαρτυρία, αυτοψυχαναλυτική ενδοσκόπηση, εργογραφίας επεξηγηματικό ανάγνωσμα, συγκριτική και σημειολογική αυτοθεώρηση της συγγραφέως σε σχέση με τα πρόσωπα των έργων της (πρώτης τάξεως υλικό για διδακτορική διατριβή), ημερολόγιο γήινου καταστρώματος, οδηγός προς εν τη λογοτεχνική θαλάσση ναυτιλομένους, γλωσσικό άσμα, πεζόμορφο εκτενές ποίημα ή συνδυασμός απάντων τούτων. Ίσως η λεξιπλασία «εσωγραφία» με υπότιτλο «από ένα ψυχοπνευματικόν μυθιστόρημα» να είναι πιο κοντά.
Ευτυχής που βίωσα τη μέθεξη, την εμπειρία, το ταξίδι, τα μαθήματα, το φως. Δυστυχής που δεν ήμουν παρών στις συζητήσεις της συγγραφέως με τον Καραντώνη, με τον Παπαδίτσα, την Περσεφόνη. Ευγνώμων που αξιώθηκα τη μεταλαβιά του.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΥΣΚΑΣ είναι ποιητής.
Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητικκή συλλογή «Ως άλλος Τάλως» (εκδ. Κοράλι).
Η εσωγραφία μιας πεζογραφίας
Από ένα ψυχοπνευματικόν μυθιστόρημα
Ελένη Λαδιά
Αρμός 2019
Σελ. 352, τιμή εκδότη €16,50